Καμπούρης Αλέξανδρος
Φωτογραφίες, ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΕΦΕΡΙΑΔΗΣ
Η Νουρτζάν Μπαϊσάλ είναι μια ερευνήτρια που γεννήθηκε και ζει στο Ντιγιάρμπακιρ. Έχει δουλέψει σε μη κυβερνητικές οργανώσεις στο θέμα της ανάπτυξης κοινοτήτων που βγαίνουν από εμπόλεμες συρράξεις. Τους τελευταίους μήνες επισκέφθηκε προσφυγικούς καταυλισμούς που στήθηκαν κατά μήκος των συρο-τουρκικών συνόρων και φιλοξενούν κυρίως Γεζίντι και Κούρδους από το Κομπάνι.Περιγράφει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες που μένουν στους καταυλισμούς, στηλιτεύει την παντελή απουσία του τουρκικού κράτους, την έλλειψη στρατηγικής στο θέμα της φιλοξενίας προσφύγων και διηγείται πώς είδε τις βίαιες διαδηλώσεις που ξέσπασαν σε πολλές πόλεις στα νοτιοανατολικά της Τουρκίας.
Ένα εξίσου ανησυχητικό πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν πρόνοιες για την ψυχολογική υποστήριξη των προσφύγων που ξέφυγαν από τον πόλεμο, ωστόσο φέρουν ακόμα μέσα τους νωπές τις σκληρές εικόνες του. «Υπάρχουν παιδιά μέσα στους καταυλισμούς που είδαν τους γονείς τους να σκοτώνονται στον πόλεμο. Υπάρχει παιδί - μάρτυρας αποκεφαλισμού του ίδιου του πατέρα του. Υπάρχουν γυναίκες που υπέστησαν βιασμούς. Η φρίκη του πολέμου ζει στους καταυλισμούς» λέει χαρακτηριστικά, ενώ συμπληρώνει ότι σε έναν καταυλισμό Γεζίντι προσφύγων στο Ντιγιάρμπακιρ έχουν ξεκινήσει οι εργασίες για την κατασκευή ενός πρόχειρου νηπιαγωγείου για 120 παιδιά που θα λειτουργήσει εντός του καταυλισμού.
Όμως, η κλιμάκωση της βίας δεν έγινε εν αγνοία της κυβέρνησης. Όταν άρχισαν οι εκατέρωθεν πυροβολισμοί μεταξύ των παρακρατικών και των διαδηλωτών, οι αρχές ασφαλείας ήταν απούσες. Αυτή την ιστορία την έχουμε ξαναδεί στο παρελθόν και η έκβασή της δεν μας είναι άγνωστη. Η κυβέρνηση θέλει να σταματήσει τη διαδικασία για την επίλυση του Κουρδικού και προσπαθεί να φορτώσει την αποτυχία της στους Κούρδους» λέει η Μπαϊσάλ.Η ειρηνευτική διαδικασία για το Κουρδικό, που ξεκίνησε μετά τους εορτασμούς για τον εορτασμό της άνοιξης, ή αλλιώς Νεβρόζ, είχε βρει τη Νουρτζάν Μπαϊσάλ σε κουρδικά χωριά του Ντιγιάρμπακιρ:«Η κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε ξεκινήσει τη διαδικασία με οικοδόμηση εμπιστοσύνης. Την επόμενη των εξαγγελιών για το Κουρδικό έχτισαν ένα τεράστιο αστυνομικό φυλάκιο - κάστρο ένα χιλιόμετρο μακριά από φυλάκιο που ήδη υπήρχε. Τι είδους εμπιστοσύνη μπορεί να οικοδομηθεί μέσα από τέτοιες πράξεις; Πώς να πιστέψεις σε μια ειρηνευτική διαδικασία που χτίζεται με αστυνομικά φυλάκια;».
Η Νουρτζάν Μπαϊσάλ είναι μια ερευνήτρια που γεννήθηκε και ζει στο Ντιγιάρμπακιρ. Έχει δουλέψει σε μη κυβερνητικές οργανώσεις στο θέμα της ανάπτυξης κοινοτήτων που βγαίνουν από εμπόλεμες συρράξεις. Τους τελευταίους μήνες επισκέφθηκε προσφυγικούς καταυλισμούς που στήθηκαν κατά μήκος των συρο-τουρκικών συνόρων και φιλοξενούν κυρίως Γεζίντι και Κούρδους από το Κομπάνι.Περιγράφει τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πρόσφυγες που μένουν στους καταυλισμούς, στηλιτεύει την παντελή απουσία του τουρκικού κράτους, την έλλειψη στρατηγικής στο θέμα της φιλοξενίας προσφύγων και διηγείται πώς είδε τις βίαιες διαδηλώσεις που ξέσπασαν σε πολλές πόλεις στα νοτιοανατολικά της Τουρκίας.
