Αποτελεί ενδιαφέρουσα ιδιαιτερότητα της εξωτερικής
πολιτικής της Ρωσίας η δυνατότητά της να διατηρεί θερμές σχέσεις με
ανταγωνιστικές μεταξύ τους χώρες ταυτόχρονα, αλλά και να “στεγανοποιεί”
τις αμοιβαία επωφελείς πλευρές των διμερών της σχέσεων από τα σημεία
τριβής ή διαφωνίας. Πρόκειται για ένα αποτέλεσμα της ιδιόμορφης θέσης
της στο διεθνές σκηνικό, που δεν επιτρέπει τη γλώσσα των τελεσιγράφων α
λα αμερικανικά και καθιστά, ελλείψει ακλόνητων συμμαχιών, αναγκαία τη
διατήρηση ανοιχτών διαύλων επικοινωνίας με όσο το δυνατόν περισσότερες
πλευρές.Η ευρύτερη Μέση Ανατολή αποτελεί το κατεξοχήν παράδειγμα αυτής της
ευελιξίας, καθώς η Μόσχα καταφέρνει να έχει θερμές σχέσεις λ.χ. τόσο με
το Ιράν ή την Παλαιστιανική Αρχή όσο και με το Ισραήλ, τόσο με την
Τουρκία όσο και με την Αίγυπτο του στρατάρχη Sisi ή Κυπριακή Δημοκρατία.
Σε αυτό το πλαίσιο, η σύγκληση του 5ου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας
Ρωσίας-Τουρκίας στην Άγκυρα, με τη συμμετοχή 10 υπουργών εκατέρωθεν,
σημαδεύεται περισσότερο από την επιθυμία των δύο πλευρών να εμβαθύνουν
τις οικονομικές τους σχέσεις, παρά από την έμφαση στη στρατηγική
απόκλιση των επιλογών τους στη συριακή κρίση.
Η τουρκική υπηρεσία του BBC έκανε λόγο για “Σύνοδο Κορυφής της υπέροχης απομόνωσης”, παραπέμποντας στη γνωστή φράση του συμβούλου του Tayyip Erdogan, Ibrahim Kalin ότι η Τουρκία θα προτιμήσει την “υπέροχη απομόνωσή” της στην περιοχή, παρά την εγκατάλειψη των αρχών της. Ήταν αυτός ένας τρόπος για να ομολογήσει ότι το δόγμα Davutoglu περί “μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες” είναι νεκρό, μετά την υπερφιλόδοξη και ταυτοχρόνως “ταυτοτική” εμπλοκή της στην συριακή κρίση, την ισραηλινο-παλαιστινιακή σύγκρουση, τις πολιτικές ανατροπές της Αιγύπτου, ακόμη και τον μετα-κανταφικό σπαραγμό της Λιβύης – πάντοτε στο πλευρό δυνάμεων του πολιτικού Ισλάμ.
Η ειρωνεία της τύχης είναι ότι η Ρωσία, η οποία ουδέποτε δελεάστηκε από τις επαγγελίες της “Αραβικής Άνοιξης”, εμφανίζεται μπροστά στη δική της επαπειλούμενη απομόνωση, έτοιμη να παραβλέψει αυτό τον ρόλο της Άγκυρας, προκειμένου να δημιουργήσει ρήγματα στο δυτικό στρατόπεδο.
Τι είναι σημαντικότερο; Το ότι Putin και Erdogan διαφώνησαν ακόμη και μπροστά στους δημοσιογράφους περί του πρακτέου στη Συρία – με τον Ρώσο πρόεδρο να τονίζει ότι ο Assad είναι νόμιμος εκλεγμένος ηγέτης και τον Τούρκο ομόλογό του να δηλώνει ότι ο ηγέτης της Δαμασκού είναι για αυτόν οιονεί ανύπαρκτος και ότι πολλοί δικτάτορες εξασφάλισαν εκλογική κάλυψη, όπως μαρτυρεί η τουρκική εμπειρία; Ή ότι οι δύο χώρες προχωρούν σε ενεργειακές συμφωνίες και δεσμεύονται να αυξήσουν τον όγκο των διμερών συναλλαγών στα 100 δισ. δολάρια μέχρι το 2030 – την ώρα που ο γ.γ. του ΝΑΤΟ τονίζει την ανάγκη συστράτευσης όλο και περισσότερων κρατών στις κυρώσεις κατά της Ρωσίας;
Είναι αλήθεια ότι Τσετσένοι και Τάταροι της Κριμαίας διαδήλωσαν στην Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη, καταγγέλλοντας την παρουσία επί τουρκικού εδάφους του Putin. Όμως η Τουρκία δεν είναι μέλος της Ε.Ε., ώστε να δεσμεύεται από τις σχετικές κυρώσεις – αντίθετα, φθάνει να επωφελείται από την επικείμενη ματαίωση της κατασκευής του ρωσικού αγωγού φυσικού αερίου South Stream.
