Χαρίτος Πάνος
Η πτώση του Χόσνι Μουμπάρακ δύο χρόνια πριν και το μικρό χρονικό διάστημα που απαιτήθηκε γι' αυτήν από την έναρξη των διαδηλώσεων, εξέπληξε αρκετούς. Για κάποιους έκπληξη ήταν επίσης η εκλογή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην εξουσία στις πρώτες δημοκρατικές εκλογές της μετά Μουμπάρακ εποχής -αν και αυτή είχε λογική εξήγηση με δεδομένο ότι ήταν το μόνο κόμμα που διέθετε ικανή οργάνωση και παρουσία.Ωστόσο, η πραγματική και αδιαμφισβήτητη έκπληξη δεν είναι άλλη από την ανατροπή του Μοχάμεντ Μόρσι ένα χρόνο μετά την εκλογή του στην προεδρία από τους στρατηγούς της Αιγύπτου και η αποδοχή του πραξικοπήματος από την κοινωνία ως θετικής εξέλιξης.
Σε δημοσκόπηση του Αιγυπτιακού Κέντρου Αποτύπωσης της Κοινής Γνώμης που δημοσιεύθηκε την Παρασκευή, το 67% των ερωτηθέντων συμφώνησαν με την ενέργεια του στρατού να επέμβει ώστε να διαλύσει τις συγκεντρώσεις των οπαδών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Μόλις το 24% εξέφρασαν την αντίθεσή τους ως προς αυτές και το 9% αρνήθηκαν να τοποθετηθούν. Επίσης το 67% θεωρούν ότι οι οπαδοί του Μόρσι ήταν οπλισμένοι και προκάλεσαν τις αστυνομικές δυνάμεις, σε αντίθεση με το 17% των ερωτηθέντων που εξέφρασαν την πεποίθησή τους για το αντίθετο.
Το εντυπωσιακό στοιχείο αυτής της μέτρησης πάντως σχετίζεται με τον βίαιο χαρακτήρα των επιχειρήσεων του στρατού και της αστυνομίας έναντι των διαδηλωτών. Το 65% των συμμετεχόντων στην έρευνα χαρακτήρισαν αποδεκτό και ήπιο τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισαν οι αρχές τους διαδηλωτές. Δεν διέκριναν υπερβάσεις και υπέρμετρη βία, ωστόσο λίγο αργότερα το 56% εκτίμησαν ως υψηλό τον αριθμό των θυμάτων.
Είναι σίγουρα εντυπωσιακό το γεγονός ότι μια κοινωνία η οποία έχει υποφέρει από διώξεις και απαγορεύσεις κάθε λογής ευλογεί με τέτοια ευκολία την υπερβολή και δικαιολογεί το αδικαιολόγητο όταν πρόκειται για τα δικαιώματα των άλλων...
Είναι επίσης απορίας άξιον, όταν το 2011 οι διαδηλωτές ζητούσαν τη στήριξη της διεθνούς κοινότητας και την κάλυψη από τα ξένα μέσα ενημέρωσης, να βλέπεις σήμερα το 78% των ερωτηθέντων σε δημοσκόπηση να απαντούν ότι η διεθνής κοινότητα δεν έχει το δικαίωμα να εκφράζει ανησυχίες κι επιφυλάξεις για τα τεκταινόμενα στην Αίγυπτο και τον ρόλο που διαδραματίζει ο στρατός.
Τα ξένα μέσα ενημέρωσης βρέθηκαν στο στόχαστρο του υπουργού των Εξωτερικών της μεταβατικής
κυβέρνησης, ο οποίος δικαιολογώντας τα αδικαιολόγητα για αρχές ασφαλείας ανέφερε πως οι ξένοι δημοσιογράφοι αδυνατούν να κατανοήσουν τις ιδιαιτερότητες της Αιγύπτου, την πολυπλοκότητα των συσχετισμών και των δεδομένων που καλούνται να ελέγξουν οι αρχές.
Το τελευταίο πράγμα που η Μουσουλμανική Αδελφότητα αντιπροσώπευε ήταν οι αξίες ενός δημοκρατικού πολιτεύματος. Με ισλαμικές αρχές και έντονη αντιπολιτευτική δράση από την ίδρυσή της μέχρι και την εκλογή της, επιχείρησε να καμουφλάρει τις πραγματικές της προθέσεις, που δεν ήταν άλλες από την κοινωνική αφομοίωση του πολιτικού μοντέλου που αποκάλυπτε αργά και αδιαπραγμάτευτα.
