19 Οκτωβρίου 2014

Τερματικός σταθμός;

Πρώτος σταθμός η Αθήνα, με τη διάσωση της χώρας μας, που είχε βρεθεί εκτός αγορών την άνοιξη του 2010. Δεύτερος σταθμός η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, που διέψευσαν γρήγορα την εντύπωση της «Ελληνικής Εξαίρεσης» και προέβαλαν το πρόβλημα ως κρίση στην Περιφέρεια της Ευρωζώνης. Πιο πρόσφατος σταθμός η αδυναμία προσαρμογής της Γαλλίας και της Ιταλίας στο ασφυκτικό δημοσιονομικό πλαίσιο που επέβαλλε το Βερολίνο, που μαζί με την καχεξία της Ισπανίας δίνουν αθροιστικά την εικόνα μιας συνολικής κρίσης στον Νότο της Ευρωζώνης.
Σήμερα, με τη Γερμανία στο κατώφλι της ύφεσης, εύλογα τίθεται το ερώτημα αν η Ευρωζώνη έφθασε στον τελευταίο σταθμό μιας αδιέξοδης πορείας πριν κάνει αποφασιστική στροφή, πριν εγκλωβισθεί σε μια παρατεταμένη ύφεση σαν αυτή που βραχυκύκλωσε την Ιαπωνία στη δεκαετία του '90, που έχει καταγραφεί ως χαμένη δεκαετία.

Η ύφεση απλώνει τη σκιά της πάνω από τη Γερμανία, μια αναμενόμενη και προαναγγελθείσα εξέλιξη. Το ερώτημα που τίθεται πλέον είναι αν θα λειτουργήσει ως σοκ προσαρμογής στην πραγματικότητα της Ευρωζώνης. Η πρώτη αντίδραση ήταν η άρνηση της πραγματικότητας από τον Σόιμπλε, που αρνείται ότι υπάρχει κρίση, αλλά και η στήριξή του από τον σοσιαλδημοκράτη Γκάμπριελ, που αμφισβήτησε αν η αύξηση της ζήτησης και των δημόσιων επενδύσεων στη Γερμανία θα έχει ευεργετικές επιπτώσεις για τους χειμαζόμενους εταίρους στον Νότο και πιο συγκεκριμένα για τη Γαλλία και την Ιταλία.

Η Γερμανία, σε αντίθεση όμως με τη Γαλλία και την Ιταλία, δεν αντιμετωπίζει την πρόκληση πολιτικής αποσταθεροποίησης, ακόμη και η μη ευκαταφρόνητη απειλή της ευρωσκεπτικιστικής Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD) προβάλλει διαχειρίσιμη για το ορατό μέλλον.

Με άλλα λόγια το πρόβλημα βρίσκεται στη στρατηγική αμηχανία της γερμανικής πολιτικής ελίτ, που γνωρίζει πολύ καλά ότι αν εγκαταλείψει τη λιτότητα για να αποφύγει την ύφεση, το Βερολίνο θα χάσει την ηγεμονία-επικυριαρχία που κατοχύρωσε με τη Συνθήκη του Μάαστριχτ και ενίσχυσε σε ασφυκτικό βαθμό μετά την έναρξη της κρίσης στην Ευρωζώνη την άνοιξη του 2010.

Η παραπάνω διαπίστωση δεν φωτίζει το πρόβλημα ως πιο απλό: Αν η γερμανική Ευρώπη δεν είναι πλέον δυνατή, είναι έτοιμη η ηγετική ελίτ της χώρας να αποδεχθεί μια ευρωπαϊκή Γερμανία; Σε αντίθεση με τη Γερμανία, στη Γαλλία και στην Ιταλία δεν υπάρχει περιθώριο ελιγμών και συμβιβασμού ώστε να γίνει μια ακόμη προσπάθεια δημοσιονομικής προσαρμογής από το Παρίσι και τη Ρώμη, για να διευκολυνθεί το Βερολίνο να δεχθεί πολιτικές στήριξης της ανάπτυξης. Σε ό,τι αφορά τη Γαλλία δεν μιλάμε πλέον για τη δυνατότητα των Ολάντ- Βαλς να πάρουν επιπρόσθετα μέτρα, ούτε καν για τη δυνατότητα ομαλού τερματισμού της θητείας του προέδρου και της Βουλής την άνοιξη του 2017. Η «Μοντ», που δεν συνηθίζει να κινδυνολογεί, μιλά πλέον ευθέως για κατάρρευση του πολιτικού συστήματος της χώρας, με τη Λεπέν να συλλέγει τη με γεωμετρική πρόοδο αυξανόμενη κοινωνική δυσαρέσκεια.

Στην Ιταλία ο Μπέπε Γκρίλο ζητά δημοψήφισμα για επιστροφή στη λιρέτα, μια κίνηση που εξ αντανακλάσεως θα παγιδεύσει τη Φόρτσα Ιταλία του Μπερλουσκόνι στην ίδια γραμμή. Μπορεί η Ευρωζώνη να αντέξει τη Γερμανία να αρνείται ότι υπάρχει ύφεση και τη Γαλλία και Ιταλία εκτός Συμφώνου Σταθερότητας χωρίς να αναζητείται μια συνολική στροφή;
kapopoulos@pegasus.gr

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