ΕΥΑΓΓΕΛΟΣ ΒΕΝΕΤΗΣ
Η 14η Ιουλίου δεν γιορτάζεται μόνο στο
Παρίσι για την πτώση της Βαστίλης αλλά και στο Ιράκ για τη σοσιαλιστική
επανάσταση του 1958. Τότε εκδηλώθηκε το στρατιωτικό κίνημα το οποίο
οδήγησε στην πτώση του βασιλιά Φάιζαλ της δυναστείας των Χασεμιτών στο
Ιράκ από τους συνταγματάρχες Κάσεμ και Αρεφ. Η δυναστεία είχε έλθει στον
θρόνο με βρετανική υποστήριξη το 1921. Κατά τη διάρκεια του
πραξικοπήματος δολοφονήθηκαν ο βασιλιάς Φάιζαλ, ο Διάδοχος Αμπντ αλ-Ιλα
και ο πρωθυπουργός Νουρί Σαΐντ.
Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου το Ιράκ τέθηκε υπό βρετανική κατοχή για να αντιμετωπισθεί η ναζιστική διείσδυση στη χώρα, η οποία είχε εκδηλωθεί με το φιλοναζιστικό πραξικόπημα το 1941 και την πτώση της αγγλόφιλης κυβέρνησης του Ιράκ. Με την 25ετή αγγλο-ιρακινή συνθήκη του Πόρτσμουθ (15 Ιανουαρίου 1948) οι Αγγλοι αποχώρησαν από τη χώρα ως δύναμη κατοχής αλλά συνέχισαν να είναι παρόντες σε αυτήν με το Κοινό Αμυντικό Συμβούλιο, το οποίο επέβλεπε τον στρατιωτικό σχεδιασμό του Ιράκ, την προμήθειά του σε στρατιωτικό υλικό, τις ανάγκες του σε εκπαίδευση, αλλά και την εξωτερική του πολιτική. Η συνθήκη όμως δεν θα κράτησε ούτε για ένα χρόνο καθώς προκάλεσε την οργή των εθνικιστών του Ιράκ και ακυρώθηκε από τον αγγλόφιλο πρωθυπουργό Νούρι Σαΐντ ως αναγκαστική υποχώρηση προς τους επαναστατήσαντες εθνικιστικούς κύκλους της χώρας.
Οι ανωτέρω εξελίξεις προκάλεσαν εύλογα την αντίδραση των εθνικιστών της χώρας, οι οποίοι έβλεπαν το γόητρό της να πληγώνεται. Στα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στο Ιράκ εμφανίσθηκαν σημαντικοί παναραβιστές διανοούμενοι από την Παλαιστίνη και τη Συρία (Σαμί Σαουκάτ και Φάντελ αλ-Τζάμαλ), οι οποίοι εκφράζοντας τόσο τον εκκοσμικευμένο πολιτικό κόσμο όσο και ώς ένα βαθμό και τους σιίτες ισλαμιστές μουσουλμάνους, επεδίωκαν την απάλειψη της βρετανικής επιρροής στη χώρα μέσα από την αφύπνιση και εγρήγορση των ίδιων των Ιρακινών και του εκπαιδευτικού τους συστήματος. Παράλληλα προωθούσαν την ιδέα της ένωσης των αραβικών κρατών της εύφορης ημισελήνου.
