31 Μαΐου 2013

Τι πέτυχε η απόφαση της ΕΕ για τη Συρία

https://encrypted-tbn3.gstatic.com/images?q=tbn:ANd9GcRQTAd7-P6mBK7N18yUb0fuM2wdpijcrkJza69ENDn7GgtNn58djQΤων Daniel Levy, Julien Barnes-Dacey
Η εστίαση των υπουργών Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο θέμα του εμπάργκου όπλων, ήταν κάτι σαν πλάνη. Παρά την απόφαση να αρθεί το εμπάργκο, δεν υπάρχουν σχέδια σε ό,τι αφορά τον εξοπλισμό, για τουλάχιστον δύο μήνες, ενώ τελικά ο όποιος εξοπλισμός θα είναι εξαιρετικά περιορισμένος και θα υπόκειται σε άδειες εξαγωγών και άλλους περιορισμούς που ισχύουν σε καταστάσεις σύγκρουσης. Η όποια ροή όπλων θα είναι επίσης σοβαρά περιορισμένη από την εγχώρια πολιτική επιφυλακτικότητα, κυρίως λόγω των φόβων για πιθανή υπαναχώρηση. Δεδομένου ότι η επίδραση του εν λόγω εξοπλισμού θα είναι ως εκ τούτου μικρή, η συνάντηση έμοιαζε να είναι μια πολύ μεγάλη δημόσια συζήτηση για το πώς να μπλοφάρει κανείς χωρίς καλό φύλλο σε έναν αγώνα πόκερ –δεν είναι καλή ιδέα.
Η Δύση, πολύ απλά, δεν είναι καταλλήλως εξοπλισμένη ώστε να κερδίσει έναν εξοπλιστικό αγώνα εάν η στήριξή της στους αντάρτες της Συρίας παρακινήσει το Ιράν, το Χεζμπολάχ και τη Ρωσία να αυξήσουν την στρατιωτική τους υποστήριξη στο καθεστώς. Και αυτό ακριβώς είναι που συνέβη. Η ανακοίνωση της Ρωσίας μία ημέρα μετά ότι θα παρέχει αντιαεροπορικούς πυραύλους ήταν απόλυτα προβλέψιμη, και μάλιστα είχε προβλεφθεί στην έκθεσή μας με τίτλο «Syria: the imperative of de-escalation», που δημοσιεύθηκε την περασμένη εβδομάδα. Οι διαδικασίες των δυτικών κρατών είναι απλώς πιο διαφανείς, δυσκίνητες, περιορισμένες από κανονισμούς, επιρρεπείς σε διπλωματικές αντιδράσεις (από συμμάχους όπως το Ισραήλ) ή από εσωτερική πολιτική πόλωση, παρά από τις χώρες εκείνες που υποστηρίζουν τον Assad.

Το μόνο επιχείρημα που προέρχεται τώρα από Βρετανούς και Γάλλους αξιωματούχους, είναι η άποψη ότι ο εξοπλισμός των ανταρτών αντιπροσωπεύει το καλύτερο μέσο για να πείσει την αντιπολίτευση (και τους περιφερειακούς της συμμάχους) να έρθουν στο τραπέζι για τη Γενεύει ΙΙ, και επίσης για να ασκηθεί πίεση στον Assad να πράξει αντιστοίχως, ενσωματώνοντας τη λογική του εξοπλισμού με τη λογική της διάσκεψης για την ειρήνη. Αν και αυτός ο τρόπος για μόχλευση είναι κατανοητός, δεδομένων των δυσκολιών ότι η Δύση έπρεπε να πείσει τις δυνάμεις των ανταρτών να λάβουν μέρος σε μια πολιτική διαδικασία, είναι απερίσκεπτη.

Οι αντάρτες, απρόθυμοι να συμμετάσχουν σε διαπραγματεύσεις με το καθεστώς (διαφορετικό από το να αποδεχθούν την πολιτική παράδοση του καθεστώτος, κάτι που είναι προετοιμασμένοι να κάνουν), είναι ακόμη λιγότερο πιθανό να το κάνουν μόλις λάβουν την ένοπλη στήριξη της Δύσης. Η στρατηγική της αντιπολίτευσης εδώ και καιρό είναι να εξασφαλίσει τη δυτική στρατιωτική παρέμβαση, ως το βασικό μέσο για τον εκτοπισμό του Assad. Η ένοπλη υποστήριξη από τη Δύση είναι επομένως πιθανό να ενθαρρύνει τις φιλοδοξίες τους για συνολική νίκη, μετριάζοντας την πιθανότητα να φθάσουμε σε ένα σημείο αμοιβαίας εξάντλησης, ένα βασικό δυνητικό πλεονέκτημα στην αναζήτηση για μια συμφωνία. Προσθέστε σε αυτό και τον κίνδυνο εκτροχιασμού της αποστολής.