Η αλληλεξάρτηση των δύο οικονομιών είναι μεγάλη. Η Ρωσία αποτελεί λ.χ. τον κατασκευαστή του πρώτου τουρκικού πυρηνικού σταθμού παραγωγής ενώ η Τουρκία αποτελεί τον δεύτερο μετά τη Γερμανία εισαγωγέα ρωσικού αερίου. Η τύχη του ρωσικού νομίσματος είναι σχεδόν εθνικό ζήτημα για την Ρωσία, καθώς το καταρρέον ρούβλι απειλεί τον τουρκικό τουριστικό κλάδο που δέχθηκε πέρσι 4,2 εκατ. Ρώσους επισκέπτες. Ακόμη και η προσάρτηση της Κριμαίας, την οποία η Άγκυρα καταγγέλλει, δρομολογεί έργα ανοικοδόμησης πολλά υποσχόμενα για τον τουρκικό κατασκευαστικό κλάδο.
Τα υπόλοιπα, άλλωστε, παίρνουν τον δρόμο τους ερήμην της Άγκυρας. Τα δημοσιεύματα (π.χ. της Wall Street Journal) ότι Τουρκία και ΗΠΑ οδηγήθηκαν επιτέλους σε συμφωνία για την παροχή τουρκικών διευκολύνσεων στην εκστρατεία κατά του Ισλαμικού Κράτους, με αντάλλαγμα τη δημιουργία ασφαλούς ζώνης εντός της Συρίας για την εγκατάσταση προσφύγων αλλά και των Τουρκομάνων “μετριοπαθών ανταρτών” που εκπαιδεύει η Τουρκία, διαψεύσθηκαν αυτοστιγμεί από τους εκπροσώπους του State Department και του Πενταγώνου. Δεν θα μπορούσε να είναι διαφορετικά τα πράγματα, όταν και μόνη η δυστοκία εξεύρεσης διαδόχου του παραιτηθέντος Chuck Hagel στην ηγεσία του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας, καταδεικνύει την αμφιθυμία, αν όχι τη σύγχυση, της Ουάσιγκτον για το δέον γενέσθαι στην περιοχή.
Άλλωστε, πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι εγκαταλείπονται τα σχέδια για αλλαγή καθεστώτος στη Δαμασκό. Οι ΗΠΑ διέκοψαν αθορύβως τη χρηματοδότησή τους στο Syria Justice and Accountability Centre που είχε δημιουργηθεί στη Χάγη το 2013, ως πρόπλασμα διεθνούς ποινικού δικαστηρίου κατά της συριακής κυβέρνησης. Παράλληλα, πολλαπλασιάζονται οι πρωτοβουλίες είτε του ρωσικού υπουργείου Εξωτερικών είτε του ειδικού απεσταλμένου του ΟΗΕ Staffan de Mistura είτε της ρωμαιοκαθολικής αδελφότητας Sant΄ Egidio για την επίτευξη κατάπαυσης του πυρός, αρχής γενομένης από το Χαλέπι, και τη σύγκληση ενός φόρουμ συριακού εθνικού διαλόγου με τη συμμετοχή και δυνάμεων της αντιπολίτευσης.
“Καλύτερα να έχεις το καθεστώς και ένα κράτος, παρά καθόλου κράτος” ήταν η φράση με την οποία συμπύκνωσε την αναδυόμενη διεθνή συναίνεση, ο διευθυντής του Centre for Humanitarian Dialogue της Γενεύης, David Harland. Διαβάστε ακόμη: - Πώς η ουκρανική κρίση συναντά την Ανατολική Μεσόγειο
Πηγή:www.capital.gr