18 Αυγούστου 2013

Πορεία προς τα ανατολικά


Screen Shot 2013-06-26 at 6.53.23 PMΤΟΥ ΜΕΛΕΤΗ ΜΕΛΕΤΟΠΟΥΛΟΥ
♦ Tο ζήτημα του συνολικού προσανατολισμού του Ελληνικού κόσμου είχε μικρότερη σημασία όταν οι Έλληνες κυβερνούσαν ή συγκυβερνούσαν τον κόσμο, δηλαδή κατά την Αρχαιότητα, την Ελληνιστική περίοδο, τον Μεσαίωνα. Τότε, ως ηγέτες και παραγωγοί του κυρίαρχου πολιτισμού, ήσαν σε θέση να αντιμετωπίζουν παρόμοια διλήμματα με συνθετικό τρόπο, δηλαδή συναρμόζοντας ανομοιογενή δυτικότροπα ή ανατολικά στοιχεία σε μία αυτόνομη, πρωτότυπη και ισχυρή σύνθεση, η οποία επιβαλλόταν ως οικουμενικό πρότυπο και στην Ανατολή Και στην Δύση.
Στον αρχαίο κόσμο, στον ελληνιστικό κόσμο, στον ελληνορωμαϊκό κόσμο, στον βυζαντινό κόσμο συνυπάρχουν δυτικά και ανατολικά στοιχεία χωρίς να παράγουν διαλυτικές ροπές. Ακόμη και η Εικονομαχία, που υπήρξε η πρώτη ουσιαστικά μεγάλη κρίση ιδεολογικού και πολιτισμικού προσανατολισμού της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, λύθηκε τελικά με την ήττα της ανατολικότροπης ανεικονικής παράταξης και παράπλευρη απώλεια την κατάκτηση της βυζαντινής Μέσης Ανατολής από τους Άραβες, χωρίς όμως να προκαλέσει εσωτερική αποσύνθεση του βυζαντινού κόσμου.

Το πρόβλημα απέκτησε υπαρξιακή σημασία όταν ο Ελληνισμός έχασε την παγκόσμια κυριαρχία και έπαυσε να είναι υπερδύναμη, δηλαδή το 1204. Η Τέταρτη Σταυροφορία, δηλαδή η καταστροφή και η λεηλασία της Κωνσταντινουπόλεως από στίφη βαρβάρων που προέρχονταν από μία τότε υπανάπτυκτη και απολίτιστη εν σχέσει με το ανεπτυγμένο Βυζάντιο κοινωνία, χάραξε ένα μακροϊστορικό, διαχρονικό ψυχικό χάσμα μεταξύ του τότε Ελληνισμού και της λατινικής τότε ευρωπαϊκής Δύσης.

Η φρίκη του διαμελισμού της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μεταξύ των Σταυροφόρων και η υποδούλωση των κατοίκων του σε φεουδάρχες δυτικού τύπου και απεσταλμένους του Πάπα, είχε την εξής καταλυτική επίπτωση: όταν ετέθη το θέμα της προσχώρησης στην πα- πική σφαίρα θρησκευτικής επιρροής προκειμένου να διασφαλιστεί η πολιτική ανεξαρτησία των υπολλειμμάτων της Αυτοκρατορίας, η ανάμνηση της φρίκης του 1204 υπερίσχυσε της οθωμανικής απειλής. Έκτοτε, στο διαρκές ζήτημα του γεωπολιτικού προσανατολισμού του Ελληνισμού, θα υφίσταται ως συστατικό μέρος της συζήτησης η αιματηρή ανάμνηση του 1204.

