Η Βρετανία είναι ένα τέτοιο κράτος που, έπειτα από μία σημαντική περίοδο αποχής από τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, κυρίως εξαιτίας των πολιτικών επιλογών του Γουίλιαμ Χέιγκ, επανέρχεται με δημιουργικές προτάσεις αναφορικά με τη βελτίωση των δομών αλλά και των θεσμικών διαδικασιών της Ενωσης σε μια υπερβατική ασφαλώς -κι αν θέλετε την άποψη μου, ευτυχώς- διάσταση των φεντεραλιστικών τάσεων που συνεχίζουν να διαπερνούν τον ευρωπαϊκό χώρο. Ασφαλώς καταλύτης σε αυτή τη θετική επιστροφή είναι ο νέος Βρετανός υπουργός εξωτερικών Φίλιπ Χάμοντ, με τη δεδηλωμένη πρόθεση του η Βρετανία να εγκαταλείψει τη λογική μιας ιδιότυπης απομόνωσης και να επιστρέψει δημιουργικά και με προτάσεις ουσίας στον πυρήνα εξέλιξης του διαλόγου γύρω από τις ευρωπαϊκές υποθέσεις.
Δύο είναι τα σημεία-κλειδιά αυτής της επιστροφής. Από τη μια, η υιοθέτηση πολιτικών που θα τονώνουν την ανάπτυξη, την επιχειρηματικότητα και τις νέες τεχνολογίες σε ένα φιλελεύθερο φάσμα ανοιχτού ανταγωνισμού, που θα εμποδίζει τη δημιουργία ολιγοπωλίων ή μονοπωλίων. Από την άλλη, η απαρχή ενός ουσιαστικού διαλόγου γύρω από το μείζον θεσμικό πρόβλημα που διαπερνά σήμερα τη λειτουργία της Ε.Ε. και δεν είναι άλλο από τη δημοκρατική λογοδοσία (Democratic Accountability) των μηχανισμών των Βρυξελλών στα εθνικά Κοινοβούλια των κρατών-μελών της Ενωσης. Και τα δύο αυτά ζητήματα στόχο έχουν να ενισχύσουν τη λειτουργία του ενωσιακού οικοδομήματος, αλλά και να θέσουν τον διάλογο γύρω από την πορεία της Ενωσης σε ένα ρεαλιστικό πολιτικό επίπεδο.
Η επιστροφή της Βρετανίας στο φάσμα της συζήτησης γύρω από τις ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις κοινωνικοπολιτικής και οικονομικής διάστασης έρχεται να δώσει νέα ώθηση στην ευρωπαϊκή προοπτική μέσα από μια ρεαλιστική βάση αντίληψης των διακριτών εθνοκρατικών δομών που συγκροτούν το ευρωενωσιακό οικοδόμημα. Κι αυτό μόνο θετικά έχει να προσφέρει στα ευρωπαϊκά δρώμενα αλλά και στις δομές πολιτικής ώσμωσης και συνεργασίας μεταξύ των κρατών-μελών αλλά και μεταξύ έτερων δρώντων του διεθνούς συστήματος.
Σπύρος Ν. Λίτσας