ΝΙΚΟΣ ΚΟΤΖΙΑΣ*Ο κόσμος μετακινείται σήμερα από τη Δύση στη ΝΑ Ασία και από τη λίμνη του Ατλαντικού σε εκείνη του Ειρηνικού. Στις νέες συνθήκες αυξάνεται η απαίτηση για μια νέα ενεργητική, πατριωτική και δημοκρατική εξωτερική πολιτική της Ελλάδας, με σχέδιο και στρατηγικό βάθος. Μια πολιτική που θα αξιολογεί προσεκτικά κάθε αλλαγή που συντελείται παγκόσμια και περιφερειακά. Που θα είναι πολύπλευρα προσανατολισμένη στην αναζήτηση νέων τρόπων επανασύνδεσης της οικονομίας μας με το παγκόσμιο γίγνεσθαι καθώς και με τις αναδυόμενες αγορές, μακριά από μνημόνια. Επιπλέον, οι αλλαγές της εποχής μας απαιτούν να αποκτήσει η εξωτερική πολιτική έναν ευρύτερο ορίζοντα και πρακτική, και να συμπεριλάβει πιο συστηματικά τομείς όπως είναι η μετανάστευση, το περιβάλλον, η επάρκεια πόρων, η αντιμετώπιση μεγάλων επιδημιών.
Η Ελλάδα είναι χώρα ευρωπαϊκή με παραδοσιακές σχέσεις με τις δυτικές δυνάμεις τις οποίες οφείλει να αναπτύσσει σε νέες βάσεις ισοτιμίας. Ταυτόχρονα, όντας χώρα με παλιό πολιτισμό και μακρά ιστορία, είναι σε θέση να διαδραματίσει έναν ρόλο ειδικής γέφυρας ανάμεσα στον δυτικό κόσμο και στον υπό ανάδειξη νέο, κύρια στην Ανατολή. Να δυναμώσει τις σχέσεις της με τις BRICS, που την συνδέουν πολλαπλοί ιστορικοί και πολιτισμικοί δεσμοί καθώς και κοινά προβλήματα σε τομείς όπως είναι η θρησκεία και οι μουσουλμανικοί πληθυσμοί, οι νησιωτικές και θαλάσσιες περιοχές.
Στη νέα εξωτερική πολιτική προέχει η ειδίκευση της Ελλάδας στο μεταλλασσόμενο διεθνές περιβάλλον που είναι ασταθές και άναρχο. Η χώρα μας, όντας μικρή, δεν μπορεί να τα κάνει όλα. Οφείλει, όμως, να κατακτήσει μια καλύτερη θέση στον διεθνή καταμερισμό εργασίας και να ενισχύει τη θέση της στη διεθνή διπλωματία. Αυτό μπορεί να το πραγματώσει με την απόκτηση των απαραίτητων ικανοτήτων και δυνατοτήτων συμβολής σε διεθνείς διαμεσολαβήσεις, διαιτησίες και διαπραγματεύσεις (τα 3Δ όπως τα ονομάζω) καθώς και σταθερότητας στην περιοχή. Επί παραδείγματι μπορεί να διαμεσολαβήσει ανάμεσα στους Παλαιστίνιους και το Ισραήλ, ανάμεσα στο τελευταίο και το Ιράν.
Με τη νέα εξωτερική πολιτική η Ελλάδα επιδιώκει δυναμικά να έχει λόγο και συνεισφορά στο μέλλον της Ε.Ε. Μιας Ε.Ε. όπου τα δικαιώματα όλων των κρατών θα γίνουν εκ νέου σεβαστά. Θα εμποδιστεί η παραπέρα πορεία μετεξέλιξής της σε μια ιδιότυπη αυτοκρατορία υπό την πρωτοκαθεδρία της Γερμανίας, ενώ θα αρθεί το παράνομο καθεστώς επιτροπείας της χώρας που την έχει μετατρέψει σε Αποικία Χρέους.
Είναι μεγάλο λάθος να θεωρεί κανείς ότι οι σχέσεις της Ελλάδας με την Ε.Ε. πρέπει να περιορίζονται στην παθητικότητα και σε διαδικασίες μονοσήμαντου «εξευρωπαϊσμού» της χώρας. Αντίληψη που ακολουθεί τη λογική των παλιών δοξασιών, σύμφωνα με τις οποίες οι Θεοί και Βασιλείς είναι εκείνοι που «θεσμίζουν» και όχι οι λαοί και οι κοινωνίες. Αντίθετα με τέτοιες δοξασίες, η Ελλάδα αποκτά στο πλαίσιο της νέας εξωτερικής πολιτικής μια δική της αντίληψη για το τι είναι και πώς πρέπει να λειτουργεί η Ε.Ε., προς τα πού να αναπτυχθεί. Ο όποιος «εξευρωπαϊσμός», δηλαδή, οφείλει να συμπεριλαμβάνει τις απόψεις, διεκδικήσεις και δικαιώματα της χώρας. Για την επίτευξη αυτού του στόχου μπορεί η Ελλάδα να συμπράξει ήδη από σήμερα με τις προοδευτικές και κοινωνικές δυνάμεις που επιδιώκουν μια Ε.Ε. κοινωνική, δημοκρατική, αναπτυξιακή και όχι μια Ενωση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.