Ακριβώς γι’ αυτό η πρώτη μεγάλη κρίση προσανατολισμού, δηλαδή η διαμάχη ενωτικών – ανθενωτικών κατέληξε στην οριστική επικράτηση των ανθενωτικών και την άλωση του 1453, ενώ πολύ πριν οι ενωτικοί διανοούμενοι και ιερωμένοι είχαν ήδη καταφύγει ηττημένοι στην Ιταλία. Σε φιλοσοφικό επίπεδο είχε προηγηθεί η διαμάχη του Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Γρηγορίου του Παλαμά με τον μοναχό από την Ιταλία Βαρλαάμ τον 14ο αιώνα, που κατέληξε σε πολιτική νίκη του πρώτου, ο οποίος προέκρινε την ομφαλοσκόπηση ως μέθοδο προσέγγισης του Θείου. Επομένως η νίκη του ανατολικού στοιχείου τόσο σε φιλοσοφικό όσο και σε πολιτικό επίπεδο ήταν επόμενο να κρίνει την προσχώρηση του αδύναμου πλέον υστεροβυζαντινού Ελληνισμού στην οθωμανική σφαίρα επιρροής και τον εγκλωβισμό του επί αιώνες σε μία ασιατική δομή ανατολικού δεσποτισμού, κατά την έκφραση του Max Weber.

Η Δύση, στους μακρούς αιώνες της Αναγέννησης και της νεώτερης εποχής, εξελίχθηκε. Από τον υπανάπτυκτο, βαρβαρικό κόσμο του Μεσαίωνα ξεπήδησε ο κόσμος του διαφωτισμού, της αστικής κοινωνίας, της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η Γαλλική Επανάσταση και οι εκστρατείες του Μεγάλου Ναπολέοντος δημιούργησαν πλαίσιο σύγκλισης ανάμεσα στον προαιώνιο πόθο των Ελλήνων για την απελευθέρωσή τους από τους Τούρκους και την κυρίαρχη ιδεολογία της ανερχόμενης Ευρώπης. To 1821 o Ελληνισμός επαναστάτησε με ενσυνείδητο φιλοδυτικό προσανατολισμό, αφού και η ίδια η Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία είχε υιοθετήσει βασικές έννοιες του Διαφωτισμού, οι κυριώτεροι νεοέλληνες Διαφωτιστές ήσαν επίσκοποι και μοναχοί, ενώ ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος ο Πέμπτος ήταν μυημένος στην Φιλική Εταιρεία.

Το Ελληνικό κράτος συγκροτήθηκε από το 1827 και στην συνέχεια κατά τα πρότυπα των δυτικών βασιλείων, προσδέθηκε γεωπολιτικά στο άρμα της Μεγάλης Βρεταννίας, υιοθέτησε γαλλικά πολιτιστικά πρότυπα και βρεταννικά κοινοβουλευτικά ήθη, ο Καποδίστριας έθεσε τις βάσεις ενός σύγχρονου κράτους δυτικού τύπου, η Βαυαροκρατία οικοδόμησε πόλεις σύμφωνα με το νεοκλασσικό πρότυπο, η Εκκλησία της Ελλάδος αποκόπηκε από το Πατριαρχείο και οργανώθηκε σε μία εθνική βάση, η δε «Εσπερία» υπήρξε το κυρίαρχο σημείο αναφοράς και η πυξίδα προσανατολισμού για το μέλλον.

Ο δυτικός προσανατολισμός δεν συνοδεύτηκε όμως από μία διαδικασία εσωτερικού εκδυτικισμού, και ενώ πολιτιστικά και εκπαιδευτικά το μικρό βασίλειο της Ελλάδος προωθούσε την δυτική παιδεία, κοινωνιολογικά και πολιτικά παρέμενε δέσμιο των οθωμανικών επιβιώσεων όπως το πελατειακό σύστημα, η ολιγαρχική, ευνοιοκρατική και οικογενειοκρατική δομή της πολιτικής, η ανομία, η αυταρχική και ανορθολογική δημόσια διοίκηση. Πάντως κατά την εποχή του Τρικούπη, την εποχή του Βενιζέλου και τον Μεσοπόλεμο, δηλαδή περίπου την περίοδο από το 1875 μέχρι το 1940, θριαμβεύει ο δυτικός προσανατολισμός, οι πόλεις έχουν δυτική όψη, η ιθύνουσα τάξη έχει δυτικά πρότυπα κοινωνικής συμπεριφοράς, το κράτος λειτουργεί ορθολογικά και μόνον η πολιτική ζωή θυμίζει Βαλκάνια.