Η πολιτική διατήρηση και επιβίωση της οργάνωσης κρίνεται πλέον από την ταχύτητα κατανόησης, ανάλυσης και προσαρμογής στα νέα δεδομένα. Η πρόταση του υπηρεσιακού πρωθυπουργού της Αιγύπτου, να θέσουν τη Μουσουλμανική Αδελφότητα εκτός νόμου, αποτελεί πρωτίστως μοχλό πίεσης και ρητορικού εξαναγκασμού ώστε να υποχρεωθεί το εν λόγω κόμμα στον επαναπροσδιορισμό της ταυτότητάς του και της σχέσης του με την κοινωνία. Μέχρι πάντως να συμβεί αυτό, οι φυλακές θα εξακολουθήσουν να γεμίζουν από μέλη, οπαδούς, στελέχη, φίλους και συμπαθούντες της οργάνωσης.
Η σκλήρυνση της στάσης των ξένων χωρών και κυρίως εκείνων που θα μπορούσαν να ασκήσουν πίεση προς το στρατιωτικό καθεστώς ώστε να χαλαρώσει η μέγκενη στο πολιτικό σύστημα δεν συγκεντρώνει πιθανότητες.
Η Ουάσιγκτον υπήρξε παραδοσιακά στενός συνεργάτης των στρατηγών της Αιγύπτου. Ακόμα και την εποχή Μουμπάρακ φρόντιζαν να επηρεάζουν για να εξασφαλίσουν ότι αξιωματικοί με τους οποίους διατηρούσαν στενές σχέσεις και είχαν προσδεθεί στο άρμα της αστερόεσσας θα ανέρχονταν στις τάξεις του αιγυπτιακού στρατού.
Ο στρατηγός Σίσι μπορεί να μην είναι ο απόλυτος σύμμαχος της Αμερικής, ωστόσο έχει αρκετούς λόγους για να μην απομακρυνθεί από τη σχέση αυτή και το ίδιο ακριβώς ισχύει και για την Ουάσιγκτον.
Στην παρούσα φάση, το Κάιρο δεν έχει και πολλά περιθώρια ελιγμών. Η αχίλλειος πτέρνα των στρατηγών είναι τα οικονομικά δεδομένα της Αιγύπτου και το γεγονός ότι για να αντεπεξέλθει στις ανάγκες του προϋπολογισμού για το 2013 θα πρέπει να αποδεσμευτούν κεφάλαια ύψους 14 δισ. δολαρίων, που αποτελούν το 5,5% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος και θα χορηγηθούν με τη μορφή της ξένης βοήθειας. Η βοήθεια αυτή προέρχεται σε μεγάλο ποσοστό από κεφάλαια που θα χορηγήσει η Ουάσιγκτον και σε πολύ μικρότερο από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το 5,5% του ΑΕΠ που αφορά η εξωτερική βοήθεια ενδεχομένως να φαντάζει μικρό ή αμελητέο, ωστόσο δίχως αυτά τα 14 δισ. η Αίγυπτος θα αντιμετώπιζε τεράστιο πρόβλημα στο να ανταποκριθεί στις πληρωμές του δημόσιου τομέα, η αγορά θα στέγνωνε από ρευστό και θα προέκυπτε πρόβλημα στη διατήρηση των εισαγωγών στον τομέα της ενέργειας.
Επιχειρώντας να υποβαθμίσουν την κρισιμότητα της εξωτερικής βοήθειας διά στόματος του πρωθυπουργού της κυβέρνησης, επεσήμαναν πως οι όποιες ανάγκες θα μπορούσαν να καλυφθούν από την αναθέρμανση των σχέσεων με τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Στο άρμα των υποστηρικτών του στρατού έσπευσε να ανέβει και το Κατάρ, που μέχρι πρότινος είχε συνταχθεί με τον Μόρσι, αποδεικνύοντας ότι σημασία δεν έχουν τόσο τα πρόσωπα όσο το να παραμένεις ενεργός στην επαναχάραξη των δεδομένων.