Το 1955 το Ιράκ εντάχθηκε στο Σύμφωνο της Βαγδάτης με το Ιράν, το Πακιστάν και την Τουρκία, ως αντισοβιετικό ανάχωμα στην ψυχροπολεμική Μ. Ανατολή. Η εν λόγω εξέλιξη προκάλεσε την αιγυπτιακή αντίδραση και την επόμενη χρονιά η κρίση του Σουέζ επιδείνωσε τις σχέσεις των δύο χωρών.Μεταπολεμικά η κατάσταση της ιρακινής οικονομίας ήταν τραγική, με συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας και πτώση του βιοτικού επιπέδου των Ιρακινών. Η χώρα χρειαζόταν πολιτική ομόνοια για την υιοθέτηση συγκροτημένης οικονομικής πολιτικής και τη βελτίωση των υποδομών της. Ωστόσο η σύγκρουση ανάμεσα στον πρωθυπουργό Νουρί Σαΐντ και τον διάδοχο Αμπντ αλ-Ιλα επέτεινε την κατάσταση. Το 1950 με μεσολάβηση του αγγλόφιλου Σαΐντ, η βρετανικών συμφερόντων Εταιρεία Πετρελαίου του Ιράκ αύξησε το ποσοστό του ιρακινού κράτους στα κέρδη της από την πώληση πετρελαίου. Ο Σαΐντ έθετε τα 2/3 των εσόδων αυτών για την κατασκευή υποδομών της χώρας. Ωστόσο η συνεργασία του με το Λονδίνο και η επιρροή της Βρετανίας στα πολιτικά πράγματα της χώρας προκάλεσε την αντίδραση των Ιρακινών.
Πώς εκδηλώθηκε το πραξικόπημα των στρατιωτικών
Η επαναστατική ομάδα των «Ελεύθερων Αξιωματικών» οργανώθηκε κατά το πρότυπο των Ελεύθερων Αξιωματικών που κατέλυσαν τη μοναρχία στην Αίγυπτο το 1952. Οι Ελεύθεροι Αξιωματικοί του Ιράκ ήταν σουνίτες μεσοαστοί Αραβες. Εκπροσωπούσαν όλες τις πολιτικές ομάδες της χώρας υπό την ηγεσία του ταξίαρχου Αμπντ ελ-Καρίμ Κάσεμ, ο οποίος ήταν ένθερμος παναραβιστής και της ίδιας γενιάς στρατιωτικών που μεθόδευσαν το πραξικόπημα στην Αίγυπτο. Ο παναραβισμός των πραξικοπηματιών είχε σφυρηλατηθεί στον ρου της πρόσφατης ιστορίας της περιοχής. Ο αραβοϊσραηλινός πόλεμος του 1948 τόνωσε το ενδιαφέρον και την ετοιμότητά τους με σκοπό να αντικαταστήσουν τα παρηκμασμένα καθεστώτα προκειμένου να αποκαταστήσουν τη γεωπολιτική ακεραιότητα των Αράβων. Η ηγετική μορφή του Γκαμάλ Αμπντ ελ-Νάσερ ήταν κομβικής σημασίας σε αυτήν τη διαδικασία.
Οι Ελεύθεροι Αξιωματικοί δρούσαν παρασκηνιακά και η χάραξη της στρατηγικής του εξαρτάτο από τον Κάσεμ και τον συνταγματάρχη Αμπντουλ Σαλάμ Αρεφ. Διασφάλισαν επισήμως την ιδεολογική στήριξη του Νάσερ, χωρίς να διευκρινίζεται το μέγεθος της υλικής, και τη βοήθεια της Ηνωμένης Αραβικής Δημοκρατίας (Αιγύπτου-Συρίας) προ της εκδήλωσης του πραξικοπήματος ούτως ώστε να αποτρέψουν οιαδήποτε προσπάθεια αντεπανάστασης από τις χώρες-μέλη του Συμφώνου της Βαγδάτης.
Η αφορμή για την εκδήλωση του πραξικοπήματος δεν ήταν δύσκολο να δοθεί. Με δεδομένη την προγραμματισμένη αποστολή και παρέλαση της 19ης και 20ής Ταξιαρχίας του Γ΄ Σώματος Στρατού του Ιράκ στην Ιορδανία μέσω της Βαγδάτης, οι Κάσεμ και Αρεφ σχεδίασαν το πραξικόπημα λεπτομερώς. Ο Αρεφ με τη συνεργασία του συνταγματάρχη Αμπντ αλ-Λατίφ αλ-Ντάρατζ, θα κινείτο προς τη Βαγδάτη επικεφαλής της 20ής Ταξιαρχίας, ενώ ο Κάσεμ θα δρούσε εφεδρικά ως επικεφαλής της 19ης Ταξιαρχίας στην Τζαλάουλα.
Κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 14ης Ιουλίου ο Αρεφ κατέλαβε τον Ραδιοφωνικό Σταθμό μετατρέποντάς τον σε επιχειρησιακή βάση του κινήματος. Από εκεί εξέδωσε το επαναστατικό ανακοινωθέν, βάσει του οποίου καθίστατο σαφές το τέλος του προηγούμενου καθεστώτος και η απαρχή του νέου, της δημοκρατίας. Παράλληλα αποδοκίμαζε τον επεκτατισμό των ισχυρών χωρών και υποσχόταν τη σύσταση τριμερούς ανεξάρτητου συμβουλίου που θα υποκαθιστούσε την προεδρία. Επιπλέον υποσχόταν τη διενέργεια προεδρικών εκλογών.
Στα ανάκτορα
Κατόπιν ο Αρεφ απέστειλε δύο τμήματα του στρατιωτικού σώματος που διοικούσε. Το πρώτο τμήμα κατευθύνθηκε στα ανάκτορα αλ-Ράχαμπ για να αντιμετωπίσει τον βασιλιά Φάιζαλ Β΄ και τον διάδοχο Αμπντ αλ-Ιλα.Το δεύτερο τμήμα όδευσε στην οικεία του πρωθυπουργού Νούρι αλ-Σαΐντ. Στα ανάκτορα ο διάδοχος είχε διατάξει τη φρουρά να μη φέρει αντίσταση, ενώ δεν είναι γνωστό με τι εντολές είχε σταλεί το τμήμα του Αρεφ εκεί.
Στις 8 το πρωί έλαβε χώρα η ομαδική δολοφονία του βασιλιά, του διαδόχου, των πριγκιπισσών Χιγιάμ (συζύγου του διαδόχου), Ναφίσα (μητέρας του διαδόχου) και Αμπαντίγια (θείας του βασιλιά), καθώς και άλλων μελών της ιρακινής βασιλικής οικογένειας. Με τη δολοφονία τους αφανιζόταν το ιρακινό παρακλάδι της χασεμιτικής δυναστείας.
Το δεύτερο τμήμα ωστόσο δεν ολοκλήρωσε την αποστολή του, διότι ο πρωθυπουργός Σαΐντ είχε ενημερωθεί για τα τεκταινόμενα και είχε εγκαίρως διαφύγει διασχίζοντας τον ποταμό Τίγρη. Μέχρι το μεσημέρι ο Κάσεμ είχε φθάσει στη Βαγδάτη και είχε εγκατασταθεί στο υπουργείο Αμυνας. Στόχος του ήταν ο εντοπισμός του πρωθυπουργού προκειμένου να μην τεθεί εν αμφιβόλω η επανάσταση. Σε αυτό το πλαίσιο ξεκίνησε ευρείας κλίμακας καταδίωξή του και επικηρύχθηκε για 10.000 ιρακινά δηνάρια. Δεν άργησε να βρεθεί όταν την επομένη εντοπίσθηκε στη γειτονιά αλ-Μπαταουίν της Βαγδάτης απ’ όπου προσπαθούσε να διαφύγει φορώντας ισλαμικό γυναικείο ένδυμα με έναν βοηθό του. Εκτελέστηκε μόλις συνελήφθη και ετάφη στο κοιμητήριο Μπαμπ αλ-Μοαζάμ την ίδια μέρα.
Τον θάνατο της βασιλικής δυναστείας και του πρωθυπουργού διαδέχθηκε η λεηλασία και η βία από συμμορίες και το πλήθος των επαναστατών. Ακρωτηρίασαν τη σορό του διαδόχου και αφού την έσυραν στους δρόμους της Βαγδάτης την κρέμασαν έξω από το υπουργείο Αμυνας. Παράλληλα ανάμεσα στα θύματα ήταν Ιορδανοί και Αμερικανοί πολίτες που διέμεναν στο Ξενοδοχείο «Βαγδάτη». Η ανεξέλεγκτη βία τερματίσθηκε με την επιβολή στρατιωτικού νόμου.
