Του Δημήτρη Κατσαγάνη Πάνω από 28,5 δισ. ευρώ δαπανήθηκαν το 2013 από τον κοινωνικό
προϋπολογισμό της χώρας για φάρμακα, παροχές ασθενείας, προνοιακές
παροχές, επιδόματα ανεργίας, προγράμματα απασχόλησης και άλλες
λειτουργικές ανάγκες του συστήματος ασφάλισης-υγείας. Το ποσό αυτό
ανέρχεται στο 56% ίων συνολικών δαπανών των ασφαλιστικών ταμείων, του
ΕΟΠΥΥ, των οργανισμών απασχόλησης και των νοσοκομείων και το 15,5% του
ΑΕΠ. Το υπόλοιπο 44% καλύπτει τις κύριες και επικουρικές συντάξεις. Πώς καλύπτονται αυτές οι δαπάνες; Λίγο πάνω από συνολικά το μισό κομμάτι
των κοινωνικών δαπανών, συνταξιοδοτικών και μη, καλύπτεται (55%) από
τους άμεσα ασφαλισμένους και όσους πληρώνουν εισφορές για λογαριασμό
τρίτων. Το υπόλοιπο 45% καλύπτεται από κρατικά έσοδα από φόρους, αλλά
και από τις δόσεις του διεθνούς δανείου της τρόικας. Με άλλα λόγια,
πάνω-κάτω το σύνολο των μη συνταξιοδοτικών δαπανών του κοινωνικού
προϋπολογισμού πληρώνεται από το κράτος και τις… διακρατικές συμφωνίες
του.
«Δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια προσωρινή διευθέτηση,
προκειμένου να κερδηθεί χρόνος και να διαπιστωθεί αν μπορεί να
επιτευχθεί μια μόνιμη συμφωνία. Δεν υπάρχουν εγγυήσεις ότι θα πετύχει -
και αν δεν πετύχει, ο κίνδυνος μιας νέας σύγκρουσης στη Μέση Ανατολή θα
γίνει ακόμη μεγαλύτερος. Κι όμως, είναι η πρώτη φορά από την επίσκεψη
του Ρίτσαρντ Νίξον στην Κίνα το 1972 που γεννιούνται τόσες ελπίδες από
μια προσωρινή συμφωνία. Και, συγκεκριμένα, τη συμφωνία για το προσωρινό
πάγωμα του ιρανικού πυρηνικού προγράμματος», γράφει ο Ρούπερτ Κόρνγουελ,
στη βρετανική εφημερίδα Independent σε μια κάπως διαφορετική - από τα
συνηθισμένα - ανάλυση για το σημείο καμπής του 2013. Για τον ίδιο,
κομβικό υπήρξε το γεγονός ότι ο Μπαράκ Ομπάμα προτίμησε τη διπλωματία
έναντι του πολέμου.