Η έκθεση του Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη SIPRI με έδρα τη
Στοκχόλμη κάνει λόγο για μείωση του τζίρου στη στρατιωτική βιομηχανία
της Δύσης και αύξησή του σε Ρωσία και αναδυόμενες χώρες.
Εδώ και χρόνια πολύ λίγες διαφοροποιήσεις υπήρχαν αναφορικά με την
εθνικότητα των μεγάλων στρατιωτικών βιομηχανιών του κόσμου. Σχεδόν όλες
προέρχονταν από τις ΗΠΑ, την Δυτική Ευρώπη ή την Ρωσία. Σύμφωνα όμως με
τη σημερινή έκθεση του Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη SIPRI από τη
Στοκχόλμη εταιρείες από άλλες χώρες κάνουν πλέον μια πιο δυναμική
εμφάνιση.
Ανάμεσά τους εταιρείες από την Τουρκία, την Ινδία, τη Βραζιλία, τη Σιγκαπούρη ή τη Νότια Κορέα ανήκουν στους εκατό μεγαλύτερους κατασκευαστές όπλων. «Αυτό οφείλεται στην πολιτική επιθυμία των κρατών να έχουν τη δική τους παραγωγή όπλων. Η Βραζιλία, η Τουρκία ή η Νότια Κορέα ακολούθησαν συνειδητά μια πολιτική που στήριζε την παραγωγή όπλων στη χώρα τους» δηλώνει η Οντ Φλεράν, επικεφαλής της επιτροπής για την σύνταξη της έκθεσης του SIPRI.
Ο βασικός σκελετός της έκθεσης ωστόσο δεν έχει αλλάξει. Τα δύο τρίτα της αφορούν βιομηχανίες όπλων από τις ΗΠΑ ή χώρες του ΝΑΤΟ. Αυτές καλύπτουν το 84,2% των πωλήσεων όπλων σε όλο τον κόσμο. Η έκθεση του SIPRI διαπιστώνει εντούτοις μείωση του τζίρου από τις πωλήσεις όπλων για το 2013 κατά 4,5% για 38 αμερικανικές εταιρείες. Αφορούν κυρίως μεγάλα οπλικά συστήματα, όπως πυραύλους, πολεμικά πλοία, τανκ ή αεροπλάνα. Ο κύριος λόγος της μείωσης των πωλήσεων είναι η απόσυρση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν και το Ιράκ.
Κίνα, ο μεγάλος άγνωστος
«Η αύξηση του τζίρου οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση των στρατιωτικών δαπανών από το ίδιο το ρωσικό κράτος» λέει η Οντ Φλεράν.Ο μεγάλος παγκόσμιος άγνωστος παραμένει η Κίνα, η οποία μάλιστα απουσιάζει εντελώς από την λίστα του SIPRI. Ο λόγος είναι ότι δεν υπάρχουν ασφαλείς πληροφορίες για την βιομηχανία όπλων στην Κίνα. Στην Κίνα κατασκευάζονται όπλα τόσο για τον αμυντικό τομέα όσο και για τον εμπορικό, ισχυρίζεται η Οντ Φλεράν.
Ο Μίχαελ Μπρότσκα από το Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη από το Αμβούργο εκτιμά ότι το Πεκίνο δαπανά ετησίως μεταξύ 50 και 60 δις ευρώ, ενώ αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο κατασκευαστή όπλων στον κόσμο. Παράλληλα οι εξαγωγές εκτιμώνται στα δύο με τρία εκατομμύρια. Η επιλογή του τελικού προορισμού όλων αυτών των όπλων αποτελεί πολιτική απόφαση, όπως συμβαίνει άλλωστε με όλες τις χώρες που εξάγουν όπλα.
Helle Jeppesen / Μαρία Ρηγούτσου
Ανάμεσά τους εταιρείες από την Τουρκία, την Ινδία, τη Βραζιλία, τη Σιγκαπούρη ή τη Νότια Κορέα ανήκουν στους εκατό μεγαλύτερους κατασκευαστές όπλων. «Αυτό οφείλεται στην πολιτική επιθυμία των κρατών να έχουν τη δική τους παραγωγή όπλων. Η Βραζιλία, η Τουρκία ή η Νότια Κορέα ακολούθησαν συνειδητά μια πολιτική που στήριζε την παραγωγή όπλων στη χώρα τους» δηλώνει η Οντ Φλεράν, επικεφαλής της επιτροπής για την σύνταξη της έκθεσης του SIPRI.
Ο βασικός σκελετός της έκθεσης ωστόσο δεν έχει αλλάξει. Τα δύο τρίτα της αφορούν βιομηχανίες όπλων από τις ΗΠΑ ή χώρες του ΝΑΤΟ. Αυτές καλύπτουν το 84,2% των πωλήσεων όπλων σε όλο τον κόσμο. Η έκθεση του SIPRI διαπιστώνει εντούτοις μείωση του τζίρου από τις πωλήσεις όπλων για το 2013 κατά 4,5% για 38 αμερικανικές εταιρείες. Αφορούν κυρίως μεγάλα οπλικά συστήματα, όπως πυραύλους, πολεμικά πλοία, τανκ ή αεροπλάνα. Ο κύριος λόγος της μείωσης των πωλήσεων είναι η απόσυρση των ΗΠΑ από το Αφγανιστάν και το Ιράκ.
Κίνα, ο μεγάλος άγνωστος
Το λογότυπο του Ινστιτούτου Ερευνών για την Ειρήνη SIPRI
Από την άλλη πλευρά καλύτερα είναι τα πράγματα για τους Ρώσους
που βλέπουν τις παραγγελίες οπλικών συστημάτων που λαμβάνουν να
πληθαίνουν. Μέσα στο 2013 σημειώθηκε αύξηση κατά 20%.«Η αύξηση του τζίρου οφείλεται κατά κύριο λόγο στην αύξηση των στρατιωτικών δαπανών από το ίδιο το ρωσικό κράτος» λέει η Οντ Φλεράν.Ο μεγάλος παγκόσμιος άγνωστος παραμένει η Κίνα, η οποία μάλιστα απουσιάζει εντελώς από την λίστα του SIPRI. Ο λόγος είναι ότι δεν υπάρχουν ασφαλείς πληροφορίες για την βιομηχανία όπλων στην Κίνα. Στην Κίνα κατασκευάζονται όπλα τόσο για τον αμυντικό τομέα όσο και για τον εμπορικό, ισχυρίζεται η Οντ Φλεράν.
Ο Μίχαελ Μπρότσκα από το Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη από το Αμβούργο εκτιμά ότι το Πεκίνο δαπανά ετησίως μεταξύ 50 και 60 δις ευρώ, ενώ αποτελεί τον δεύτερο μεγαλύτερο κατασκευαστή όπλων στον κόσμο. Παράλληλα οι εξαγωγές εκτιμώνται στα δύο με τρία εκατομμύρια. Η επιλογή του τελικού προορισμού όλων αυτών των όπλων αποτελεί πολιτική απόφαση, όπως συμβαίνει άλλωστε με όλες τις χώρες που εξάγουν όπλα.
Helle Jeppesen / Μαρία Ρηγούτσου