Την άνοιξη του 2010, το βιβλίο του Λι Χάρις «Ο επόμενος αμερικανικός
εμφύλιος: η λαϊκιστική εξέγερση εναντίον των φιλελεύθερων ελίτ»
προκάλεσε αίσθηση. Το περιεχόμενο ήταν σοβαρότερο από ό,τι προδιέθετε ο
κραυγαλέος τίτλος. Στέλεχος του συντηρητικού ινστιτούτου American
Enterprise, ο συγγραφέας κάνει λόγο για έναν πολιτιστικό εμφύλιο, ο
οποίος, σύμφωνα με την ανάλυσή του, καθορίζει τη βασική διαχωριστική
γραμμή της πολιτικής ζωής στις μέρες μας. Μια διαχωριστική γραμμή όχι
ανάμεσα στην Αριστερά και τη Δεξιά, όπως συνέβαινε κατά τον προηγούμενο
αιώνα, αλλά ανάμεσα στις κεντρώες, φιλελεύθερες ελίτ που κυβερνούν και
σε κινήματα διαμαρτυρίας μιας λαϊκιστικής, ριζοσπαστικής Δεξιάς.
Αφορμή για το βιβλίο στάθηκε η ορμητική άνοδος του διαβόητου «Tea party», το οποίο απέκτησε ισχυρή επιρροή στο εσωτερικό του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, σε σημείο που η εκπρόσωπός του, Σάρα Πέιλιν, να διεκδικήσει το αξίωμα του αντιπροέδρου, το 2008. Χολερικά αντιαριστερό, το ρεύμα αυτό που δεν διστάζει να παραλληλίσει τον Αμερικανό πρόεδρο με τον Μάο Τσετούνγκ (κάποιοι τον χαρακτήρισαν... Ομπαμάο!), υιοθετεί ωστόσο μεθόδους κλεμμένες από το παραδοσιακό οπλοστάσιο της Αριστεράς: ένα κίνημα λαϊκής βάσης, που εκφράζει ανησυχίες του «απλού ανθρώπου» απέναντι στις «ελίτ της εξουσίας», με ιδεολογική συνεκτικότητα και εσωτερική πειθαρχία, που του εξασφαλίζουν πολιτική ισχύ πολλαπλάσια της εκλογικής.
Το τελευταίο διάστημα, αυτή η ιδιόμορφη «ανταρσία από τα δεξιά» αποκτά απειλητικότερες διαστάσεις. Οι περί τους 40 βουλευτές του «Tea party» –η «ομάδα των καμικάζι», όπως έχουν πολιτογραφηθεί– επέβαλαν τη γραμμή τους στην άβουλη ηγεσία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, αξιώνοντας να ακυρωθεί η «σοσιαλιστική» μεταρρύθμιση στο σύστημα Υγείας. Υπηρετώντας αντικρατικίστικες εμμονές που φτάνουν στα όρια της παράνοιας (υποστήριξαν ότι η δημόσια ασφάλιση θα οδηγήσει σε «επιτροπές θανάτου», όπου γιατροί και γραφειοκράτες θα αποφασίζουν ποιος ασθενής θα τύχει θεραπείας και ποιος όχι), δεν δίστασαν να οδηγήσουν σε «λουκέτο» υπηρεσίες του Δημοσίου και να απειλήσουν ακόμη και χρεοκοπία της υπερδύναμης – κάτι που θα αποτελούσε πυρηνική βόμβα για την παγκόσμια οικονομία.