«Η φρίκη του πολέμου ζει στους καταυλισμούς»
Οι πρόσφυγες που στεγάζονται σε καταυλισμούς έχουν να αντιμετωπίσουν κυρίως την έλλειψη διαθέσιμου χώρου. «Δύο και τρεις οικογένειες στοιβάζονται σε μία σκηνή» λέει η Μπαϊσάλ, ενώ συμπληρώνει ότι η έλευση του χειμώνα θα δημιουργήσει μεγαλύτερα προβλήματα. «Οι περισσότερες σκηνές είναι καλοκαιρινές. Θα υπάρχει πρόβλημα με τη θέρμανση των χώρων μιας και δεν υπάρχουν χειμερινές σκηνές ή μέσα θέρμανσης. Ήδη στο Σουρούτς, με τις συνεχείς βροχοπτώσεις των τελευταίων ημερών, οι άνθρωποι αναγκάζονται να ζουν μέσα στη λάσπη» τονίζει η ερευνήτρια.Ένα εξίσου ανησυχητικό πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν πρόνοιες για την ψυχολογική υποστήριξη των προσφύγων που ξέφυγαν από τον πόλεμο, ωστόσο φέρουν ακόμα μέσα τους νωπές τις σκληρές εικόνες του. «Υπάρχουν παιδιά μέσα στους καταυλισμούς που είδαν τους γονείς τους να σκοτώνονται στον πόλεμο. Υπάρχει παιδί - μάρτυρας αποκεφαλισμού του ίδιου του πατέρα του. Υπάρχουν γυναίκες που υπέστησαν βιασμούς. Η φρίκη του πολέμου ζει στους καταυλισμούς» λέει χαρακτηριστικά, ενώ συμπληρώνει ότι σε έναν καταυλισμό Γεζίντι προσφύγων στο Ντιγιάρμπακιρ έχουν ξεκινήσει οι εργασίες για την κατασκευή ενός πρόχειρου νηπιαγωγείου για 120 παιδιά που θα λειτουργήσει εντός του καταυλισμού.
«Το κράτος δεν βοηθά τους πρόσφυγες»
Η είσοδος στην πόλη Σούρουτς στα συροτουρκικά σύνορα γίνεται μέσω μιας στενής λωρίδας κυκλοφορίας. Τα υπόλοιπα ρεύματα έχουν καταληφθεί από τεθωρακισμένα οχήματα και πάνοπλους άντρες της στρατοχωροφυλακής που πραγματοποιούν ελέγχους σε όλα τα οχήματα. Η παρουσία των μηχανισμών καταστολής του τουρκικού κράτους είναι ιδιαίτερα ορατή. Το ίδιο συμβαίνει στον τομέα της ανακούφισης των προσφύγων, ειδικά αυτών που προέρχονται από το Κομπάνι και τις κουρδικές περιοχές της βόρειας Συρίας.Η Μπαϊσάλ παρατηρεί ότι οι δήμοι, με τα πενιχρά μέσα που διαθέτουν, προσπαθούν να καλύψουν τις ανάγκες των προσφύγων. «Αυτή τη στιγμή στην ευρύτερη περιοχή υπάρχουν περίπου 110.000 πρόσφυγες, των οποίων τις ανάγκες καλύπτουν σχεδόν αποκλειστικά οι δήμοι με τα περιορισμένα μέσα που έχουν, την έλλειψη τεχνογνωσίας, την έλλειψη εμπειρίας διαχείρισης εκτοπισμένων πληθυσμών, τους περιορισμένους πόρους. Το κράτος απουσιάζει» λέει χαρακτηριστικά, ενώ στηλιτεύει και την απουσία μη κυβερνητικών οργανώσεων, αλλά και του διεθνούς παράγοντα:«Σε κανέναν από τους καταυλισμούς δεν συνάντησα εκπροσώπους μη κυβερνητικών οργανώσεων. Ούτως ή άλλως στην Τουρκία δεν υπάρχουν πολλές οργανώσεις σε τέτοια θέματα, αλλά μου κάνει εντύπωση το ότι κανείς δεν έχει ενδιαφερθεί γι' αυτούς τους ανθρώπους. Το ίδιο ισχύει και για τον ΟΗΕ. Θα έπρεπε να έχει επέμβει, μιλάμε για ανθρωπιστική κρίση. Ολόκληροι πληθυσμοί έχουν αφεθεί εκτεθειμένοι» λέει.