21 Δεκεμβρίου 2014

Οι πυγολαμπίδες είναι ακόμη ζωντανές

http://s.kathimerini.gr/resources/2014-12/skitsopetroulakis-thumb-large.jpgΝΙΚΟΣ ΞΥΔΑΚΗΣ
Σ​​τα τέλη Νοεμβρίου, στο 8ο Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου που οργάνωσε η Ταινιοθήκη της Ελλάδος, είδαμε στο διαγωνιστικό τμήμα την ταινία του Γάλλου Βενσάν Ντιέτρ «Οrlando ferito» - Oρλάνδος πληγωμένος. Πρόκειται για ένα στοχαστικό ντοκιμαντέρ, με αφηγητή τον ίδιο τον σκηνοθέτη, ο οποίος πηγαίνει στη Σικελία για μια καταγραφή του συνόρου αλλά και του κέντρου, της ψυχής της Ευρώπης. Στην ταινία, το κεντρικό μοτίβο είναι ο Μαινόμενος Ορλάνδος, του Αριόστο, όπως παρουσιάζεται στο τοπικό λαϊκό κουκλοθέατρο - μια αλληγορία για τις απαρχές της Ευρώπης του Καρλομάγνου. Το άλλο μοτίβο είναι οι περίφημες πυγολαμπίδες του Παζολίνι, από το αλληγορικό άρθρο του στην «Κοριέρε ντέλα Σέρα» το 1975, λίγους μήνες πριν απ’ τον θάνατό του. Σ’ εκείνη την πνευματική διαθήκη ο σπουδαίος ποιητής και στοχαστής έκανε μια στροφή προς τον πεσιμισμό: οι πυγολαμπίδες, ζωογόνα φωτάκια ελπίδας, έχουν χαθεί, όχι μόνο λόγω της οικολογικής υποβάθμισης, αλλά λόγω της πολιτικής παρακμής. Και εξηγεί πώς αλλάζει το ιστορικό Παράδειγμα, μετά τα ελπιδοφόρα χρόνια της μεταπολεμικής ανασυγκρότησης.

Ο σκηνοθέτης Ντιέτρ συζητά με εξέχοντες σύγχρονους στοχαστές για τις χαμένες πυγολαμπίδες του Παζολίνι. Κεντρικός συνομιλητής του ο Γάλλος φιλόσοφος και θεωρητικός τέχνης Ζορζ Ντιντί-Ουμπερμάν. Ο Ουμπερμάν, με περίσσιο σεβασμό προς τον Παζολίνι, υποστηρίζει ότι σαράντα χρόνια μετά το άρθρο, με την Ευρώπη σε ιστορικό μεταίχμιο, σε ορατή παρακμή, οι πυγολαμπίδες παρ’ όλ’ αυτά υπάρχουν, αρκεί να έχουμε μάτια να τις δούμε. Σε μια έξοχη, συγκινητική ομιλία του προς τους Σικελούς, σε προβολή στο θέατρο Γκαριμπάλντι, ο Ουμπερμάν υποστηρίζει ότι οι πυγολαμπίδες έχουν επιζήσει, ότι δηλαδή μπορούμε να αναπτύξουμε μια πολιτική της επιβίωσης, της ελπίδας, της ομορφιάς, της αυτονομίας. Επισημαίνει ωστόσο ότι ο πόνος, οι δυνάμεις του χάους και της υποταγής είναι πάντα παρούσες.

Ο Ουμπερμάν πάει ένα βήμα πέρα από τους προσφιλείς του στοχαστές, τον Παζολίνι, τον Γκράμσι, τον Μπένγιαμιν, προς μια ποιητική και συνάμα πρακτική ενόραση του κόσμου, υπερβαίνοντας τη μεταμοντέρνα ακηδία: «Δουλειά μου, δουλειά μας, είναι να φτιάξουμε μικρά φωτάκια, να τα υποδείξουμε, να δείξουμε τις δυνατότητες»: μου το έλεγε τη βροχερή νύχτα της προπερασμένης Πέμπτης, καθώς αγναντεύαμε τα φώτα της πόλεως των Αθηνών, από τον Υμηττό ώς τη θάλασσα. Την περασμένη βδομάδα, αυτός ο ξεχωριστός στοχαστής μιλούσε στην Αθήνα. Με αφορμή μια ταινία μικρού μήκους της Μαρίας Κουρκούτα, («Επιστροφή στην οδό Αιόλου»), έγραψε ένα δοκίμιο υπό μορφήν επιστολής προς τη σκηνοθέτρια, ουσιαστικά ξετύλιξε τη σκέψη του για τον χρόνο, για τις απροσδόκητες συναιρέσεις του παρελθόντος μες στο παρόν, για τη δυναμική του ποιητικού σινεμά, για την τόλμη του λυρισμού.

Μαζί με αυτό το δοκίμιο (Βγαίνοντας από τον χρόνο, εκδόσεις ΚΙΠΚΕ) , διάβασα ένα παλιότερο οξυδερκέστατο κείμενό του, για τη σπουδαία ταινία του Φίλιππου Κουτσαφτή, «Η αγέλαστος πέτρα» (2002). Και στις δύο περιπτώσεις εκπλήσσει η ελληνομάθεια του Ουμπερμάν, δηλαδή η ευρωπαϊκή του ευαισθησία, και η δημιουργική σύλληψη του λόγιου και του λαϊκού. Ο Σολωμός, ο Σεφέρης, ο Ελύτης, τα ρεμπέτικα, συνυπάρχουν με τον Αισχύλο και τον Πίνδαρο, τον Χάιντεγκερ και τον Χαίλντερλιν, τον Μπένγιαμιν, τον Ρίλκε. Ολα εκβάλλουν στην κατανόηση και την ενσυναίσθηση, σε μια βαθύτερη ενόραση του κόσμου, της ζωής σαν θαύμα και σαν ποίημα:

Μας φοβίζει τόσο η γλώσσα και η σκέψη των αρχαίων Ελλήνων, το ιδρυτικό τους θαύμα, ώστε δεν ξέρουμε πια και τόσο πώς να κοιτάζουμε απλά, έτσι όπως είναι μπροστά στα μάτια μας, τους Ελληνες του σήμερα. Οταν ο Χάιντεγκερ έκανε την περίφημη κρουαζιέρα του στην Ελλάδα, δεν είδε τίποτα, καταρχάς επειδή δεν ήθελε να δει τίποτα από την αχρειότητα του σήμερα. Την καθαρή Ελλάδα που τόσο αγαπούσε, την αγαπούσε παρελθούσα, νεκρή για τα καλά. [...] Για να βγούμε όμως από τις παρελθούσες εποχές, πρέπει να ξέρουμε να επιστρέφουμε -διαρκώς- στην εμμένεια της εργασίας τους, στις επιστροφές τους, στις αναβιώσεις τους... Μπορεί να επιβιώνει εκεί που δεν το περιμένουμε καθόλου, σε ένα λαϊκό ποίημα του ρεμπέτικου ή σε μια μικρή πειραματική ταινία. Δεν βρισκόμαστε μακριά από τους Ελληνες, έστω κι αν δεν πιστεύουμε πια στους θεούς του παγανισμού. Αρκεί να τους βλέπουμε επί το έργον, να έχουμε ορθάνοιχτα τα μάτια -είναι η ετυμολογία της λέξης “Ευρώπη”- στους τρόπους τους, ακόμη και σήμερα, να “βγαίνουν από τον χρόνο”».
Έντυπη