Του Δρα Γιάννου Χαραλαμπίδη
- Η κουρεμένη κυριαρχία και το λάφυρο του νέου Ατατούρκ
- Γιατί με την ομοσπονδία δεν αποτρέπεται, αλλά νομιμοποιείται η τουρκική θέση για πληθυσμιακή και εδαφική πλειοψηφία στον Βορρά
- ΓΙΑΤΙ είναι τώρα αναγκαία η πραγματοποίηση δημοψηφίσματος
Εάν στις τελευταίες εξελίξεις στο Κυπριακό υιοθετήσουμε τους νόμους της λογικής, καταλήγουμε στο εξής συμπέρασμα: Εφόσον οι δικές μας θέσεις προσεγγίζουν τις πάγιες τουρκικές, και εφόσον ο Ντάνουνερ υιοθετεί τις θέσεις της Άγκυρας, και εφόσον η Άγκυρα και οι Τουρκοκύπριοι σκληρύνουν τη στάση τους, ακόμη και αν εκδοθεί κοινό ανακοινωθέν με μετακίνηση της τουρκικής πλευράς, ούτως ή άλλως το κοινό ανακοινωθέν θα είναι τουρκικού χαρακτήρα και προελεύσεως. Το γεγονός ότι εισήχθη η λέξη «together» στην περί κυριαρχίας πρόταση της Κυβέρνησης, το ότι δηλαδή θα πηγάζει από τους Ελληνοκυπρίους και τους Τουρκοκυπρίους «μαζί» («together»), δεν καλύπτει ούτε τις εποικοδομητικές ασάφειες ούτε και την ερμηνεία περί διχοτομημένης κυριαρχίας.
«Λύση» και δημοκρατικό έλλειμμα
Είναι πρόδηλο ότι, με τις διαδικασίες του κοινού ανακοινωθέντος, η κυριαρχία μας είναι ήδη κουρεμένη και διχοτομημένη μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων (together), αφού η έννοια του ενός και μόνο αδιαίρετου λαού, από τον οποίο μπορεί να πηγάζει η αυθύπαρκτη εξουσία του, έχει πάει περίπατο. Το πρόβλημα δεν ήταν και δεν είναι το κοινό ανακοινωθέν μόνο, αλλά η μορφή της λύσης. Κατά πόσο, δηλαδή, θα διαλυθεί ή όχι η Κυπριακή Δημοκρατία και εάν θα αντικατασταθεί ή όχι από δυο συνιστώντα κράτη, στη φιλοσοφία και στη βάση του σχεδίου Ανάν, το οποίο, όπως μας προειδοποιούν οι Τούρκοι, θα μετονομαστεί Μπαν Κι Μουν.
Ο στρατηγικός, λοιπόν, στόχος της ομοσπονδίας είναι λανθασμένος και βρίσκεται σε αναντιστοιχία με εκείνο το οποίο ο κόσμος πιστεύει. Υπάρχει στην ουσία ένα διαρκές δημοκρατικό έλλειμμα, το οποίο θα πληρώσουμε ως εξής:
1. Στην περίπτωση ενός νέου «όχι», θα μας απειλήσουν όσο ποτέ με διχοτόμηση, παρότι το δίλημμα αυτό θα είναι κάλπικο. Γιατί; Διότι και η υπό συζήτηση λύση της ομοσπονδίας, για την οποία θα μας καλούν να πούμε «ναι», και πάλι διχοτόμηση θα είναι. 2. Εάν υπογραφεί ομοσπονδία, θα διχοτομηθούμε, αλλά και θα τεθούμε υπό τον συνταγματικό, γεωστρατηγικό, γεωπολιτικό και ενεργειακό έλεγχο της Τουρκίας.
Το νομικό πλαίσιο της βάσης των συνομιλιών
Συνεπώς, τώρα είναι που πρέπει να βάλουμε στο πλάι την υφιστάμενη χρεοκοπημένη διαδικασία και να θέσουμε νέα στρατηγική και στόχους. Και όχι να περιμένουμε για το νέο «όχι» σε μια κακή λύση. Αντιθέτως, σήμερα είναι που πρέπει να οικοδομήσουμε στρατηγική και στόχους, στη βάση των οποίων να μπορούμε να πούμε με αξιοπρέπεια και χωρίς το πιστόλι στον κρόταφο «ναι» σε μια δημοκρατική λύση. Αυτή λοιπόν είναι η περίοδος ενός δημοψηφίσματος για να γίνει ξεκαθάρισμα της κατάστασης. Και ο καθένας να αναλάβει τις ευθύνες που του αναλογούν. Και λαός και ηγεσίες. Ο Τούρκος Υπουργός Εξωτερικών Αχμέτ Νταβούτογλου την περασμένη βδομάδα, όταν είπε «όχι» σε μια κουρεμένη και διχοτομημένη κυριαρχία, χωρίς τον αδιαίρετο χαρακτήρα της, μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων, έκανε ένα δώρο στην κυπριακή Κυβέρνηση.