Παράλληλα, η Μπαϊσάλ αναφέρει παραδείγματα διαφορετικής αντιμετώπισης προσφύγων στηλιτεύοντας την απουσία μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής της Τουρκίας στο θέμα της φιλοξενίας προσφύγων. «Δεν υπάρχει συντονισμός, όλες οι ανέσεις δεν παρέχονται ισότιμα σε όλους τους πληθυσμούς που φιλοξενούνται. Η κυβέρνηση έχει δηλώσει ότι οι Σύροι πρόσφυγες έχουν δικαίωμα δωρεάν περίθαλψης στα δημόσια νοσοκομεία σε όλη τη χώρα. Ωστόσο, για έναν Κούρδο δεν ισχύει το ίδιο. Γεζίντι πρόσφυγας διακομίστηκε σε δημόσιο νοσοκομείο και του ζητήθηκε να καλύψει ο ίδιος τα νοσήλιά του».«Οι απλήρωτοι λογαριασμοί του παρελθόντος»
Στο Ντιγιάρμπακιρ κηρύχθηκε από πολύ νωρίς κατάσταση έκτακτης ανάγκης κατά τη διάρκεια των βίαιων διαδηλώσεων για το Κομπάνι. Η Μπαϊσάλ θυμάται ότι η κατάσταση ήταν εκτός ελέγχου τις πρώτες μέρες:«Έχω ζήσει αρκετές έντονες στιγμές στο Κουρδικό, ωστόσο δεν έχω ξαναδεί τόσο βίαια επεισόδια. Σε κάθε στενό υπήρχαν οδοφράγματα. Ο κόσμος που δεν είχε κατέβει στον δρόμο συμμετείχε χτυπώντας ρυθμικά κατσαρόλες και τηγάνια (μια μορφή διαμαρτυρίας που υπήρχε και κατά τη διάρκεια του Γκεζί σε πολλές πόλεις), υπήρχαν καμένα κτήρια. Αυτή η βία ήταν αναμενόμενη, η κατάσταση ήταν έκρυθμη πολύ πριν από το Κομπάνι. Όσο ειρηνικά και να ήταν τα καλέσματα, υπήρχε τόση οργή, ώστε δύσκολα θα μπορούσε να ελεγχθεί.Δεν έχει αποδοθεί ακόμα δικαιοσύνη για παλιές αμαρτίες: υποθέσεις δολοφονιών Κούρδων βρίσκονται ακόμα στα ράφια, τα τραύματα του παρελθόντος δεν έχουν σβηστεί από την κοινωνική μνήμη, αν και έχουν περάσει χρόνια.Όμως, η κλιμάκωση της βίας δεν έγινε εν αγνοία της κυβέρνησης. Όταν άρχισαν οι εκατέρωθεν πυροβολισμοί μεταξύ των παρακρατικών και των διαδηλωτών, οι αρχές ασφαλείας ήταν απούσες. Αυτή την ιστορία την έχουμε ξαναδεί στο παρελθόν και η έκβασή της δεν μας είναι άγνωστη. Η κυβέρνηση θέλει να σταματήσει τη διαδικασία για την επίλυση του Κουρδικού και προσπαθεί να φορτώσει την αποτυχία της στους Κούρδους» λέει η Μπαϊσάλ.Η ειρηνευτική διαδικασία για το Κουρδικό, που ξεκίνησε μετά τους εορτασμούς για τον εορτασμό της άνοιξης, ή αλλιώς Νεβρόζ, είχε βρει τη Νουρτζάν Μπαϊσάλ σε κουρδικά χωριά του Ντιγιάρμπακιρ:«Η κυβέρνηση θα έπρεπε να είχε ξεκινήσει τη διαδικασία με οικοδόμηση εμπιστοσύνης. Την επόμενη των εξαγγελιών για το Κουρδικό έχτισαν ένα τεράστιο αστυνομικό φυλάκιο - κάστρο ένα χιλιόμετρο μακριά από φυλάκιο που ήδη υπήρχε. Τι είδους εμπιστοσύνη μπορεί να οικοδομηθεί μέσα από τέτοιες πράξεις; Πώς να πιστέψεις σε μια ειρηνευτική διαδικασία που χτίζεται με αστυνομικά φυλάκια;».