Οι κυρώσεις που η Ευρωπαϊκή Ένωση οραματίζεται και διαφημίζει δεν πρόκειται ποτέ να αποτυπωθούν στην πραγματικότητα της Αιγύπτου. Ο μεγαλύτερος εφιάλτης Ευρωπαίων και Αμερικανών δεν είναι άλλος από μια ανεξέλεγκτη Αίγυπτο. Οι οικονομικές επιπτώσεις από ένα τέτοιο σενάριο σε παγκόσμιο επίπεδο θα ήταν καταστροφικές. Φανταστείτε τη Διώρυγα του Σουέζ να αντιμετώπιζε προβλήματα ανάλογα με τη θαλάσσια περιοχή στα ανοιχτά της Σομαλίας.
Η κοινωνική και οικονομική σταθερότητα της Αιγύπτου είναι ζητούμενο και κυρίως προς όφελος όσων εμπλέκονται στο διεθνές εμπόριο. Αυτό το γνωρίζουν καλά οι στρατηγοί που σταδιακά, αφού έλεγξαν την πολιτική εξουσία, έβαλαν πόδι και στη δικαστική ελέγχοντας τις αποφάσεις και τα μηνύματα που περνούν μέσω αυτών.
Όσο για την πολιτική της Ουάσιγκτον έναντι των στρατηγών, μπορεί να επιθυμούν περιορισμό της χρήσης βίας και αυτοσυγκράτηση των αρχών για τον έλεγχο των διαδηλώσεων, ωστόσο δεν θα διαρρήξουν τις σχέσεις τους με το Κάιρο ούτε για την καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων ούτε εκείνων της Δημοκρατίας, που έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν υπήρξαν.
Το μόνο βέβαιο για την ώρα είναι πως το ζητούμενο στην επαναχάραξη των σχέσεων με την Αίγυπτο είναι η εύρεση διαύλου επικοινωνίας με τους στρατηγούς, οι οποίοι, κατά τα φαινόμενα δύσκολα θα απεμπολήσουν τη σχέση που διαμορφώνουν με τα κοινά της Αιγύπτου.Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν αυτό το έχουν καταλάβει στην πλειοψηφία τους και οι πολίτες της χώρας.
Η πτώση του Χόσνι Μουμπάρακ δύο χρόνια πριν και το μικρό χρονικό διάστημα που απαιτήθηκε γι' αυτήν από την έναρξη των διαδηλώσεων, εξέπληξε αρκετούς. Για κάποιους έκπληξη ήταν επίσης η εκλογή της Μουσουλμανικής Αδελφότητας στην εξουσία στις πρώτες δημοκρατικές εκλογές της μετά Μουμπάρακ εποχής -αν και αυτή είχε λογική εξήγηση με δεδομένο ότι ήταν το μόνο κόμμα που διέθετε ικανή οργάνωση και παρουσία.Ωστόσο, η πραγματική και αδιαμφισβήτητη έκπληξη δεν είναι άλλη από την ανατροπή του Μοχάμεντ Μόρσι ένα χρόνο μετά την εκλογή του στην προεδρία από τους στρατηγούς της Αιγύπτου και η αποδοχή του πραξικοπήματος από την κοινωνία ως θετικής εξέλιξης.
Σε δημοσκόπηση του Αιγυπτιακού Κέντρου Αποτύπωσης της Κοινής Γνώμης που δημοσιεύθηκε την Παρασκευή, το 67% των ερωτηθέντων συμφώνησαν με την ενέργεια του στρατού να επέμβει ώστε να διαλύσει τις συγκεντρώσεις των οπαδών της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Μόλις το 24% εξέφρασαν την αντίθεσή τους ως προς αυτές και το 9% αρνήθηκαν να τοποθετηθούν. Επίσης το 67% θεωρούν ότι οι οπαδοί του Μόρσι ήταν οπλισμένοι και προκάλεσαν τις αστυνομικές δυνάμεις, σε αντίθεση με το 17% των ερωτηθέντων που εξέφρασαν την πεποίθησή τους για το αντίθετο.
Το εντυπωσιακό στοιχείο αυτής της μέτρησης πάντως σχετίζεται με τον βίαιο χαρακτήρα των επιχειρήσεων του στρατού και της αστυνομίας έναντι των διαδηλωτών. Το 65% των συμμετεχόντων στην έρευνα χαρακτήρισαν αποδεκτό και ήπιο τον τρόπο με τον οποίο αντιμετώπισαν οι αρχές τους διαδηλωτές. Δεν διέκριναν υπερβάσεις και υπέρμετρη βία, ωστόσο λίγο αργότερα το 56% εκτίμησαν ως υψηλό τον αριθμό των θυμάτων.