Οι γεωπολιτικές συνέπειες στην ευρύτερη περιοχή
Η επανάσταση του 1958 σήμανε το τέλος της μοναρχίας και τον εξοβελισμό κάθε αντικαθεστωτικού, με αποτέλεσμα τη φυγή εκατοντάδων χιλιάδων Ιρακινών. Η εξουσία πέρασε στη δικαιοδοσία του Επαναστατικού Συμβουλίου υπό τους ηγέτες των τριών εθνικών και θρησκευτικών ομάδων της χώρας: του σιίτη Μοχάμαντ Μάχντι Κούμπα, του Κούρδου Χάλιντ Νακσαμπαντί και του σουνίτη Νάτζιμπ αλ-Ρομπάι. Η τριανδρία αυτή θα διαδραμάτιζε τον ρόλο της προεδρίας της χώρας. Αναφορικά με την κυβέρνηση, ο Κάσεμ, ιδρύοντας το Κομμουνιστικό Κόμμα του Ιράκ, ορίσθηκε πρωθυπουργός και υπουργός Αμυνας, ενώ ο Αρεφ αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, υπουργός Εσωτερικών και αρχηγός του στρατού. Στο κυβερνητικό σχήμα συμμετείχαν το Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα, το Μπάαθ, το κόμμα Εστεκλάλ και οι Μαρξιστές. Η νομοθετική εξουσία ανατέθηκε προσωρινά μαζί με την εκτελεστική εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο υπό την εποπτεία του Ανεξαρτήτου Συμβουλίου. Με το πέρας δεκατριών ημερών ανακοινώθηκε προσωρινό Σύνταγμα, το οποίο θα αντικαθίστατο από μόνιμο μετά τη διενέργεια δημοψηφίσματος. Το Ιράκ ανακηρύχθηκε σε δημοκρατία με επίσημη θρησκεία το Ισλάμ.
Οι γεωπολιτικές συνέπειες της Επανάστασης δεν άργησαν να φανούν. Εως τον Μάρτιο του 1959 το Ιράκ αποσύρθηκε από το Σύμφωνο της Βαγδάτης και συνασπίσθηκε με την ΕΣΣΔ και άλλες χώρες του σοσιαλιστικού και κομμουνιστικού κόσμου. Το πραξικόπημα έπιασε εξαπίνης την Ουάσιγκτον, η οποία το θεώρησε αποτέλεσμα της εθνικιστικής πολιτικής της Αιγύπτου και του Νάσερ στην περιοχή, πολιτική η οποία αντιστρατευόταν αυτή των ΗΠΑ. Ωστόσο πίσω από τον εθνικιστή και σοσιαλιστή Νάσερ οι ΗΠΑ θεωρούσαν ότι κρυβόταν η σοβιετική επιρροή, η οποία προσπαθούσε να αυξηθεί στη Μ. Ανατολή αποκτώντας ερείσματα στην Αίγυπτο, τη Συρία και το Ιράκ. Η σύγκρουση ΗΠΑ και ΕΣΣΔ στη Μέση Ανατολή ήταν προφανής και το διακύβευμα ήταν η αλυσιδωτή ή μη αντικατάσταση των αγγλόφιλων και κατόπιν αμερικανόφιλων καθεστώτων με φιλοσοβιετικά, κυρίως της χασεμιτικής μοναρχίας της Ιορδανίας. Στην ουσία και στην πράξη η Μόσχα επεδίωκε την άρση της αγγλοαμερικανικής επιρροής και ελέγχου της Μ. Ανατολής, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά τον Μεσοπόλεμο αλλά και τη σύγκρουση των Συμμάχων και του Αξονα στη Συρία και το Ιράκ κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (1941). Ενα ακόμη επεισόδιο είχε προστεθεί στην αμερικανοσοβιετική αντιπαράθεση στη Μ. Ανατολή.
