Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι ο διάλογος ΗΠΑ-Ρωσίας έχει μια σταθερή βάση κοινών ζωτικών συμφερόντων των δύο χωρών στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή, την αποτροπή περαιτέρω διασποράς των πυρηνικών όπλων αλλά και την καταπολέμηση του ακραίου σουνιτικού φονταμενταλισμού. Ετσι η Ουάσιγκτον επιταχύνει μια διαφαινόμενη από καιρό στρατηγική στροφή.
Φθίνουσα υπερδύναμη
Οι ΗΠΑ σήμερα παραμένουν μακράν μια πολιτική και στρατιωτική υπερδύναμη αλλά με φθίνουσα παρεμβατική βούληση και δυνατότητα. Λίγο μετά την αποχώρηση από το Ιράκ και λίγο πριν από την απεμπλοκή στο Αφγανιστάν είναι αδιανόητη μια στρατιωτική επέμβαση στη Συρία ή σε άλλο μέτωπο κρίσης στην περιοχή, και ακόμη πιο αδιανόητη η προσπάθεια επιβολής οποιασδήποτε φόρμουλας Νέας Τάξης ή PAX AMERICANA. Ετσι η μόνη αλλά με φθίνουσα παρεμβατική δυνατότητα υπερδύναμη δεν έχει άλλη λύση παρά να επιλέξει τις ενδοϊσλαμικές συγκρούσεις και αντιπαραθέσεις και να διαχειρισθεί την ορατή θραυσματοποίηση- βαλκανοποίηση στον αραβομουσουλμανικό κόσμο
.
Για παράδειγμα, ποια μπορεί να είναι μια συμβιβαστική λύση στη Συρία παρά η de facto ή de jure τριχοτόμηση της χώρας σε Σουνιτική Οντότητα, Οντότητα Αλαουιτών και Δρούζων και Κουρδική Οντότητα; Γιατί η δυναμική της διάσπασης των σημερινών κρατικών οντοτήτων να είναι εξ ορισμού απειλή και όχι ευκαιρία για τα ζωτικά συμφέροντα των ΗΠΑ;
Η Ουάσιγκτον εκτιμά ότι υπό όρους και προϋποθέσεις η παρουσία και επιρροή της Τεχεράνης στη Μέση Ανατολή από το Ιράκ μέχρι τη Συρία και τον Λίβανο μπορεί να είναι ευεργετική καθώς θα ισορροπήσει τον Σουνιτικό Εξτρεμισμό σε όλες του τις εκφάνσεις που ενισχύεται από τη Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα.
Την ίδια στιγμή με τη στάση της Ουάσιγκτον στην Αίγυπτο όπου δεν αντέδρασε στην ανατροπή του Μόρσι αλλά και σήμερα παίρνει διακριτικές αποστάσεις από το στρατιωτικό καθεστώς, τις ψυχρές σχέσεις με τον Ερντογάν και τη μεγάλη αναμενόμενη δυσαρέσκεια του Ριάντ -εξίσου αν όχι μεγαλύτερη από αυτή του Ισράλ- για την επικείμενη συμφιλίωση με το Ιράν, γίνεται φανερό ότι οι ΗΠΑ έχουν χάσει κάθε εμπιστοσύνη σε όλες τις μορφές του ισλάμ, από τη μετριοπαθή εκδοχή Ερντογάν-Μόρσι στην Τουρκία και στην Αίγυπτο μέχρι τα συντηρητικά καθεστώτα της Αραβικής Χερσονήσου που εξάγουν τον φονταμενταλισμό εκτός συνόρων στηρίζοντας οργανώσεις τύπου Αλ Κάιντα στη Συρία.
Προφανώς η υπόθεση εργασίας που κυριαρχεί στην Ουάσιγκτον είναι ότι όσο η Σαουδική Αραβία και τα Εμιράτα θα αισθάνονται την πίεση του Ιράν που θα έχει βγει από τη διεθνή καραντίνα, τόσο πιο προσεκτικοί θα είναι απέναντι στις ΗΠΑ που για το ορατό μέλλον θα είναι ο μόνος εγγυητής της ασφάλειάς τους.
Η παραπάνω εν εξελίξει μεγάλη ανατροπή δεν προκύπτει από την αδυναμία της Ουάσιγκτον για νέες επεμβάσεις τύπου Αφγανιστάν και Ιράκ, αλλά και από την προοπτική -με ορίζοντα τα πρώτα χρόνια της επόμενης δεκαετίας- ενεργειακής αυτάρκειας και ακόμη εξαγωγικής δυνατότητας των ΗΠΑ λόγω της αξιοποίησης των εκτεταμένων σχιστολιθικών κοιτασμάτων Φυσικού Αερίου και Πετρελαίου στο υπέδαφος των ΗΠΑ και του Καναδά.Σε κάθε περίπτωση, η προσέγγιση με το Ιράν διευκολύνει εν μέρει μόνο την εξισορρόπηση-καταπολέμηση του σουνιτικού φονταμενταλισμού κυρίως στη Μέση Ανατολή και στην Αραβική Χερσόνησο.
Ανάληψη ευθυνών
Το κουτί της Πανδώρας έχει ανοίξει από καιρό και η παρουσία οργανώσεων τύπου Αλ Κάιντα είναι σήμερα αισθητή από την Υποσαχάρια Αφρική, την Ανατολική Αφρική, το Αφγανιστάν-Πακιστάν μέχρι και την Ινδονησία και τις Φιλιππίνες με την Ουάσιγκτον να μπορεί να παροτρύνει τις περιφερειακές δυνάμεις να αναλάβουν τις ευθύνες τους.
Η εξομάλυνση με το Ιράν είχε τεθεί ξανά επί τάπητος μετά την εκλογή του μετριοπαθούς Χαταμί το 1997 στην προεδρία του Ιράν στην αρχή της δεύτερης θητείας του Κλίντον, μια δυναμική που βραχυκυκλώθηκε τότε τόσο από τη θρησκευτική ηγεσία υπό τον Χαμενεΐ στην Τεχεράνη όσο από την κοινή σκληρή εναντίωση του φιλοϊσραηλινού και του σαουδαραβικού λόμπι στην Ουάσιγκτον.
Σήμερα, σε ένα εντελώς διαφορετικό παγκόσμιο και περιφερειακό περιβάλλον, ο Ομπάμα προχωρά στη μεγάλη ανατροπή της πολιτικής των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή με τη βεβαιότητα ότι τόσο στο Ισραήλ όσο και στη Σαουδική Αραβία δεν έχουν άλλη επιλογή παρά το πώς και πότε θα προσαρμοσθούν με τη σειρά τους.
Τέλος, είναι βέβαιο ότι η παραπάνω στροφή των ΗΠΑ βραχυκυκλώνει αν δεν ακυρώνει τις περιφερειακές φιλοδοξίες των Ερντογάν-Νταβούτογλου, ρόλος που θα αναβάθμιζε την αξία της Αγκυρας ως αναγκαίου εταίρου - ενδιάμεσου των ΗΠΑ με το σουνιτικό Ισλάμ στο σύνολο του αραβομουσουλμανικού κόσμου.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ
kapopoulos@pegasus.gr