08 Αυγούστου 2013

Νέα αποκαλυπτικά έγγραφα


ΤΗΣ ΦΑΝΟΥΛΑΣ ΑΡΓΥΡΟΥ

Το Φόρεϊν Όφις συμβούλευε τη Θάτσερ να μην απαντά σε επιστολές του Ντενκτάς
Η Κυπριακή Δημοκρατία ήθελε την αντικατάσταση της λέξης «deplores» (αποδοκιμάζει) με τη λέξη «condemns» (καταδικάζει) στο ψήφισμα 541/83, όμως οι Βρετανοί δεν δέχθηκαν


Μέρος α’

Αποδεσμεύθηκαν στο Βρετανικό Κρατικό Αρχείο σήμερα, 1 Αυγούστου 2013, μετά από καθυστέρηση οκτώ μηνών, κάποια έγγραφα για το 1983, με την πλειοψηφία τους να παραμένουν δεσμευμένα. Τα κυριότερα στοιχεία από τα νέα έγγραφα (που καλύπτουν και κάποια για το 1980-1982) περιορίζονται στις αρνητικές θέσεις του Προέδρου Σπ. Κυπριανού έναντι των προτάσεων Γκόμπι το 1981 και την τουρκική απαίτηση για εκ περιτροπής προεδρία (που χρονολογείται τουλάχιστον από το 1977), το Φόρεϊν Όφις να επιβεβαιώνει τις παραβιάσεις της Συνθήκης Εγγυήσεως από τους Τούρκους, αλλά να μην κάνει τίποτα, τις διαφωνίες μεταξύ Θάτσερ και Φόρεϊν Όφις για το πώς θα αποκαλούσαν τον Ρ. Ντενκτάς μετά την ανακήρυξη του ψευδοκράτους, το παρασκήνιο για το ψήφισμα 541/1983 από τους Βρετανούς, επιμονή του Ντενκτάς στη Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία και ορισμένα άλλα.

Διαφωνούν Θάτσερ και Φόρεϊν Όφις

Στις 15 Νοεμβρίου 1983, η Βρετανίδα Πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ και ο Πρόεδρος Σπύρος Κυπριανού είχαν τηλεφωνική επικοινωνία για την τουρκοκυπριακή μονομερή ανακήρυξη του ψευδοκράτους. Το γραφείο της Μ. Θάτσερ ενημέρωσε το Φόρεϊν Όφις για τη συζήτηση με επιστολή ημερ. 18 Νοεμβρίου 1983 και παράλληλα ζήτησε συμβουλή για το πώς θα χειριζόντουσαν επιστολή από τον Ρ. Ντενκτάς προς την Πρωθυπουργό.
Το Φόρεϊν Όφις έγραψε ότι η συμβουλή του μέχρι τότε ήταν όπως η/ο Πρωθυπουργός μην απαντά σε επιστολές του Ρ. Ντενκτάς, καθώς αυτό θα εκλαμβανόταν ως αναγνώριση του στάτους του ως «Προέδρου» του τότε «Τουρκικού Ομόσπονδου Κράτους της Κύπρου». A fortiori, είπαν, εισηγούμαστε όπως μη σταλεί τίποτα αυτήν τη φορά. Όμως η Θάτσερ διαφώνησε με την τακτική αυτή του Φόρεϊν Όφις και έγραψε χειρόγραφα στην επιστολή: «Δεν βλέπω πώς θα τον επηρεάσουμε, αν δεν απαντήσουμε την επιστολή του και θέσουμε σωστά τα γεγονότα και τη θέση μας. Δεν χρειάζεται να τον ονομάσουμε ως πρόεδρο». Το γραφείο της Πρωθυπουργού, με επιστολή του προς το Φ.Ο. ημερ. 21 Νοεμβρίου 1983, ενημέρωσε για τη σημείωση της Πρωθυπουργού και ζήτησε συμβουλή από το Υπουργείο Εξωτερικών, ως προς το ποιες διευκολύνσεις υπήρχαν για να επηρεάσουν απευθείας τους Τουρκοκυπρίους.

Παρασκήνιο για το Ψήφισμα 541/83

Το ψήφισμα 541/83 γράφτηκε από τους Βρετανούς (όπως είχαμε γράψει εξάλλου και στην κάλυψη των εγγράφων για το 1982, ότι δηλαδή είχαν προνοητικά ετοιμαστεί από τότε οι Βρετανοί). Σύμφωνα με τηλεγράφημα της βρετ. Αντιπροσωπίας από τη Νέα Υόρκη, η κυπριακή πλευρά πίεζε για σκληρότερο λεκτικό, όμως τελικά δόθηκε η υποστήριξή της με κάποια διαπραγμάτευση. Μόνο το Πακιστάν επέμενε για αλλαγές τις οποίες ξεπέρασαν.

Πιο αναλυτικά για το παρασκήνιο γράφει σχετική αναφορά: «...όμως, τα πράγματα δυσκόλεψαν προς το βράδυ της 17ης, με την Γουιάνα να καταδικάζει την τουρκοκυπριακή ανακήρυξη και να ζητεί κυρώσεις, και οι Ελληνοκύπριοι να επανέρχονται με δικό τους ενισχυμένο κείμενο του ψηφίσματός μας. Ο κ. Ιακώβου (Γ. Ιακώβου Υπ. Εξωτερικών, αντικατέστησε τον Ν. Ρολάνδη στις 22 Σεπτεμβρίου 1983) μεταξύ άλλων ήθελε την αντικατάσταση της λέξης “deplores” (αποδοκιμάζει) με τη λέξη “condemns” (καταδικάζει) ..». Οι Βρετανοί αντιστάθηκαν σ΄ αυτό και ο κ. Ιακώβου, αφού ισχυρίστηκε (γράφει η αναφορά) ότι διαβουλεύθηκε με τη πλευρά του, συμφώνησε να παραμείνει όπως είχε - με τη λέξη «deplores» - νοουμένου ότι θα πρόσθεταν στην παράγραφο 2 του ψηφίσματος ότι η κίνηση των Τουρκοκυπρίων ήταν και νομικά παράνομη «legallly invalid» (η λέξη παράνομη ήδη υπήρχε). Οι Βρετανοί δέχθηκαν την τροποποίηση αυτή και αφού ο κ. Ιακώβου πήρε την έγκριση και των αρχηγών των πολιτικών κομμάτων που είχαν πάει στη Νέα Υόρκη, Κληρίδη, Παπαϊωάννου, Γαλανού και Λυσσαρίδη, έδωσε την έγκρισή του για το ψήφισμα. Οι Βρετανοί προχώρησαν την επομένη στην κατάθεση του ψηφίσματος προς έγκριση, το οποίο ψηφίστηκε με 13 ψήφους έναντι μίας κατά (του Πακιστάν) και μίας αποχής (της Ιορδανίας).

Η θέση των Γάλλων

Σημειώνεται όμως σε άλλο τηλεγράφημα ότι και ο Γάλλος αντιπρόσωπος είπε ότι εκ πρώτης όψεως το ψήφισμα των Βρετανών ήταν λογικό, όμως διερωτήθηκε κατά πόσο ήταν αρκετά δυνατό για να το δεχθούν οι Έλληνες και οι Ελληνοκύπριοι, και επισήμανε την απουσία αναφοράς για οικονομικές κυρώσεις, προσθέτοντας, ωστόσο, ότι και οι Ελληνοκύπριοι οι ίδιοι δεν φαινόντουσαν να τις επιζητούν. Ίσως να φοβόντουσαν, προσέθεσε ο Γάλλος αξιωματούχος, ότι τέτοια μέτρα θα παγίωναν τη διχοτόμηση ή ίσως θα έσπρωχναν τον βορρά προς ένωση με την Τουρκία...

