23 Νοεμβρίου 2015

Τζιχαντιστές: Απάνθρωποι, αδίστακτοι και απόκληροι της Δύσης Νέοι Ευρωπαίοι βρίσκουν στον τζιχάντ διέξοδο στην κοινωνική περιθωριοποίηση

Τη στιγμή που στον απόηχο των τρομοκρατικών χτυπημάτων στο Παρίσι η Ευρώπη στέκεται ακόμη πιο φοβική απέναντι στους ανθρώπους που εγκαταλείπουν μαζικά τις εμπόλεμες χώρες της Μέσης Ανατολής και κυρίως τη Συρία, οι πληροφορίες που βλέπουν το φως της δημοσιότητας για τους φερόμενους ως δράστες των επιθέσεων αποδεικνύουν αυτό που πολλοί υποψιάζονταν: δεν επρόκειτο για πολίτες ξένων κρατών και φυσικά δεν επρόκειτο για πρόσφυγες. Οι άνθρωποι που θεωρούνται υπεύθυνοι για τη σφαγή στη γαλλική πρωτεύουσα είχαν όλοι ευρωπαϊκά διαβατήρια, συγκεκριμένα γαλλικά και βελγικά. Και ενώ κάποιοι από αυτούς φέρεται να ήταν γεννημένοι στο Μαρόκο, η συντριπτική πλειονότητά τους γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Γαλλία και στο Βέλγιο. Αποκαλούνται «homegrown terrorists» (εγχώριοι τρομοκράτες). Περιθωριοποιημένοι, κάποιοι φτωχοί ή άνεργοι, νέοι τους οποίους δεν άγγιξε το «ευρωπαϊκό όνειρο». Εγιναν οι απόκληροι της κοινωνίας και αναζήτησαν την ταυτότητά τους στον τζιχαντισμό και σε μια διαστρεβλωμένη, απάνθρωπη ερμηνεία του Κορανίου.

Ο φερόμενος ως «εγκέφαλος» των επιθέσεων στο Παρίσι Αμπντελχαμίντ Αμπαούντ, ο οποίος σκοτώθηκε στη διάρκεια επιχείρησης της αστυνομίας στο προάστιο Σεν Ντενί του Παρισιού, ήταν βέλγος πολίτης μαροκινής καταγωγής. Ο 28χρονος είχε μεγαλώσει στο  Μόλενμπεκ, ένα προάστιο των Βρυξελλών που φιλοξενεί πολλούς άραβες μετανάστες και παρουσιάζει πολύ υψηλά ποσοστά ανεργίας. Στην ίδια επιχείρηση σκοτώθηκε και η 26χρονη εξαδέλφη του Αμπαούντ Χάσνα Αϊτμπουλαχσέν, η οποία  έγινε η πρώτη γυναίκα καμικάζι στην Ευρώπη, όταν βλέποντας τους αστυνομικούς να πλησιάζουν πυροδότησε τα εκρηκτικά με τα οποία είχε ζωστεί.

Το 2014 αρκετά μέσα ενημέρωσης είχαν μεταδώσει ότι ο Αμπαούντ, που ήταν γνωστός στις μυστικές υπηρεσίες για τη δράση του, ήταν ο μεγαλύτερος αδελφός του 13χρονου Γιουνές, ο οποίος εγκατέλειψε το Βέλγιο για να γίνει ένα από τα παιδιά-στρατιώτες του Ισλαμικού Κράτους. Ο Αμπαούντ φέρεται να είχε σχέσεις με τουλάχιστον δύο από τους εμπλεκομένους στις πρόσφατες επιθέσεις: τον Σαλάχ Αμπντεσλάμ και τον αδελφό του Μπραχίμ που ανατινάχθηκε στο μπαρ «Comptoir Voltaire». Τουλάχιστον έξι ακόμη νεαροί τζιχαντιστές που πιστεύεται ότι είχαν στρατολογηθεί από το Ισλαμικό Κράτος συμμετείχαν στην επίθεση στο Παρίσι.