* Ο κ. Ευάγγελος Βενέτης είναι υπεύθυνος ερευνητικού προγράμματος Μέσης Ανατολής στο ΕΛΙΑΜΕΠ, συγγραφέας του βιβλίου «Ο Ελληνισμός στο Σύγχρονο Ιράν (1837-2010)». Έντυπη
Κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου το Ιράκ τέθηκε υπό βρετανική κατοχή για να αντιμετωπισθεί η ναζιστική διείσδυση στη χώρα, η οποία είχε εκδηλωθεί με το φιλοναζιστικό πραξικόπημα το 1941 και την πτώση της αγγλόφιλης κυβέρνησης του Ιράκ. Με την 25ετή αγγλο-ιρακινή συνθήκη του Πόρτσμουθ (15 Ιανουαρίου 1948) οι Αγγλοι αποχώρησαν από τη χώρα ως δύναμη κατοχής αλλά συνέχισαν να είναι παρόντες σε αυτήν με το Κοινό Αμυντικό Συμβούλιο, το οποίο επέβλεπε τον στρατιωτικό σχεδιασμό του Ιράκ, την προμήθειά του σε στρατιωτικό υλικό, τις ανάγκες του σε εκπαίδευση, αλλά και την εξωτερική του πολιτική. Η συνθήκη όμως δεν θα κράτησε ούτε για ένα χρόνο καθώς προκάλεσε την οργή των εθνικιστών του Ιράκ και ακυρώθηκε από τον αγγλόφιλο πρωθυπουργό Νούρι Σαΐντ ως αναγκαστική υποχώρηση προς τους επαναστατήσαντες εθνικιστικούς κύκλους της χώρας.
Οι ανωτέρω εξελίξεις προκάλεσαν εύλογα την αντίδραση των εθνικιστών της χώρας, οι οποίοι έβλεπαν το γόητρό της να πληγώνεται. Στα χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου στο Ιράκ εμφανίσθηκαν σημαντικοί παναραβιστές διανοούμενοι από την Παλαιστίνη και τη Συρία (Σαμί Σαουκάτ και Φάντελ αλ-Τζάμαλ), οι οποίοι εκφράζοντας τόσο τον εκκοσμικευμένο πολιτικό κόσμο όσο και ώς ένα βαθμό και τους σιίτες ισλαμιστές μουσουλμάνους, επεδίωκαν την απάλειψη της βρετανικής επιρροής στη χώρα μέσα από την αφύπνιση και εγρήγορση των ίδιων των Ιρακινών και του εκπαιδευτικού τους συστήματος. Παράλληλα προωθούσαν την ιδέα της ένωσης των αραβικών κρατών της εύφορης ημισελήνου.
Το 1955 το Ιράκ εντάχθηκε στο Σύμφωνο της Βαγδάτης με το Ιράν, το Πακιστάν και την Τουρκία, ως αντισοβιετικό ανάχωμα στην ψυχροπολεμική Μ. Ανατολή. Η εν λόγω εξέλιξη προκάλεσε την αιγυπτιακή αντίδραση και την επόμενη χρονιά η κρίση του Σουέζ επιδείνωσε τις σχέσεις των δύο χωρών.Μεταπολεμικά η κατάσταση της ιρακινής οικονομίας ήταν τραγική, με συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας και πτώση του βιοτικού επιπέδου των Ιρακινών. Η χώρα χρειαζόταν πολιτική ομόνοια για την υιοθέτηση συγκροτημένης οικονομικής πολιτικής και τη βελτίωση των υποδομών της. Ωστόσο η σύγκρουση ανάμεσα στον πρωθυπουργό Νουρί Σαΐντ και τον διάδοχο Αμπντ αλ-Ιλα επέτεινε την κατάσταση. Το 1950 με μεσολάβηση του αγγλόφιλου Σαΐντ, η βρετανικών συμφερόντων Εταιρεία Πετρελαίου του Ιράκ αύξησε το ποσοστό του ιρακινού κράτους στα κέρδη της από την πώληση πετρελαίου. Ο Σαΐντ έθετε τα 2/3 των εσόδων αυτών για την κατασκευή υποδομών της χώρας. Ωστόσο η συνεργασία του με το Λονδίνο και η επιρροή της Βρετανίας στα πολιτικά πράγματα της χώρας προκάλεσε την αντίδραση των Ιρακινών.