Είναι σίγουρα εντυπωσιακό το γεγονός ότι μια κοινωνία η οποία έχει υποφέρει από διώξεις και απαγορεύσεις κάθε λογής ευλογεί με τέτοια ευκολία την υπερβολή και δικαιολογεί το αδικαιολόγητο όταν πρόκειται για τα δικαιώματα των άλλων...
Είναι επίσης απορίας άξιον, όταν το 2011 οι διαδηλωτές ζητούσαν τη στήριξη της διεθνούς κοινότητας και την κάλυψη από τα ξένα μέσα ενημέρωσης, να βλέπεις σήμερα το 78% των ερωτηθέντων σε δημοσκόπηση να απαντούν ότι η διεθνής κοινότητα δεν έχει το δικαίωμα να εκφράζει ανησυχίες κι επιφυλάξεις για τα τεκταινόμενα στην Αίγυπτο και τον ρόλο που διαδραματίζει ο στρατός.
Τα ξένα μέσα ενημέρωσης βρέθηκαν στο στόχαστρο του υπουργού των Εξωτερικών της μεταβατικής
κυβέρνησης, ο οποίος δικαιολογώντας τα αδικαιολόγητα για αρχές ασφαλείας ανέφερε πως οι ξένοι δημοσιογράφοι αδυνατούν να κατανοήσουν τις ιδιαιτερότητες της Αιγύπτου, την πολυπλοκότητα των συσχετισμών και των δεδομένων που καλούνται να ελέγξουν οι αρχές.
Το τελευταίο πράγμα που η Μουσουλμανική Αδελφότητα αντιπροσώπευε ήταν οι αξίες ενός δημοκρατικού πολιτεύματος. Με ισλαμικές αρχές και έντονη αντιπολιτευτική δράση από την ίδρυσή της μέχρι και την εκλογή της, επιχείρησε να καμουφλάρει τις πραγματικές της προθέσεις, που δεν ήταν άλλες από την κοινωνική αφομοίωση του πολιτικού μοντέλου που αποκάλυπτε αργά και αδιαπραγμάτευτα.
Η πολιτική διατήρηση και επιβίωση της οργάνωσης κρίνεται πλέον από την ταχύτητα κατανόησης, ανάλυσης και προσαρμογής στα νέα δεδομένα. Η πρόταση του υπηρεσιακού πρωθυπουργού της Αιγύπτου, να θέσουν τη Μουσουλμανική Αδελφότητα εκτός νόμου, αποτελεί πρωτίστως μοχλό πίεσης και ρητορικού εξαναγκασμού ώστε να υποχρεωθεί το εν λόγω κόμμα στον επαναπροσδιορισμό της ταυτότητάς του και της σχέσης του με την κοινωνία. Μέχρι πάντως να συμβεί αυτό, οι φυλακές θα εξακολουθήσουν να γεμίζουν από μέλη, οπαδούς, στελέχη, φίλους και συμπαθούντες της οργάνωσης.
Η σκλήρυνση της στάσης των ξένων χωρών και κυρίως εκείνων που θα μπορούσαν να ασκήσουν πίεση προς το στρατιωτικό καθεστώς ώστε να χαλαρώσει η μέγκενη στο πολιτικό σύστημα δεν συγκεντρώνει πιθανότητες.
Η Ουάσιγκτον υπήρξε παραδοσιακά στενός συνεργάτης των στρατηγών της Αιγύπτου. Ακόμα και την εποχή Μουμπάρακ φρόντιζαν να επηρεάζουν για να εξασφαλίσουν ότι αξιωματικοί με τους οποίους διατηρούσαν στενές σχέσεις και είχαν προσδεθεί στο άρμα της αστερόεσσας θα ανέρχονταν στις τάξεις του αιγυπτιακού στρατού.
Ο στρατηγός Σίσι μπορεί να μην είναι ο απόλυτος σύμμαχος της Αμερικής, ωστόσο έχει αρκετούς λόγους για να μην απομακρυνθεί από τη σχέση αυτή και το ίδιο ακριβώς ισχύει και για την Ουάσιγκτον.