Εγκαταλείπουν το έγκλημα για τη δόξα του τζιχάντ

«Οι συμμετέχοντες στον μιλιταριστικό τζιχάντ είναι κυρίως νέοι σε μεταβατικές φάσεις της ζωής τους: φοιτητές, μετανάστες,  άτομα που βρίσκονται μεταξύ εργασιών ή και συντρόφων και έχουν αφήσει την οικογένειά τους αναζητώντας μια νέα ταυτότητα» εξηγεί στο «Βήμα» ο Σκοτ Ατραν, διευθυντής Ανθρωπολογικών Ερευνών στο Εθνικό Κέντρο Επιστημονικών Ερευνών της Γαλλίας και συγγραφέας, μεταξύ άλλων, του βιβλίου «Talking to the Enemy: Faith, Brotherhood and the (Un)Making of Terrorists». Οπως μας λέει ο δρ Ατραν, ο οποίος έχει μελετήσει εκτενώς τη συμπεριφορά και τη δράση των τρομοκρατών, «πολλοί από αυτούς έλκονται από τον κόσμο του εγκλήματος τον οποίο μπορεί να εγκαταλείψουν επιθυμώντας να γίνουν ήρωες του τζιχάντ προς αναζήτηση μεγαλύτερης δόξας». Οι επιθέσεις στο Παρίσι, όπως και στη Μαδρίτη το 2004 και στο Λονδίνο το 2005, φαίνεται ότι πραγματοποιήθηκαν από άτομα τα οποία, σύμφωνα με τον ίδιο, «ανήκαν σε ένα χαλαρό δίκτυο οικογένειας, φίλων και συντρόφων τα οποία ακολούθησαν το καθένα το δικό του, ανεξάρτητο μονοπάτι προτού προσχωρήσουν στο Ισλαμικό Κράτος».

«Στην πραγματικότητα, οι περισσότεροι Ευρωπαίοι προσηλυτίζονται από συνομηλίκους τους στον τζιχάντ. Στην Ευρώπη περίπου τρεις στους τέσσερις στρατολογημένους προσχωρούν στο Ισλαμικό Κράτος μαζί με φίλους τους, μόλις ένας στους πέντε με μέλη της οικογένειάς του και λίγοι μέσω άμεσης στρατολόγησης από ξένους. Πολλοί από αυτούς τους νέους ανθρώπους δεν ταυτίζονται με την οικογένειά τους ή τη χώρα στην οποία ζουν»
σχολιάζει ο δρ Ατραν. Και προσθέτει: «Σε συνεντεύξεις που έχουμε πραγματοποιήσει με νέους ανθρώπους στα "banlieues" του Παρισιού διαπιστώσαμε απροσδόκητα μεγάλη ανοχή ή υποστήριξη προς το Ισλαμικό Κράτος. Νέοι άνθρωποι που θέλουν να γίνουν επαναστάτες, υπερασπιζόμενοι, όπως πιστεύουν, τους καταπιεσμένους».

Δεν είναι πάντως όλοι φτωχοί, άνεργοι κάτοικοι των παρισινών προαστίων. Δημοσιεύματα θέλουν κάποιους από τους εμπλεκομένους στις πρόσφατες επιθέσεις να ζούσαν μια σχετικά άνετη ζωή. «Μια έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας που δεν έχει δημοσιευθεί ακόμη δεν αποκαλύπτει αξιόπιστη σύνδεση μεταξύ της αύξησης της προσφοράς σε θέσεις εργασίας και της μείωσης τη βίας, γεγονός που σημαίνει ότι αυτοί οι νέοι μπορεί να συνεχίσουν να έλκονται από τον τζιχάντ. Ρώτησα έναν εκπρόσωπο της Παγκόσμιας Τράπεζας γιατί δεν έχει δημοσιευθεί η έκθεση και απάντησε ότι δεν θα άρεσε στους πελάτες της, δηλαδή στις κυβερνήσεις, επειδή έχουν επενδύσει πολλά σε αυτή την ιδέα» καταλήγει ο δρ Ατραν.



Σωτήρης Ρούσσος
«Ο πόλεμος αυτός δεν μπορεί να κερδηθεί γιατί ο εχθρός είναι αόρατος»
Την απαισιόδοξη εκτίμηση ότι ο πόλεμος εναντίον ενός αόρατου εχθρού όπως η ισλαμιστική τρομοκρατία δεν μπορεί να κερδηθεί εξέφρασε μιλώντας στο «Βήμα» ο Σωτήρης Ρούσσος, αναπληρωτής καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου και επιστημονικός υπεύθυνος του Κέντρου Μεσογειακών, Μεσανατολικών και Ισλαμικών Σπουδών (ΚΕΜΜΙΣ).

Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της ισλαμιστικής τρομοκρατίας στον μετά την 11η Σεπτεμβρίου κόσμο;
«Πρέπει να έχουμε υπόψη πέντε χαρακτηριστικά. Το πρώτο είναι ότι δεν κάνει διακρίσεις μεταξύ αμάχων και μαχίμων. Δεύτερον, δεν έχει, τουλάχιστον όπως τη γνωρίσαμε από την Αλ Κάιντα, πεδίο μάχης. Τρίτον, δεν έχει ιεραρχία γραμμική, πυραμιδική, όπως τη γνωρίζουμε στον στρατό ή άλλες πολιτικές οργανώσεις βίας όπως τα αντάρτικα. Τέταρτον, δεν έχει χρόνο, δηλαδή δεν υπάρχει ένας στόχος απτός για το τέλος του πολέμου, το οποίο τέλος του πολέμου είναι όταν θα επικρατήσει το Ισλάμ επί γης. Επομένως, αυτό δεν μπορεί να χαρακτηριστεί το τέλος του πολέμου. Και, πέμπτον, έχει τα χαρακτηριστικά του ισλαμικού σαλαφισμού, δηλαδή αντλεί πολλά στοιχεία άμεσα από τις διδαχές του Κορανίου και της πρώτης ισλαμικής παράδοσης και θεωρεί ότι ο πιστός που έχει μέσα του τον Θεό, που είναι ευσεβής, δεν χρειάζεται ερμηνεία, δεν χρειάζεται τη διαμεσολάβηση από κάποιο ιερατείο ή νομομαθείς».

Στρατιωτικά, πολιτικά και ιδεολογικά ποιες είναι οι διαφορές στη δράση του Ισλαμικού Κράτους σε σχέση με την Αλ Κάιντα;
«Το Ισλαμικό Κράτος είναι διαφοροποιημένο στρατηγικά, ιδεολογικά και πολιτικά από την Αλ Κάιντα. Μπορεί να προήλθε από την Αλ Κάιντα στο Ιράκ αλλά, πρώτον, έχει διαφοροποιηθεί με την έννοια ότι επιλέγει την εδαφοποιημένη δράση, δηλαδή επιλέγει ένα συγκεκριμένο έδαφος και τον έλεγχο αυτού για να επιβάλει την κυριαρχία του, ενώ η Αλ Κάιντα είναι κυρίως μια οργάνωση παγκοσμιοποιημένη. Δεύτερον, χρησιμοποιεί πολιτικά μια σειρά θεσμούς του μπααθικού κράτους και έτσι θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι πιο πολύ ένα μετακοσμικό κράτος - όχι τόσο ισλαμιστικό ή θρησκευτικό κράτος.

Δηλαδή, χρησιμοποιεί την ίδια στιγμή την ιδεολογία που ξεκινάει από αυτό που προηγουμένως περιέγραψα ως σαλαφιστικό Ισλάμ αλλά την ίδια στιγμή χρησιμοποιεί θεσμούς, λειτουργίες και διαδικασίες του κράτους που υπήρχε πριν - είτε του Ασαντ είτε του Σαντάμ Χουσεΐν. Τέλος, θα πρέπει να πούμε ότι το Ισλαμικό Κράτος δεν αποδέχεται τη δική μας αντίληψη των συνόρων. Παρότι θέτει την κυριαρχία του πάνω σε μια περιοχή, θεωρεί ότι τα σύνορα είναι κινούμενα, κυλιόμενα και δεν υπάρχει κάποιο σύνορο που να τίθεται από τους διεθνείς κανόνες ακριβώς επειδή η διεθνής κυριαρχία δεν υπάρχει αλλά μόνο η θεϊκή κυριαρχία.

Πρόκειται για μια υβριδική κατάσταση. Δηλαδή, συνδέονται στοιχεία της Αλ Κάιντα και τοπικών αντάρτικων. Το Ισλαμικό Κράτος έχει τρεις κύκλους κυριαρχίας. Ο πρώτος είναι αυτός που βλέπουμε στο Ιράκ και στη Συρία, ο δεύτερος είναι οι οργανώσεις εκείνες οι οποίες δίνουν αφοσίωση στο Ισλαμικό Κράτος όπως τα παρακλάδια της στο Σινά ή στη Λιβύη και ο τρίτος μεμονωμένες ομάδες ή ακόμη και άτομα που δίνουν την αφοσίωσή τους στο Ισλαμικό Κράτος και δρουν σε περιοχές όπως η Γαλλία. Κατά τη γνώμη μου είναι η πρώτη φορά που αντιμετωπίζουμε αυτό το φαινόμενο».