Η επιστολή Θάτσερ
Στις 21 Νοεμβρίου 1983, η Βρετανίδα Πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ απάντησε στην επιστολή του Προέδρου Σπ. Κυπριανού ημερ. 15 Νοεμβρίου 1983, η οποία στάλθηκε μέσω της Υπάτης Αρμοστείας της Κύπρου στο Λονδίνο και αναφερόταν στη μονομερή ανακήρυξη του ψευδοκράτους.
Έγραψε η Μ. Θάτσερ: «Όπως εξήγησα στη συνάντησή μας χθες, η κυβέρνησή μου αποδοκιμάζει την πράξη της τουρκοκυπριακής κοινότητας, την οποία θεωρούμε ασυμβίβαστη με τις συνθήκες του 1960. Πήραμε ενωρίς την πρωτοβουλία για συζήτηση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και εισηγηθήκαμε διαβούλευση με τις κυβερνήσεις Τουρκίας και Ελλάδας, σύμφωνα με την Συνθήκη Εγγυήσεως του 1960. Επίσης, στείλαμε μήνυμα στον Πρόεδρο Εβρέν (Τουρκίας), καλώντας τον να βοηθήσει να εξασφαλίσουμε την ανατροπή της τουρκοκυπριακής ανακήρυξης. Η θέση μας παραμένει η ίδια, αναγνωρίζουμε μόνο μία Κυπριακή Δημοκρατία...».

Αναφορά σε «ομόσπονδο κράτος»
Στις 15 Νοεμβρίου 1983, στη Βουλή των Κοινοτήτων, συζητήθηκε η μονομερής ανακήρυξη του Ρ. Ντενκτάς. Κυβέρνηση και αντιπολίτευση συμφώνησαν σε όλα για μη αναγνώριση. Εκείνο που προβάλλει περίεργο, όμως, είναι η δήλωση του Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας σερ Τζέφρι Χάου, ο οποίος, απαντώντας σε παρέμβαση του φιλότουρκου βουλευτή σερ Φρέντερικ Μπένετ, ο οποίος είπε ότι ήταν άδικο να κατηγορείται η Τουρκία για βλέψεις πάνω στην Κύπρο κτλ, αναφέρθηκε σε μελλοντικό ουσιαστικά «ομόσπονδο κράτος»: «Ευχαριστώ τον συνάδελφο που έφερε υπόψη μου τη θέση της τουρκικής κυβέρνησης, όπως τη βλέπει ο ίδιος. Ο στόχος πρέπει να είναι η εξασφάλιση της ανεξαρτησίας, κυριαρχίας και εδαφικής ακεραιότητας εκείνου που ίσως γίνει ένα ομόσπονδο κράτος».

Αποδέσμευση και έκτης σειράς «Ξεχασμένων εγγράφων»

Σημειώνουμε ότι το Κρατικό Αρχείο, την Τρίτη 30 Ιουλίου 2013, αποδέσμευσε και έκτη δόση των «Ξεχασμένων εγγράφων» της αποικιοκρατίας, τα οποία η «Σημερινή» θα παρουσιάσει εντός των προσεχών ημερών. Τα κυριότερα στοιχεία σ΄ αυτά, πέραν του ότι συγκεκριμένος φάκελος με τίτλο «Κύπρος: Κομμουνισμός: σχέσεις μεταξύ ΑΚΕΛ (Προοδευτικό Κόμμα Εργαζόμενου Λαού) και ΕΟΚΑ» ξανάκλεισε πριν ανοίξει μέχρι την 1 Ιανουαρίου 2080 -όπως και κάποια έγγραφα που αναφέρονται στον Αρχ. Μακάριο- είναι η στάση του Εζεκία Παπαϊωάννου έναντι του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου το 1954, μια δημοσίευση για «μυστική συμφωνία» μεταξύ του Αρχ. Μακαρίου και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Σπυρίδωνος το 1952, συνεντεύξεις του Μακαρίου, κατάλογος απωλειών μεταξύ 1 Απριλίου 1955 και 31 Δεκεμβρίου 1958, καταγγελίες εναντίον των βρετανικών σωμάτων ασφαλείας, ότι ο Μακάριος γνώριζε εκ των προτέρων για την εξορία του, δηλώσεις του για την ΕΟΚΑ, η ίδρυση των Κυπριακών Αερογραμμών, η ίδρυση της Κεντρικής Αρχής Ηλεκτρισμού. Και πάρα πολλά άλλα θέματα τα οποία όμως καλύφθηκαν ήδη σε άλλες σειρές, που ήδη αποδεσμεύθηκαν προ 20ετίας, γι’ αυτό και θα τα παρακάμψουμε στην παρουσίαση.

«Έπρεπε να εισβάλουμε κι εμείς»-Ιστορικό λάθος χαρακτήρισε Βρετανός βουλευτής τον χειρισμό του 1974  

Στην πράξη δεν μπορούμε να εκτελέσουμε την εγγύηση για την εδαφική ακεραιότητα της Δημοκρατίας της Κύπρου, στην οποία αναφέρεται η Συνθήκη Εγγυήσεως του 1960, παραδεχόταν το Φόρεϊν Όφις

Μέρος β’

Όπως γράψαμε χθες, στο α’ μέρος της παρουσίασης των νέων αποχαρακτηρισμένων εγγράφων του βρετανικού Φόρεϊν Όφις που αφορούν στην Κύπρο, στις 15 Νοεμβρίου 1983 έγινε στη Βουλή των Κοινοτήτων συζήτηση, αναφορικά με τη μονομερή ανακήρυξη του ψευδοκράτους. Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα κρίνεται η τοποθέτηση του Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας Σέρ Τζέφρι Χάου, στην εν λόγω συνεδρία, ο οποίος, απαντώντας σε παρέμβαση του φιλότουρκου βουλευτή, του Σερ Φρέντερικ Μπένετ, αναφέρθηκε σε μελλοντικό ουσιαστικά «ομόσπονδο κράτος».

Μαζί με τους Τούρκους
Στο πλαίσιο της ίδιας συζήτησης, ωστόσο, υπήρξε άλλη μια τοποθέτηση, που αξίζει προσοχής, αυτή του βουλευτή Τζούλιαν Έμερι, ο οποίος είπε:
«...Υπενθυμίζω ότι η Συνθήκη Εγγυήσεως του 1960, που βοήθησα να διαπραγματευθούμε, έθεσε μια υποχρέωση πάνω στη βρετανική κυβέρνηση, να επεμβαίνει για τη διατήρηση του Συντάγματος της Κύπρου που συμφωνήθηκε τότε. Συμφωνεί ο έντιμος φίλος (εννοεί τον Υπουργό Εξωτερικών) ότι η τότε κυβέρνηση, υπό την ηγεσία του κ. Κάλαχαν, έκανε το ιστορικό λάθος όταν απέρριψε την πρόσκληση του Πρωθυπουργού της Τουρκίας, κ. Ετζεβίτ, να εισβάλει μαζί με τους Τούρκους για την αποκατάσταση της συνταγματικής τάξης;..».

Σημειώνεται ότι ο Τζούλιαν Έμερι ήταν γαμβρός του Πρωθυπουργού Μακμίλαν και διετέλεσε υφυπουργός στο Γρ. Πολέμου μεταξύ των χρόνων 1957-1958 και στο Γρ. Αποικιών μεταξύ των χρόνων 1958-1960. Το 1957 σχεδίασε και χάρτη με λύση τριχοτόμησης της Κύπρου μεταξύ Ελλάδας, Τουρκίας και Βρετανίας. Διαπραγματεύθηκε τα εκκρεμή θέματα που απέρρεαν από τις Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, μαζί με τον Γλ. Κληρίδη και τον Φ. Κουτσιούκ. Ο Έμερι ήταν γιος του Συντηρητικού πολιτικού Λέο Έμερι, ο άλλος γιος του οποίου, ο Τζον Έμερι, εκτελέστηκε για εσχάτη προδοσία, αφού παραδέχθηκε συνεργασία με τους Γερμανούς.

Ελληνικά στρατεύματα στην Κύπρο;
Με τηλεγράφημά του ημερ. 16 Νοεμβρίου 1983, ο τότε Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας σερ Τζέφρι Χάου ενημέρωνε την πρεσβεία στην Αθήνα ότι είχε συνάντηση με τον Έλληνα πρέσβη στο Λονδίνο, ο οποίος συνοδευόταν από τον Υπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ, κ. Κουτσόγιωργα, που ήταν και ο κύριος ομιλητής στη συνάντηση, μιλώντας εξολοκλήρου στα Ελληνικά. Ο κ. Κουτσόγιωργας είπε ότι, λαμβάνοντας υπόψη τις τουρκικές παραβιάσεις της Συνθήκης, η θέση της ελληνικής Κυβέρνησης ήταν πως αυτή δεν μπορεί να συμμετέχει σε τριμερή. Δεν ήσαν διατεθειμένοι να επαναλάβουν τις διαπραγματεύσεις του 1974, που ουσιαστικά υπηρέτησαν μόνο την τουρκική εισβολή.... Ο Κουτσόγιωργας επέρριψε τις ευθύνες στους Τούρκους για την αχρήστευση του ενδοκοινοτικού διαλόγου... η Ελλάδα θα επέμενε στην αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων... Στο παρελθόν δεν είχαν σκεφτεί να στείλουν στρατεύματα στην Κύπρο. Όμως η κατάσταση παρουσίαζε μια σοβαρή αλλαγή. Παρόλο ότι δεν σχεδίαζαν να στείλουν στρατό στο νησί, δεν απέκλειαν την πιθανότητα.

