Του Χριστόδουλου Κ. Γιαλλουρίδη
- Η Ελλάδα εισέρχεται σε μια μακρά διαδρομή ανασφάλειας και πολιτικής κρίσης
- Το ελληνικό πολιτικό σύστημα και το κρατικό οικοδόμημα είναι δομημένα πάνω στο πελατειακό φαινόμενο της πολιτικής, που σημαίνει πως η κρατική δομή λειτουργεί εφόσον υπάρχουν υπουργοί, υπάρχει κυβέρνηση, διαφορετικά η κρατική μηχανή παραλύει
- ΤΟ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ γίγνεσθαι στον ελλαδικό χώρο έχει υπονομευθεί από έναν άκρατο κομματικό καιροσκοπισμό, που έχει ως αφετηρία του το πελατειακό φαινόμενο
Τα τελευταία τέσσερα χρόνια, από την κρίση του 2010 μέχρι και σήμερα, η Ελλάδα διέρχεται βαθιά και πολυεπίπεδη κρίση, όχι μόνο στην οικονομία, αλλά και στην κοινωνία, στην πολιτική και στον πολιτισμό, αντιμετωπίζοντας κατά καιρούς, ιδιαίτερα το 2012, το φάσμα της κρατικής κατάρρευσης.
Εφόσον, λοιπόν, προχωρήσουμε σε εκλογές, πρέπει να υπολογίσουμε, πέραν των υπολοίπων κινδύνων, εσωτερικών και εξωτερικών που ελλοχεύουν, κυρίως δε διεθνών υπονομευτών της ελληνικής οικονομίας, το γεγονός ότι το κράτος για μερικούς μήνες θα παύσει να λειτουργεί, θα παύσει να εισπράττει φόρους και να παράγει το ελάχιστο έργο που παρήγε μέχρι τώρα.
Η χώρα εισέρχεται σε μια μακρά διαδρομή ανασφάλειας και πιθανότατα πολιτικής κρίσης, με επιπτώσεις στην οικονομία και στην ευρύτερη εικόνα της Ελλάδας διεθνώς, πράγμα που δεν οφείλεται μόνο ή κατά κύριο λόγο στο γεγονός των επερχόμενων εκλογών, που λαμβάνουν χώρα σε συνθήκες κρίσεις, αλλά κυρίως εξαιτίας του ότι η χώρα πάντοτε σε περιόδους εκλογικών διεργασιών εμφανίζει μια μερική ή απόλυτη παραλυσία του κράτους. Το ελληνικό πολιτικό σύστημα και το κρατικό οικοδόμημα είναι δομημένα πάνω στο πελατειακό φαινόμενο της πολιτικής, που σημαίνει πως η κρατική δομή λειτουργεί εφόσον υπάρχουν υπουργοί, υπάρχει κυβέρνηση, διαφορετικά η κρατική μηχανή παραλύει.
Αυτή η παθογένεια του πολιτικού συστήματος της χώρας εκδηλώνεται από τότε που υπάρχει ελληνικό κράτος. Η δολοφονία του Καποδίστρια εμπόδισε την Ελλάδα να οικοδομήσει μοντέρνο κράτος, που να διαμορφώνει θεσμούς κρατικούς που να λειτουργούν ανεξαρτήτως της πολιτικής εξουσίας και της κομματικής βούλησης των κυβερνώντων.
Αυτό το γεγονός συνέβαινε πάντοτε, όπως είπαμε προηγουμένως. Η χώρα υφίστατο οικονομική και άλλη ζημιά, όμως ήταν σε θέση, λόγω ακριβώς της σταθερότητας που υπήρχε και της σχετικής ανεξαρτησίας της ελληνικής οικονομίας -ομιλούμε για την προ ευρώ περίοδο- στη συνέχεια να αντιμετωπίζει τα προβλήματα με διάφορες τεχνικές του χρηματοπιστωτικού συστήματος, στο πλαίσιο της εθνικής οικονομίας.
Η δημόσια διοίκηση σε μακράς διάρκειας προεκλογικούς αγώνες εκδηλώνει καταστροφικές παθογένειες, που δεν επηρεάζουν μόνο τη σχέση των πολιτών με τη δημόσια διοίκηση, αλλά και την οικονομία της χώρας, στο πλαίσιο που η οικονομία δεν υφίσταται μόνη της και ανεξάρτητη, αλλά εντάσσεται σε μια δέσμη δημοσίων υπηρεσιών, που τη στηρίζουν και την προάγουν.
Ταυτόχρονα δε, εκδηλώνεται και το ζήτημα της εικόνας της χώρας διεθνώς. Πώς είναι δυνατόν εμείς οι Έλληνες να πείσουμε τους τρίτους να είναι αρωγοί στην προσπάθειά μας για ανόρθωση και ανάκαμψη της χώρας και του κράτους, εφόσον εμείς οι ίδιοι δεν είμαστε σε θέση να συνεργαστούμε μεταξύ μας, για να παράγουμε πολιτική σωτήρια για τη χώρα.