Έδωσε το πάτημα να απαγκιστρωθούμε από μιαν ατέρμονη διαδικασία. Και να καταρτίσουμε το σχέδιο Β'. Δηλαδή, να παρουσιαστούν εναλλακτικές της υφιστάμενης διαδικασίας επιλογές, καθώς και στόχοι. Και να αποφασίσουν, λαός και ηγεσία, ποια θα είναι η νέα στρατηγική και οι στόχοι. Αντί τούτου, ως σχέδιο Β' εμφανίζεται η έκδοση ανακοίνωσης στο πρότυπο της 8ης Ιουλίου.
Δηλαδή, αντί μπροστά, πάμε πίσω. Επειδή δεν ανήκουμε στο απορριπτικό στρατόπεδο του ομοσπονδιακού κομματικού κατεστημένου, από τις στήλες αυτές επί μακρόν έχουμε θέσει ολοκληρωμένη εναλλακτική επιλογή, με στρατηγική και βασικό στόχο τη διατήρηση της Κυπριακής Δημοκρατίας στη ζωή.
Νομικά επί τούτου επιχειρήματα είναι τα ακόλουθα:
1. Το ψήφισμα 168 του ΄64 αναγνωρίζει ως μόνη Κυβέρνηση της Κύπρου αυτήν της Κυπριακής Δημοκρατίας. Ο μακαρίτης ο Ντενκτάς έλεγε ότι: Ενόσω οι Ελληνοκύπριοι έχουν τον τίτλο ιδιοκτησίας του κράτους, θα είμαστε μια ζωή στο περιθώριο.
2. Τα ψηφίσματα 541 και 550 του Συμβουλίου Ασφαλείας, που καθορίζουν ότι το ψευδοκράτος είναι μη ισχύον και ότι δεν μπορεί να αναγνωριστεί.
3. Το πρωτόκολλο 10, επί τη βάσει του οποίου εντάχθηκε ολόκληρη η Κύπρος στην ΕΕ. Εξού και το γεγονός ότι ποτέ δεν λειτούργησε ο κανονισμός για το απευθείας εμπόριο, διότι:
α) η νομική βάση που εισηγείται η Επιτροπή θεωρεί τα κατεχόμενα ως τρίτη υπό ένταξη επαρχία, κρίνεται και από τη Νομική Υπηρεσία του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, καθώς και από εκείνην του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ως λανθασμένη. Γιατί; Διότι, με βάση το πρωτόκολλο 10, δεν καθίσταται σαφές μόνο το γεγονός ότι εντάχθηκε ολόκληρη η Κύπρος στην ΕΕ, αλλά και κάτι άλλο: Για την εφαρμογή του κοινοτικού κεκτημένου - το οποίο αναστάλθηκε λόγω της υφιστάμενη κατάστασης - χρειάζεται ομόφωνη απόφαση, δηλαδή και η σύμφωνη γνώμη και της Κυπριακής Δημοκρατίας.
β) Η σχετική με το θέμα απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου του 2004 αναφέρεται μεν στην εισήγηση από μέρους της Επιτροπής κανονισμού για την άρση της απομόνωσης των Τουρκοκυπρίων, αλλά όχι για να αποτελέσει εργαλείο διχοτόμησης, παρά μόνο επανένωσης.
4. Την αντιδήλωση της 21ης Σεπτεμβρίου του 2005, που αποτελεί τμήμα του κοινοτικού κεκτημένου και θέτει ως προϋπόθεση για την ενταξιακή διαδικασία της Τουρκίας την ομαλοποίηση των σχέσεών της με την Κυπριακή Δημοκρατία και την αναγνώρισή της. Όλο αυτό το νομικό πλαίσιο αναγνωρίζει το ενιαίο κράτος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Και θα ήταν δυνατό να αποτελέσει τη βάση των συνομιλιών και μια νέα στρατηγική με αυτονόητο στόχο: Την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας κράτους μέλους του ΟΗΕ και της ΕΕ, και όχι τη μετεξέλιξη, δηλαδή τη μετάλλαξη και διάλυσή της σε δυο συνιστώντα κράτη.