Στην Ευρώπη
Παρόμοια, τηρουμένων των αναλογιών, ρεύματα κάνουν ιδιαίτερα αισθητή την παρουσία τους σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Στη Βρετανία, το αντιευρωπαϊκό Κόμμα της Ανεξαρτησίας (UKIP) ασκεί ισχυρή επίδραση σε σημαντική μερίδα των Συντηρητικών, με αποτέλεσμα ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον να δεσμευθεί για δημοψήφισμα με το ερώτημα της εξόδου της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ανάλογο ρόλο διαδραματίζει το νεοπαγές κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), το οποίο λίγο έλειψε να μπει στη Βουλή, ξεπερνώντας το 5%, στην πρώτη εκλογική του δοκιμασία, με σημαία την επιστροφή στο μάρκο. Στη Νορβηγία, το ακροδεξιό Κόμμα της Προόδου ετοιμάζεται μετά τις πρόσφατες εκλογές να συγκυβερνήσει με την Κεντροδεξιά, ενώ στη Γαλλία το Εθνικό Μέτωπο διεκδικεί με αξιώσεις την πρωτοκαθεδρία στον συντηρητικό χώρο όπως έδειξαν οι τοπικές εκλογές - σοκ της περασμένης Κυριακής. Πρόσφατη δημοσκόπηση το φέρνει στην πρώτη θέση με ποσοστό 24% έναντι 22% των Γκωλικών και μόλις 19% των Σοσιαλιστών. Υπό αυτό το πρίσμα, η Χρυσή Αυγή αποτελεί την ακρότατη εκδοχή ενός ευρύτερου φαινομένου – τόσο ακραία, όσο και οι συνθήκες της ελληνικής κρίσης, οι οποίες την ευνόησαν.
Η διαπραγμάτευση του φαινομένου από τον Χάρις –ο οποίος υποστήριξε τη «σταυροφορία» του Τζορτζ Μπους, για να γίνει κήρυκας του μιλιταρισμού και της ισλαμοφοβίας– δεν διεκδικεί δάφνες αντικειμενικότητας. Στρέφει ωστόσο την προσοχή μας σε μια σημαντική αλήθεια, την οποία επιμένουν να αγνοούν οι κυρίαρχες σε Αμερική και Ευρώπη (νεο)φιλελεύθερες ελίτ: ότι δεν αρκεί να αποδομήσει κανείς τους προφανέστατα ανορθολογικούς μύθους της λαϊκής Δεξιάς – τις «επιτροπές θανάτου» ή τον «σοσιαλισμό» του Ομπάμα, την ξενοφοβία και τον ρατσισμό, την εθνικιστική ψύχωση και τις κάθε είδους θεωρίες συνωμοσίας.
Η προσπάθεια θα μένει πάντα ατελέσφορη, σαν ρόδα που γυρίζει στον αέρα, στον βαθμό που δεν αντιμετωπίζονται οι υπολανθάνουσες και πολύ πραγματικές αγωνίες λαϊκών στρωμάτων, που νιώθουν ξαφνικά τη γη να υποχωρεί κάτω από τα πόδια τους, καθώς όλες οι σταθερές της ύπαρξής τους –οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές, πολιτιστικές– απειλούνται σε εποχές καθολικής κρίσης.
Κοινωνική στασιμότητα
«Η λαϊκιστική εξέγερση», γράφει ο Χάρις, «έχει τις ρίζες της στη βαθιά εδραιωμένη πεποίθηση πως η Αμερική χάνει με γρήγορους ρυθμούς τη μοναδικότητά της ως η χώρα των ελεύθερων ανθρώπων, όπου όλα είναι δυνατά». Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται η ανάλυση του Νάιαλ Φέργκιουσον. Ο γνωστός Βρετανός ιστορικός επισημαίνει ότι οι Αμερικανοί ανέχονταν, παραδοσιακά, πολύ μεγαλύτερες κοινωνικές ανισότητες από τους Ευρωπαίους γιατί διέθεταν, σε αντιστάθμισμα, μεγαλύτερη κοινωνική κινητικότητα. Ωστόσο, ο συντηρητικός συγγραφέας διαπιστώνει περίλυπος ότι στις μέρες μας «το Αμερικανικό Ονειρο δίνει τη θέση του στον εφιάλτη της κοινωνικής στασιμότητας». Οσοι γεννιούνται φτωχοί κατά πάσα πιθανότητα θα πεθάνουν φτωχοί, ενώ οι πλούσιες, μορφωμένες ελίτ μετατρέπονται σε κληρονομικές, ενδογαμικές κάστες.
Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Το 1% των πλουσιότερων Αμερικανών έχει συγκεντρώσει το 42% του χρήματος, ενώ στο 80% του λιγότερο ευνοημένου πληθυσμού αντιστοιχεί μόλις το 15% του εθνικού πλούτου. Αποτέλεσμα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών τόσο των Ρεπουμπλικανών του Μπους όσο και των «Νέων Δημοκρατών» του Κλίντον, αυτή η τάση ουδόλως υποχώρησε επί Ομπάμα. Την τελευταία επταετία, οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν κατά 7%, ενώ τα επιχειρηματικά κέρδη αυξήθηκαν κατά 18%, ξεπερνώντας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, κάθε άλλη εποχή στην αμερικανική ιστορία.
Το χειρότερο είναι ότι οι κυρίαρχες ελίτ εμφανίζουν αυτή την κατάσταση πραγμάτων ως τη μόνη δυνατή, ταυτίζοντας κάθε αμφισβήτηση της πολιτικής τους με «εξτρεμισμό των δύο άκρων». Ο Ιταλός κοινωνιολόγος Μάρκο ντ’ Εραμο χαρακτηρίζει την Κεντροδεξιά και την Κεντροαριστερά ως τις δύο πτέρυγες του νέου, «ολιγαρχικού Κέντρου» που αντιμετωπίζει τα λαϊκά στρώματα ως μόνιμη, δυνητική απειλή – σε σημείο που ένας διανοούμενος σαν τον Ουμπέρτο Εκο να κατακεραυνώνει ως λαϊκιστή και αυτόν τον... Περικλή! Με αυτά τα δεδομένα, δεν είναι περίεργο που βρίσκουν γόνιμο έδαφος τα διάφορα ρεύματα του αντιδραστικού λαϊκισμού, προσφέροντας ανορθολογικές απαντήσεις στο πραγματικό, κεφαλαιώδες πρόβλημα των σύγχρονων Δημοκρατιών: τη συγκέντρωση του πλούτου και της ισχύος σε πολύ λίγα χέρια.
- Lee Harris, «The next American civil war», Palgrave, 2010.
- Nial Ferguson, «The End of the American Dream», Newsweek, 27 June 2013.
- Marco D’ Eramo, «Populism and the new oligarchy», New Left Review No 82, July-August 2013.
- Umberto Eco, «Pericle il populista», La Repubblica, 14 January 2012.
Αφορμή για το βιβλίο στάθηκε η ορμητική άνοδος του διαβόητου «Tea party», το οποίο απέκτησε ισχυρή επιρροή στο εσωτερικό του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, σε σημείο που η εκπρόσωπός του, Σάρα Πέιλιν, να διεκδικήσει το αξίωμα του αντιπροέδρου, το 2008. Χολερικά αντιαριστερό, το ρεύμα αυτό που δεν διστάζει να παραλληλίσει τον Αμερικανό πρόεδρο με τον Μάο Τσετούνγκ (κάποιοι τον χαρακτήρισαν... Ομπαμάο!), υιοθετεί ωστόσο μεθόδους κλεμμένες από το παραδοσιακό οπλοστάσιο της Αριστεράς: ένα κίνημα λαϊκής βάσης, που εκφράζει ανησυχίες του «απλού ανθρώπου» απέναντι στις «ελίτ της εξουσίας», με ιδεολογική συνεκτικότητα και εσωτερική πειθαρχία, που του εξασφαλίζουν πολιτική ισχύ πολλαπλάσια της εκλογικής.