Επομένως, φυσικά η δημοκρατία επιτάσσει τις εκλογές, φυσικά ο λαός θα ψηφίσει και θα αποφασίσει για την κυβερνητική του επιλογή, αλλά η ευθύνη των ανθρώπων που χειρίζονται τις τύχες της χώρας, είτε στην κυβέρνηση είτε στην αντιπολίτευση είτε σε άλλες πολιτικές δυνάμεις, είναι τεράστια, στον βαθμό που δεν αντιλαμβάνονται πως η κρισιμότητα των περιστάσεων επιβάλλει υπέρβαση των πολιτικών αντιθέσεων και σκοπιμοτήτων, και συνεργασία σε εθνικό επίπεδο για τη σωτηρία της χώρας.
Εξάλλου, όπως υπογραμμίζει και ο μεγάλος φιλόσοφος της πολιτικής επιστήμης Ralf Dahrendorf, αλλά και ο Jurgen Habermas, η δημοκρατία δεν εξικνείται ποτέ μόνο στην εκλογική διαδικασία των κυβερνήσεων ή της πολιτικής εξουσίας, αλλά πρόκειται για ένα εξαιρετικά ευαίσθητο λουλούδι, το οποίο ανθεί και φυτρώνει εκεί όπου το έδαφος είναι γόνιμο, μέσα από τη συμμετοχή των ανθρώπων στις πολιτικές διεργασίες και κυρίως τη συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων, για την υπέρβαση των δυσκολιών και προβλημάτων, και την προώθηση και στήριξη του δημοσίου συμφέροντος και του κοινού καλού.
Δημοκρατία, επομένως, σημαίνει μια ανθρώπινη δράση, που υπερβαίνει κατά πολύ το απλό διαδικαστικό συμβάν νομιμοποίησης της εξουσίας, αλλά μαρτυρεί κορυφαίες στιγμές ανθρώπινης αυτοπραγμάτωσης, κοινωνικής και πολιτιστικής ολοκλήρωσης, δηλαδή καθορίζει το γεγονός της συμμετοχής των πολιτών με γνώση και πολιτική βούληση στις αποφάσεις της «πόλης», τουτέστιν του συνόλου για την πορεία και την εξέλιξη της κοινωνίας και της κρατικής οντότητας.
Αυτό το γεγονός, δηλαδή η συμμετοχή, είναι προϊόν εκπαίδευσης, παιδείας πιο σωστά, πολιτικής κοινωνικοποίησης, που διαμορφώνει την πολιτική κουλτούρα των ατόμων που συμμετέχουν. Το δημοκρατικό γίγνεσθαι στον ελλαδικό χώρο έχει υπονομευθεί από έναν άκρατο κομματικό καιροσκοπισμό, που έχει ως αφετηρία του το πελατειακό φαινόμενο, δηλαδή, όπως είπαμε πιο πάνω, τη λειτουργία της δημοκρατίας μέσα από μια διαρκή προσδοκία προσωπικού ωφελιμισμού στο επίπεδο της κατάκτησης μιας θέσης στο Δημόσιο, που οδήγησε στην υπονόμευση της αρχής του κράτους δικαίου, που είναι η πεμπτουσία της δημοκρατίας.
Η Κύπρος, παρά την πολύ βραχεία κρατική και δημοκρατική της ζωή, που συνδέεται κατά το μάλλον ή ήττον με τη χειραφέτησή της από τον βρετανικό ζυγό, κατάφερε να οικοδομήσει ένα πιο σύγχρονο κράτος, που δεν έχει διαβρωθεί ακόμα από το κομματικό σύστημα σε βαθμό που να υπονομεύσει το κράτος δικαίου και κυρίως διατηρεί μια συναινετική ικανότητα συνεννόησης των κομματικών δυνάμεων, σε ζητήματα που άπτονται της επιβίωσης της χώρας και του προσανατολισμού της στο μέλλον.
Πέραν από κάθε σκοπιμότητα
ΤΕΛΟΣ, πρέπει να υπογραμμίσουμε πως η αρχή της κοινωνικοποίησης και της καλλιέργειας της πολιτικής παιδείας δεν μπορεί να αφορά μόνο ή να αναφέρεται μόνο στην εκπαίδευση των πολιτών, ως προς την αναγκαιότητα συμμετοχής τους στην αγορά και στην εκκλησία του δήμου, κατά το πρότυπο της Κλασικής Αθήνας, μιας συμμετοχής μετά λόγου και γνώσεως, αλλά και στην κατάκτηση μιας αμφίδρομης σχέσεις εμπιστοσύνης του πολίτη προς το κράτος και του κράτους προς τον πολίτη, με την έννοια ακριβώς ότι το συμμετοχικό φαινόμενο εμπεδώνει στην ολοκλήρωσή του την αντίληψη πως η κρατική δομή εξυπηρετεί και προσφέρει τα ωφελήματα που υπόσχεται και που υποχρεούται στους πολίτες, κατά τρόπο δίκαιο και ισότιμο.
Εξάλλου και ο ίδιος ο πολίτης διεκπεραιώνει τις υποχρεώσεις του απέναντι στο κράτος, απέναντι στην πόλη, θεωρώντας ή όντας συνειδητοποιημένος πως αυτό το κράτος είναι δική του υπόθεση, την οποία στηρίζει και την υποστηρίζει πέραν και έξω από κάθε προσωπική ή ωφελιμιστική σκοπιμότητα!
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ Κ. ΓΙΑΛΛΟΥΡΙΔΗΣ
Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής
Κοσμήτορας Σχολής Διεθνών Σπουδών,
Επικοινωνίας και Πολιτισμού
Παντείου Πανεπιστημίου