Συμμαχίες και καταγγελία της Τουρκίας
ΑΥΤΟ το νομικό πλαίσιο καταργείται στην περίπτωση ομοσπονδίας. Για να διατηρηθεί ενεργό και καταλυτικό, για να αποδώσει καρπούς, θα πρέπει να συνοδευτεί: Πρώτον, με στρατηγικές συμμαχίες για την αλλαγή των ισοζυγίων δυνάμεων και με την ενεργητικότερη εμπλοκή του ΝΑΤΟ και της αίτησης ένταξης στη Συμμαχία, ανεξαρτήτως εάν η Βρετανία και η Τουρκία λένε ή πουν όχι. Θα νομιμοποιήσουν την κυπριακή κυβέρνηση να μπλοκάρει την τουρκική ενταξιακή διαδικασία, στη λογική του ισοδύναμου διπλωματικού κτυπήματος και της πρόκλησης κόστους στην Άγκυρα.
Έως ότου η Τουρκία αλλάξει πολιτική. Και αυτό μπορεί, βεβαίως, να αποδώσει καρπούς, εάν είναι ενσωματωμένο στην εξής στρατηγική αντίληψη λύσης: Ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ ή παραχώρηση ειδικής σχέσης, με αντάλλαγμα τη δημοκρατική λύση στο Κυπριακό και την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, για να δημιουργηθούν συνθήκες αμοιβαίου οφέλους και συνεργασίας (win - win situation).
Δεύτερον, καταγγελία της Τουρκίας στον ΟΗΕ και στην ΕΕ, καθώς και σε άλλα διεθνή βήματα. Οι καταγγελίες μπορούν να γίνουν στην ακόλουθη βάση: Παρότι η ελληνοκυπριακή πλευρά και η κυπριακή κυβέρνηση προχώρησαν ακόμη και σε κούρεμα της κυριαρχίας, προκειμένου να επαναρχίσουν οι συνομιλίες, η Άγκυρα και οι Τουρκοκύπριοι δεν επιθυμούν καν συμβιβασμό. Θεωρούν ότι για να καταστεί η ανέφικτη, όπως αποδεικνύεται, λύση της ομοσπονδίας εφικτή, θα πρέπει να υπογράψουν οι Ελληνοκύπριοι την υποταγή τους, που σημαίνει: Τουρκική Διοίκηση, καθώς και τουρκική πλειοψηφία και επί του πληθυσμού και επί του εδάφους στον Βορρά.
Περιουσιακό και ομοσπονδία
Προβάλλεται, πάντως, ο ισχυρισμός ότι όσο συντομότερα εξευρεθεί λύση, τόσες περισσότερες περιουσίες θα διασωθούν. Ο ισχυρισμός αυτός είναι αίολος, καθότι με τη λύση της ομοσπονδίας είτε θα γίνουν ανταλλαγές, είτε θα δοθούν αποζημιώσεις (εάν δοθούν), είτε θα καθοριστούν άλλοι περίπλοκοι διακανονισμοί, οι οποίοι θα αναγκάζουν τους Ελληνοκυπρίους, αντί να παιδεύονται πώς θα ικανοποιήσουν τον Τούρκο «χρήστη», να δίνουν την περιουσία τους έναντι κάποιας αμοιβής για να ξεμπερδεύουν.
Η ρεαλιστική θέση είναι ότι με την ομοσπονδία θα χαθούν με πολλούς τρόπους οι περιουσίες στα κατεχόμενα. Και οι Τούρκοι, αφού θα πάρουν μέσω άλλων διατάξεων (όπως πχ η σταθμισμένη ψήφος και οι ποσοστώσεις που αφορούν στην επιστροφή των Ελληνοκυπρίων) την πλειοψηφία στον πληθυσμό, θα την επιτύχουν σταδιακά και επί του εδάφους, στο δικό τους συνιστών κράτος. Άλλωστε, κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί το εξής: Όσοι Ελληνοκύπριοι και δη πρόσφυγες δεν θα επιστρέψουν στο τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος, γιατί να μην πουλήσουν τις περιουσίες τους;
Συνεπώς, και σε αυτήν την περίπτωση, όπως και στην υφιστάμενη, δηλαδή των τουρκικών αποζημιώσεων, αποδεικνύεται ότι είναι η δομή του πολιτειακού συστήματος της ομοσπονδίας που πάσχει. Και ως εκ τούτου, δεν δίδει λύση στο πρόβλημα του ξεπουλήματος ή της αρπαγής των περιουσίων, που είναι αναγκαίο στοιχείο για τους Τούρκους, μαζί με το πληθυσμιακό, προκειμένου να ελέγχουν τον Βορρά και να εμφανιστούν, όταν το θελήσουν, ακόμη και ως ανεξάρτητο κράτος. Εφόσον θα έχουν πληθυσμό, έδαφος, διοίκηση, δυνατότητα άσκησης εξουσίας και νομιμότητα, την οποία δεν διαθέτουν σήμερα, αλλά προσδοκούν να αποκτήσουν μέσω των χωριστών δημοψηφισμάτων.
