07 Δεκεμβρίου 2014

Εξωτερική Πολιτική: Τα πράγματα με το όνομά τους

Εξωτερική Πολιτική: Τα πράγματα με το όνομά τους

Του ΝΙΚΟΛΑ ΚΑΤΣΙΜΠΡΑ*
Διαβάζοντας το τελευταίο άρθρο του κυρίου Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης και υπουργού Εξωτερικών στην Καθημερινή της Κυριακής (02/11), σχετικά με τις στρατηγικές προτεραιότητες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, μια ρήση μου ήρθε στο μυαλό: 
 «Παράνοια είναι να επαναλαμβάνεις τα ίδια λάθη και να περιμένεις διαφορετικά αποτελέσματα.» Αυτή είναι μια από τις πιο αγαπημένες δημοσιεύσεις στο διαδίκτυο, αποδιδόμενη συνεχώς στον Αϊνστάιν. Ο λόγος του συνειρμού μου με το κείμενο του κου Αντιπροέδρου, το οποίο κάνει αναφορά στον πραγματικά κρίσιμο ρόλο της συλλογικότητας και της πολυφωνίας, έχει να κάνει με την κυκλική σχέση λαθών και αποτελεσμάτων – όχι με τη χρήση της λέξης «παράνοια» με την ιατρική έννοια, αλλά μεταφορικά. Απλά, είμαστε τρελοί να επαναλαμβάνουμε τα ίδια λάθη;

Επειδή όμως δεν έχω καμία εμπιστοσύνη στην άκριτη διαδικτυακή αυθεντία, έψαξα να βρω την πηγή της φράσης, ώστε να κατανοήσω σε τι πραγματικά αναφέρεται. Χωρίς έκπληξη, έκανα μια διασκεδαστική αλλά συνάμα βαθύτατα συμβολική ανακάλυψη, εντοπίζοντας την προέλευση της ρήσης σε ένα αρκετά απροσδόκητο κείμενο. Ο παραπάνω ορισμός της παράνοιας δεν έχει να κάνει με τον Αϊνστάιν, αλλά είναι μέρος της εισαγωγής ενός εγχειριδίου των Ανώνυμων Ναρκομανών της Αμερικής, από της αρχές τις δεκαετίας του 1980. Ουσιαστικά, είναι ένας ορισμός του εθισμού.
Διαβάζοντας ξανά το κείμενο του κυρίου Αντιπροέδρου, έχοντας λοιπόν υπόψιν την έννοια του εθισμού, μου προέκυψαν οι παρακάτω ερωτήσεις:

Ενώ είναι μια ωραία ανάλυση ενός πολύ πολύπλοκου θέματος, τι το διαφορετικό μας λέει; Τι διαφορετικό έχει, ή πρέπει να γίνει ώστε να είμαστε πιο αποτελεσματικοί στην εξωτερική μας πολιτική; Πολλοί ίσως συμφωνούν με το ρόλο της συναίνεσης, επί του πρακτέου όμως – έχει διαμορφωθεί μια νέα στρατηγική και ποιά είναι αυτή; Ως προς τι να συναινέσει κανείς;
Μήπως είμαστε συν-εθισμένοι να αντιμετωπίζουμε τα προβλήματα, σε εσωτερικό και σε εξωτερικό επίπεδο, με το μόνο τρόπο που μας είναι οικείος; Δηλαδή με διχόνοια στο εσωτερικό και απομόνωση, ερασιτεχνισμό και γραφικότητα στο εξωτερικό; Οπότε δεν είμαστε τρελοί, αλλά εθισμένοι. Πού όμως έχει χαθεί η ουσία;

Αυτό που ο κύριος Βενιζέλος ονομάζει ιστορικά ως «εθνικό στρατηγικό πλαίσιο», μήπως είναι μια αποτυχημένη εναλλαγή αυθαίρετων κομματικών προτεραιοτήτων και επιλογών σε φάσμα δεκαετιών, η οποία δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση ουσιαστική στρατηγική; 
 