Το τελευταίο διάστημα, αυτή η ιδιόμορφη «ανταρσία από τα δεξιά» αποκτά απειλητικότερες διαστάσεις. Οι περί τους 40 βουλευτές του «Tea party» –η «ομάδα των καμικάζι», όπως έχουν πολιτογραφηθεί– επέβαλαν τη γραμμή τους στην άβουλη ηγεσία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, αξιώνοντας να ακυρωθεί η «σοσιαλιστική» μεταρρύθμιση στο σύστημα Υγείας. Υπηρετώντας αντικρατικίστικες εμμονές που φτάνουν στα όρια της παράνοιας (υποστήριξαν ότι η δημόσια ασφάλιση θα οδηγήσει σε «επιτροπές θανάτου», όπου γιατροί και γραφειοκράτες θα αποφασίζουν ποιος ασθενής θα τύχει θεραπείας και ποιος όχι), δεν δίστασαν να οδηγήσουν σε «λουκέτο» υπηρεσίες του Δημοσίου και να απειλήσουν ακόμη και χρεοκοπία της υπερδύναμης – κάτι που θα αποτελούσε πυρηνική βόμβα για την παγκόσμια οικονομία.
Στην Ευρώπη
Παρόμοια, τηρουμένων των αναλογιών, ρεύματα κάνουν ιδιαίτερα αισθητή την παρουσία τους σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Στη Βρετανία, το αντιευρωπαϊκό Κόμμα της Ανεξαρτησίας (UKIP) ασκεί ισχυρή επίδραση σε σημαντική μερίδα των Συντηρητικών, με αποτέλεσμα ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον να δεσμευθεί για δημοψήφισμα με το ερώτημα της εξόδου της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ανάλογο ρόλο διαδραματίζει το νεοπαγές κόμμα «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (AfD), το οποίο λίγο έλειψε να μπει στη Βουλή, ξεπερνώντας το 5%, στην πρώτη εκλογική του δοκιμασία, με σημαία την επιστροφή στο μάρκο. Στη Νορβηγία, το ακροδεξιό Κόμμα της Προόδου ετοιμάζεται μετά τις πρόσφατες εκλογές να συγκυβερνήσει με την Κεντροδεξιά, ενώ στη Γαλλία το Εθνικό Μέτωπο διεκδικεί με αξιώσεις την πρωτοκαθεδρία στον συντηρητικό χώρο όπως έδειξαν οι τοπικές εκλογές - σοκ της περασμένης Κυριακής. Πρόσφατη δημοσκόπηση το φέρνει στην πρώτη θέση με ποσοστό 24% έναντι 22% των Γκωλικών και μόλις 19% των Σοσιαλιστών. Υπό αυτό το πρίσμα, η Χρυσή Αυγή αποτελεί την ακρότατη εκδοχή ενός ευρύτερου φαινομένου – τόσο ακραία, όσο και οι συνθήκες της ελληνικής κρίσης, οι οποίες την ευνόησαν.
Η διαπραγμάτευση του φαινομένου από τον Χάρις –ο οποίος υποστήριξε τη «σταυροφορία» του Τζορτζ Μπους, για να γίνει κήρυκας του μιλιταρισμού και της ισλαμοφοβίας– δεν διεκδικεί δάφνες αντικειμενικότητας. Στρέφει ωστόσο την προσοχή μας σε μια σημαντική αλήθεια, την οποία επιμένουν να αγνοούν οι κυρίαρχες σε Αμερική και Ευρώπη (νεο)φιλελεύθερες ελίτ: ότι δεν αρκεί να αποδομήσει κανείς τους προφανέστατα ανορθολογικούς μύθους της λαϊκής Δεξιάς – τις «επιτροπές θανάτου» ή τον «σοσιαλισμό» του Ομπάμα, την ξενοφοβία και τον ρατσισμό, την εθνικιστική ψύχωση και τις κάθε είδους θεωρίες συνωμοσίας.
Η προσπάθεια θα μένει πάντα ατελέσφορη, σαν ρόδα που γυρίζει στον αέρα, στον βαθμό που δεν αντιμετωπίζονται οι υπολανθάνουσες και πολύ πραγματικές αγωνίες λαϊκών στρωμάτων, που νιώθουν ξαφνικά τη γη να υποχωρεί κάτω από τα πόδια τους, καθώς όλες οι σταθερές της ύπαρξής τους –οικονομικές, κοινωνικές, πολιτικές, πολιτιστικές– απειλούνται σε εποχές καθολικής κρίσης.
