Μετά από 3ετή λιτότητα, η ευρωζώνη δεν έχει στραφεί στα ουσιαστικά της
προβλήματα. Η δραματική κρίση απασχόλησης και ο κίνδυνος για μία χαμένη
γενιά. Το βάρος πέφτει στη Γερμανία. Είναι κρίμα που δεν έχει μειώσει τη
φορολογία της.
Αυτές οι αποφάσεις έχουν οικονομική λογική. Τα επιχειρήματα για ταυτόχρονη προσαρμογή της δημοσιονομικής πολιτικής στα κράτη-μέλη της ευρωζώνης βασίστηκαν σε εσφαλμένη διάγνωση της κρίσης. Γεγονός είναι ότι ορισμένες χώρες -κυρίως η Ελλάδα- ζούσαν πέραν των εσόδων τους και δεν είχαν άλλη επιλογή από τη μείωση του κενού στα δημοσιονομικά τους. Σε επίπεδο ευρωζώνης, όμως, το επίπεδο των ελλειμμάτων και του χρέους ήταν (και είναι ακόμη) διαχειρίσιμο.
Τα πραγματικά προβλήματα της νομισματικής ένωσης βρίσκονται στα υπερβολικά ελλείμματα στα ισοζύγια τρεχουσών συναλλαγών, στον τραπεζικό κλάδο που ήταν πανευρωπαϊκός κατά τη διάρκεια της άνθησης, αλλά εθνικός όταν έσκασε η φούσκα και στην αναιμική ή μη βιώσιμη ανάπτυξη, ειδικότερα στις οικονομίες του Νότου.
Τρία χρόνια αργότερα, η ευρωζώνη δεν έχει ακόμη στραφεί σε αυτά τα προβλήματα. Είναι επίσης παγιδευμένη σε μία δραματική κρίση απασχόλησης. Η έκθεση του ΟΟΣΑ προβλέπει ότι το ποσοστό της ανεργίας θα αγγίξει τον επόμενο χρόνο το 12,3%. Το ποσοστό της ανεργίας των νέων εκτιμάται στο 24%. Εάν οι κυβερνήσεις δεν δράσουν σύντομα, τότε υπάρχει πραγματικός κίνδυνος για μία χαμένη γενιά στην Ευρώπη. Αυτό θα οδηγήσει σε μόνιμες ζημίες παραγωγής δεδομένου ότι η μακροπρόθεσμη ανεργία οδηγεί σε απώλεια ικανοτήτων, με αποτέλεσμα να είναι σχεδόν ανέφικτο για τον άνεργο να βρει ξανά δουλειά.
Δικαίως η Κομισιόν ζητά από τα κράτη-μέλη να καταστήσουν βασική τους προτεραιότητα τις μεταρρυθμίσεις για την αγορά εργασίας. Η Ισπανία και η Πορτογαλία πέρασαν φιλόδοξες μεταρρυθμίσεις για να αυξήσουν την ευελιξία τόσο κατά την είσοδο όσο και κατά την έξοδο από την αγορά εργασίας. Η Γαλλία και η Ιταλία, όμως, έχουν μείνει πίσω. Παράλληλα, σε αυτές τις δύο χώρες καταγράφεται υπερβολική φορολόγηση της απασχόλησης. Θα πρέπει να χρησιμοποιήσουν όποιο δημοσιονομικό περιθώριο έχουν για να τη μειώσουν.
Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, πάντως, είναι δυσκολότερο να εφαρμοστούν όταν οι οικονομίες συρρικνώνονται. Το βάρος πέφτει στη Γερμανία. Εκεί θα πρέπει η Κομισιόν να επικεντρώσει την προσοχή της κατά τις εκτιμήσεις ρουτίνας των κρατών-μελών. Είναι κρίμα που η Γερμανία -όπως και άλλες χώρες με δημοσιονομικά περιθώρια- δεν έχει προχωρήσει σε μείωση της φορολογίας, ειδικότερα των φόρων εισοδημάτων και κατανάλωσης. Οι επιπλέον δαπάνες θα προσέφεραν κάποια ανακούφιση στις χώρες που πλήττονται από την κρίση, μέσω της ενίσχυσης των εξαγωγών.
Η επεκτατική δημοσιονομική πολιτική χρειάζεται στήριξη από πιο χαλαρή νομισματική πολιτική. Το βασικό επιτόκιο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό επίπεδο, αλλά μπορεί να μειωθεί περαιτέρω. Δεδομένου, όμως, ότι ο μηχανισμός μετάδοσης της νομισματικής πολιτικής έχει διαρραγεί, η ΕΚΤ χρειάζεται να βρει πιο δημιουργικούς τρόπους για να πυροδοτήσει άμεσο δανεισμό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στις χώρες που πλήττονται από την κρίση.
http://www.euro2day.gr/