Μήπως αυτό που ο κύριος Βενιζέλος ονομάζει ως «εθνικό στρατηγικό πλαίσιο», άλλες χώρες που εδώ και δεκαετίες χειρίζονται τα εθνικά τους θέματα με επαγγελματισμό και βαθύτερη επίγνωση του διεθνούς χώρου, θα το χαρακτήριζαν ακόμα και ως κοντόφθαλμο ερασιτεχνισμό;

Τελικά, είμαστε εθισμένοι σε μια διαστρεβλωμένη προσέγγιση των εθνικών θεμάτων, παρόλο που έχει αποδειχθεί ανεπαρκής. Σαν θεωρία, η ανάλυση του κυρίου Βενιζέλου είναι καλή, αλλά ανακυκλώνει μια κοινότυπη ρητορική ανώτερων εννοιών, άνευ ουσίας. Αυτή τη νοοτροπία έπρεπε ουσιαστικά να την έχει πετάξει έξω η στροφή του αιώνα και θα έπρεπε να πάψουμε να αντιμετωπίζουμε προβλήματα και πολυπλοκότητες του 21ου αιώνα με νοοτροπία του 1980.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα αυτής της νοοτροπίας είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την εσωστρεφή, Ελληνοκεντρική ταυτότητάς μας. Η εσωστρέφεια και η εξίσωση της συμμετοχής μας στη διεθνή σκηνή αποκλειστικά με αυτά που αποκαλούμε εθνικά θέματα, είναι η συνταγή της αποτυχίας. 
 
Με τι θα μπορούσε λοιπόν να μοιάσει επιτέλους αυτή η απατηλή εθνική στρατηγική;

Πρώτα ας δούμε πώς άλλες χώρες κινούνται στον ευρύτερο χώρο της εξωτερική πολιτικής. 
 
Ένα παράδειγμα της χρόνιας απουσίας μας από τα διεθνή τεκταινόμενα, ως φυσική παρουσία όσο και ως θεματολογία, είναι το περσινό συνέδριο ασφαλείας του Μονάχου, ένα από τα κορυφαία Ευρωπαϊκά γεγονότα στον ευρύτερο χώρο της διεθνούς πολιτικής.

Η λίστα συμμετεχόντων περιλαμβάνει από τον ΓΓ και στελέχη του ΟΗΕ, του ΝΑΤΟ και της ΕΕ, κορυφαίους αξιωματούχους των ΗΠΑ (όπως ο Τζον Κέρρυ), της Μεγάλης Βρετανίας, της Γερμανίας, Αυστρίας, Ισραήλ, Νορβηγίας, Σουηδίας μέχρι και την πολύ ενεργή συμμετοχή ηγετών της Γεωργίας, Σλοβενίας, Αλβανίας, Σερβίας, Σκοπίων, Σιγκαπούρης, Νιγηρίας κ.α. Συμμετέχουν επίσης επίσημοι αντιπρόσωποι της Παλαιστίνης ακόμα και της Συριακής αντίστασης.

Επίσημη παρουσία της Ελλάδας; Μηδενική, πλην ενός δύο Ελλήνων που ήταν εκεί λόγω της επαγγελματικής τους ιδιότητας ως ερευνητές για εγχώρια και κυρίως ξένα ινστιτούτα. Σε ερώτηση μου, στα πλαίσια της πρόσφατης συνόδου του ΝΑΤΟ, προς έναν εκ των διοργανωτών του παραπάνω συνεδρίου για τη συμμετοχή της Ελλάδας στο παρελθόν, η απάντηση ήταν ειλικρινής και αποκαρδιωτική. Είμαστε απόντες. Αυτό το συμπέρασμα προκύπτει σε κάθε αντίστοιχη συζήτηση με στελέχη του ευρύτερου χώρου των διεθνών σχέσεων και στις δύο μεριές του Ατλαντικού.

Αλλά αν ήταν εκεί κάποια ηγετικά στελέχη της πολιτικής σκηνής της χώρας μας, θα μπορούσαν να μιλήσουν στο επίπεδο που αντιστοιχεί ώστε να ανταποκριθούν στα αναμενόμενα; Η ρητορική του παρελθόντος και των πολιτικών αοριστιών, κάτι που δυστυχώς κυριαρχεί στην ατζέντα ακόμα και των πιο προβεβλημένων στελεχών της εγχώριας πολιτικής σκηνής, σε τέτοιο επίπεδο θα ήταν από ανούσια ως αυτογκόλ.