Θα ανταποκρίνονταν
Ο Τζέφρι Χάου είπε ότι ευχόταν να μη γίνει κάτι που να επιδείνωνε την κατάσταση, οποιαδήποτε αύξηση στρατευμάτων θα έδιδε το λανθασμένο μήνυμα. Αναφορά σε αποστολή ελληνικών στρατευμάτων στην Κύπρο έγινε και από τον Πρόεδρο Σπ. Κυπριανού, σύμφωνα με τηλεγράφημα από την Ουάσιγκτον προς το Φόρεϊν Όφις, ημερ. 22 Νοεμβρίου 1983, σχετικά με τη συνάντηση που είχε ο Κύπριος Πρόεδρος με τον Αμερικανό Πρόεδρο Ρίγκαν. «Ο Κυπριανού είπε ότι είχε τη διαβεβαίωση του Παπανδρέου ότι οι Έλληνες θα ανταποκρίνονταν σε οιοδήποτε αίτημα των Ελληνοκυπρίων: ξεκάθαρα αυτό θα περιελάμβανε και την αποστολή περισσότερων στρατευμάτων...», σημείωνε η αναφορά...

Υποχρεώσεις για το θεαθήναι
Σε δεύτερη απαντητική επιστολή το Φόρειν Όφις, ημερ. 4 Νοεμβρίου 1983, προς το πρωθυπουργικό γραφείο σε σχέση με την απαίτηση της Πρωθυπουργού Μάργκαρετ Θάτσερ για την ανάγκη έκτακτων σχεδίων για την αντιμετώπιση της πιθανής ανακήρυξης και τις δυσκολίες εκπλήρωσης των υποχρεώσεων της Βρετανίας σύμφωνα με τις Συνθήκες του 1960, έστειλε στην Πρωθυπουργό υπόμνημα καταγράφοντας τις συνέπειες σε περίπτωση ανακήρυξης του ψευδοκράτους. Και σημείωσε: «Όπως ξεκαθαρίζει το υπόμνημα, πιστεύουμε ότι οι αντιδράσεις μας πρέπει να χρωματίζονται από την ανάγκη να φαινόμαστε ότι εκπληρώνουμε τις υποχρεώσεις μας σύμφωνα με τις συνθήκες. Την επιθυμία να διατηρήσουμε καλές σχέσεις με τη Δημοκρατία της Κύπρου για τα συμφέροντά μας, να διατηρήσουμε τη χρήση των βρετανικών κυρίαρχων βάσεών μας ελεύθερη και δίχως προβλήματα και, για γενικότερους λόγους, με την Ελλάδα. Τις επιπτώσεις για το ΝΑΤΟ. Και τις επιπτώσεις για τις σχέσεις Τουρκίας με τη Δύση».

Πιθανές ενέργειες
Σύμφωνα με την απαντητική επιστολή, πιθανές ενέργειες σε περίπτωση ανεξαρτησίας θα περιλαμβάνουν:
«1. Δήλωση ότι καταδικάζουμε την ενέργεια των Τουρκοκυπρίων και να καλούμε να ανακαλέσουν.
2. Διαμαρτυρίες προς την τουρκική κυβέρνηση.
3. Συντονισμό των προσπαθειών μας με τους κύριους συμμάχους και τη Γραμματεία του ΟΗΕ.
4. Διαβούλευση με την κυπριακή Κυβέρνηση.
5. Να καλέσουμε για διαβούλευση την Ελλάδα και Τουρκία, σύμφωνα με τη Συνθήκη Εγγυήσεως του 1960 (αν και τέτοιες διαβουλεύσεις μάλλον θα είναι άκαρπες γιατί μία ή περισσότερες από τις εγγυήτριες δυνάμεις μπορεί να αρνηθούν να λάβουν μέρος, όμως εμείς θα πρέπει να φανούμε ότι εκπληρώνουμε τις υποχρεώσεις μας βάσει της Συνθήκης Εγγυήσεως που καλεί για τις εγγυήτριες δυνάμεις για διαβούλευση).
6. Πρωτοβουλίες με τους Δέκα (ΕΟΚ) και το ΝΑΤΟ.
7. Να καλέσουμε συνεδρία του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και ίσως να πάρουμε την πρωτοβουλία να ετοιμάσουμε ψήφισμα...».
Το Φόρεϊν Όφις θεωρούσε ότι τέτοιες τακτικές θα τους έδιδαν το διπλωματικό προβάδισμα πρωτοβουλίας που θα ικανοποιούσε τους Ελληνοκύπριους και την Ελλάδα σε περίπτωση ανακήρυξης. Θεωρούσαν, βέβαια, ότι θα ήταν αδύνατο να κατόρθωναν οι Ελληνοκύπριοι ανατροπή ανακήρυξης αν την πραγματοποιούσαν οι Τουρκοκύπριοι.

Δεν μπορούσαν να εγγυηθούν στην πράξη
Το Φόρεϊν Όφις, θέτοντας τις θέσεις και απόψεις του προς την Πρωθυπουργό, σημείωνε και τούτο: «Δεν εισηγούμαστε στρατιωτική δράση προκειμένου να "εκπληρώσουμε" την εγγύηση που προνοεί η Συνθήκη. Κάτι τέτοιο θα μας έφερνε αντιμέτωπους με μια κύρια σύμμαχο του ΝΑΤΟ (οι Τούρκοι έχουν στη βόρεια Κύπρο 17.000 στρατό). Παρόλο ότι η Συνθήκη μπορεί να μας δίνει το δικαίωμα να πάρουμε τέτοια δράση, ελλείψει όμως απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας θα είναι μάλλον αντίθετη με τον Καταστατικό Χάρτη των Η.Ε. Εν πάση περιπτώσει, είναι σωστό να καταλήξουμε, όπως έκανε και η Πρωθυπουργός, ότι στην πράξη δεν μπορούμε να εκτελέσουμε την εγγύηση για την εδαφική ακεραιότητα της Δημοκρατίας της Κύπρου, στην οποία αναφέρεται η Συνθήκη Εγγυήσεως του 1960. Ούτε, βέβαια, κατάφεραν οι εγγυήτριες δυνάμεις να διατηρήσουν τις συνταγματικές διευθετήσεις του 1960, που αναφέρονται στις Συνθήκες μετά που αυτές κατέρρευσαν το 1963 μετά την ενδοκοινοτική βία, όταν οι Τουρκοκύπριοι αποχώρησαν από την ομόσπονδη κυβέρνηση. Η τυχόν ανακήρυξη από μόνη της δεν πρόκειται να αποτελέσει απειλή για τις Βρετανικές Κυρίαρχες Βάσεις...».
(Εδώ σημειώνεται και δεύτερη αναφορά, στα περιορισμένα έγγραφα που αποδέσμευσαν για το έτος 1983, σε «ομόσπονδη» Κύπρο).

Μην τους καταδικάσετε… πολύ-|ΔΕΝ ΗΤΑΝ ξεκάθαρο αν το κίνητρο του Ντενκτάς ήταν η εκτόνωση της αρνητικής διεθνούς αντίδρασης ή γνήσιο ενδιαφέρον για συνομιλίες.

Αμερικανός αξιωματούχος του ΟΗΕ ο συγγραφέας του μίνι-πακέτου Ντενκτάς
Οι Αμερικανοί είπαν στους Βρετανούς ότι οι ίδιοι δεν είχαν διάθεση να ηγηθούν διπλωματικών διαπραγματεύσεων ή να πιέσουν το Ηνωμένο Βασίλειο για κάτι τέτοιο

ΤΑ ΕΥΡΥΤΕΡΑ μας συμφέροντα είναι να μην αποξενώσουμε την Τουρκία από τη Δύση, τόνιζαν οι Βρετανοί

Μέρος γ’
Από τα νέα βρετανικά έγγραφα αποκαλύπτεται ότι ο συγγραφέας του μίνι-πακέτου Ντενκτάς για το Βαρώσι ήταν ο ο Αμερικανός αξιωματούχος στη Γραμματεία του ΟΗΕ George Sherry. Γράφει η σχετική αναφορά, ημερ. 22 Νοεμβρίου 1983, από την Ουάσιγκτον προς το Φόρειν Όφις:
«... Ο Σέρμαν (Αμερικανός στο Στέιτ Ντεπάρτμεντ) είπε ότι ο Σιέρι (Γραμματεία ΟΗΕ) τους παρέδωσε μήνυμα από τον Γενικό Γραμματέα στις 19 Νοεμβρίου, ζητώντας από τους Αμερικανούς να πιέσουν τους Έλληνες και τους Ελληνοκυπρίους να μην απορρίψουν τις προτάσεις Ντενκτάς. Ο Σιέρι ισχυρίστηκε ότι η προσφορά Ντενκτάς ήταν έμπνευση της Άγκυρας (το Στέιτ Ντεπάρτμεντ δεν έχει επιβεβαίωση τούτου) και γι' αυτό άξιζε διπλά να το τρέξουμε.

Ο Γενικός Γραμματέας θα επέμενε, ως ένα επιπρόσθετο ζαχαρωτό για τους Ελληνοκύπριους, όπως το πακέτο είναι μη αναστρέψιμο, δηλαδή τα Η.Ε. να συνεχίσουν να εγγυώνται τη διοίκηση των Βαρωσίων και του αεροδρομίου Λευκωσίας μέχρι να βρεθεί συμφωνημένη λύση. Ο Σιέρι είχε προσωπικό ενδιαφέρον, καθώς ο ίδιος ήταν ο συγγραφέας του μίνι-πακέτου πάνω στο οποίο βασιζόταν η προσφορά του Ντενκτάς, όμως επέμενε ότι η προσέγγισή του είχε την πλήρη υποστήριξη του Γενικού Γραμματέα. Η συζήτηση των Αμερικανών με τον Κυπριανού είχε διαμορφωθεί καταλλήλως, ούτως ώστε να ληφθούν υπόψη αυτές οι απόψεις...».

Σημειώνεται ότι το 1964 ο George L. Sherry υπηρέτησε ως ανώτερος πολιτικός σύμβουλος της Ειρηνευτικής Δύναμης στην Κύπρο, από το 1978 μέχρι το 1984 ως επικεφαλής του Ειδικού Τμήματος Πολιτικών Θεμάτων του ΟΗΕ και το 1984 προήχθη στη θέση του Βοηθού Γενικού Γραμματέα. Αφυπηρέτησε το 1985. Γεννήθηκε στην Πολωνία, η οικογένειά του ήταν ρωσικής καταγωγής. Πέθανε τον Οκτώβριο του 2011.

Η Ελλάδα αρνείται συμμετοχή στην Τριμερή
Στις 17 Νοεμβρίου 1983 η βρετανική πρεσβεία στην Αθήνα ενημέρωσε το Λονδίνο ότι η ελληνική Κυβέρνηση αρνήθηκε την πρόταση της Βρετανίας για συμμετοχή σε τριμερή βάση της Συνθήκης Εγγυήσεως, τονίζοντας ότι ήταν αδύνατο για αντιπροσώπους της ελληνικής Κυβέρνησης να συμμετάσχουν σε συζητήσεις για το Κυπριακό με αντιπροσώπους της τουρκικής κυβέρνησης, ενόσω μεγάλο μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας παρέμενε υπό τουρκική κατοχή από τα τουρκικά στρατεύματα.
Όμως η ελληνική Κυβέρνηση μπορούσε να συμμετάσχει σε διμερείς διαβουλεύσεις με τη βρετανική Κυβέρνηση με στόχο την εξερεύνηση πιθανοτήτων για λύση της κυπριακής κρίσης. Παράλληλα δεν θα είχε ένσταση αν η βρετανική κυβέρνηση έκανε το ίδιο και για τον ίδιο λόγο με την τουρκική κυβέρνηση. Σημειώνεται ότι και η κυπριακή κυβέρνηση απέρριψε την Τριμερή.

Δήλωση Μουμπάζ Σοϊζάλ
Σύμφωνα με τηλεγράφημα από την Άγκυρα προς το Φόρειν Όφις (16 Νοεμβρίου 1983) για τα γραφόμενα του τουρκικού Τύπου σχετικά με τη μονομερή ανακήρυξη Ντενκτάς, σημείωσε ότι ο Τύπος παρουσιάστηκε με έναν βαθμό ρεαλισμού όταν έγραψε πως α) το πρόβλημα αναγνώρισης του νέου «κράτους» θα πλανάται για πολλά χρόνια στο μέλλον, β) το ελληνικό λόμπυ στις ΗΠΑ θα προκαλέσει μάξιμουμ προβλήματα σε σχέση με τη στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ προς Τουρκία, γ) η Τουρκία θα αντιμετωπίσει πολύ περισσότερες δυσκολίες στην ομαλοποίηση σχέσεων με την ΕΟΚ και το Συμβούλιο της Ευρώπης... και έβαλε σε δύσκολη θέση την επόμενη κυβέρνηση Οζάλ...
Σε μια άλλη νότα, όμως, έγραψαν ότι η κίνηση Ντενκτάς τελικά θα έθετε τις διαπραγματεύσεις στη βάση της ισότητας. Ο Μ. Σοϊζάλ, ο οποίος ήταν στενά αναμεμειγμένος με το Κυπριακό για χρόνια και υποστήριζε προ πολλού τη μονομερή ανακήρυξη, είπε ότι «τώρα είναι η ώρα για τους Τουρκοκύπριους, έχοντας ξεπεράσει την ψυχολογική κίνηση της ανακήρυξης της ισότητάς του, να προσβλέπουν προς μια συνθηκολόγηση και συμφιλίωση». Και συμπλήρωσε η αναφορά πως «τίποτα από αυτά δεν αναγνωρίζει την ανάγκη να ληφθεί υπόψη ο αναπόφευκτος θυμός και απόγνωση των Ελληνοκυπρίων».

Η στάση Ντενκτάς
Ενημέρωση από την Ουάσιγκτον προς το Φόρειν Όφις (17 Νοεμβρίου 1983) έλεγε ότι οι Αμερικανοί θα συνέχιζαν να πιέζουν τους Τουρκοκυπρίους να ανατρέψουν την απόφασή τους και το ίδιο θα έκαναν και με τους Τούρκους, όμως κατά τη γνώμη τους οι πιθανότητες ήσαν μηδαμινές. Άξιζε όμως να εξετάσουν κατά πόσον η απόφαση του Ντενκτάς θα άνοιγε νέες διαπραγματευτικές πιθανότητες. Η ετοιμότητά του να ανοίξει τα Βαρώσια για επανεγκατάσταση Ελληνοκυπρίων και να συμφωνήσει στο άνοιγμα του διεθνούς αερολιμένα πρόσφερε ευκαιρίες που έπρεπε να συζητούσαν περαιτέρω (Βρετανοί και Αμερικανοί μεταξύ τους).

Δεν ήταν όμως ξεκάθαρο κατά πόσον το κίνητρο του Ντενκτάς ήταν για εκτόνωση της αρνητικής διεθνούς αντίδρασης στη μονομερή του ανακήρυξη ή για να σηματοδοτήσει ένα γνήσιο ενδιαφέρον για νέες διαπραγματεύσεις... Οι Αμερικανοί είπαν στους Βρετανούς ότι οι ίδιοι (ΗΠΑ) δεν είχαν διάθεση να ηγηθούν διπλωματικών διαπραγματεύσεων ή να πιέσουν το Ηνωμένο Βασίλειο για κάτι τέτοιο. Συμφωνούσαν πλήρως ότι έπρεπε να αφήσουν τον Γενικό Γραμματέα να ηγηθεί. Και να δρουν μαζί προς υποστήριξη των προσπαθειών του... Ήταν αναμενόμενο, όμως, ότι θα αντιμετώπιζαν δυνατές πιέσεις από τους Ελληνο-Αμερικανούς...

Συγκρατήστε τους Έλληνες
Σε μιαν άλλη αναφορά (ημερ. 18 Νοεμβρίου 1983) για το ίδιο θέμα, ο Αμερικανός αξιωματούχος Eagleburger είπε στους Βρετανούς ότι έβλεπε την ανάγκη να συγκρατούσαν τους Έλληνες από τυχόν άσοφες κινήσεις. Εισηγήθηκε ότι οι Βρετανοί ήσαν σε πολύ καλύτερη θέση από τους Αμερικανούς να προσέγγιζαν τους Έλληνες με σκοπό να μετριάσουν την αντίδρασή τους στις τουρκικές ενέργειες, ενώ οι ίδιοι (Αμερικανοί) είχαν περισσότερη επιρροή πάνω στην Άγκυρα... Συμπωματικά ο Eagleburger εμφανίστηκε να εκφράζεται με τον ίδιο τρόπο όπως και ο Τούρκος Μ. Σοϊζάλ όταν είπε ότι «τώρα που οι Τουρκοκύπριοι κατόρθωσαν την ισότητά τους με τους Ελληνοκυπρίους ίσως να νιώθουν ψυχολογικά πιο εύκολοι για περαιτέρω συνομιλίες»!

Οδηγίες Χάου για το ψήφισμα της Κοινοπολιτείας
Ενδιαφέρον έχουν, εν τω μεταξύ, και οι οδηγίες που έδωσε ο Υπ. Εξωτερικών και Κοινοπολιτείας Τζέφρυ Χάου στις 21 Νοεμβρίου 2013 στη βρετανική αντιπροσωπία που βρισκόταν στο Νέο Δελχί για τη διάσκεψη της Κοινοπολιτείας. Αφού τους ενημέρωσε για το ψήφισμα 541/1983 και ότι οι Τούρκοι δέχθηκαν να λάβουν μέρος στην πρόταση της Βρετανίας για διαβούλευση των εγγυητριών δυνάμεων ενώ οι Έλληνες δεν δέχονταν ενόσω τα τουρκικά στρατεύματα βρίσκονται στην Κύπρο, τους τόνισε τα εξής:

«Τα συμφέροντά μας σε σχέση με τις βρετανικές κυρίαρχες περιοχές απαιτούν όπως επιδείξουμε κάποια συμπάθεια προς τους Ελληνοκυπρίους. Όμως τα ευρύτερά μας συμφέροντα είναι να μην αποξενώσουμε την Τουρκία από τη Δύση, και η τάση των Ελληνοκυπρίων να υπερβάλλουν την υποστήριξη μας προς αυτούς, απαιτούν όπως εμείς δεν παίρνουμε πλήρως την πλευρά τους και αποφεύγουμε π.χ. την πλήρη καταδίκη της Τουρκίας στη διάσκεψη της Κοινοπολιτείας. Θα πρέπει να εργασθείτε στη διάσκεψη της Κοινοπολιτείας για μιαν ανακοίνωση, η οποία πλησιάζει όσο περισσότερο γίνεται δυνατό τη γλώσσα που ψηφίσματος του Συμβουλίου Ασφαλείας».
(Σημείωση γράφουσας. Εδώ εξηγείται και γιατί αρνήθηκαν οι Βρετανοί την απαίτηση της δικής μας πλευράς όπως αντικατασταθεί στο ψήφισμα η λέξη “deplores” με τη λέξη “condemns” ).

Έκρυβαν την αλήθεια οι Βρετανοί-Κυπριανού: Ο Γκόμπι τα έδιδε όλα στους Τούρκους και τίποτα στους Έλληνες

Αναγνώριζαν ότι οι κινήσεις της τουρκικής πλευράς παραβίαζαν τη Συνθήκη Εγγυήσεως αλλά δεν ήθελαν να το εκφράσουν δημοσίως, για να μην αναγκαστούν να αντιδράσουν ως εγγυήτρια δύναμη
Μέρος δ’
Στην παρουσίαση των εγγράφων το Σάββατο αναφερθήκαμε, μεταξύ άλλων, στις σκέψεις Αμερικανών και Βρετανών, σε σχέση με τις συνομιλίες στο Κυπριακό. Σε συνάντησή τους με τον τότε Γ.Γ. του ΟΗΕ Κ. Βάλντχαϊμ στις 14 Οκτωβρίου 1981, ο Πρόεδρος Σπύρος Κυπριανού και ο Νίκος Ρολάνδης (Υπ. Εξωτερικών) εξέφρασαν την έκπληξή τους για τις ιδέες Γκόμπι (ειδικού αντιπροσώπου του Γ.Γ. του ΟΗΕ, Ούγκο Γκόμπι) και είπαν ότι ο Γκόμπι τα έδιδε όλα στους Τούρκους και τίποτα στους Έλληνες. Ειδικά απέρριψαν την εκ περιτροπής προεδρία, το προτεινόμενο βέτο στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο και επέκριναν το «Ταμείο Ανάπτυξης για τον Βορρά», «προσποιούμενοι ότι είναι νέα ιδέα, παρόλο ότι περιλαμβανόταν στο δυτικό σχέδιο του 1978», γράφει η αναφορά από τη Βρετανική Αντιπροσωπία στη Νέα Υόρκη προς το Φόρεϊν Όφις. Αναφορικά με το εδαφικό, παραπονέθηκαν έντονα για την πρόθεση του Γκόμπι να ξεκινήσει από το 30% για τους Τούρκους. Ο Μακάριος (είπαν) επέτρεψε στον Κληρίδη να διαπραγματευθεί από το 25%.


Σημειώνεται ότι πράγματι το αναφερθέν «Ταμείο» περιλαμβανόταν στο αγγλο-αμερικανο-καναδικό σχέδιο το 1978. Με το «Ταμείο Αποζημιώσεων» στο σχέδιο εκείνο, ουσιαστικά στόχευαν στην αναβάθμιση της «οικονομίας» της τ/κ συνιστώσας περιφέρειας (την εξίσωσή της δηλαδή με εκείνην της ε/κ συνιστώσας περιφέρειας, την Κυπριακή Δημοκρατία) και την αποζημίωση των προσφύγων που δεν θα επέστρεψαν πια στα σπίτια τους... Γράψαμε σχετικά στη «Σημερινή» τον Ιανουάριο του 2009.

Καταγγελίες Σπύρου
Τρισέλιδη επιστολή, ημερ. 31 Ιουλίου 1982, έστειλε ο τότε Πρόεδρος Σπ. Κυπριανού προς την Πρωθυπουργό της Βρετανίας κ. Μάργκαρετ Θάτσερ, καταγγέλλοντας την απόφαση τής τουρκοκυπριακής ηγεσίας να περάσει λεγόμενο «νόμο» στις 27 Ιουλίου 1982, κατάσχοντας τις περιουσίες των Ελλήνων προσφύγων στα κατεχόμενα, δίδοντας «δικαίωμα» στους καταπατητές των περιουσιών αυτών να επικαλούνται ιδιοκτησία και να πωλούν, υποθηκεύουν κτλ τις περιουσίες αυτές εις παραβίασιν των διεθνών νόμων και ειδικά των ψηφισμάτων του ΟΗΕ και Συμβουλίου Ασφαλείας για την Κύπρο. Με το κατοχικό καθεστώς να δίδει κάποια «πιστοποιητικά» στους καταπατητές των περιουσιών, έγραψε ο Σπ. Κυπριανού, αναφερόμενος και στις χιλιάδες των εποίκων από την Τουρκία και μελών του τουρκικού στρατού που καταπατούν τις κατεχόμενες περιουσίες. Ο κ. Κυπριανού ανέφερε στην επιστολή του ότι της κίνησης αυτής προηγήθηκε, τον μήνα που πέρασε, η απόφαση της Τουρκίας να δημιουργήσει στα κατεχόμενα «Κεντρική Τράπεζα» και «Τράπεζα Ανάπτυξης» και την εισαγωγή της τουρκικής λίρας ως «νόμιμου νομίσματος» για όλες τις συναλλαγές.

Το ήξεραν αλλά…

Μελετώντας την επιστολή (31 Ιουλίου 1982) Κυπριανού προς Θάτσερ, το Φόρεϊν Όφις σημείωνε τα εξής προς τον προσωπικό Γραμματέα της κ. Θάτσερ: «Τους τελευταίους μήνες οι τουρκοκυπριακές "αρχές" έχουν επίσης ανακοινώσει προτάσεις για αριθμό οικονομικών μέτρων, περιλαμβανομένων της ίδρυσης στην Κύπρο παραρτήματος της Τουρκικής Κεντρικής Τράπεζας, της ίδρυσης τράπεζας ανάπτυξης, της αντικατάστασης της κυπριακής λίρας με την τουρκική λίρα ως του επίσημου νομίσματος στο "Τουρκικό Ομόσπονδο Κράτος της Κύπρου", και την υπογραφή οικονομικού πρωτοκόλλου με την Τουρκία. Η δική μας άποψη για όλα αυτά τα προτεινόμενα μέτρα είναι πως αυτά παραβιάζουν τη Συνθήκη Εγγυήσεως του 1960. Όμως δεν συμφωνούμε με τους ισχυρισμούς των Ελληνοκυπρίων ότι αυτά αντιπροσωπεύουν ένα βήμα προς τον δρόμο της ιδρύσεως ξεχωριστού κράτους ή πως, μαζί αντανακλούν τους διχοτομικούς στόχους του κ. Ντενκτάς. Ούτε ότι θα πρέπει να θέσουμε θέμα της Συνθήκης Εγγυήσεως, γιατί αυτό θα είναι εις βάρος μας, εφόσον οι Ελληνοκύπριοι θα απαιτήσουν όπως, ως εγγυήτρια δύναμη, προσπαθήσουμε να σταματήσουμε τους Τουρκοκυπρίους από του να εφαρμόσουν τις προτάσεις τους...».

Το Φόρεϊν Όφις, σε τελική ανάλυση, συμβούλευε το γραφείο της Πρωθυπουργού απλώς να απαντήσει ότι παρέλαβε την επιστολή, χρησιμοποιώντας χαμηλούς τόνους, όπως θα έκαναν οι Αμερικανοί, οι Γάλλοι και Ιταλοί, και να χρησιμοποιηθεί η ευκαιρία να τονιστεί προς τον Κυπριανού η υποστήριξη για τις ενδοκοινοτικές συνομιλίες και να αποθαρρυνθεί η πρόθεση του Κυπριανού να προβάλει το θέμα στη Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ.

Θέμα Αγνοουμένων
Στις 26 Απριλίου 1982, η Πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ απάντησε και σε προηγούμενη επιστολή του Προέδρου Σπύρου Κυπριανού, ημερ. 29 Μαρτίου 1982, σχετικά με το θέμα των Αγνοουμένων. Έγραψε ότι συμμεριζόταν την ανησυχία του για την πολύ μικρή πρόοδο που έγινε για το σοβαρό αυτό ανθρωπιστικό πρόβλημα και τόνισε τη συμπάθεια τής βρετανικής Κυβέρνησης προς όλους στην Κύπρο που υπέφεραν με την αγωνία της αβεβαιότητας για την τύχη των αγαπημένων τους προσώπων, που τόσο εύγλωττα είχε περιγράψει στην επιστολή του ο κ. Κυπριανού. Η κ. Θάτσερ πίστευε ότι ο καλύτερος τρόπος ήταν μέσω της νεο-σύστατης τότε Επιτροπής Αγνοουμένων τον περασμένο Απρίλιο.

Τι έλεγε το Φόρεϊν Όφις για την πιθανότητα μονομερούς ανακήρυξης
Σε επιστολή του ημερ. 14 Οκτωβρίου 1983 προς το Γραφείο της Πρωθυπουργού Μάργκαρετ Θάτσερ, το οποίο είχε ζητήσει ενημέρωση για τις τελευταίες εξελίξεις σχετικά με την πιθανότητα ανακήρυξης του ψευδοκράτους, με τίτλο «Κύπρος: Πιθανότητα τουρκοκυπριακής ανακήρυξης ανεξαρτησίας», έγραψε το Φόρεϊν Όφις μεταξύ άλλων:
«...Ο Τουρκοκύπριος ηγέτης κ. Ντενκτάς εδώ και καιρό υποστηρίζει τη δημιουργία ξεχωριστού τουρκοκυπριακού κράτους. Κατά καιρούς στο παρελθόν απείλησε με ανακήρυξη ανεξαρτησίας. Αυτές οι απειλές αυξήθηκαν με πρωτοφανή επιμονή μετά τη συζήτηση για το Κυπριακό στα Ηνωμένα Έθνη τον περασμένο Μάιο, όπου το ψήφισμα πέρασε με μεγάλη πλειοψηφία (εμείς απήχαμε), ήταν έντονα φιλο-ελληνοκυπριακό. Πρόσφατα, όταν βρέθηκε στο Λονδίνο (ο Ντενκτάς) με ιδιωτική επίσκεψη, στις 10 Οκτωβρίου χαρακτήρισε τις τελευταίες ιδέες του Γ. Γραμματέα (του ΟΗΕ) ως "βρόμικο κόλπο σε συμπαιγνία με τους Ελληνοκυπρίους". Την επομένη στο Στρασβούργο είπε ότι θα ξεκινούσε κινήσεις προς ανεξαρτησία τον καιρό των τουρκικών εκλογών (6 Νοεμβρίου). Απείλησε ότι θα ανακηρύξει ανεξαρτησία αν οι Ελληνοκύπριοι δεν αποσύρουν τους αντιπροσώπους τους από το Συμβούλιο της Ευρώπης και αν ο Κυπριανού αρνείται να πάρει μέρος σε συνάντηση κορυφής όπως ο ίδιος (Ντενκτάς) εισηγήθηκε... Δεν ήταν προς το συμφέρον της τουρκικής κυβέρνησης να προβεί σε ανακήρυξη ο Ντενκτάς... φαίνεται η επιρροή της πάνω στον Ντενκτάς να μην είναι και τόσο μεγάλη.
»Ως συν-εγγυητής στη Συνθήκη Εγγυήσεως του 1960, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει υποχρεώσεις να εγγυηθεί την ανεξαρτησία, εδαφική ακεραιότητα και ασφάλεια της Δημοκρατίας της Κύπρου και να απαγορεύει δραστηριότητες που στοχεύουν στη διχοτόμηση της νήσου. Επομένως, εμείς έχουμε απευθείας ενδιαφέρον στο θέμα αυτό. Όπως ακριβώς δεν αναγνωρίζουμε τη διοίκηση του Ντενκτάς στη βόρεια Κύπρου (το «τουρκικό Ομόσπονδο Κράτος της Κύπρου»), με τον ίδιο τρόπο δεν μπορούμε να αναγνωρίσουμε ένα ανεξάρτητο κράτος...

»Εν πάση περιπτώσει, είναι σωστό να πάρουμε στα σοβαρά τις απειλές Ντενκτάς. Έχουμε δώσει οδηγίες στους αντιπροσώπους της Α. Μεγαλειότητος στη Λευκωσία και Άγκυρα να προβούν σε έντονες διαμαρτυρίες προς τον Ντενκτάς και την τουρκική κυβέρνηση... Έχουμε επίσης εισηγηθεί στις συμμαχικές δυνάμεις, εκείνες που συνεργάζονται στενά μ' εμάς για το Κυπριακό (Αμερικανούς, Γερμανούς, Γάλλους και Ιταλούς), όπως πράξουν και εκείνοι το ίδιο. Οι Αμερικανοί, που διατηρούν τη μεγαλύτερη επιρροή πάνω στους Τούρκους, ήδη μίλησαν στους Τούρκους για την ανάγκη επανέναρξης των ενδοκοινοτικών συνομιλιών. Έχουν ήδη κάνει ξεκάθαρο στους Τούρκους ότι δεν θα αναγνωρίσουν τυχόν ανακήρυξη ανεξαρτησίας στη βόρεια Κύπρο... Η Λαίδη Γιανγκ, που θα επισκεφθεί την Κύπρο μεταξύ 19-22 Οκτωβρίου, θα υπογραμμίσει τις απόψεις μας αυτές προσωπικά στον Ντενκτάς και ο κ. Χέσελταϊν, που θα επισκεφθεί την Άγκυρα στις 17 Οκτωβρίου, επίσης θα γνωστοποιήσει τις θέσεις μας στους Τούρκους».

Στόχος του Ντενκτάς, η διζωνική-Το Η.Β. αρκέστηκε στις προειδοποιήσεις αναφορικά με τη μονομερή ανακήρυξη

Η «μεγαλόφωνη διπλωματία» του Γενικού Γραμματέα μέσω των ενδοκοινοτικών συνομιλιών ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία, εκτιμούσε ο απεσταλμένος των Βρετανών πριν από 30 χρόνια
Μέρος ε’
Στη χθεσινή μας παρουσίαση αναφερθήκαμε στις αντιδράσεις των Βρετανών -αλλά και των Αμερικανών, όπως αποδίδονται από τα έγγραφα του Φόρεϊν Όφις- σε σχέση με τις μονομερείς κινήσεις του Ραούφ Ντενκτάς, για αναγνώριση του ψευδοκράτους, τις οποίες δεν έβλεπαν μεν με καλό μάτι, δεν επιθυμούσαν δε να ανατρέψουν. Σε τηλεγράφημά της η βρετανική Υπάτη Αρμοστεία στη Λευκωσία προς το Φόρεϊν Όφις, ημερ. 7 Νοεμβρίου 1983, ενημέρωνε ότι ο Ρ. Ντενκτάς σε συνάντηση με τους Τουρκοκύπριους ηγέτες, τους είπε ότι η ανακήρυξη καθυστέρησε λόγω «εξελίξεων», αναμένοντας την απόφαση του Σπ. Κυπριανού για νέα συμφωνία υψηλού επιπέδου.

Να κάνουμε Διζωνική

Ο Ντενκτάς ισχυρίστηκε, σύμφωνα με την αναφορά, ότι ο στόχος του ήταν η δημιουργία μιας Διζωνικής Δικοινοτικής Δημοκρατίας. «Αν οι Ελληνοκύπριοι αναγνωρίσουν την τουρκοκυπριακή κοινότητα ως έναν από τους δύο λαούς στην Κύπρο με το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης, δεν υπάρχει ανάγκη για νέο βήμα. Η μπάλα είναι στην αυλή των Ελληνοκυπρίων». Ο Ντενκτάς ζήτησε την αποχώρηση των δύο Ελληνοκύπριων αντιπροσώπων στο Συμβούλιο της Ευρώπης, προσθέτοντας ότι αλλιώς δεν θα ήταν δυνατή η επανέναρξη των ενδοκοινοτικών συνομιλιών... Κλείνοντας την αναφορά, το τηλεγράφημα σημείωνε ότι ο Γκόμπι θα αναλάμβανε ως Υπουργός Εξωτερικών της Αργεντινής και, παρόλο ότι θα ερχόταν στην Κύπρο πιθανό για να αποχαιρετήσει, δεν επρόκειτο να αναμειχθεί σε ουσιαστικές διαβουλεύσεις.

Δεν ήταν μεγάλη η ζημιά

Επιστρέφοντας από την 45η επίσκεψή του στην Κύπρο, από τότε που ο Βρετανός Πρωθυπουργός Antony Eden τον έστειλε ως μεσάζοντα μεταξύ του Αρχιεπ. Μακαρίου και του Στρατάρχη Χάρτινγκ, ο σερ Francis Noel-Baker ενημέρωσε στις 18 Νοεμβρίου 1983 σχετικά, τον ιδιαίτερο Γραμματέα της Πρωθυπουργού Θάτσερ. Είδε, είπε, «αμφότερες τις πλευρές και συναντήθηκε με ηγετικά στελέχη Ελληνοκύπριους και Τουρκοκύπριους. Και τον (εξαιρετικά έξυπνο) Τούρκο "πρέσβη" στον βορρά». Συζήτησαν, έγραψε, τη μονομερή ανακήρυξη και τους προειδοποίησε προφορικά και γραπτώς εναντίον τέτοιας ενέργειας γιατί θα πάγωνε την υπάρχουσα διχοτόμηση, θα καθυστερούσε τις συνομιλίες με τους Ελληνοκύπριους, θα ενοχλούσε τις σχέσεις Τουρκίας με την Κοινότητα (ΕΟΚ). Προσωπικά, όμως, δεν πίστευε ότι επέφερε μεγάλη ζημιά στην Κύπρο. Εδώ και καιρό διατηρούσε την άποψη ότι η «μεγαλόφωνη διπλωματία» του Γενικού Γραμματέα μέσω των ενδοκοινοτικών συνομιλιών, ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία.

Ομάδα έρευνας

Ο Francis Noel-Baker πρόσθεσε: «Είμαι τώρα πεπεισμένος όσο ποτέ στο παρελθόν, ότι η καλύτερη ελπίδα είναι μια συνεχής και επίμονη, χαμηλού προφίλ αποστολή, μακράν της δημοσιότητας, για να μαθαίνουμε πού το πάνε οι τέσσερις πλευρές. (Για τα οποία θα αποφασίσουν η Άγκυρα και η ελληνική Λευκωσία - «of whom Ankara and Greek Nicosia are decisive”). Μπορεί (η αποστολή) να αποτελείται από έναν Καναδό (έχουν στρατεύματα εκεί), έναν Γιουγκοσλάβο και έναν άλλο. Μπορεί ακόμα να πιάσει δουλειά ως μια "ομάδα έρευνας" (Research team). Αν μέχρι τότε βρεθεί βάση για σημαντικές διαπραγματεύσεις, τα μέρη μπορούν να κληθούν σε συνάντηση, όχι πριν. Αλλιώς καμία ζημιά».

Υπέσκαπτε τις συνομιλίες;

Για τον Α. Παπανδρέου το Φόρειν Όφις τον Μάρτιο του 1982 έγραφε προς την Πρωθυπουργό ότι οι δραστηριότητές του υπέσκαψαν τις ενδοκοινοτικές συνομιλίες που είχαν επαναρχίσει στη Λευκωσία προς το τέλος του 1980. Η επίσκεψή του στο νησί τον Φεβρουάριο του 1982 ύψωσε το πολιτικό θερμόμετρο και έκτοτε προωθούσε διάφορες ιδέες με στόχο η Δύση να πιέσει την Τουρκία, προωθούσε διεθνή διάσκεψη, μια πρόταση που ξεκίνησε αρχικά από τους Ρώσους, που προσπαθούσαν να μπουν στο παιχνίδι. Καθώς και πρόταση να χρησιμοποιούνταν οι υπηρεσίες του Her Willy Brandt.

Το Φόρεϊν Όφις είχε μελετήσει τις ιδέες Παπανδρέου αλλά βρήκε ότι δεν έπρεπε να ενθαρρυνθούν και η όλη προσπάθεια έπρεπε να συγκεντρωθεί στην προώθηση της επανέναρξης των ενδοκοινοτικών συνομιλιών. Διαβουλεύθηκαν με τους συμμάχους των στο Κυπριακό (Γαλλία, Γερμανία και Ιταλία) και όλοι συμφώνησαν, γράφει το έγγραφο, να ακολουθήσουν την ίδια γραμμή.

Νέα απόφαση:
Έγγραφα κάθε 20 χρόνια
Σημειώνεται ότι, από είδηση που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα του Βρετανικού Κρατικού Αρχείου, ενημερωνόμαστε ότι η βρετανική κυβέρνηση αποφάσισε ότι στα πλαίσια της ατζέντας της για ευρύτερη διαφάνεια θα αποδεσμεύει τώρα τα επίσημα έγγραφά της, σε 20 χρόνια και όχι 30 όπως γινόταν μέχρι σήμερα. Αυτή η πολιτική ξεκινά από φέτος (2013) και θα αποδεσμεύονται έγγραφα δύο ετών κάθε χρόνο και έτσι αναμένεται μέχρι το 2023 να αποδεσμευθούν τα έγγραφα για το 2003. (Στη δική μας περίπτωση, τα έγγραφα του 2004 με το Σχέδιο Ανάν θα αποδεσμευθούν π.χ. το 2024).
Και όλα αυτά να σημειώσουμε, ενώ επανα-δέσμευσαν στην περίπτωση της Κύπρου, διάφορα έγγραφα και ολόκληρο φάκελο της δεκαετίας του 1950 για 120 χρόνια μέχρι το 2080 και έναν φάκελο που αφορά στο πραξικόπημα για το 2059.

Με τη σημερινή παρουσίαση ολοκληρώθηκε η ανάλυση των φετινών αποχαρακτηρισμένων εγγράφων, που αφορούσαν το 1983. Στα επόμενα μέρη θα ασχοληθούμε με τα καινούρια «ξεχασμένα» έγγραφα, τα οποία επίσης αποδεσμεύτηκαν πριν από λίγες ημέρες.


Τα… κλειδωμένα έγγραφα-Ποιους προστατεύει η Βρετανία για να σφραγίσει έγγραφα μέχρι το 2080;

Οι Βρετανοί δεν άνοιξαν τους φακέλους για το ΑΚΕΛ, όχι για λόγους εθνικής ασφάλειας, που χρησιμοποιούν συνήθως, αλλά για λόγους… υγείας
μέρος στ΄

Αποδεσμεύθηκε την Τρίτη 30 Αυγούστου 2013 και έκτη δόση των «ξεχασμένων εγγράφων» της αποικιοκρατίας, με έγγραφα που αναφέρονται σε διάφορα θέματα, τα πλείστα διαδικαστικά, που καλύπτουν φακέλους από το 1938 - 1966. Όμως, η είδηση αυτήν τη φορά δεν βρίσκεται τόσο στο περιεχόμενο των εγγράφων όσο στην ενημέρωση ότι συγκεκριμένος φάκελος με τίτλο «Κύπρος: Κομμουνισμός: σχέσεις μεταξύ ΑΚΕΛ (Ανορθωτικό Κόμμα Εργαζομένου Λαού) και ΕΟΚΑ» ξανάκλεισε πριν ανοίξει, μέχρι την 1 Ιανουαρίου 2080! Τα δε δικαιολογητικά για τη διατήρησή του:
1. Υγεία και Ασφάλεια.
2. Προσωπικές πληροφορίες με εμπλοκή τρίτου προσώπου (ή τρίτων).
Γιατί το έκαναν;
Και διερωτόμαστε ποιον ή ποιους προστατεύει η Βρετανία για να αποφασίσουν κάποιοι στο Φόρεϊν Όφις το 2012/2013, και ενώ τα έγγραφα αυτά είχε αποφασιστεί να αποδεσμευθούν, να τα ξανα-αμπαρώσουν μέχρι το 2080; Τι περιέχει ο φάκελος αυτός που μπορεί να επηρεάσει την υγεία και την ασφάλειά μας και που σχετίζεται με τις σχέσεις ΑΚΕΛ και ΕΟΚΑ; Εδώ οι δικαιολογίες είναι ξεκάθαρες και δεν αναφέρονται π.χ. στην «Εθνική Ασφάλεια» (National Security) της Βρετανίας, η οποία συνήθως χρησιμοποιείται για πολλές κατακρατήσεις εγγράφων, και που θα το δεχόμασταν. Να προστεθεί ότι, παράλληλα, πάρα πολλές σελίδες σε φακέλους που άνοιξαν, έχουν και αυτά κρατηθεί απόρρητα με το ίδιο δικαιολογητικό, άλλα για 120 χρόνια, άλλα για 117 και άλλα για 80 χρόνια.
Παράλληλα, προσέξαμε ότι και σε φάκελο με τίτλο «Δραστηριότητες Αρχιεπισκόπου Μακαρίου από τις 2 Αυγούστου 1954 1954-56», ο οποίος είναι αποδεσμευμένος, πάρα πολλά έγγραφα είτε αφαιρέθηκαν με σημείωση ότι και αυτά παραμένουν απόρρητα για 120 χρόνια, δηλαδή μέχρι το 2080, είτε ότι απλά διατηρούνται απόρρητα είτε έχουν ορισμένες παραγράφους μαυρισμένες.

Τα βασικά ζητήματα

Τα κυριότερα στοιχεία στα νέα «ξεχασμένα έγγραφα» είναι η στάση του Εζεκία Παπαϊωάννου και του ΑΚΕΛ έναντι του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου το 1954, οι ένοπλες ομάδες που είχε οργανώσει το ΑΚΕΛ, η συνεργασία του με το ΚΚ Αγγλίας, μια δημοσίευση για «μυστική συμφωνία» μεταξύ του Αρχ. Μακαρίου και του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Σπυρίδωνος το 1952, συνεντεύξεις του Μακαρίου, κατάλογος απωλειών μεταξύ 1 Απριλίου 1955 και 31 Δεκεμβρίου 1958, καταγγελίες εναντίον των βρετανικών σωμάτων ασφαλείας, ότι ο Μακάριος γνώριζε εκ των προτέρων για την εξορία του, δηλώσεις του για την ΕΟΚΑ, μια εντολή του Κυριάκου Μάτση, η ίδρυση των Κυπριακών Αερογραμμών, η ίδρυση της Κεντρικής Αρχής Ηλεκτρισμού, και πάρα πολλά άλλα θέματα τα οποία, όμως, καλύφθηκαν ήδη σε άλλες σειρές που ήδη αποδεσμεύθηκαν προ 20ετίας, γι΄ αυτό και τα παρακάμπτουμε προς το παρόν.

«Είμαι εναντίον της βίας, αλλά...»

Σε έγγραφο με τίτλο «Περίληψη του Κυπριακού Τύπου ημερ. 11 Σεπτεμβρίου 1955», σημειώνεται ότι στην εφημερίδα της Κύπρου «Ελευθερία», σύμφωνα με τον εν Λονδίνω ανταποκριτή της, ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος δήλωσε τα εξής στον ειδικό ανταποκριτή της Daily Express στην Κύπρο: «Δεν μπορώ να σταματήσω τη βία. Δεν μπορώ να αποκηρύξω την ΕΟΚΑ από τον άμβωνα. Την υποστηρίζουν οι περισσότεροι Κύπριοι. Είμαι εναντίον της βίας, έστω και αν δεν μπορώ να τη σταματήσω».
Δημοσίευμα ημερ. 27 Μαΐου 1955 φέρει τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο -καθώς βρισκόταν στο Κάιρο επιστρέφοντας από το Bandung όπου είδε τον πρωθυπουργό της Αιγύπτου Abdel Nasser και άλλους ηγέτες της Αιγύπτου- να δήλωσε σε δημοσιογράφους ότι «καταδικάζω τη βία με οποιαδήποτε μορφή» και ότι είχε σκοπό να επαναφέρει το Κυπριακό στα Ηνωμένα Έθνη ως το μόνο μέσο για λύση του κυπριακού προβλήματος.

Αναμένοντας την εξορία

Αναφορά των μυστικών υπηρεσιών των Βρετανών στην Κύπρο ημερ. 26 Οκτωβρίου, 1955 γράφει για τους φόβους του Αρχιεπισκόπου για το μέλλον του. Πηγή πλησίον του Αρχιεπισκόπου ανέφερε ότι ο Αρχιεπίσκοπος αναμένει ότι θα σταλεί σε εξορία ανά πάσα στιγμή και ανησυχεί για την προοπτική. Σημειώνεται ότι το Λονδίνο είχε, τουλάχιστον από τον Σεπτέμβριο του 1955, αρχίσει προετοιμασία για εξορία του Μακάριου και βρισκόταν σε αλληλογραφία με τον Κυβερνήτη των Σεϋχελλών.

«Ανυποχώρητος Αρχιεπίσκοπος»

Στις 18 Ιανουαρίου 1955 η Cyprus Mail, με τίτλο «Uncompromising Prelate», αναφέρθηκε σε δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου με επίκεντρο κυριακάτικο κήρυγμα του Αρχ. Μακαρίου, γράφοντας ότι ο Αρχιεπίσκοπος δεν μάσησε τα λόγια του όταν ξεκάθαρα δήλωσε ότι όποιος Ελληνοκύπριος πιστεύει ότι ένα σύνταγμα δεν θα ήταν και κακό πράγμα για την Κύπρο, θα θεωρηθεί ως προδότης και θα υπόκειται στη δημόσια περιφρόνηση και ύβριν. Η εφημερίδα ήταν επικριτική των δηλώσεων Μακαρίου.
Σε άλλη ομιλία του, ο Αρχ. Μακάριος, στις 8.9.1955 στο μοναστήρι του Κύκκου, είπε μεταξύ άλλων τα ακόλουθα, γράφει άλλη αναφορά, καθώς αναφέρθηκε στην αυτοδιάθεση: «... Άγγλοι, να το έχετε υπόψη. Δεν θα παραμείνουμε σκλάβοι. Θα συνεχίσουμε τον αγώνα αλύγιστοι παρ΄ όλες τις δυσκολίες... Ίσως να μας επιβάλετε και πιο σκληρούς νόμους για να μας καταπιέσετε τη θέλησή μας. Όμως δεν φοβόμαστε τις φυλακές και τις εξορίες, γιατί η ελευθερία δεν φυλακίζεται ούτε εξορίζεται. Ο θάνατος δεν μας φοβίζει, γιατί η λευτεριά δεν πεθαίνει. Θα συνεχίσουμε τον αγώνα μέχρι που η ελληνική σημαία να κυματίζει στην Ελληνική Κύπρο».
ΦΑΝΟΥΛΑ ΑΡΓΥΡΟΥ
Ερευνήτρια/δημοσιογράφος, Λονδίνο