Αλέξανδρος Τάρκας Η σύγκληση του Γ’ Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας Ελλάδας - Τουρκίας
εγκαινιάζει ένα νέο κεφάλαιο στις διμερείς σχέσεις, ανεξάρτητα από την
ένταση που προκάλεσε το αίτημα επίσκεψης του πρωθυπουργού Αχμέτ .
Νταβούτογλου στη Θράκη.Η «ανεπίσημη» περιοδεία ήταν αναμενόμενη
από όλους -εκτός ίσως του υπουργού Εξωτερικών Ευ. Βενιζέλου και του
γ.γ. Αν. Μητσιάλη-, αφού το ίδιο είχε συμβεί, επί κυβέρνησης Κ.
Καραμανλή, τον Μάιο του 2004 και, επί Γ. Παπανδρέου, τον Μάρτιο και τον
Σεπτέμβριο του 2011.Παρόμοιες περιοδείες είναι σαφώς
ενοχλητικές και αποσκοπούν στον επηρεασμό της θρησκευτικής
μουσουλμανικής μειονότητας, αλλά η Ελλάδα δεν έχει τίποτα να κρύψει. Στο
παρελθόν είχαν γίνει λάθη και αδικίες, αλλά τερματίστηκαν με τους
νόμους Κ. Μητσοτάκη, Αντ. Σαμαρά και Β. Τσουδερού το 1991-92 και με τα
συμπληρωματικά μέτρα Αν. Παπανδρέου - Γερ. Αρσένη το 1995. Σήμερα τα
πράγματα είναι πολύ διαφορετικά και επίσης έχουν γνώση οι φύλακες, με
χαρακτηριστικό παράδειγμα την Υπηρεσία Πολιτικών Υποθέσεων του
υπουργείου Εξωτερικών, που δρα έγκαιρα και δίκαια.
Η σύγκληση
του Γ΄ ΑΣΣ αποτελούσε τον μοναδικό τρόπο αποκλιμάκωσης της έντασης, που
φτάνει σε εκρηκτικά επίπεδα στην ευρύτερη περιοχή της Κύπρου και επίσης
συσσωρεύεται στα θαλάσσια σύνορα από τον Εβρο έως το Καστελόριζο. Η
Ελλάδα ωφελείται με τη διεξαγωγή διαλόγου και, επιπρόσθετα, είναι
χρήσιμο να συνειδητοποιήσει ότι οι καιροί αλλάζουν και μένει μόνη
απέναντι στην Τουρκία. Οι διπλωματικές δυνατότητες των ΗΠΑ και της Ε.Ε.
για ειρηνευτική παρέμβαση, επί «σουλτάνου» Ερντογάν, είναι
περιορισμένες. Από την κρίση του Κυπριακού, το 1963-64, έως τα Ιμια, το 1996, η Ελλάδα επιζητούσε και επιτύγχανε την αμερικανική παρέμβαση προς συγκράτηση της τουρκικής επιθετικότητας. Μολονότι η αρχική μεσολάβηση και το μεταγενέστερο «πακέτο» διευθετήσεων έκλιναν συνήθως υπέρ της Αγκυρας, η εκάστοτε κυβέρνηση στην Αθήνα αισθανόταν την ανακούφιση ότι απέφυγε τα χειρότερα.
Τώρα πια όλα αυτά δεν ισχύουν ή ισχύουν ελάχιστα. Ελληνικές και ξένες διπλωματικές πηγές υπογραμμίζουν ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ σηκώνει τα χέρια ψηλά, παραδεχόμενο ότι οι συνομιλητές στην Αγκυρα είναι αδιάλλακτοι και, πρακτικά, απροσπέλαστοι. Η ελληνική κυβέρνηση έχει λάβει φιλική συμβουλή Αμερικανού διπλωμάτη ότι δεν θα πρέπει να αναμένει μια καταδικαστική δήλωση της Ουάσινγκτον για την τουρκική παραβίαση της κυπριακής ΑΟΖ, καθώς θα προκαλούσε τα αντίθετα από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα. Χρησιμοποιείται μάλιστα το παράδειγμα της στάσης της Αγκυρας στην καταπολέμηση του Ισλαμικού Κράτους, ώστε να δειχθεί πόσο δύσκολος και ισχυρογνώμων σύμμαχος είναι η Τουρκία.
Με ανοιχτό το ενδεχόμενο πλήρους αδράνειας ή καθυστερημένης δράσης των ΗΠΑ ενώπιον μιας ελληνοτουρκικής κρίσης, η Αθήνα δεν έχει παρά να χρησιμοποιήσει όλα τα διαθέσιμα ειρηνικά μέσα και να είναι προετοιμασμένη για χειρότερες εξελίξεις. Το δυσμενές σενάριο δεν μια θερμή κρίση (αν και δεν μπορεί να αποκλειστεί), αλλά μάλλον ένα σχήμα συστάσεων και πιέσεων προς την ελλαδική και την κυπριακή κυβέρνηση να προσφέρουν ανταλλάγματα.
Η Αθήνα και η Λευκωσία δεν είναι δυνατόν να παγιδευτούν. Οχι μόνον επειδή έχουν ακλόνητα επιχειρήματα βάσει του Δικαίου της Θάλασσας, αλλά και επειδή η εμπειρία διδάσκει ότι η Αγκυρα προκαλεί κρίσεις για να μην τις επιλύει, να τις καθιστά «μόνιμες» και να προχωρεί στο επόμενο βήμα διεκδικήσεων.
Αλέξανδρος Τάρκας
* Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη.