Νίκος Μπογιόπουλος στον enikoΑς πάρουμε μια γεύση από την τελευταία «ανάλυση» του υπουργού της κυβέρνησης Σαμαρά, του κ.Βορίδη, κατά τη διάρκεια εκδήλωσης για τα 40χρονα της ΝΔ:Παρατήρηση πρώτη:
Αυτά που ακούσαμε δεν έρχονται από την εποχή του Ελλάς – Ελλήνων -
Χριστιανών. Αυτά εκπορεύονται από την Ελλάδα του Ελλάς - Ελλήνων -
Μνημονιακών.Παρατήρηση δεύτερη:
Ο ακροδεξιός λόγος ακόμα και στην πιο «σοβαρή» εκφορά του δεν παύει να
είναι ιδεολογικά αδαής. Ίσως μάλιστα αυτός να είναι ένας από τους πιο
σοβαρούς κινδύνους της ακροδεξιάς ρητορικής: Η ευκολία της που την κάνει
να φλερτάρει διαρκώς με την ευήθεια. Εν προκειμένω οι ακροδεξιοί,
βρισκόμενοι σε κατάσταση διαρκούς μειονεξίας λόγω της ηθικής αναπηρίας
των ιδεών και των πρακτικών τους, εκείνο που δεν μπορούν να ξεχωρίσουν είναι η έννοια της ιδεολογικής κυριαρχίας με την έννοια της ηθικής υπεροχής.
Στην πραγματικότητα συμβαίνει το εξής: Ποτέ, κυρίες και κύριοι, η
Αριστερά και οι κομμουνιστές δεν διέθεταν ιδεολογική κυριαρχία στην
ελληνική κοινωνία. Διότι πολύ απλά αν διέθεταν την ιδεολογική κυριαρχία
θα διέθεταν και την πολιτική κυριαρχία.
Εκείνο που όντως διέθεταν και διαθέτουν, και φυσικά αυτό είναι που στεναχωρεί τους Βορίδηδες μέχρι του ορίου να σκάσουν από τον καημό τους, είναι ότι η Αριστερά διαθέτει με το μέρος της την ιδεολογική της ταυτοποίηση με το δίκιο, με τον αλτρουισμό, με τον ουμανισμό, με την αυτοθυσία, με τον πατριωτισμό. Αλλά, άλλο πράγμα η κυριαρχία κι άλλο η δικαίωση, άλλο η υπεροχή. Διότι όπως λέει κι ένας σοφός, τί να το κάνεις να έχεις το δίκιο με το μέρος σου αν δεν μπορείς να το εφαρμόσεις…
Αυτή η δικαίωση – με την έννοια της αδιαμφισβήτητης ηθικής υπεροχής - των ιδεών της Αριστεράς και των κομμουνιστών έναντι των πολιτικών αντιπάλων τους, ήταν φυσικό να βρει την αντανάκλασή της στην Τέχνη, στον πολιτισμό, στη μουσική, στο τραγούδι, στα γράμματα, στη λογοτεχνία. Και αυτή η Τέχνη, επειδή ακριβώς μιλούσε με τη γλώσσα του λαού – αλλιώς δεν θα ήταν γνήσια Τέχνη - βρήκε φυσικά τη θέση που της άξιζε, ως γνήσια Τέχνη, και στην καρδιά του λαού. Για να το ξεριζώσει αυτό ο κ.Βορίδης, παρότι εκείνος είναι που έχει τους ιδεολογικούς μηχανισμούς στα χέρια του - από το κράτος και την εκπαίδευση μέχρι την εκκλησία και την πλειοψηφία των ΜΜΕ - θα έπρεπε να ξεριζώσει την καρδιά του λαού. Κομματάκι δύσκολο, ακόμα τουλάχιστον.
Παρατήρηση τρίτη: Παλιότεροι - δεν ξέρω πόσο φίλοι είναι του πρώην ΕΠΕΝίτη κ.Βορίδη - θέματα όπως αυτά που εκείνος ανάλυσε στην τοποθέτηση που ακούσαμε για τους κομμουνιστές τραγουδιστές, ζωγράφους, ποιητές, λογοτέχνες και ηθοποιούς, τα είχαν λύσει ως εξής: Με στρατοδικεία σκοπιμότητας και με κρουαζιέρες στη Μακρόνησο, στον Αϊ Στράτη, στα Γιούρα, στην Ικαρία, στην Ακροναυπλία και στη Λέρο. Ο ίδιος, όμως, δεν μας είπε: Πώς ακριβώς σκέφτεται να εισηγηθεί τη λύση του ίδιου προβλήματος. Υπάρχουν άραγε στο κεφάλι του κ.Βορίδη και των ομοίων του πτέρυγες των «Νέων Παρθενώνων» που δεν έχουν χτιστεί ακόμα;
Παρατήρηση τέταρτη: Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο και θα ήταν αδύνατον να απουσιάζει σε εποχές τρόικας: Δεν υπήρξε περίοδος που το κυρίαρχο πολιτικό προσωπικό όσο χαμηλότερα κατέβαινε τη σκάλα της υποτέλειας και της δουλικότητας στις παραγγελιές των ντόπιων και ξένων συμφερόντων που εκπροσωπούσε, που ταυτόχρονα να μην πόζαρε με τα τσαρούχια της εθνικοφροσύνης, τσιρίζοντας κορώνες περί «έθνους» και διανθίζοντας τον «σωτηριολογικό» του λόγο με την άκρατη εθνικιστική πατριδοκαπηλεία.
Παρατήρηση πέμπτη: Συνήθως η ρητορική του αντικομμουνισμού πάει χέρι – χέρι με την φιλολογία περί του «Τέλους της Ιστορίας». Τι είναι οι κομμουνιστές, ρωτούσε τις προάλλες ένα ακόμα εκλεκτό μέλος της κυβέρνησης (Ντινόπουλος); Και απαντούσε: Είναι μουσειακό είδος, κάτι σαν «αξιοθέατο». Μια εύλογη, επομένως, απορία είναι αυτή: Προς τι όλη αυτή η επίθεση σε μια ιδεολογία «τελειωμένη», «παλιωμένη», «ηττημένη», όπως η κομμουνιστική; Γιατί τέτοια επιμονή ο σημερινός πολιτικός συσχετισμός στην Ελλάδα να διαμορφωθεί έτσι ώστε να αποτελέσει κάτι σαν «ιστορική» αντικομμουνιστική παρακαταθήκη για το μέλλον; Μήπως γιατί το μέλλον δεν φαίνεται να εξελίσσεται και τόσο σίγουρο για όσους καθορίζουν το παρόν;...
Ας έρθουμε τώρα στην ουσία:
Θα πρέπει να ανατρέξει κανείς στους πρώτους μετεμφυλιακούς χρόνους για να βρει ανάλογες τοποθετήσεις. Και μόνο από εκείνους που απηχούσαν όλη τη μαυρίλα της «εθνικοφροσύνης». Από την άποψη αυτή, είναι μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη ότι πλέον από εξέχουσες φυσιογνωμίες του πολιτικού συστήματος των «σωτήρων» εκείνο που διατρανώνεται ως πολιτικό και ιδεολογικό τους πρόσημο είναι ο αντικομμουνισμός. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουμε από τον συνομιλητή της Χρυσής Αυγής – «γεννήθηκα και θα πεθάνω αντικομμουνιστής» - Μπαλτάκο μέχρι τον - «σιχαίνομαι τους κομμουνιστές» - Γεωργιάδη και τον Πλεύρη που παθαίνει αλλεργία όταν ακούει τον ύμνο του ΕΑΜ.
Θα υπογραμμίσουμε και πάλι ότι αυτός ο απροσχημάτιστος αντικομμουνισμός πάει χέρι - χέρι με την περίοδο των Μνημονίων. Πάει χέρι - χέρι με την Ελλάδα των 6 εκατομμυρίων φτωχών και του 1,5 εκατομμυρίου ανέργων. Πάει χέρι - χέρι με την ΕΕ που επεμβαίνει με τους ναζιστές φίλους της στην Ουκρανία. Η ΕΕ που επεμβαίνει με τους ναζιστές φίλους της στην Ουκρανία, είναι αυτή που απαρτίζει τα 2/3 της τρόικας και που στο εσωτερικό της ο «ευρωπαϊκός πολιτισμός» μετράει 30 εκατομμύρια ανέργους και 100 εκατομμύρια πάμφτωχους.
Ο εγχώριος αντικομμουνισμός είναι οργανικά ενταγμένος στο πλαίσιο μιας πανευρωπαϊκής βιομηχανίας παραγωγής Μνημονίων υπό την αιγίδα των γκεμπελίσκων της ιστορικής παραχάραξης και της επιχείρησης να εμφανιστούν σα «συνώνυμα» ο φασισμός και ο ναζισμός με τον κομμουνισμό.
Φυσικά αυτή η ιστορία ( και στο εσωτερικό της χώρας όπως θα αναφέρουμε διεξοδικότερα και στο αυριανό μας σημείωμα) δεν είναι σημερινή. Υπενθυμίζουμε: Τα πρώτα Μνημόνια στην γηραιά ήπειρο τον 21ο αιώνα δεν ήταν τα οικονομικά Μνημόνια. Τα πρώτα Μνημόνια ήρθαν τη δεκαετία του 2000 και ήταν τα αντικομμουνιστικά Μνημόνια της ΕΕ. Πρόκειται για την ΕΕ η οποία έχει στις τάξεις της χώρες που στα εδάφη τους οι δημοκρατικές τους κυβερνήσεις, όπως πχ της Εσθονίας, της Λιθουανίας και της Λετονίας, στήνονται αγάλματα και μνημεία υπέρ των «Ες – Ες»...
Οι μέθοδοι, τα μέσα, αλλά και οι διακηρυγμένες προθέσεις των αντικομμουνιστών, προδίδουν και τις πραγματικές τους στοχεύσεις. Διαβάζουμε, για παράδειγμα, στην πρόταση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος τον Απρίλη του 2009 να ζητείται η καταδίκη του κομμουνισμού να λειτουργήσει ως «προειδοποίηση προς τις μελλοντικές γενιές», πράγμα που θα επιτευχθεί, όπως έγραφαν, με την «ενίσχυση των υπαρχόντων σχετικών χρηματοοικονομικών μέσων», προκειμένου να μπει σε εφαρμογή η «αναθεώρηση και ενημέρωση των ευρωπαϊκών σχολικών βιβλίων ιστορίας, προκειμένου να διδάσκονται όλοι οι μαθητές τις καταστροφικές συνέπειες των ολοκληρωτικών δικτατοριών»... Με περίπου ανάλογη φρασεολογία, στη δική τους πρόταση ψηφίσματος οι Φιλελεύθεροι ζητούσαν «να ενισχυθεί η διδασκαλία της ευρωπαϊκής ιστορίας» και οι Πράσινοι «μια συνολική επαναξιολόγηση της ευρωπαϊκής ιστορίας». Όσο για τους Σοσιαλιστές διατείνονταν ότι δεν υπάρχει «μονοπώλιο στην ερμηνεία της ιστορίας».
Προφανώς στα εγχειρίδια της ...«αντιμονοπωλιακής» προσέγγισης της ιστορίας εκ μέρους όλων των παραπάνω, η ΕΣΣΔ δεν είναι η χώρα που έδωσε 20 εκατομμύρια νεκρούς στον αγώνα του Ανθρώπου κατά του ναζισμού και οι κομμουνιστές δεν είναι οι πρώτοι (και πολλές φορές οι μόνοι) που πάλεψαν και συνέτριψαν αυτό το «φίδι».
Ο κομμουνισμός λένε στα ψηφίσματά τους, είναι «έγκλημα». Και τα «εγκλήματά του», εξηγούσε το εν λόγω Μνημόνιο της ΕΕ στο εισηγητικό του μέρος, είναι απότοκο «της θεωρίας της πάλης των τάξεων»! Η πάλη των τάξεων, λοιπόν... Αυτή είναι που πρέπει να «καταργηθεί». Που «δεν κολλάει» με την εποχή της «συναίνεσης», του «όλοι μαζί τα φάγαμε», του «διαλόγου», της «κοινωνικής ειρήνης», της «συναδέλφωσης» μεταξύ κεφαλαιοκρατών και εργατών, με τους δεύτερους, τους εργάτες, να πληρώνουν, και όταν υπάρχει ανάκαμψη, και όταν υπάρχει κρίση.
Αφού, όμως, η πάλη των τάξεων δεν γίνεται να «καταργηθεί» μέσω διαταγμάτων, θα πρέπει να συκοφαντηθεί, να ελεεινολογηθεί, να προβοκαριστεί, να στιγματιστεί και όπου είναι δυνατόν να ποινικοποιηθεί η δράση των κομμουνιστών. Γιατί να γίνει αυτό; Μα είναι απλό: Γιατί οι κομμουνιστές δεν υποκλίνονται στο αμετάκλητο της καπιταλιστικής κοινωνίας, και γιατί θέλουν μια κοινωνία μέσα στην οποία «η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός θα είναι η προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων» («Κομμουνιστικό Μανιφέστο»).
Είναι προφανές ότι αυτή η προοπτική, της απελευθέρωσης του ανθρώπου από τα δεσμά της εκμετάλλευσης, δεν συμφέρει όσους κατέχουν τις αλυσίδες της εκμετάλλευσης. Κι αφού δεν μπορούν να αντιπαρατεθούν σε επίπεδο ιδεών με τους κομμουνιστές, κατασκευάζουν την «ιστορία» στα μέτρα τους. Θυμούνται το σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ αλλά ξεχνούν μονίμως την Συμφωνία του Μονάχου. Θυμούνται (και καλώς) τη Νορμανδία αλλά ξεχνούν το Στάλινγκραντ. Θυμούνται την επίθεση στο Λιτόχωρο αλλά ξεχνούν τα ντοκουμέντα στον ΟΗΕ για τις 85.000 αναίτιες συλλήψεις πολιτών, τις 2.289 δολοφονίες αντρών και γυναικών, τους χιλιάδες βασανισμούς, λεηλασίες, βιασμούς και καταστροφές ενάντια στη ζωή και την περιουσία των κομμουνιστών, αριστερών, δημοκρατών και προοδευτικών ανθρώπων της Ελλάδας στο ένα χρόνο από τη Βάρκιζα μέχρι το Λιτόχωρο… Με αυτού του τύπου την ιστορική κοπτοραπτική είναι που χτίζεται το φαιδρό τους προπαγανδιστικό οικοδόμημα περί του «εγκληματογόνου» των κομμουνιστικών ιδεών.
Στο πλαίσιο λοιπόν αυτής της υστερίας τι βλέπουμε: Βλέπουμε την αντιδραστική θεωρία περί «άκρων» (στην οποία πρωτοστάτησε ο κ.Σαμαράς) και περί «μαύρης και κόκκινης βίας» να αποκτά αναβαθμισμένη θέση στις επικοινωνιακές πυροβολαρχίες του συστήματος, που σημαίνει ότι η «μαυρίλα» κατέχει πλέον κεντρική θέση - με ό,τι αυτό συνεπάγεται και κυοφορεί - στο προπαγανδιστικό οπλοστάσιο του κράτους της λιτότητας, της καταστολής και των Μνημονίων.
Βλέπουμε επίσης από ορισμένους «οργανικούς διανοούμενους» της όχθης του κ.Βορίδη και των παρακείμενων… «ποταμιών», την προσπάθεια να συμπαρασύρουν στο διάβα τους τα πάντα: Για παράδειγμα η βία της Επανάστασης του '21, η βία της Αντίστασης εναντίον των ναζί στην Κατοχή, η βίαιη κατάληψη της Βαστίλης, η μάχη του Στάλινγκραντ από την πλευρά των αμυνόμενων, η αιματοβαμμένη πάλη για το 8ωρο, παύουν πια να είναι ιστορικά δικαιωμένες μορφές πάλης.
Στην περίπτωση της ακροδεξιάς μαυρίλας έχουμε μια «μαύρη», διεστραμμένη και χυδαία επιχείρηση διαστρέβλωσης, παραχάραξης και παραποίησης. Έχουμε, στην πιο «κίτρινη» εκδοχή της, την επιδίωξη οι λαϊκοί, μαζικοί, κοινωνικοί και πολιτικοί αγώνες που αντιτίθενται στην πολιτική της πλουτοκρατίας (και επειδή ακριβώς αντιτίθενται στην πλουτοκρατία), να ταυτιστούν, να συκοφαντηθούν και να εξομοιωθούν με τη βία γενικώς και αορίστως.
Ενίοτε, δε, έχουμε την ανοικτή επιδίωξη (τι άλλο είναι η θεωρία των δυο άκρων;) να τσουβαλιαστούν οι λαϊκοί αγώνες ως υπαίτιοι «καταστροφών» και «δεινών» και τούτο δια μέσω του συκοφαντικού συσχετισμού του κομμουνισμού με τον ναζισμό (τον βγαλμένο από τα πολιτικά σπλάχνα της πλουτοκρατίας). Ωσάν, δηλαδή, να έχουν ή να είχαν ποτέ οποιαδήποτε σχέση (!) οι λαϊκοί αγώνες και οι κομμουνιστές με τις τραμπούκικες ναζιστικές συμμορίες της ρατσιστικής, της φυλετικής, της μισαλλόδοξης, της φασιστικής βίας και τρομοκρατίας.
Αυτή η αθλιότητα είναι όλο και περισσότερο παρούσα, άλλοτε ως έμμεση και άλλοτε ακόμα και ως ευθεία κατηγορία εκ μέρους των «ενσωματωμένων δημοσιολόγων» απέναντι σε οτιδήποτε αντιδρά στη νομιμότητα που εκείνοι υπηρετούν και που άλλοτε κόβει μισθούς και άλλοτε κόβει συντάξεις. Το «όχι» στον εξανδραποδισμό το βαφτίζουν βία που πασπαλίζεται με τον αντικομμουνισμό για να δέσει το γλυκό.
Μόνο που αν ξύσει κανείς τη σκουριά αυτής της πολυκαιρισμένης προστυχιάς θα θυμηθεί, για παράδειγμα, τη θεωρία της εποχής των γερμανοτσολιάδων. Τότε που οι «Τσολάκογλου» κατηγορούσαν το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και το ΚΚΕ επειδή έκαναν Αντίσταση. Τότε που οι «Τσολάκογλου» ζητούσαν να σταματήσει η Αντίσταση, αφού, όπως έλεγαν, προκαλούσε - η Αντίσταση - τα αντίποινα των Γερμανών, δηλαδή τις θηριωδίες των ναζί. Θηριωδίες για τις οποίες, σύμφωνα με τους «Τσολάκογλου», υπεύθυνοι δεν ήταν οι Γερμανοί ναζί, αλλά το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, επειδή έκαναν Αντίσταση...
Από την άποψη αυτή, τούτος ο αυτόχρημα ακατέργαστος αντικομμουνισμός αξίζει «εγκώμιο». Καθότι εκτός από διασκεδαστικός μέσα στη φαυλότητά του είναι και χρήσιμος. Διότι αυτοαποκαλύπτεται…
(Συνεχίζεται)…
Εκείνο που όντως διέθεταν και διαθέτουν, και φυσικά αυτό είναι που στεναχωρεί τους Βορίδηδες μέχρι του ορίου να σκάσουν από τον καημό τους, είναι ότι η Αριστερά διαθέτει με το μέρος της την ιδεολογική της ταυτοποίηση με το δίκιο, με τον αλτρουισμό, με τον ουμανισμό, με την αυτοθυσία, με τον πατριωτισμό. Αλλά, άλλο πράγμα η κυριαρχία κι άλλο η δικαίωση, άλλο η υπεροχή. Διότι όπως λέει κι ένας σοφός, τί να το κάνεις να έχεις το δίκιο με το μέρος σου αν δεν μπορείς να το εφαρμόσεις…
Αυτή η δικαίωση – με την έννοια της αδιαμφισβήτητης ηθικής υπεροχής - των ιδεών της Αριστεράς και των κομμουνιστών έναντι των πολιτικών αντιπάλων τους, ήταν φυσικό να βρει την αντανάκλασή της στην Τέχνη, στον πολιτισμό, στη μουσική, στο τραγούδι, στα γράμματα, στη λογοτεχνία. Και αυτή η Τέχνη, επειδή ακριβώς μιλούσε με τη γλώσσα του λαού – αλλιώς δεν θα ήταν γνήσια Τέχνη - βρήκε φυσικά τη θέση που της άξιζε, ως γνήσια Τέχνη, και στην καρδιά του λαού. Για να το ξεριζώσει αυτό ο κ.Βορίδης, παρότι εκείνος είναι που έχει τους ιδεολογικούς μηχανισμούς στα χέρια του - από το κράτος και την εκπαίδευση μέχρι την εκκλησία και την πλειοψηφία των ΜΜΕ - θα έπρεπε να ξεριζώσει την καρδιά του λαού. Κομματάκι δύσκολο, ακόμα τουλάχιστον.
Παρατήρηση τρίτη: Παλιότεροι - δεν ξέρω πόσο φίλοι είναι του πρώην ΕΠΕΝίτη κ.Βορίδη - θέματα όπως αυτά που εκείνος ανάλυσε στην τοποθέτηση που ακούσαμε για τους κομμουνιστές τραγουδιστές, ζωγράφους, ποιητές, λογοτέχνες και ηθοποιούς, τα είχαν λύσει ως εξής: Με στρατοδικεία σκοπιμότητας και με κρουαζιέρες στη Μακρόνησο, στον Αϊ Στράτη, στα Γιούρα, στην Ικαρία, στην Ακροναυπλία και στη Λέρο. Ο ίδιος, όμως, δεν μας είπε: Πώς ακριβώς σκέφτεται να εισηγηθεί τη λύση του ίδιου προβλήματος. Υπάρχουν άραγε στο κεφάλι του κ.Βορίδη και των ομοίων του πτέρυγες των «Νέων Παρθενώνων» που δεν έχουν χτιστεί ακόμα;
Παρατήρηση τέταρτη: Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο και θα ήταν αδύνατον να απουσιάζει σε εποχές τρόικας: Δεν υπήρξε περίοδος που το κυρίαρχο πολιτικό προσωπικό όσο χαμηλότερα κατέβαινε τη σκάλα της υποτέλειας και της δουλικότητας στις παραγγελιές των ντόπιων και ξένων συμφερόντων που εκπροσωπούσε, που ταυτόχρονα να μην πόζαρε με τα τσαρούχια της εθνικοφροσύνης, τσιρίζοντας κορώνες περί «έθνους» και διανθίζοντας τον «σωτηριολογικό» του λόγο με την άκρατη εθνικιστική πατριδοκαπηλεία.
Παρατήρηση πέμπτη: Συνήθως η ρητορική του αντικομμουνισμού πάει χέρι – χέρι με την φιλολογία περί του «Τέλους της Ιστορίας». Τι είναι οι κομμουνιστές, ρωτούσε τις προάλλες ένα ακόμα εκλεκτό μέλος της κυβέρνησης (Ντινόπουλος); Και απαντούσε: Είναι μουσειακό είδος, κάτι σαν «αξιοθέατο». Μια εύλογη, επομένως, απορία είναι αυτή: Προς τι όλη αυτή η επίθεση σε μια ιδεολογία «τελειωμένη», «παλιωμένη», «ηττημένη», όπως η κομμουνιστική; Γιατί τέτοια επιμονή ο σημερινός πολιτικός συσχετισμός στην Ελλάδα να διαμορφωθεί έτσι ώστε να αποτελέσει κάτι σαν «ιστορική» αντικομμουνιστική παρακαταθήκη για το μέλλον; Μήπως γιατί το μέλλον δεν φαίνεται να εξελίσσεται και τόσο σίγουρο για όσους καθορίζουν το παρόν;...
Ας έρθουμε τώρα στην ουσία:
Θα πρέπει να ανατρέξει κανείς στους πρώτους μετεμφυλιακούς χρόνους για να βρει ανάλογες τοποθετήσεις. Και μόνο από εκείνους που απηχούσαν όλη τη μαυρίλα της «εθνικοφροσύνης». Από την άποψη αυτή, είναι μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη ότι πλέον από εξέχουσες φυσιογνωμίες του πολιτικού συστήματος των «σωτήρων» εκείνο που διατρανώνεται ως πολιτικό και ιδεολογικό τους πρόσημο είναι ο αντικομμουνισμός. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουμε από τον συνομιλητή της Χρυσής Αυγής – «γεννήθηκα και θα πεθάνω αντικομμουνιστής» - Μπαλτάκο μέχρι τον - «σιχαίνομαι τους κομμουνιστές» - Γεωργιάδη και τον Πλεύρη που παθαίνει αλλεργία όταν ακούει τον ύμνο του ΕΑΜ.
Θα υπογραμμίσουμε και πάλι ότι αυτός ο απροσχημάτιστος αντικομμουνισμός πάει χέρι - χέρι με την περίοδο των Μνημονίων. Πάει χέρι - χέρι με την Ελλάδα των 6 εκατομμυρίων φτωχών και του 1,5 εκατομμυρίου ανέργων. Πάει χέρι - χέρι με την ΕΕ που επεμβαίνει με τους ναζιστές φίλους της στην Ουκρανία. Η ΕΕ που επεμβαίνει με τους ναζιστές φίλους της στην Ουκρανία, είναι αυτή που απαρτίζει τα 2/3 της τρόικας και που στο εσωτερικό της ο «ευρωπαϊκός πολιτισμός» μετράει 30 εκατομμύρια ανέργους και 100 εκατομμύρια πάμφτωχους.
Ο εγχώριος αντικομμουνισμός είναι οργανικά ενταγμένος στο πλαίσιο μιας πανευρωπαϊκής βιομηχανίας παραγωγής Μνημονίων υπό την αιγίδα των γκεμπελίσκων της ιστορικής παραχάραξης και της επιχείρησης να εμφανιστούν σα «συνώνυμα» ο φασισμός και ο ναζισμός με τον κομμουνισμό.
Φυσικά αυτή η ιστορία ( και στο εσωτερικό της χώρας όπως θα αναφέρουμε διεξοδικότερα και στο αυριανό μας σημείωμα) δεν είναι σημερινή. Υπενθυμίζουμε: Τα πρώτα Μνημόνια στην γηραιά ήπειρο τον 21ο αιώνα δεν ήταν τα οικονομικά Μνημόνια. Τα πρώτα Μνημόνια ήρθαν τη δεκαετία του 2000 και ήταν τα αντικομμουνιστικά Μνημόνια της ΕΕ. Πρόκειται για την ΕΕ η οποία έχει στις τάξεις της χώρες που στα εδάφη τους οι δημοκρατικές τους κυβερνήσεις, όπως πχ της Εσθονίας, της Λιθουανίας και της Λετονίας, στήνονται αγάλματα και μνημεία υπέρ των «Ες – Ες»...
Οι μέθοδοι, τα μέσα, αλλά και οι διακηρυγμένες προθέσεις των αντικομμουνιστών, προδίδουν και τις πραγματικές τους στοχεύσεις. Διαβάζουμε, για παράδειγμα, στην πρόταση του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος τον Απρίλη του 2009 να ζητείται η καταδίκη του κομμουνισμού να λειτουργήσει ως «προειδοποίηση προς τις μελλοντικές γενιές», πράγμα που θα επιτευχθεί, όπως έγραφαν, με την «ενίσχυση των υπαρχόντων σχετικών χρηματοοικονομικών μέσων», προκειμένου να μπει σε εφαρμογή η «αναθεώρηση και ενημέρωση των ευρωπαϊκών σχολικών βιβλίων ιστορίας, προκειμένου να διδάσκονται όλοι οι μαθητές τις καταστροφικές συνέπειες των ολοκληρωτικών δικτατοριών»... Με περίπου ανάλογη φρασεολογία, στη δική τους πρόταση ψηφίσματος οι Φιλελεύθεροι ζητούσαν «να ενισχυθεί η διδασκαλία της ευρωπαϊκής ιστορίας» και οι Πράσινοι «μια συνολική επαναξιολόγηση της ευρωπαϊκής ιστορίας». Όσο για τους Σοσιαλιστές διατείνονταν ότι δεν υπάρχει «μονοπώλιο στην ερμηνεία της ιστορίας».
Προφανώς στα εγχειρίδια της ...«αντιμονοπωλιακής» προσέγγισης της ιστορίας εκ μέρους όλων των παραπάνω, η ΕΣΣΔ δεν είναι η χώρα που έδωσε 20 εκατομμύρια νεκρούς στον αγώνα του Ανθρώπου κατά του ναζισμού και οι κομμουνιστές δεν είναι οι πρώτοι (και πολλές φορές οι μόνοι) που πάλεψαν και συνέτριψαν αυτό το «φίδι».
Ο κομμουνισμός λένε στα ψηφίσματά τους, είναι «έγκλημα». Και τα «εγκλήματά του», εξηγούσε το εν λόγω Μνημόνιο της ΕΕ στο εισηγητικό του μέρος, είναι απότοκο «της θεωρίας της πάλης των τάξεων»! Η πάλη των τάξεων, λοιπόν... Αυτή είναι που πρέπει να «καταργηθεί». Που «δεν κολλάει» με την εποχή της «συναίνεσης», του «όλοι μαζί τα φάγαμε», του «διαλόγου», της «κοινωνικής ειρήνης», της «συναδέλφωσης» μεταξύ κεφαλαιοκρατών και εργατών, με τους δεύτερους, τους εργάτες, να πληρώνουν, και όταν υπάρχει ανάκαμψη, και όταν υπάρχει κρίση.
Αφού, όμως, η πάλη των τάξεων δεν γίνεται να «καταργηθεί» μέσω διαταγμάτων, θα πρέπει να συκοφαντηθεί, να ελεεινολογηθεί, να προβοκαριστεί, να στιγματιστεί και όπου είναι δυνατόν να ποινικοποιηθεί η δράση των κομμουνιστών. Γιατί να γίνει αυτό; Μα είναι απλό: Γιατί οι κομμουνιστές δεν υποκλίνονται στο αμετάκλητο της καπιταλιστικής κοινωνίας, και γιατί θέλουν μια κοινωνία μέσα στην οποία «η ελεύθερη ανάπτυξη του καθενός θα είναι η προϋπόθεση για την ελεύθερη ανάπτυξη όλων» («Κομμουνιστικό Μανιφέστο»).
Είναι προφανές ότι αυτή η προοπτική, της απελευθέρωσης του ανθρώπου από τα δεσμά της εκμετάλλευσης, δεν συμφέρει όσους κατέχουν τις αλυσίδες της εκμετάλλευσης. Κι αφού δεν μπορούν να αντιπαρατεθούν σε επίπεδο ιδεών με τους κομμουνιστές, κατασκευάζουν την «ιστορία» στα μέτρα τους. Θυμούνται το σύμφωνο Ρίμπεντροπ – Μολότοφ αλλά ξεχνούν μονίμως την Συμφωνία του Μονάχου. Θυμούνται (και καλώς) τη Νορμανδία αλλά ξεχνούν το Στάλινγκραντ. Θυμούνται την επίθεση στο Λιτόχωρο αλλά ξεχνούν τα ντοκουμέντα στον ΟΗΕ για τις 85.000 αναίτιες συλλήψεις πολιτών, τις 2.289 δολοφονίες αντρών και γυναικών, τους χιλιάδες βασανισμούς, λεηλασίες, βιασμούς και καταστροφές ενάντια στη ζωή και την περιουσία των κομμουνιστών, αριστερών, δημοκρατών και προοδευτικών ανθρώπων της Ελλάδας στο ένα χρόνο από τη Βάρκιζα μέχρι το Λιτόχωρο… Με αυτού του τύπου την ιστορική κοπτοραπτική είναι που χτίζεται το φαιδρό τους προπαγανδιστικό οικοδόμημα περί του «εγκληματογόνου» των κομμουνιστικών ιδεών.
Στο πλαίσιο λοιπόν αυτής της υστερίας τι βλέπουμε: Βλέπουμε την αντιδραστική θεωρία περί «άκρων» (στην οποία πρωτοστάτησε ο κ.Σαμαράς) και περί «μαύρης και κόκκινης βίας» να αποκτά αναβαθμισμένη θέση στις επικοινωνιακές πυροβολαρχίες του συστήματος, που σημαίνει ότι η «μαυρίλα» κατέχει πλέον κεντρική θέση - με ό,τι αυτό συνεπάγεται και κυοφορεί - στο προπαγανδιστικό οπλοστάσιο του κράτους της λιτότητας, της καταστολής και των Μνημονίων.
Βλέπουμε επίσης από ορισμένους «οργανικούς διανοούμενους» της όχθης του κ.Βορίδη και των παρακείμενων… «ποταμιών», την προσπάθεια να συμπαρασύρουν στο διάβα τους τα πάντα: Για παράδειγμα η βία της Επανάστασης του '21, η βία της Αντίστασης εναντίον των ναζί στην Κατοχή, η βίαιη κατάληψη της Βαστίλης, η μάχη του Στάλινγκραντ από την πλευρά των αμυνόμενων, η αιματοβαμμένη πάλη για το 8ωρο, παύουν πια να είναι ιστορικά δικαιωμένες μορφές πάλης.
Στην περίπτωση της ακροδεξιάς μαυρίλας έχουμε μια «μαύρη», διεστραμμένη και χυδαία επιχείρηση διαστρέβλωσης, παραχάραξης και παραποίησης. Έχουμε, στην πιο «κίτρινη» εκδοχή της, την επιδίωξη οι λαϊκοί, μαζικοί, κοινωνικοί και πολιτικοί αγώνες που αντιτίθενται στην πολιτική της πλουτοκρατίας (και επειδή ακριβώς αντιτίθενται στην πλουτοκρατία), να ταυτιστούν, να συκοφαντηθούν και να εξομοιωθούν με τη βία γενικώς και αορίστως.
Ενίοτε, δε, έχουμε την ανοικτή επιδίωξη (τι άλλο είναι η θεωρία των δυο άκρων;) να τσουβαλιαστούν οι λαϊκοί αγώνες ως υπαίτιοι «καταστροφών» και «δεινών» και τούτο δια μέσω του συκοφαντικού συσχετισμού του κομμουνισμού με τον ναζισμό (τον βγαλμένο από τα πολιτικά σπλάχνα της πλουτοκρατίας). Ωσάν, δηλαδή, να έχουν ή να είχαν ποτέ οποιαδήποτε σχέση (!) οι λαϊκοί αγώνες και οι κομμουνιστές με τις τραμπούκικες ναζιστικές συμμορίες της ρατσιστικής, της φυλετικής, της μισαλλόδοξης, της φασιστικής βίας και τρομοκρατίας.
Αυτή η αθλιότητα είναι όλο και περισσότερο παρούσα, άλλοτε ως έμμεση και άλλοτε ακόμα και ως ευθεία κατηγορία εκ μέρους των «ενσωματωμένων δημοσιολόγων» απέναντι σε οτιδήποτε αντιδρά στη νομιμότητα που εκείνοι υπηρετούν και που άλλοτε κόβει μισθούς και άλλοτε κόβει συντάξεις. Το «όχι» στον εξανδραποδισμό το βαφτίζουν βία που πασπαλίζεται με τον αντικομμουνισμό για να δέσει το γλυκό.
Μόνο που αν ξύσει κανείς τη σκουριά αυτής της πολυκαιρισμένης προστυχιάς θα θυμηθεί, για παράδειγμα, τη θεωρία της εποχής των γερμανοτσολιάδων. Τότε που οι «Τσολάκογλου» κατηγορούσαν το ΕΑΜ, τον ΕΛΑΣ και το ΚΚΕ επειδή έκαναν Αντίσταση. Τότε που οι «Τσολάκογλου» ζητούσαν να σταματήσει η Αντίσταση, αφού, όπως έλεγαν, προκαλούσε - η Αντίσταση - τα αντίποινα των Γερμανών, δηλαδή τις θηριωδίες των ναζί. Θηριωδίες για τις οποίες, σύμφωνα με τους «Τσολάκογλου», υπεύθυνοι δεν ήταν οι Γερμανοί ναζί, αλλά το ΕΑΜ και το ΚΚΕ, επειδή έκαναν Αντίσταση...
Από την άποψη αυτή, τούτος ο αυτόχρημα ακατέργαστος αντικομμουνισμός αξίζει «εγκώμιο». Καθότι εκτός από διασκεδαστικός μέσα στη φαυλότητά του είναι και χρήσιμος. Διότι αυτοαποκαλύπτεται…
(Συνεχίζεται)…