Πώς εκδηλώθηκε το πραξικόπημα των στρατιωτικών
Η επαναστατική ομάδα των «Ελεύθερων Αξιωματικών» οργανώθηκε κατά το πρότυπο των Ελεύθερων Αξιωματικών που κατέλυσαν τη μοναρχία στην Αίγυπτο το 1952. Οι Ελεύθεροι Αξιωματικοί του Ιράκ ήταν σουνίτες μεσοαστοί Αραβες. Εκπροσωπούσαν όλες τις πολιτικές ομάδες της χώρας υπό την ηγεσία του ταξίαρχου Αμπντ ελ-Καρίμ Κάσεμ, ο οποίος ήταν ένθερμος παναραβιστής και της ίδιας γενιάς στρατιωτικών που μεθόδευσαν το πραξικόπημα στην Αίγυπτο. Ο παναραβισμός των πραξικοπηματιών είχε σφυρηλατηθεί στον ρου της πρόσφατης ιστορίας της περιοχής. Ο αραβοϊσραηλινός πόλεμος του 1948 τόνωσε το ενδιαφέρον και την ετοιμότητά τους με σκοπό να αντικαταστήσουν τα παρηκμασμένα καθεστώτα προκειμένου να αποκαταστήσουν τη γεωπολιτική ακεραιότητα των Αράβων. Η ηγετική μορφή του Γκαμάλ Αμπντ ελ-Νάσερ ήταν κομβικής σημασίας σε αυτήν τη διαδικασία.
Οι Ελεύθεροι Αξιωματικοί δρούσαν παρασκηνιακά και η χάραξη της στρατηγικής του εξαρτάτο από τον Κάσεμ και τον συνταγματάρχη Αμπντουλ Σαλάμ Αρεφ. Διασφάλισαν επισήμως την ιδεολογική στήριξη του Νάσερ, χωρίς να διευκρινίζεται το μέγεθος της υλικής, και τη βοήθεια της Ηνωμένης Αραβικής Δημοκρατίας (Αιγύπτου-Συρίας) προ της εκδήλωσης του πραξικοπήματος ούτως ώστε να αποτρέψουν οιαδήποτε προσπάθεια αντεπανάστασης από τις χώρες-μέλη του Συμφώνου της Βαγδάτης.
Η αφορμή για την εκδήλωση του πραξικοπήματος δεν ήταν δύσκολο να δοθεί. Με δεδομένη την προγραμματισμένη αποστολή και παρέλαση της 19ης και 20ής Ταξιαρχίας του Γ΄ Σώματος Στρατού του Ιράκ στην Ιορδανία μέσω της Βαγδάτης, οι Κάσεμ και Αρεφ σχεδίασαν το πραξικόπημα λεπτομερώς. Ο Αρεφ με τη συνεργασία του συνταγματάρχη Αμπντ αλ-Λατίφ αλ-Ντάρατζ, θα κινείτο προς τη Βαγδάτη επικεφαλής της 20ής Ταξιαρχίας, ενώ ο Κάσεμ θα δρούσε εφεδρικά ως επικεφαλής της 19ης Ταξιαρχίας στην Τζαλάουλα.
Κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 14ης Ιουλίου ο Αρεφ κατέλαβε τον Ραδιοφωνικό Σταθμό μετατρέποντάς τον σε επιχειρησιακή βάση του κινήματος. Από εκεί εξέδωσε το επαναστατικό ανακοινωθέν, βάσει του οποίου καθίστατο σαφές το τέλος του προηγούμενου καθεστώτος και η απαρχή του νέου, της δημοκρατίας. Παράλληλα αποδοκίμαζε τον επεκτατισμό των ισχυρών χωρών και υποσχόταν τη σύσταση τριμερούς ανεξάρτητου συμβουλίου που θα υποκαθιστούσε την προεδρία. Επιπλέον υποσχόταν τη διενέργεια προεδρικών εκλογών.
