Δεν είναι η πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία της χώρας μας που η
πολιτική αντιπαράθεση, η αναμέτρηση διαφορετικών ιδεολογιών, η σύγκρουση
συμφερόντων είναι τόσο έντονη που ξεφεύγει από τα όρια της ευπρέπειας.
Οι εντάσεις, η έλλειψη υπομονής και ψυχραιμίας, η απόγνωση για πολλούς, η
οργή άλλων δημιουργούν ένα ιδιαίτερα εύφλεκτο μείγμα που περιμένει μια
απλή σπίθα να ανάψει για να παραδοθεί ολόκληρος ο κοινωνικός ιστός στις
φλόγες.Ομως εδώ αντιμετωπίζουμε πια κάτι διαφορετικό. Η
εγκληματική επίθεση των χρυσαυγιτών εναντίον των μελών του ΚΚΕ στο
Πέραμα δεν είναι τυχαίο περιστατικό ούτε πρέπει να θεωρηθεί ως τέτοιο.
Είναι το αποκορύφωμα μιας διαδικασίας νομιμοποίησης, που προσέφερε με την εξωφρενική ανεκτικότητά της η ελληνική κοινωνία και το ελληνικό πολιτικό σύστημα, αφενός στην ύπαρξη του ναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής και αφετέρου στη βία που με δήθεν πολιτικά κίνητρα αποτελεί πια καθημερινό φαινόμενο. Ο χαρακτηρισμός άλλων εγκληματικών ενεργειών, κυρίως τα τελευταία χρόνια, ως «πολιτικής βίας» ή ακόμη χειρότερα ως «πολιτικής διαμαρτυρίας» άνοιγε διάπλατα την πόρτα σε μια ανεξέλεγκτη κατάσταση.
Οι εγκληματικές επιθέσεις εναντίον ευρωβουλευτών στο λιμάνι της Κέρκυρας, οι επιθέσεις εναντίον του Κ. Χατζηδάκη, του Θ. Πάγκαλου κ.ά., η εκτόξευση αντικειμένων και οι βιαιοπραγίες εναντίον πολιτών (που μπορεί να είναι ή να υπήρξαν βουλευτές), λόγω της ανεκτικότητάς μας, δεν αντιμετωπίσθηκαν ποτέ ως αυτό που πραγματικά ήταν: εγκλήματα που εμπίπτουν στον ποινικό κώδικα και δεν δικαιολογούν καμία επιείκεια ή ανοχή σαν φαινόμενα της δήθεν «πολιτικής βίας».
Ετσι αργά και σταθερά στρωνόταν το έδαφος για τα Τάγματα της Χρυσής Αυγής. Οι χρυσαυγίτες τραμπούκοι προχθές στο Πέραμα είπαν το δικό τους «ή εμείς ή αυτοί» και έτυχε εκείνο το βράδυ να είναι αυτοί που είχαν στα χέρια τα καδρόνια με τα καρφιά. Αύριο τα καδρόνια θα τα έχει κάποιος άλλος στα χέρια. Και αυτή είναι η συνταγή της καταστροφής.
Η Αριστερά πρέπει να αποφύγει την παγίδα που της έχουν στήσει οι μελανοχίτωνες. Με εμφυλιοπολεμικά συνθήματα και λογικές του «ανατροπή τώρα», «ή εμείς ή αυτοί» δίνουν απλώς ζωή στους ναζιστές που προτιμούν να λύσουν τις «πολιτικές» διαφορές στα πεζοδρόμια με τα δοκάρια, τις πέτρες και μετά ίσως με τα κουμπούρια.
Η Πολιτεία πρέπει να κάνει τη δουλειά της. Οποιος πετά το μπουκάλι ή την πέτρα ή σημαδεύει με το ρόπαλο ή τη μολότοφ, είτε φοράει κουκούλα είτε μαύρη μπλούζα με μαιάνδρους διαπράττει ποινικό αδίκημα. Η φύση και η βαρύτητα του αδικήματος δεν αλλάζουν αναλόγως της πολιτικής ταυτότητας είτε του θύματος είτε του θύτη... «Πολιτική» βία δεν υπάρχει. Υπάρχει κοινό έγκλημα...
Είναι το αποκορύφωμα μιας διαδικασίας νομιμοποίησης, που προσέφερε με την εξωφρενική ανεκτικότητά της η ελληνική κοινωνία και το ελληνικό πολιτικό σύστημα, αφενός στην ύπαρξη του ναζιστικού μορφώματος της Χρυσής Αυγής και αφετέρου στη βία που με δήθεν πολιτικά κίνητρα αποτελεί πια καθημερινό φαινόμενο. Ο χαρακτηρισμός άλλων εγκληματικών ενεργειών, κυρίως τα τελευταία χρόνια, ως «πολιτικής βίας» ή ακόμη χειρότερα ως «πολιτικής διαμαρτυρίας» άνοιγε διάπλατα την πόρτα σε μια ανεξέλεγκτη κατάσταση.
Οι εγκληματικές επιθέσεις εναντίον ευρωβουλευτών στο λιμάνι της Κέρκυρας, οι επιθέσεις εναντίον του Κ. Χατζηδάκη, του Θ. Πάγκαλου κ.ά., η εκτόξευση αντικειμένων και οι βιαιοπραγίες εναντίον πολιτών (που μπορεί να είναι ή να υπήρξαν βουλευτές), λόγω της ανεκτικότητάς μας, δεν αντιμετωπίσθηκαν ποτέ ως αυτό που πραγματικά ήταν: εγκλήματα που εμπίπτουν στον ποινικό κώδικα και δεν δικαιολογούν καμία επιείκεια ή ανοχή σαν φαινόμενα της δήθεν «πολιτικής βίας».
Ετσι αργά και σταθερά στρωνόταν το έδαφος για τα Τάγματα της Χρυσής Αυγής. Οι χρυσαυγίτες τραμπούκοι προχθές στο Πέραμα είπαν το δικό τους «ή εμείς ή αυτοί» και έτυχε εκείνο το βράδυ να είναι αυτοί που είχαν στα χέρια τα καδρόνια με τα καρφιά. Αύριο τα καδρόνια θα τα έχει κάποιος άλλος στα χέρια. Και αυτή είναι η συνταγή της καταστροφής.
Η Αριστερά πρέπει να αποφύγει την παγίδα που της έχουν στήσει οι μελανοχίτωνες. Με εμφυλιοπολεμικά συνθήματα και λογικές του «ανατροπή τώρα», «ή εμείς ή αυτοί» δίνουν απλώς ζωή στους ναζιστές που προτιμούν να λύσουν τις «πολιτικές» διαφορές στα πεζοδρόμια με τα δοκάρια, τις πέτρες και μετά ίσως με τα κουμπούρια.
Η Πολιτεία πρέπει να κάνει τη δουλειά της. Οποιος πετά το μπουκάλι ή την πέτρα ή σημαδεύει με το ρόπαλο ή τη μολότοφ, είτε φοράει κουκούλα είτε μαύρη μπλούζα με μαιάνδρους διαπράττει ποινικό αδίκημα. Η φύση και η βαρύτητα του αδικήματος δεν αλλάζουν αναλόγως της πολιτικής ταυτότητας είτε του θύματος είτε του θύτη... «Πολιτική» βία δεν υπάρχει. Υπάρχει κοινό έγκλημα...