Κοινωνική στασιμότητα
«Η λαϊκιστική εξέγερση», γράφει ο Χάρις, «έχει τις ρίζες της στη βαθιά εδραιωμένη πεποίθηση πως η Αμερική χάνει με γρήγορους ρυθμούς τη μοναδικότητά της ως η χώρα των ελεύθερων ανθρώπων, όπου όλα είναι δυνατά». Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται η ανάλυση του Νάιαλ Φέργκιουσον. Ο γνωστός Βρετανός ιστορικός επισημαίνει ότι οι Αμερικανοί ανέχονταν, παραδοσιακά, πολύ μεγαλύτερες κοινωνικές ανισότητες από τους Ευρωπαίους γιατί διέθεταν, σε αντιστάθμισμα, μεγαλύτερη κοινωνική κινητικότητα. Ωστόσο, ο συντηρητικός συγγραφέας διαπιστώνει περίλυπος ότι στις μέρες μας «το Αμερικανικό Ονειρο δίνει τη θέση του στον εφιάλτη της κοινωνικής στασιμότητας». Οσοι γεννιούνται φτωχοί κατά πάσα πιθανότητα θα πεθάνουν φτωχοί, ενώ οι πλούσιες, μορφωμένες ελίτ μετατρέπονται σε κληρονομικές, ενδογαμικές κάστες.
Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους. Το 1% των πλουσιότερων Αμερικανών έχει συγκεντρώσει το 42% του χρήματος, ενώ στο 80% του λιγότερο ευνοημένου πληθυσμού αντιστοιχεί μόλις το 15% του εθνικού πλούτου. Αποτέλεσμα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών τόσο των Ρεπουμπλικανών του Μπους όσο και των «Νέων Δημοκρατών» του Κλίντον, αυτή η τάση ουδόλως υποχώρησε επί Ομπάμα. Την τελευταία επταετία, οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν κατά 7%, ενώ τα επιχειρηματικά κέρδη αυξήθηκαν κατά 18%, ξεπερνώντας, ως ποσοστό του ΑΕΠ, κάθε άλλη εποχή στην αμερικανική ιστορία.
Το χειρότερο είναι ότι οι κυρίαρχες ελίτ εμφανίζουν αυτή την κατάσταση πραγμάτων ως τη μόνη δυνατή, ταυτίζοντας κάθε αμφισβήτηση της πολιτικής τους με «εξτρεμισμό των δύο άκρων». Ο Ιταλός κοινωνιολόγος Μάρκο ντ’ Εραμο χαρακτηρίζει την Κεντροδεξιά και την Κεντροαριστερά ως τις δύο πτέρυγες του νέου, «ολιγαρχικού Κέντρου» που αντιμετωπίζει τα λαϊκά στρώματα ως μόνιμη, δυνητική απειλή – σε σημείο που ένας διανοούμενος σαν τον Ουμπέρτο Εκο να κατακεραυνώνει ως λαϊκιστή και αυτόν τον... Περικλή! Με αυτά τα δεδομένα, δεν είναι περίεργο που βρίσκουν γόνιμο έδαφος τα διάφορα ρεύματα του αντιδραστικού λαϊκισμού, προσφέροντας ανορθολογικές απαντήσεις στο πραγματικό, κεφαλαιώδες πρόβλημα των σύγχρονων Δημοκρατιών: τη συγκέντρωση του πλούτου και της ισχύος σε πολύ λίγα χέρια.
- Lee Harris, «The next American civil war», Palgrave, 2010.
- Nial Ferguson, «The End of the American Dream», Newsweek, 27 June 2013.
- Marco D’ Eramo, «Populism and the new oligarchy», New Left Review No 82, July-August 2013.
- Umberto Eco, «Pericle il populista», La Repubblica, 14 January 2012.