Ποιες πιστεύετε ότι θα είναι οι συνέπειες του νέου πολέμου κατά της τρομοκρατίας της Δύσης στη Μέση Ανατολή;
«Ιδιες με τις παλαιές. Δηλαδή, όταν άκουσα την ομιλία του γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ ήταν σαν να άκουγα mot à mot την ομιλία του Τζορτζ Μπους του νεότερου. Δεν υπήρχε καμία διαφορά, καμία αντίληψη των λαθών που συνέβησαν κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου κατά της τρομοκρατίας. Είναι ένας πόλεμος που δεν μπορεί να κερδηθεί γιατί απλούστατα δεν υπάρχει αντίπαλος σε έναν τέτοιον πόλεμο, ο αντίπαλος είναι ένα φάντασμα. Είναι ένα φαινόμενο που μπορεί να αντιμετωπιστεί αλλά δεν μπορεί να πολεμηθεί, δεν μπορεί να γίνει ένας συμβατικός πόλεμος εναντίον του. Δηλαδή, σκότωσαν τον φερόμενο ως αρχηγό της κλίκας που έδρασε στο Παρίσι. Και; Προφανώς τον σκότωσαν, δεν ήταν δυνατόν να κερδίσει σε μια τέτοια μάχη. Δεν θα υπάρχουν άλλοι που θα ακολουθήσουν το παράδειγμά του; Και πώς αυτό θα το αντιμετωπίσεις;».

Φραντσέσκο Ραγκάτσι
«Η ισχύουσα αντιτρομοκρατική νομοθεσία είναι επαρκής»

«Δεν πρέπει να ενισχύσουμε τις υπηρεσίες πληροφοριών αλλά να τις βελτιώσουμε» λέει στο «Βήμα» ο Φραντσέσκο Ραγκάτσι, ειδικός στην τρομοκρατία και στην αποτελεσματικότητα των μέτρων ασφαλείας, από το Πανεπιστήμιο του Λάιντεν στην Ολλανδία και ερευνητής στο Πανεπιστήμιο Sciences Po στο Παρίσι.

Τα μέτρα που έλαβε ο Ολάντ εντός Γαλλίας (π.χ., στρατιώτες στους δρόμους) και εκτός (π.χ., βομβαρδισμός Συρίας) ενισχύουν την ασφάλεια όσων ζουν στη χώρα;
«Η παρουσία στρατιωτών στους δρόμους είναι αποκλειστικά συμβολικό μέτρο. Το "Σχέδιο Βιζιπιράτ" (σ.σ.: το σύστημα προειδοποίησης για την εθνική ασφάλεια της Γαλλίας) στη δύο και πλέον δεκαετιών ιστορία του δεν έχει αποτρέψει ούτε μία τρομοκρατική επίθεση. Είναι ένας συμβολικός τρόπος καθησυχασμού του πληθυσμού δίνοντάς του την εντύπωση ότι το κράτος αντιδρά. Οσο για τους βομβαρδισμούς στη Ράκα και αλλού, δεν θα κάνουν καμία διαφορά. Πραγματικό αποτέλεσμα φέρνουν οι επιχειρήσεις όπως εκείνη στο Σεν Ντενί (σ.σ.: κατά την οποία σκοτώθηκε ο εγκέφαλος των επιθέσεων στο Παρίσι) και στο Μολενμπέκ από γαλλικές και βελγικές δυνάμεις. Πιο αποτελεσματική είναι η καταδίωξη συγκεκριμένων δικτύων και όχι οι συμβολικές ενέργειες. Το ανησυχητικό είναι ότι οι Αρχές υποστηρίζουν σήμερα πως χρειάζονται νέες εξουσίες στον τομέα της αντιτρομοκρατίας. Ο τρόμος είναι υπαρκτός αλλά και πρόσχημα. Εκμεταλλεύονται την κρίση για να καταπατήσουν τις πολιτικές ελευθερίες, ιδίως όσον αφορά τη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Ειλικρινά δεν καταλαβαίνω γιατί δεν μπορούν να φέρουν εις πέρας τις αντιτρομοκρατικές επιχειρήσεις εντός του παρόντος νομοθετικού πλαισίου».