Το μεγάλο ρήγμα έρχεται το 1922, όταν ένας τεράστιος αριθμός προσφύγων έρχεται από την Μικρά Ασία, για να θέσει και πάλι επί τάπητος το ζήτημα της πορείας προς τα δυτικά. Πρώτη έκφραση αυτής της αντιδυτικότητας είναι η δημιουργία το 1922 του κατ’ εξοχήν αντιδυτικού κόμματος, του ΚΚΕ, στο οποίο πρόσφυγες από κατώτερα κοινωνικά στρώματα και χωρίς ευρωπαϊκή κουλτούρα έπαιξαν ηγετικό ρόλο (Ζαχαριάδης, Βαφειάδης κλπ.). Αυτοί είχαν αναπτυχθεί σε περιβάλλον από το οποίο απουσίαζαν θεσμοί δυτικού τύπου και έστω και κάποια περιφερειακή παραλλαγή της αστικής κοινωνίας, όπως αυτή που υπήρχε εκείνη την εποχή στην Ελλάδα. Στο ΚΚΕ οφείλεται η μείζονα προσπάθεια βίαιης αποκοπής της Ελλάδας από την Δύση, δηλαδή το Δεκεμβριανό κίνημα και ο Εμφύλιος. Η επαπειλούμενη υπαγωγή της Ελλάδος στην σοβιετική σφαίρα επιρροής θα είχε ως αποτέλεσμα την εγκαθίδρυση ενός καθεστώτος με χαρακτηριστικά ανατολικού δεσποτισμού, πιο συγγενές με αυτό του Αβδούλ Χαμίτ παρά με αυτό του Χαριλάου Τρικούπη.

Και ενώ οι ηγεσίες των κυριώτερων πολιτικών κομμάτων εξακολουθούσαν να κινούνται στην δυτική σφαίρα επιρροής, με αποκλίσεις μεταξύ Γαλλίας, Μεγάλης Βρεταννίας και ΗΠΑ, συντελείται υπογείως μία μεγάλη μεταστροφή, σε επίπεδο συλλογικού υποσυνείδητου. Ο προσφυγικός Ελληνισμός, δυναμικός και ανερχόμενος οικονομικά, επιβάλλει τα δικά του ανατολικά πρότυπα αρχικά στην μουσική και στην συνέχεια στην γεωπολιτική αντίληψη, δηλαδή στην ψυχική απομάκρυνση από το δυτικό πρότυπο. Αυτή υπήρξε πιθανόν μία υπόγεια, βραδυφλεγής εξέλιξη, που δημιούργησε ένα ιδεολογικό πλαίσιο αποδοχής αντιδυτικών επιλογών που αναδείχθηκαν τα επόμενα χρόνια.

Η αποδυτικοποίηση της χώρας, όμως, δεν θα προέκυπτε χωρίς την Δικτατορία των Συνταγματαρχών και την εθνική καταστροφή του 1974, για την οποία θεωρήθηκε υπεύθυνη η αμερικανική πολιτική. Στην Μεταπολίτευση το αντιδυτικό ρεύμα διευρύνεται, συμπεριλαμβάνοντας εκτός των ΗΠΑ το ΝΑΤΟ, τον ΟΗΕ και την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα. Το 1981 αυτή η διαδικα- σία κορυφούται, όταν ο Ανδρέας Παπανδρέου κερδίζει τις εκλογές με 48% με το σύνθημα της εξόδου της Ελλάδας από την ΕΟΚ και το ΝΑΤΟ, και του «Τρίτου Δρόμου» προς τον σοσιαλισμό.

 Κρίσιμη μάζα της εκλογικής πελατείας του Παπανδρέου ήταν οι πρόσφυγες, στους οποίους ο καθηγητής της Οικονομετρίας έδωσε συμβολικές ικανοποιήσεις και πραγματική προοπτική εισόδου στον σκληρό πυρήνα του κράτους, που μέχρι τότε κρατούσαν ζηλότυπα για τον εαυτό τους οι παλαιοελλαδίτες.

