Οικονομολόγοι και κρατικοί αξιωματούχοι προβληματίζονται από τη στάση των ομίλων της χώρας, οι οποίοι ειδικά το τρέχον έτος δείχνουν απροθυμία να επενδύσουν εντός συνόρων. Ωστόσο, το γενικότερο κλίμα δεν έχει καταστεί πιο ευμενές. Η πρόβλεψη για μη αύξηση των πωλήσεων τόσο εντός συνόρων όσο και στην Ευρωζώνη τα επόμενα χρόνια αποτρέπει πολλές επιχειρήσεις από τις επενδύσεις. Οι κεφαλαιακές δαπάνες έχουν υποχωρήσει σχεδόν σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα ως ποσοστό επί του ΑΕΠ. Επίσης, αρνητικά λειτουργεί το υψηλό κόστος παραγωγής και ειδικά οι υψηλές τιμές ενέργειας στη Γερμανία συγκριτικά με τις αντίστοιχες στις ΗΠΑ, σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και αναδυόμενες αγορές. Ενας ακόμη αποθαρρυντικός παράγοντας είναι η παρατεταμένη αβεβαιότητα για τη μακροπρόθεσμη συνοχή της Ευρωζώνης.
Οπως φαίνεται η πολιτική ηγεσία της Γερμανίας πληρώνει ένα τίμημα για τις πολιτικές σκληρής λιτότητας στην περιφέρεια της Ευρωζώνης, οι οποίες έχουν αποδυναμώσει συνολικά την καταναλωτική ζήτηση. Η κυβέρνηση Μέρκελ κατηγορήθηκε από διεθνείς οικονομολόγους και ορισμένους Ευρωπαίους εταίρους της για την εμμονή της στην πανευρωπαϊκή λιτότητα και τη δραστική μείωση του εργατικού κόστους ως τρόπου αναβάθμισης της ανταγωνιστικότητας. Η Γερμανία από μέρους της και οι άλλες ισχυρές ευρωπαϊκές οικονομίες δεν έλαβαν μέτρα αντιστάθμισης της εξασθένησης της νότιας Ευρώπης, με αποτέλεσμα να οπισθοδρομεί η ανάκαμψη συνολικά.
Ειδικότερα, μία από τις συμμετέχουσες γερμανικές εταιρείες στην έρευνα της WSJ για τις επενδύσεις, η BMW, θα αυξήσει την παραγωγή του μοντέλου Mini στην Ολλανδία, αλλά τα πιο πολλά επενδυτικά της σχέδια αφορούν επέκταση παραγωγικής ικανότητας σε Κίνα, Βραζιλία και ΗΠΑ. Η δε εταιρεία καταναλωτικών ειδών Henkel θα επενδύσει όπου διακρίνει μακροπρόθεσμη αύξηση πωλήσεων. Ακόμα, όμως, και αν οι γερμανικές επιχειρήσεις επενδύσουν περισσότερα τελικά το 2013 από το 2012, τα ποσά θα είναι χαμηλότερα του 2011 και θα απέχουν πολύ από τα αντίστοιχα προ οικονομικής κρίσης. «Εάν συνεχίσει να υποχωρεί η ελκυστικότητα της Γερμανίας ως επενδυτικού προορισμού, τότε συνολικά διακυβεύεται η ανταγωνιστικότητα της γερμανικής βιομηχανίας», επισημαίνει, εν κατακλείδι ο Ραλφ Βίχερς, ανώτατος οικονομολόγος της γερμανικής ομοσπονδίας μηχανοκατασκευαστικών εταιρειών VDMA.
http://news.kathimerini.gr