Πρέπει λοιπόν να ενισχυθούν οι υπηρεσίες πληροφοριών και οι στοχευμένες επιχειρήσεις;
«Οι στοχευμένες επιχειρήσεις αναμφίβολα βοηθούν. Οι υπηρεσίες πληροφοριών δεν θα έλεγα ότι πρέπει αναγκαστικά να ενισχυθούν αλλά να βελτιωθούν. Ολοι οι τρομοκράτες ήταν γνωστοί, τους είχε εντοπίσει το ραντάρ των υπηρεσιών. Τα ΜΜΕ και οι στρατηγικές επικοινωνίας ζητούν από τον κόσμο να συμμετάσχει στην προσπάθεια εντοπισμού του επόμενου τρομοκράτη και να το αναφέρει στην αστυνομία, το οποίο σπέρνει καχυποψία στην κοινωνία και αναθέτει σε συγκεκριμένα επαγγέλματα όπως καθηγητές και κοινωνικούς λειτουργούς να εντοπίσουν τον επόμενο ακραίο. Το πρόβλημα είναι πώς οι υπηρεσίες πληροφοριών θα κάνουν τη διάκριση ανάμεσα σε όσους βρίσκονται υπό παρακολούθηση αλλά δεν αποτελούν απειλή και εκείνους που βρίσκονται υπό παρακολούθηση αλλά αποτελούν απειλή. Εκεί πρέπει να επικεντρωθούμε. Οι υπηρεσίες δεν χρειάζονται περισσότερες πληροφορίες, έχουν αρκετές, αλλά πρέπει να τις επεξεργάζονται καλύτερα. Σήμερα δεν μπορούν να τις αναλύσουν αποτελεσματικά. Ενας από τους λόγους είναι ότι ενώθηκαν δύο υπηρεσίες, η μια για το εσωτερικό της Γαλλίας και η άλλη για την αντικατασκοπία, σε μια κεντρική, εξαιρετικά μυστικοπαθή υπηρεσία. Η αποτυχία να αποτραπούν οι επιθέσεις οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αναδιοργάνωση και αποδόμηση των υπηρεσιών».

Ο κόσμος φοβάται να πάρει το μετρό στο Παρίσι, υπάρχουν οπλισμένοι αστυνομικοί έξω από το γαλλικό σχολείο στην Αθήνα…
«Η στατιστική πιθανότητα να πεθάνει κάποιος σε τρομοκρατική επίθεση είναι σχεδόν μηδενική. Ο στόχος όμως των τρομοκρατών είναι να προκαλέσουν φόβο και πόλωση στην κοινωνία, να κάνουν τους μη μουσουλμάνους να υποπτεύονται όλους τους μουσουλμάνους. Η ισλαμοφοβία και οι διακρίσεις κατά των μουσουλμάνων τους χαροποιούν. Δεν πρέπει να τους κάνουμε τη χάρη».


ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΛΗΓΗ ΣΤΗΝ ΑΦΡΙΚΗ
Τριπλό στόχο – γαλλικό, αμερικανικό, αλλά και διεθνή – έπληξαν οι τζιχαντιστές την Παρασκευή στο Μάλι, όταν ένοπλοι κομάντος εισέβαλαν στο πολυτελέστατο ξενοδοχείο Radisson Blu στην πρωτεύουσα Μπαμάκο. Η ομηρεία περίπου 170 ατόμων έληξε με την επέμβαση των ειδικών δυνάμεων της αφρικανικής χώρας σε ένα λουτρό αίματος με τουλάχιστον 27 νεκρούς. Σκηνές χάους εκτυλίχθηκαν, καθώς πολλοί πελάτες (το αμερικανικών επιχειρηματικών συμφερόντων ξενοδοχείο είχε πληρότητα 90%) απομακρύνθηκαν άρον άρον (φωτογραφία) εν μέσω πυροβολισμών. Την ευθύνη ανέλαβαν άγνωστοι στο Διαδίκτυο εξ ονόματος δύο οργανώσεων που συνδέονται με την Αλ Κάιντα. Το 2013 η Γαλλία «καθάρισε» στρατιωτικά μεγάλο τμήμα του Μάλι από ισλαμιστές, Ωστόσο η πάμπτωχη υποσαχάρια χώρα της Δυτικής Αφρικής παραμένει παράδεισος για τρομοκράτες: τα σύνορα δεν ελέγχονται καλά, μεγάλες περιοχές είναι ακυβέρνητες, το λαθρεμπόριο όπλων με τη Λιβύη ανθεί, ενώ σε κοντινή απόσταση βρίσκεται η Νιγηρία, όπου δρα η διαβόητη οργάνωση Μπόκο Χαράμ.  
ΒΗΜΑ