Η Κύπρος ως αντάλλαγμα της ειδικής σχέσης
Εφόσον η ομοσπονδία για να καταστεί εφικτή θα πρέπει να συνθηκολογήσουμε, και εφόσον δεν θέλουμε να συνθηκολογήσουμε και να οδηγηθούμε σε μιαν από τις χειρότερες μορφές διχοτόμησης, ο εναλλακτικός στρατηγικός στόχος πρέπει να είναι κρυστάλλινος: Επανενσωμάτωση των κατεχομένων στην Κυπριακή Δημοκρατία. Διαφορετικά, η Τουρκία θα πρέπει να ξεχάσει την ενταξιακή της πορεία. Αυτό ενδεχομένως να οδηγήσει σε κρίση εντός της ΕΕ, οπότε θα πρέπει εκ των πρότερων να δημιουργηθούν συμμαχίες και δη με ισχυρά ηγετικά ευρωπαϊκά κράτη, που επιθυμούν να δυσκολέψουν την Τουρκία, διότι τα δικά τους εθνικά συμφέροντα το επιβάλλουν. Βεβαίως, υπάρχει και η σχολή σκέψης που ισχυρίζεται ότι η Τουρκία κατανοεί ότι δεν μπορεί να καταστεί πλήρες μέλος της ΕΕ.
Οπότε μύγα την τσίμπησε, εάν της προκαλέσουμε κόστος εντός της ΕΕ. Μερικώς, η λογική αυτή είναι ορθή. Όμως, γιατί η Τουρκία να μη θέλει να ενταχθεί και να είναι η ισχυρότερη της χώρα της ΕΕ, αφού θα έχει τους καλύτερους και μεγαλύτερους συντελεστές ισχύος, από τον πληθυσμό ώς τις ένοπλες δυνάμεις, μέχρι την οικονομία; Συνεπώς, ακόμη και αν για τους δικούς της λόγους τη Τουρκία -διότι προφανώς φοβάται ότι ο εκδημοκρατισμός της συνιστά μεταβλητή αντίθετη από εκείνην της συνοχή της- ποτέ δεν θα πει δημόσια ότι δεν θέλει πλήρη ένταξη.
Γιατί; Διότι, με τον τρόπο αυτό, θα μπορεί να πάρει τα περισσότερα δυνατά ανταλλάγματα, τα οποία θα της προσφέρουν οι εταίροι σε μια εδική σχέση. Και εδώ είναι που υπάρχει ο εξής κίνδυνος: Να δοθεί ως αντάλλαγμα η Κύπρος και το φυσικό της αέριο από την Ευρώπη, για να γλιτώσουν οι Βρυξέλλες τον μπελά. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι επειδή μπορεί να προκύψει ένα τέτοιο αρνητικό σενάριο στα επόμενα χρόνια, πρέπει εμείς να αυτοκτονήσουμε από τώρα, υπογράφοντας το κοινό ανακοινωθέν ή/και μια ομοσπονδία τουρκικών προδιαγραφών.
Αντιθέτως, η λογική λέει ότι θα πρέπει, μέσω της νέας στρατηγικής και των ξεκάθαρων στόχων, να προκληθεί κόστος στην Τουρκία για να γίνει πιο ευέλικτη και να υποχωρήσει. Άλλωστε, το έχουμε πει πολλάκις. Στην εξέλιξη ενός τέτοιου σεναρίου, που θα δίνει την Κύπρο ως αντάλλαγμα για την ειδική σχέση, οι Βρυξέλλες θα κινδυνέψουν να πάθουν ό,τι και η Ελλάδα. Εάν πέσει η Κύπρος, και η Τουρκία εδραιωθεί ως περιφερειακή και ενεργειακή δύναμη, τότε θα ακολουθήσει το Αιγαίο, η Θράκη στο μοντέλο του Κοσσυφοπεδίου, και μετά η Βιένη και τέλος οι ίδιες οι Βρυξέλλες, με ό,τι αυτό σημαίνει.