Στην παρούσα φάση, το Κάιρο δεν έχει και πολλά περιθώρια ελιγμών. Η αχίλλειος πτέρνα των στρατηγών είναι τα οικονομικά δεδομένα της Αιγύπτου και το γεγονός ότι για να αντεπεξέλθει στις ανάγκες του προϋπολογισμού για το 2013 θα πρέπει να αποδεσμευτούν κεφάλαια ύψους 14 δισ. δολαρίων, που αποτελούν το 5,5% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος και θα χορηγηθούν με τη μορφή της ξένης βοήθειας. Η βοήθεια αυτή προέρχεται σε μεγάλο ποσοστό από κεφάλαια που θα χορηγήσει η Ουάσιγκτον και σε πολύ μικρότερο από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το 5,5% του ΑΕΠ που αφορά η εξωτερική βοήθεια ενδεχομένως να φαντάζει μικρό ή αμελητέο, ωστόσο δίχως αυτά τα 14 δισ. η Αίγυπτος θα αντιμετώπιζε τεράστιο πρόβλημα στο να ανταποκριθεί στις πληρωμές του δημόσιου τομέα, η αγορά θα στέγνωνε από ρευστό και θα προέκυπτε πρόβλημα στη διατήρηση των εισαγωγών στον τομέα της ενέργειας.
Επιχειρώντας να υποβαθμίσουν την κρισιμότητα της εξωτερικής βοήθειας διά στόματος του πρωθυπουργού της κυβέρνησης, επεσήμαναν πως οι όποιες ανάγκες θα μπορούσαν να καλυφθούν από την αναθέρμανση των σχέσεων με τη Σαουδική Αραβία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Στο άρμα των υποστηρικτών του στρατού έσπευσε να ανέβει και το Κατάρ, που μέχρι πρότινος είχε συνταχθεί με τον Μόρσι, αποδεικνύοντας ότι σημασία δεν έχουν τόσο τα πρόσωπα όσο το να παραμένεις ενεργός στην επαναχάραξη των δεδομένων.
Οι κυρώσεις που η Ευρωπαϊκή Ένωση οραματίζεται και διαφημίζει δεν πρόκειται ποτέ να αποτυπωθούν στην πραγματικότητα της Αιγύπτου. Ο μεγαλύτερος εφιάλτης Ευρωπαίων και Αμερικανών δεν είναι άλλος από μια ανεξέλεγκτη Αίγυπτο. Οι οικονομικές επιπτώσεις από ένα τέτοιο σενάριο σε παγκόσμιο επίπεδο θα ήταν καταστροφικές. Φανταστείτε τη Διώρυγα του Σουέζ να αντιμετώπιζε προβλήματα ανάλογα με τη θαλάσσια περιοχή στα ανοιχτά της Σομαλίας.
Η κοινωνική και οικονομική σταθερότητα της Αιγύπτου είναι ζητούμενο και κυρίως προς όφελος όσων εμπλέκονται στο διεθνές εμπόριο. Αυτό το γνωρίζουν καλά οι στρατηγοί που σταδιακά, αφού έλεγξαν την πολιτική εξουσία, έβαλαν πόδι και στη δικαστική ελέγχοντας τις αποφάσεις και τα μηνύματα που περνούν μέσω αυτών.
Όσο για την πολιτική της Ουάσιγκτον έναντι των στρατηγών, μπορεί να επιθυμούν περιορισμό της χρήσης βίας και αυτοσυγκράτηση των αρχών για τον έλεγχο των διαδηλώσεων, ωστόσο δεν θα διαρρήξουν τις σχέσεις τους με το Κάιρο ούτε για την καταπάτηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων ούτε εκείνων της Δημοκρατίας, που έτσι κι αλλιώς ποτέ δεν υπήρξαν.
Το μόνο βέβαιο για την ώρα είναι πως το ζητούμενο στην επαναχάραξη των σχέσεων με την Αίγυπτο είναι η εύρεση διαύλου επικοινωνίας με τους στρατηγούς, οι οποίοι, κατά τα φαινόμενα δύσκολα θα απεμπολήσουν τη σχέση που διαμορφώνουν με τα κοινά της Αιγύπτου.Το ερώτημα που μένει να απαντηθεί είναι αν αυτό το έχουν καταλάβει στην πλειοψηφία τους και οι πολίτες της χώρας.