21 Ιανουαρίου 2013

Τυφλοπόντικες στο κήπο της Μέρκελ

ΓΕΡΜΑΝΙΑ Βιομηχανικοί και τραπεζικοί κολοσσοί έχουν κάνει τόσο σημαντικά λάθη, ενώ το οικονομικό και αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας που η κυβέρνηση πλασάρει διεθνώς τα τελευταία τρία χρόνια έχει αποτύχει σε μεγάλο βαθμό
 Του Δημήτρη Σ. Φαναριώτη
 Μπορεί η Γερμανία να «πουλά» διεθνώς το οικονομικό και αναπτυξιακό της μοντέλο, ωστόσο μάλλον πρόκειται για φύκια και όχι για μεταξωτές κορδέλες, όπως επισημαίνει στο αναλυτικό της ρεπορτάζ η εφημερίδα «Frankfurter Rundschau».

 Το γερμανικό μοντέλο έχει αποτύχει; Σε μεγάλο βαθμό απαντά το ρεπορτάζ της έγκυρης γερμανικής εφημερίδας, η οποία επισημαίνει ότι μια σειρά σκανδάλων έχουν «ταρακουνήσει» την κοινή γνώμη στο τέλος του 2012, αποκαλύπτοντας τις τουλάχιστον λανθασμένες κινήσεις ορισμένων βιομηχανικών και τραπεζικών κολοσσών.

Πριν από δυόμισι χρόνια, τον Σεπτέμβριο του 2010, η Αγκελα Μέρκελ φλέρταρε δυναμικά με το σύνολο της γερμανικής Αριστεράς, προκειμένου να προωθήσει την (ακόμη μεγαλύτερη) τεχνολογική ανάπτυξη της. Μάλιστα, αν την άκουγε κανείς τότε, θα πίστευε ότι από το μεγάλο, όσο και αμφιλεγόμενο, σχέδιο κατασκευής της σιδηροδρομικής γραμμής Stuttgart 21 (Στουτγάρδη 21) εξαρτάτο συνολικά το μέλλον της Γερμανίας.

Εάν, όντως, αυτή είναι η πραγματικότητα, τότε το μέλλον της χώρας είναι αρκούντως σκοτεινό και διόλου ελπιδοφόρο. Κι αυτό γιατί οι μεγάλες επιχειρήσεις της Γερμανίας δεν είναι σε θέση να πραγματοποιήσουν ούτε τις δικές τους, ούτε τις φιλοδοξίες της κ. Μέρκελ. Αδυνατούν, δηλαδή, να φτάσουν σε υψηλότατο επίπεδο ελέγχου των τεχνολογιών αιχμής, σεβόμενες παράλληλα τη νομοθεσία που διέπει τον κρίσιμο αυτό τομέα.

Ετσι, στις αρχές του περασμένου μήνα η επικαιρότητα δεν έπαψε να ασχολείται με τα παραδείγματα αποτυχίας των ελίτ της χώρας στους τομείς της τεχνολογίας, της οικονομίας, αλλά και της ηθικής!

Ας δούμε όμως αναλυτικότερα ποιοι είναι αυτοί οι κολοσσοί, αρχίζοντας από τον όμιλο Thyssen, ο οποίος κατηγορείται για τη «μυστηριώδη» απώλεια πολλών εκατομμυρίων ευρώ. Μάλιστα, παρά τις έρευνες που βρίσκονται σε εξέλιξη για διαφθορά, ψευδή παραστατικά και αποδείξεις, παράνομες προμήθειες και παραβίαση του νόμου περί καρτέλ. Με δυο λόγια, ο μηχανισμός ελέγχου των επιχειρήσεων δεν κατάφερε να λειτουργήσει, για να μην πούμε ότι απέτυχε πλήρως.

Σε ό,τι αφορά την Deutsche Bank η Εθνική Εταιρεία Σιδηροδρόμων έχει ήδη αποδεχθεί το γεγονός ότι η κατασκευή του υπόγειου σταθμού της Στουτγάρδης θα κοστίσει τελικώς τουλάχιστον 6 δισεκατομμύρια ευρώ και όχι 4,5 όπως είχε αρχικώς εκτιμηθεί. Και όλα δείχνουν, όπως γράφει η έγκυρη γερμανική εφημερίδα, ότι τα νούμερα «μαγειρεύτηκαν» σε βάρος των φορολογουμένων.