Στα ανάκτορα
Κατόπιν ο Αρεφ απέστειλε δύο τμήματα του στρατιωτικού σώματος που διοικούσε. Το πρώτο τμήμα κατευθύνθηκε στα ανάκτορα αλ-Ράχαμπ για να αντιμετωπίσει τον βασιλιά Φάιζαλ Β΄ και τον διάδοχο Αμπντ αλ-Ιλα.Το δεύτερο τμήμα όδευσε στην οικεία του πρωθυπουργού Νούρι αλ-Σαΐντ. Στα ανάκτορα ο διάδοχος είχε διατάξει τη φρουρά να μη φέρει αντίσταση, ενώ δεν είναι γνωστό με τι εντολές είχε σταλεί το τμήμα του Αρεφ εκεί.
Στις 8 το πρωί έλαβε χώρα η ομαδική δολοφονία του βασιλιά, του διαδόχου, των πριγκιπισσών Χιγιάμ (συζύγου του διαδόχου), Ναφίσα (μητέρας του διαδόχου) και Αμπαντίγια (θείας του βασιλιά), καθώς και άλλων μελών της ιρακινής βασιλικής οικογένειας. Με τη δολοφονία τους αφανιζόταν το ιρακινό παρακλάδι της χασεμιτικής δυναστείας.
Το δεύτερο τμήμα ωστόσο δεν ολοκλήρωσε την αποστολή του, διότι ο πρωθυπουργός Σαΐντ είχε ενημερωθεί για τα τεκταινόμενα και είχε εγκαίρως διαφύγει διασχίζοντας τον ποταμό Τίγρη. Μέχρι το μεσημέρι ο Κάσεμ είχε φθάσει στη Βαγδάτη και είχε εγκατασταθεί στο υπουργείο Αμυνας. Στόχος του ήταν ο εντοπισμός του πρωθυπουργού προκειμένου να μην τεθεί εν αμφιβόλω η επανάσταση. Σε αυτό το πλαίσιο ξεκίνησε ευρείας κλίμακας καταδίωξή του και επικηρύχθηκε για 10.000 ιρακινά δηνάρια. Δεν άργησε να βρεθεί όταν την επομένη εντοπίσθηκε στη γειτονιά αλ-Μπαταουίν της Βαγδάτης απ’ όπου προσπαθούσε να διαφύγει φορώντας ισλαμικό γυναικείο ένδυμα με έναν βοηθό του. Εκτελέστηκε μόλις συνελήφθη και ετάφη στο κοιμητήριο Μπαμπ αλ-Μοαζάμ την ίδια μέρα.
Τον θάνατο της βασιλικής δυναστείας και του πρωθυπουργού διαδέχθηκε η λεηλασία και η βία από συμμορίες και το πλήθος των επαναστατών. Ακρωτηρίασαν τη σορό του διαδόχου και αφού την έσυραν στους δρόμους της Βαγδάτης την κρέμασαν έξω από το υπουργείο Αμυνας. Παράλληλα ανάμεσα στα θύματα ήταν Ιορδανοί και Αμερικανοί πολίτες που διέμεναν στο Ξενοδοχείο «Βαγδάτη». Η ανεξέλεγκτη βία τερματίσθηκε με την επιβολή στρατιωτικού νόμου.