Κατά την διάρκεια της παπανδρεϊκής διακυβέρνησης επικρατούν τα καθαρώς ανατολικά πολιτιστικά και κοινωνικά στοιχεία του Ελληνισμού, διαμορφώνεται μία ιθύνουσα τάξη πολιτευτών και επιχειρηματιών με μεσανατολικά χαρακτηριστικά ενώ οι παλαιοί ευπρεπείς γαλλοθρεμμένοι αστοί περιθωριοποιούνται, οι δε νεοκλασσσικές μονοκατοικίες των Αθηνών και των επαρχιακών πόλεων κατεδαφίζονται για να οικοδομηθούν κίτς πολυκατοικίες, με αποτέλεσμα η Αθήνα να μοιάζει πλέον εκπληκτικά με το Κάϊρο ή το Χαλέπι. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα παύει να λειτουργεί στα πλαίσια της νατοϊκής συμμαχίας ως μάχιμος εταίρος, όπως π.χ. συνέβαινε τα χρόνια της Κορέας, και εξελίσσεται σε μονίμως διαμαρτυρόμενο και επιφυλασσόμενο αυτοπεριθωριοποιημένο μέλος.

Στην δε Ευρωπαϊκή Ένωση λειτουργεί ως ιδιόρρυθμη χώρα που εξαιρείται των ευρωπαϊκών κανόνων, της οποίας οι ιδιορρυθμίες πρέπει να γίνονται σεβαστές και μάλιστα να επιδοτούνται με αδρά ποσά. Η ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωζώνη από την κυβέρνηση Σημίτη πραγματοποιήθηκε με μεσανατολίτικη πονηρία ανατολικού τύπου και μεθόδους ανάρμοστες για ένα ευρωπαϊκό κράτος.

Στην επίσκεψη του προέδρου των ΗΠΑ Κλίντον το 1999 στην Ελλάδα η Αθήνα συγκλονίστηκε από κύμα οργής, αντιαμερικανικών διαδηλώσεων και εκτρόπων. Ο αμερικανοσπουδαγμένος Κώστας Καραμανλής επιχείρησε να εγκαταλείψει εντελώς τον δυτικό προσανατολισμό της χώρας, προσκολλώμενος στο γεωστρατηγικό άρμα της Ρωσσίας. Τέλος, οι επίσης αμερικανοσπουδαγμένοι πρωθυπουργοί Γιώργος Παπανδρέου και Αντώνης Σαμαράς παρέδωσαν την χώρα δέσμια στην Γερμανία, οδηγώντας την σε γεωπολιτική απομόνωση και χάνοντας κάθε επαφή με την Δύση.

Σήμερα, η Ελλάδα έχει καταστεί στόχος δύο γεωπολιτικών κολοσσών, της Γερμανίας και της Ρωσσίας. Λειτουργικά η Ελλάδα έχει ενταχθεί στην γερμανική σφαίρα επιρροής, ενώ οι ρωσσικές επενδύσεις αποκτούν όλο και περισσότερο στρατηγικό χαρακτήρα. Η Δύση (οι ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρεταννία, η Γαλλία, το ΝΑΤΟ, η Ευρωπαϊκή Ένωση) είναι απούσα. Η Γερμανία και η Ρωσσία δεν είναι δυτικές χώρες, τα πολιτικά τους χαρακτηριστικά είναι δεσποτικά και ιμπεριαλιστικά. Αλλά το κύριο πρόβλημα που γεννά η απουσία της Δύσης δεν είναι η μη συγκράτηση της Γερμανίας και της Ρωσσίας, αλλά η μη συγκράτηση της Τουρκίας, την στιγμή μάλιστα που αποκαλύπτεται ότι ο Ελληνισμός, από τους Οθωνιούς μέχρι την Καρπασία, επικάθηται στο τρίτο μεγαλύτερο κοίτασμα υδρογονανθράκων στον κόσμο.

Η απουσία ή η αποδυνάμωση της δυτικής παρουσίας στην Ελλάδα ιστορικά σημαίνει την μεταβολή της χώρας σε προέκταση της αχανούς Ασίας.