Θα δώσω για παράδειγμα την επίσημη ομιλία, στο παραπάνω συνέδριο, του Εσθονού Προέδρου, κυρίου Toomas Hendrik IIes. Είμαι σίγουρος ότι η Εσθονία έχει διάφορα εθνικά θέματα που την καίνε, αλλά η εξαιρετική ομιλία του είχε τίτλο “Rebooting Trust? Freedom vs Security in Cyberspace”; Φαντάζεται κανείς τον δικό μας Πρόεδρο της Δημοκρατίας ή τον Υπουργό Εξωτερικών, να μπορεί να δώσει μια εμπεριστατωμένη ανάλυση επί ενός αντίστοιχου ζητήματος; Οι επικεφαλείς των ξένων αποστολών είναι όμως ενημερωμένοι για τέτοια φλέγοντα θέματα και με ενεργή συμμετοχή στις συζητήσεις, διότι έτσι παραμένουν σύγχρονοι, σχετικοί και οι σχέσεις και ο σεβασμός που αναπτύσσουν είναι το υπέρτατο πολιτικό κεφάλαιο για τις χώρες τους.

Η Σλοβακία κατάφερε να ξεκινήσει πρόσφατα το αντίστοιχο δικό της συνέδριο σε θέματα ασφαλείας και το οποίο έχει γίνει, σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, από τα κορυφαία Ευρωπαϊκά γεγονότα στο χώρο. Δυστυχώς, η Ελλάδα είναι πάλι απούσα. Χώρες όπως η Εσθονία, η Σλοβακία και πολλές άλλες αντίστοιχου μεγέθους, έχουν καταφέρει να έχουν προβολή και συμμετοχή πολύ παραπάνω από αυτή που φαινομενικά τους αναλογεί – και αυτό δεν είναι τυχαίο.

Ποιό είναι το αποτέλεσμα όμως αυτής της ποιοτικής προβολής; Η βαθιά, ουσιώδης συμμετοχή στον παγκόσμιο διάλογο δημιουργεί αξιοπιστία, αίσθηση επαγγελματισμού, δημιουργία σχέσεων πέραν των εθιμοτυπικών και πάνω από όλα σεβασμό. Αυτά είναι τα κύρια στοιχεία της πραγματικής έννοιας του πολιτικού κεφαλαίου, σε στυγνή αντιπαράθεση με τις γραφικές παρεμβάσεις μας πάνω σε θέματα τα οποία έχουμε χάσει εδώ και χρόνια, αδυνατώντας να το καταλάβουμε.

Λαμπρή εξαίρεση αποτελεί η σχετικά πρόσφατη πρωτοβουλία της Ελληνικής αποστολής στον ΟΗΕ για την προστασία των δημοσιογράφων σε εμπόλεμες ζώνες. Αυτό το παράδειγμα δείχνει το δρόμο όπου η Ελληνική ηγεσία θα έπρεπε να κινηθεί, αξιοποιώντας το ικανότατο προσωπικό που έχει στη διάθεσή της. Δυστυχώς όμως, τέτοιες πρωτοβουλίες φαντάζουν σισύφειες και συγκρούονται με μια παρωχημένη νοοτροπία. Ένας κούκος δε μπορεί να φέρει την άνοιξη.

Το μάθημα, όσο και δύσκολο και αν φαίνεται, είναι απλό. Πρέπει να αρχίσουμε να χτυπάμε πάνω από τα κιλά μας. Ή τουλάχιστον, ας αρχίσουμε στα κιλά μας. Ευτυχώς έχουμε τη δυνατότητα και ένα εξαιρετικό ανθρώπινο δυναμικό. Η ουσία είναι να σταματήσουμε να βρίσκουμε δικαιολογίες για τον εαυτό μας και να ξεκινήσουμε να κάνουμε αυτό που πρέπει.

Αναφέρω μερικά παραδείγματα πως θα μπορούσε αυτό να γίνει.
– Ενεργή συμμετοχή σε πρωτοβουλίες και γεγονότα ευρύτερου ενδιαφέροντος.  
Δεν θα έπρεπε να υπάρχει συνέδριο και διοργάνωση που να αφορά την Ευρώπη, την Βορειοατλαντική συμμαχία και τον ΟΗΕ, στην οποία να μην έχουμε ποιοτική παρουσία. Ποιοτική σημαίνει να κάνουμε εκτενή προετοιμασία για παρουσίαση συγκεκριμένων προτάσεων σε θέματα αιχμής όπως ο κυβερνοπόλεμος, το περιβάλλον, η διακυβέρνηση του μέλλοντος κτλ.

– Συστηματοποίηση του μηχανισμού επεξεργασίας και εφαρμογής στρατηγικών πρωτοβουλιών και καινοτομιών για τη δημιουργία συνεργασιών και συμμαχιών πάνω σε προοδευτικά θέματα – όπως το παραπάνω παράδειγμα της Ελληνικής αποστολής στον ΟΗΕ για την προστασία των δημοσιογράφων.
Ας επιλέξουμε ένα δύο ζητήματα που μπορούμε να κάνουμε τη διαφορά και ας τα κυνηγήσουμε. Θα έπρεπε η παρουσία μας να είναι διαρκής. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος ώστε να κάνουμε ουσιαστικές συμμαχίες που θα μας ωφελήσουν στο μέλλον. Βέβαια, αυτό προϋποθέτει σημαντική αναβάθμιση και υποστήριξη του διπλωματικού σώματος σε όλα τα επίπεδα, ξεκινώντας από τις κατώτερες βαθμίδες, οι οποίες καλούνται να παράγουν το βαρύ έργο.

– Προώθηση στελεχών σε διεθνείς οργανισμούς σε όλα τα επίπεδα, όχι αποκλειστικά σε ανώτατο, το οποίο συχνά γίνεται για προσωπικούς και μικροπολιτικούς σκοπούς, αλλά κυρίως σε κατώτερο και μέσο επίπεδο, ώστε να υπάρχει ένα αναπτυσσόμενο δίκτυο επιρροής σε βάθος χρόνου.

– Ενεργοποίηση του ευρύτερου δικτύου του Ελληνισμού. Ας είμαστε ειλικρινείς. Ένας μεγάλος αριθμός των αυτοδιόριστων ηγετών της ομογένειας, π.χ. στην Αμερική, είναι από ανεπαρκείς ως γραφικοί. Υπάρχουν όμως πάρα πολλοί οι οποίοι είναι πραγματικά τεράστιο κεφάλαιο για τον Ελληνισμό. Ας μάθουμε επιτέλους ποιοί είναι οι κατάλληλοι, ας ανακαλύψουμε και πολλούς άλλους που είναι αφανείς, και ας γίνει μια προσπάθεια συντονισμού από την Ελληνική ηγεσία ώστε να ξέρει επιτέλους με ποιούς να μιλήσει στην άλλη μεριά του Ατλαντικού.

– Συνεργασίες με think tanks και MKO του εξωτερικού. Λόγω της διεφθαρμένης σχέσης κράτους και ΜΚΟ κατά το παρελθόν, το τρίγραμμα αυτό είναι πλέον το πολιτικό αντίστοιχο του 666. Στην πραγματικότητα όμως, στο εξωτερικό υπάρχουν εξαιρετικές ΜΚΟ οι οποίες κάνουν πρωτοφανή δουλειά και έχουν κατά συνέπεια πολύ μεγάλη επιρροή. Γι αυτό το λόγο, η στρατηγική κρατών όπως η Νορβηγία, η Τουρκία και πολλών άλλων, είναι η υποστήριξη τέτοιων οργανώσεων κυρίως στις ΗΠΑ. Το Υπουργείο Εξωτερικών θα έπρεπε να είναι λοιπόν σε έντονη συνεργασία με think tanks όπως το Brookings και το Atlantic Council, καθώς επίσης και με ανθρωπιστικές οργανώσεις. Για λόγους πλήρους διαφάνειας αναφέρω ότι συνεργάζομαι με το Atlantic Council.

– Υποστήριξη και συντονισμός των εγχώριων ινστιτούτων, πανεπιστημίων, Think Tanks και ΜΚΟ, πάλι σε έντονη συνεργασία με τα αντίστοιχα Υπουργεία. Τέτοιες οργανώσεις θα έπρεπε να είναι το μακρύ πρακτικό και ακαδημαϊκό χέρι της εξωτερικής μας πολιτικής με εντονότατη παρουσία στην Ευρώπη αλλά και στις ΗΠΑ. Μέσω αυτών των οργανώσεων θα έπρεπε να υπάρχει άρρηκτη συνεργασία π.χ. με τις έδρες Ελληνιστικών σπουδών του εξωτερικού, τουλάχιστον σε καίρια πανεπιστήμια. Βέβαια, αυτό προϋποθέτει μια νέα νοοτροπία διαφάνειας και αξιοκρατίας ώστε να μην καταλήξουμε πάλι στις οργανώσεις-φαντάσματα του παρελθόντος.

Η λίστα είναι εκτενής και τα παραπάνω είναι απλά ενδεικτικά.  Όλα αυτά απαιτούν βέβαια κάποια έξοδα και πολλοί θα πούνε τέτοια ώρα τέτοια λόγια. Το πρόβλημα όμως είναι ότι οι εκπτώσεις στην πραγματική εθνική στρατηγική μας έφεραν σε αυτό το σημείο. Αν πραγματικά θέλουμε να επανιδρύσουμε την εικόνα μας, πρέπει να επενδύσουμε σε αυτή. Πρέπει επιτέλους να ενεργοποιήσουμε την έξυπνη ισχύ μας. Λόγω της επιρροής της ιστορίας μας, είμαστε σε μοναδική θέση να το κάνουμε και τα οφέλη θα είναι πολλαπλάσια και μακροχρόνια.

Οπως αναφέρει σε διαδικτυακό σχόλιο του στο παραπάνω άρθρο του κυρίου Βενιζέλου, ένας αναγνώστης, ο κύριος Μιχάλης Π. Αγγελάκης: «Η εμπιστοσύνη δεν προσφέρεται, αλλά κερδίζεται». Αυτό ισχύει τόσο προς το εσωτερικό αλλά και το εξωτερικό. Η επιτυχία και η επιρροή δεν είναι τεχνοκρατικά θέματα και δεν έχουν να κάνουν με το διεθνές δίκαιο, αλλά με μακροχρόνιες και ουσιαστικές σχέσεις και στρατηγικές.

Η εικόνα και το μέλλον της Ελλάδας στηρίζονται σε μια αναβαθμισμένη έννοια του πολιτικού κεφαλαίου, που όταν χρειαστεί τότε σπαταλιέται για τα εθνικά θέματα.Η επιρροή είναι ένα πολιτικό νόμισμα από το οποίο έχουμε δυστυχώς φαλιρίσει εδώ και δεκαετίες. Ας επενδύσουμε στην εικόνα μιας νέας, ενεργούς Ελλάδας που εμπνέει και όχι που την λυπούνται. Ας σπάσουμε επιτέλους τα στερεότυπα της εσωτερικότητας και την ανυπαρξία μας και ας κεφαλαιοποιήσουμε τα ιστορικά και πνευματικά αποθέματα μας στην παγκόσμια σκηνή.Χρειαζόμαστε ένα τσουνάμι των ικανών, ώστε να ξεπεράσουμε επιτέλους τον εθισμό μας σε αυτό που ο υποναύαρχος Ραδάμανθυς Φουντουλάκης πολύ εύστοχα έχει αποκαλέσει ως «η δικτατορία της μετριότητας».
* Ο Νικόλας Κατσίμπρας είναι πρώην αξιωματικός του ΠΝ, μένει μόνιμα στη Νέα Υόρκη και διδάσκει θέματα διαπραγματεύσεων και επίλυσης συγκρούσεων στα πανεπιστήμια Columbia και John Jay College of Criminal Justice. Ο Νικόλας είναι επίσης ο Έλληνας αντιπρόσωπος στο ηγετικό πρόγραμμα NATO Emerging Leaders του Atlantic Council.