Η κρίση στη Συρία και το αντάλλαγμα
ΕΠΙ τούτων, όμως, υπάρχει και η αντίληψη ότι η Τουρκία δεν έχει κερδίσει στην κρίση της Συρίας, ενώ η στρατηγική των μηδενικών προβλημάτων δεν αποδίδει. Οπότε έχει πολιτική βούληση λύσης στο Κυπριακό για να πάρει αφενός την Κύπρο ως λάφυρο και αφετέρου παράσημα διεθνώς, και να γράψει ακόμη μια επιτυχία ο Ερντογάν στο βιογραφικό του ως ο νέος Ατατούρκ. Αυτή η αντίληψη είναι μερικώς ορθή. Όμως, στην πραγματικότητα, η Τουρκία, εφόσον δεν έχει κόστος από το Κυπριακό, δεν πρόκειται να υπογράψει λύση, εκτός και αν το νέο πολιτειακό σύστημα της Κύπρου θα συνιστά δικό της προτεκτοράτο.
Εφόσον, εμείς δεν υπογράφουμε και εφόσον δεν υπάρχει εναλλακτική στρατηγική ούτε από την Κυβέρνηση ούτε από το λεγόμενο απορριπτικό στρατόπεδο του ΔΗΚΟ, της ΕΔΕΚ, του ΕΥΡΟΚΟ και της Συμμαχίας των Πολιτών, η Τουρκία δεν έχει λόγο να βιάζεται. Εάν δεν της υπογράψουμε τώρα την τουρκική λύση, το επόμενο timing μπορεί να προσδιοριστεί πριν από την εκμετάλλευση του φυσικού αερίου και όταν θα φτάσει ο κόμπος στο χτένι με τις ενταξιακές.
Και με στρατηγικές κινήσεις, η Άγκυρα μπορεί να συγχρονίσει τα δυο αυτά ορόσημα με τη λύση του Κυπριακού. Στη βάση αυτού του σεναρίου είναι που πρέπει να φανούμε ευφυείς αναφορικά με τη χρονική περίοδο, εάν υπάρχει από την Κυβέρνηση στρατηγική, που σημαίνει ότι θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε το διάστημα αυτό για την οικοδόμηση συμμαχιών με το Ισραήλ για παράδειγμα και την Ελλάδα, προκειμένου να σχηματιστεί ένας ενιαίος γεωπολιτικός χώρος αποτροπής της τουρκικής απειλής και εξυπηρέτησης κοινών συμφερόντων, αρχίζοντας από το φυσικό αέριο. Που θα φέρει την Τουρκία κοντά σε λύση, αλλά χωρίς να επιβάλλει τους όρους, αφού πλέον θα έχουν αλλάξει και τα συμφέροντα και τα ισοζύγια δυνάμεων.
Η κομματική ηγεσία
Δυστυχώς, αντ' αυτής ή και άλλων ενδεχομένως στρατηγικών εναλλακτικών επιλογών, η πολιτική ηγεσία ασχολείται με τα κόμματα και τις τελείες και τα «together» του κοινού ανακοινωθέντος ή πώς θα αποδράσει από αυτό και πώς θα κινηθεί προς μια σύντομη, μικρή δήλωση, που θα καλύπτει την αποτυχία και θα δίδει την ευκαιρία στην επανέναρξη των συνομιλιών. Από τις οποίες, για να γλιτώσει το μελλοντικό πιθανό ναυάγιο ή/και για να αποτρέψει τη διατήρηση της υφιστάμενης διχοτόμησης, ή τη μετατροπή της, μέσω μονομερών αναγνωρίσεων του ψευδοκράτους σε de jure, θα προτιμήσει τη διχοτομική λύση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Και μάλιστα με ταχύτατους ρυθμούς.
Βεβαίως, η ηγεσία μας δεν λέει ούτε θα πει ποτέ ότι η ομοσπονδία είναι διχοτομική λύση. Αντιθέτως, είναι ενδεχόμενο να εμφανιστεί ως «απελευθερωτική» και ως ελληνική επιτυχία, για την οποία θα είμαστε περήφανοι, επειδή… θα νομιμοποιούμε το υφιστάμενο ψευδοκράτος ως ισότιμο τουρκοκυπριακό συνιστών κράτος. Δεν είναι παράξενο να εμφανιστεί και ως μια λύση με τσαρούχια και φουστανέλα. Στο σκηνικό όμως -πράγμα που φαίνεται από τώρα- θα κυριαρχεί το τουρκικό φέσι.