Η Ελλάδα έχει στην άμεση περιοχή πολλαπλά ανοικτά προβλήματα. Για τα περισσότερα δεν ευθύνεται, αν και στην αντιμετώπισή τους διακρίνεται από τάση αδράνειας. Μια νέα Ελληνική Εξωτερική Πολιτική θα ιεραρχήσει αυτά τα προβλήματα. Θα κάνει έντιμους συμβιβασμούς, εκεί όπου μπορούν να γίνουν και θα αναπτύξει σχεδιασμένα τις σχέσεις της με τα υπόλοιπα Βαλκάνια, καταπολεμώντας εθνικισμούς και τάσεις τυχοδιωκτισμού. Στόχος να δημιουργήσει δυναμικές συνεργασίες, αλλά και αντίβαρα έναντι όποιου την «πιέζει». Ειδικότερα, η χώρα μας πρέπει να αναπτύξει τη συνεργασία της με τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία και να δημιουργήσει ένα ευρωπαϊκο-βαλκανικό τρίγωνο, «τύπου Βαϊμάρης», ευθύνης και σταθερότητας. Να αναπτύξει τις σχέσεις της με την Αίγυπτο, το Ιράν και το Ισραήλ. Η δε προσοχή της να επικεντρωθεί στο κύριο θέμα στην περιοχή που είναι η επιθετικότητα που επιδεικνύει η Τουρκία στο τόξο: «Θράκη - Αιγαίο - Κύπρος».
Είμαι σταθερά υπέρ του διαλόγου αρχών με τη μεγάλη γείτονα χώρα. Δεν πρέπει, όμως, να υπάρχουν αυταπάτες για την επιθετική αλαζονεία από την οποία διακατέχεται τμήμα της ηγεσίας της. Ούτε λανθασμένα να διαβάζει κανείς κινήσεις που αντιστρατεύονται το διεθνές δίκαιο ως «τυχαία» μετακύλιση εσωτερικών προβλημάτων. Ενα διάβασμα που λειτούργησε μέχρι σήμερα ως άλλοθι υποχωρητικότητας απέναντί της. Αντίθετα, ρεαλιστικά πρέπει να κατανοηθεί ότι τις τελευταίες δεκαετίες η Τουρκία εμπόδισε την Ελλάδα στην άσκηση νόμιμων δικαιωμάτων. Επιδίωξή της είναι να τα καταστήσει αντικείμενο διαπραγμάτευσης, κάτι που δεν μπορεί να συνεχιστεί.
Η Ελλάδα οφείλει να συμβάλλει στη λύση των προβλημάτων στα Βαλκάνια, την Ανατολική Μεσόγειο καθώς και ως προς το κρισιακό τρίγωνο (Ουκρανία, Λιβύη, Συρία/Ιράκ). Για αυτό ήταν σοβαρό λάθος της ελληνικής κυβέρνησης η προτροπή «βομβαρδισμού» κρατών στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Ανάλογα λανθασμένη ήταν η προ εξαμήνου άρνηση της Ελληνικής Προεδρίας της Ε.Ε. να μεταβεί από το Κίεβο στη Μόσχα, κάτι που έκανε άμεσα η επόμενη προεδρία (Ιταλία).
Προκειμένου η Ελλάδα να αναπτύξει τις πιο πάνω πολιτικές με σχέδιο και επιτυχία, οφείλει να συγκεντρώσει και αξιοποιήσει στο έπακρο τις διπλωματικές της δυνάμεις. Να αναδιαρθρώσει το υπουργείο Εξωτερικών, ενισχύοντας και αξιολογώντας με νέες μεθόδους τους διπλωμάτες και το υπόλοιπο προσωπικό. Ανασυγκροτώντας τις διευθύνσεις και προωθώντας τη δημιουργία νέων, όπως εκείνης για τα παγκόσμια προβλήματα, τις αναδυόμενες δυνάμεις και τους διεθνείς θεσμούς. Επαναφέροντας σε λειτουργία το Επιστημονικό Συμβούλιο του ΥΠΕΞ. Στόχος η παραγωγή εναλλακτικών προτάσεων και μεθόδων υλοποίησής τους. Η ενίσχυση της έρευνας στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής. Η διασφάλιση του δημοκρατικού έλεγχου της Βουλής επί του ΥΠΕΞ, ιδιαίτερα σε ζητήματα που άπτονται της διαχείρισης δημόσιου χρήματος.
* Ο κ. Νίκος Κοτζιάς είναι καθηγητής «Πολιτικών Θεωριών των Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών» στο Πανεπιστήμιο του Πειραιά.