Υπάρχουν και άλλοι καλοί λόγοι για να μην ακολουθήσουμε το δρόμο του εξοπλισμού:
Δεν είναι ρεαλιστικό να περιμένει κανείς ότι τα όπλα θα καταλήξουν εγγυημένα στα χέρια φιλοδυτικών παραγόντων.Εντός της Συρίας, περισσότερα όπλα θα εδραιώσουν περαιτέρω την πολιτική οικονομία του πολέμου, που ήδη αναπαράγει τους τοπικούς πολέμαρχους, την πολεμική κερδοσκοπία, την ποινικοποίηση και τον εκφοβισμό, ως τρόπο ζωής.Η κλιμάκωση του εξοπλισμού των αντικυβερνητικών δυνάμεων, πιθανότατα θα ακολουθηθεί με παρόμοια κλιμάκωση από την πλευρά του καθεστώτος. Ο Assad δεν έχει ακόμη εξαπολύσει την πλήρη ισχύ της δύναμης πυρός του.
Υπάρχει πραγματικός κίνδυνος ότι αυτά τα όπλα θα μπορούσαν να καταλήξουν σε θρησκευτικές εντάσεις στο Λίβανο και στο Ιράκ, προμηθεύοντας οξυγόνο για το ξέσπασμα ενός τόξου θρησκευτικών συγκρούσεων σε όλη την Ανατολική Μεσόγειο.Τα όπλα μπορεί ακόμη να καταλήξουν να χρησιμοποιούνται ενάντια στόχων στη Δύση.
Λαμβάνοντας υπόψη τις δηλώσεις τους στήριξης για μια πολιτική διαδικασία, οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ θα πρέπει επομένως να είχαν επικεντρωθεί στο πώς να προωθήσουν την προτεινόμενη πρωτοβουλία της Γενεύης ΙΙ. Η Γενεύη ΙΙ δεν θα είναι μια πανάκεια. Στην καλύτερη περίπτωση, θα ξεκινήσει μια αργή διαδικασία που θα απαιτεί αποφασιστικότητα για την αντιμετώπιση επαναλαμβανόμενων αποτυχιών. Ωστόσο, αποκαθιστώντας τον ρόλο της πολιτικής, παρέχοντας ένα forum και ασκώντας πιέσεις στις δύο πλευρές να συνομιλήσουν παρά το ότι συνεχίζουν να πολεμούν, δίνει στην όλη κίνηση μια διαφορετική δυναμική. Είναι κρίσιμο ότι θα μπορούσε να νομιμοποιήσει την ιδέα του πολιτικού, σπάζοντας αυτό το ταμπού. Η Γενεύη ΙΙ θα υποχρεώσει το καθεστώς να αντιμετωπίσει ένα διαφορετικό δίλημμα και πρόκληση σε σχέση με αυτά στο πεδίο της μάχης: θα πρέπει να καθίσει με την αντιπολίτευση και να παρουσιάσει μια διαπραγματευτική θέση και μια διαπραγματευτική ομάδα.
Η Ευρώπη καλύτερα θα είναι να ξοδέψει το χρόνο της κοιτάζοντας το πώς θα καταφέρει να οδηγήσει τους συμμάχους της κυβέρνησης Assad –στη Μόσχα, την Τεχεράνη και αλλού- στο τραπέζι για συζητήσεις σχετικά με την αποκλιμάκωση και την ειρήνευση και να πείσει τους δικούς της φίλους στην περιοχή και τους αντιπάλους, να πάρουν στα σοβαρά τη Γενεύη ΙΙ, από το τα ανακοινώνει ότι θα συζητήσει ξανά την παροχή εξοπλισμού, σε δύο μήνες.
Μπορείτε να δείτε το κείμενο εδώ: http://ecfr.eu/blog/entry/arming_syrias_rebels_is_a_red_herring


Πηγή:www.capital.gr