Οι γεωπολιτικές συνέπειες στην ευρύτερη περιοχή
Η επανάσταση του 1958 σήμανε το τέλος της μοναρχίας και τον εξοβελισμό κάθε αντικαθεστωτικού, με αποτέλεσμα τη φυγή εκατοντάδων χιλιάδων Ιρακινών. Η εξουσία πέρασε στη δικαιοδοσία του Επαναστατικού Συμβουλίου υπό τους ηγέτες των τριών εθνικών και θρησκευτικών ομάδων της χώρας: του σιίτη Μοχάμαντ Μάχντι Κούμπα, του Κούρδου Χάλιντ Νακσαμπαντί και του σουνίτη Νάτζιμπ αλ-Ρομπάι. Η τριανδρία αυτή θα διαδραμάτιζε τον ρόλο της προεδρίας της χώρας. Αναφορικά με την κυβέρνηση, ο Κάσεμ, ιδρύοντας το Κομμουνιστικό Κόμμα του Ιράκ, ορίσθηκε πρωθυπουργός και υπουργός Αμυνας, ενώ ο Αρεφ αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, υπουργός Εσωτερικών και αρχηγός του στρατού. Στο κυβερνητικό σχήμα συμμετείχαν το Εθνικό Δημοκρατικό Κόμμα, το Μπάαθ, το κόμμα Εστεκλάλ και οι Μαρξιστές. Η νομοθετική εξουσία ανατέθηκε προσωρινά μαζί με την εκτελεστική εξουσία στο Υπουργικό Συμβούλιο υπό την εποπτεία του Ανεξαρτήτου Συμβουλίου. Με το πέρας δεκατριών ημερών ανακοινώθηκε προσωρινό Σύνταγμα, το οποίο θα αντικαθίστατο από μόνιμο μετά τη διενέργεια δημοψηφίσματος. Το Ιράκ ανακηρύχθηκε σε δημοκρατία με επίσημη θρησκεία το Ισλάμ.
Οι γεωπολιτικές συνέπειες της Επανάστασης δεν άργησαν να φανούν. Εως τον Μάρτιο του 1959 το Ιράκ αποσύρθηκε από το Σύμφωνο της Βαγδάτης και συνασπίσθηκε με την ΕΣΣΔ και άλλες χώρες του σοσιαλιστικού και κομμουνιστικού κόσμου. Το πραξικόπημα έπιασε εξαπίνης την Ουάσιγκτον, η οποία το θεώρησε αποτέλεσμα της εθνικιστικής πολιτικής της Αιγύπτου και του Νάσερ στην περιοχή, πολιτική η οποία αντιστρατευόταν αυτή των ΗΠΑ. Ωστόσο πίσω από τον εθνικιστή και σοσιαλιστή Νάσερ οι ΗΠΑ θεωρούσαν ότι κρυβόταν η σοβιετική επιρροή, η οποία προσπαθούσε να αυξηθεί στη Μ. Ανατολή αποκτώντας ερείσματα στην Αίγυπτο, τη Συρία και το Ιράκ. Η σύγκρουση ΗΠΑ και ΕΣΣΔ στη Μέση Ανατολή ήταν προφανής και το διακύβευμα ήταν η αλυσιδωτή ή μη αντικατάσταση των αγγλόφιλων και κατόπιν αμερικανόφιλων καθεστώτων με φιλοσοβιετικά, κυρίως της χασεμιτικής μοναρχίας της Ιορδανίας. Στην ουσία και στην πράξη η Μόσχα επεδίωκε την άρση της αγγλοαμερικανικής επιρροής και ελέγχου της Μ. Ανατολής, όπως αυτή είχε διαμορφωθεί μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, κατά τον Μεσοπόλεμο αλλά και τη σύγκρουση των Συμμάχων και του Αξονα στη Συρία και το Ιράκ κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (1941). Ενα ακόμη επεισόδιο είχε προστεθεί στην αμερικανοσοβιετική αντιπαράθεση στη Μ. Ανατολή.
* Ο κ. Ευάγγελος Βενέτης είναι υπεύθυνος ερευνητικού προγράμματος Μέσης Ανατολής στο ΕΛΙΑΜΕΠ, συγγραφέας του βιβλίου «Ο Ελληνισμός στο Σύγχρονο Ιράν (1837-2010)». Έντυπη