Το μεγαλύτερο πάντως σκάνδαλο είναι αναμφίβολα το αεροδρόμιο «Βίλι Μπραντ» του Βερολίνου, το οποίο δεν αποτελεί υπερβολή να ειπωθεί ότι παρέσυρε στον όλεθρο ολόκληρο το πολιτικό σύστημα της Γερμανίας. Κι αυτό επειδή μια σειρά μεγάλων προβλημάτων προέκυψε από τις μεγαλύτερες εταιρείες της χώρας, όπως την Bosch και τη Siemens, οι οποίες απέτυχαν να τηρήσουν τα συμβόλαιά τους και επιπλέον θεωρήθηκαν ύποπτες ότι πίεσαν με αθέμιτα μέσα κυβερνητικά στελέχη για να «πάρουν» τη δουλειά.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η Siemens δεν κατάφερε να παραδώσει στο συμφωνηθέν χρονοδιάγραμμα τα τρένα υπέρ υψηλών ταχυτήτων τελευταίας γενιάς, παρά το γεγονός ότι η Εταιρία Σιδηροδρόμων τα είχε παραγγείλει εδώ και πολύ καιρό.

Οσο για την Deutsche Bank, την κεντρική τράπεζα της χώρας, αυτή έχει βρεθεί μπλεγμένη σε μια σειρά από δίκες για κατάχρηση εμπιστοσύνης επενδυτών, μετόχων και καταθετών, φοροδιαφυγή, ξέπλυμα βρόμικου χρήματος, «μαγειρέματα» επιτοκίων και πολλά ακόμη αδικήματα. Γι” αυτό, άλλωστε, και τον προηγούμενο μήνα ο τέως πρόεδρός της, Ρολφ Μπρέουερ, κλήθηκε να καταβάλλει εκατομμύρια ευρώ σε αποζημιώσεις και τόκους.

Η τραγική αυτή εικόνα καθρεφτίζει άριστα το προφίλ μιας τράπεζας, μιας επιχείρησης, η οποία κινείται στα όρια της νομιμότητας και δεν πληροί πλέον τον σκοπό της, ο οποίος δεν είναι άλλος από την ορθή διαχείριση των χρημάτων των πελατών της. Αν σ” αυτή τη στάση προστεθεί η αλαζονεία και η υπεροψία της διοίκησης της τράπεζας να αρνηθεί να παρουσιαστεί ενώπιον κοινοβουλευτικής επιτροπής προκειμένου να δώσει εξηγήσεις για τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε τα επιτόκια, τότε καθίσταται προφανές ότι υφίσταται σοβαρό θέμα.

Ολα αυτά λαμβάνουν χώρα σε μία περίοδο όπου η καγκελαρία «πουλά» ως πρότυπο διεθνώς το γερμανικό μοντέλο ευημερίας (;), το οποίο κατακεραυνώνει τις αδύναμες οικονομικά χώρες του ευρωπαϊκού Νότου. Ομως τα σημάδια πληθαίνουν διαρκώς και δείχνουν ότι και η ίδια η τέταρτη οικονομική δύναμη του πλανήτη αντιμετωπίζει έναν άξονα διαφθοράς, ο οποίος φθάνει μέχρι τα ανώτατα κοινωνικά στρώματα. Το σίγουρο είναι ότι η κριτική η οποία ασκείται το τελευταίο διάστημα στη Γερμανίδα καγκελάριο και τους πολιτικούς της φίλους επικεντρώνεται στα μεγάλα έργα υποδομής, των οποίων η αργοπορία πραγμάτωσής τους έχει προκαλέσει τις έντονες αντιδράσεις των Γερμανών πολιτών.

Αξίζει να μνημονεύσουμε τέλος το γεγονός ότι η καγκελαρία διακήρυξε πριν από δύο χρόνια πως ήθελε να αρχίσει μια μεγάλη συζήτηση-διαβούλευση σχετικά με το μέλλον της Γερμανίας. Παραδόξως, όμως, το θέμα «θάφτηκε» και ουδείς άκουσε ξανά κάτι γι” αυτό. Μάλλον λογικό, αφού το πρόβλημα που αφορά το μέλλον της χώρας δεν είναι οι «αγανακτισμένοι πολίτες», αλλά οι πολιτικο-οικονομικές ελίτ, οι οποίες έχουν πραγματικά χάσει το μέτρο στην κατάχρηση της εξουσίας που διαθέτουν.

Το μόνο σίγουρο πάντως είναι ότι όλα αυτά τα σκάνδαλα σε συνδυασμό με την κρίση στην ευρωζώνη έχουν προκαλέσει σοβαρή ανησυχία στους Γερμανούς για το μέλλον. Ετσι μόνον έκπληξη δεν προκαλεί το γεγονός ότι, σύμφωνα με δημοσκόπηση που διεξήγαγε πριν από ένα μήνα το Ινστιτούτο Forsa για λογαριασμό του περιοδικού Stern, το 26% των πολιτών δηλώνει ότι φοβάται πάρα πολύ για το μέλλον, ένα 35% απλώς εκφράζει φόβους, το 24% απαντά ότι φοβάται λίγο και μόλις το 14% απαντά ότι ατενίζει χωρίς φόβο και με αισιοδοξία το 2013 και τις χρονιές που θα το ακολουθήσουν.