Συνέντευξη στον ΝΙΚΟ ΚΥΡΙΑΚΙΔΗ
  Η Μόσχα αντιλαμβάνεται πως η περιφερειακή ρευστότητα που υπάρχει αυτή την περίοδο στη Μέση Ανατολή ενδέχεται να μετεξελιχθεί σε μεγάλη περιφερειακή κρίση, σχεδόν ανεξέλεγκτη
Η Ρωσία αναδείχθηκε στον παράγοντα που θα καθορίσει, ως φαίνεται, την έκβαση της συριακής κρίσης και αυτό είναι ένα επίτευγμα του Πούτιν. Με τη στάση της έχει αποτρέψει μέχρι στιγμής μια εξωτερική βίαιη επέμβαση στον συριακό εμφύλιο επιτρέποντας έτσι στον Άσαντ να παραμείνει στην εξουσία.
Είναι αλήθεια πως οι διαμορφωτές της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής έχουν αναπτύξει ένα είδος αλλεργίας στις ηθικολογίες της Δύσης. Την ώρα που οι Αμερικανοί πιέζουν για στρατιωτική επέμβαση κατά του Άσαντ, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αίρει σιωπηλά το εμπάργκο όπλων στο δικτατορικό καθεστώς Καρίμοφ στο Ουζμπεκιστάν, αφού απ' τη χώρα αυτή διέρχονται οι γραμμές ανεφοδιασμού των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στο Αφγανιστάν. Ακόμα περισσότερο, η κυβέρνηση Ομπάμα ουδέποτε ζήτησε την απομάκρυνση του βασιλιά του Μπαχρέιν -όπου οι ΗΠΑ διατηρούν σημαντική ναυτική βάση- μετά την αιματηρή καταστολή του δημοκρατικού κινήματος στα τέλη του 2011.

Όλα αυτά βεβαίως θα είχαν νόημα αν οι διεθνείς σχέσεις αποτελούσαν πεδίο εκτόνωσης συναισθηματικών εξάρσεων, αλλά οι διεθνείς σχέσεις υπάγονται στη σφαίρα του ρεαλισμού, κι εδώ, με αφορμή τη συριακή κρίση, η ρωσική εξωτερική πολιτική έχει δώσει δείγματα γραφής. Για την πολιτική της Ρωσίας στην κρίση της Συρίας και για όλα τα επιμέρους γνωρίσματά της μίλησε στην "Αυγή" της Κυριακής ο Δρ. Κωνσταντίνος Φίλης, διεθνολόγος, ειδικός σε θέματα Ρωσίας και πρώην Σοβιετικής Ένωσης, επισημαίνοντας πως, πέρα απ' την προστασία των συμφερόντων της, οι φόβοι της Μόσχας ότι μια αμερικανική επέμβαση στη Συρία θα ανοίξει τον ασκό του Αιόλου στη Μέση Ανατολή είναι απολύτως βάσιμοι.

* Η Ρωσία έχει εξελιχθεί στη χώρα - κλειδί που θα καθορίσει την έκβαση της συριακής κρίσης. Τι κερδίζει η Μόσχα από την υποστήριξη που προσφέρει στο καθεστώς της Δαμασκού; Ποια συμφέροντά της διακυβεύονται στη Συρία; Είναι μόνον στρατηγικά ή και οικονομικά; Πόσο επηρεάζουν τη στάση της οι σχέσεις της ρωσικής στρατιωτικής βιομηχανίας με τον Άσαντ;
Με τη σχέση που ανέπτυξε με την οικογένεια Άσαντ, η Ρωσία κατάφερε να διατηρήσει την παρουσία της στη Μέση Ανατολή εξ αποστάσεως. Χωρίς να εμπλέκεται άμεσα σε πολιτικές διαδικασίες, χωρίς να παρεμβαίνει ή να επεμβαίνει με τον τρόπο των Δυτικών, χωρίς να ερεθίζει τα αντανακλαστικά των αυταρχικών καθεστώτων της περιοχής -ανάμεσά τους το Ιράν και το Ιράκ του πάλαι ποτέ Σαντάμ- και χωρίς να αμφισβητεί τις μεθόδους τους. Έτσι η Μόσχα κατόρθωσε να συνεννοείται εύκολα και να κάνει μπίζνες με καθεστώτα που βρίσκονται σε περιφερειακή ή διεθνή απομόνωση είτε ελέγχονται ως προς τις προθέσεις και την προβλεψιμότητά τους.

Στη Συρία τα ρωσικά συμφέροντα είναι πολύπλευρα αλλά και συγκεκριμένα. Υπάρχει η παλιά σοβιετική ναυτική βάση στο λιμάνι του Ταρτούς, μεγάλης στρατηγικής σημασίας για τη Ρωσία, καθώς είναι η μοναδική που προσφέρει στον ρωσικό στόλο πρόσβαση στις ζεστές θάλασσες της Μεσογείου -πάγια και διαχρονική ρωσική επιδίωξη. Η σφαίρα των οικονομικών - στρατιωτικών συμφερόντων είναι επίσης σημαντική. Η Ρωσία ενισχύει την εθνική οικονομία της πουλώντας όπλα στο καθεστώς του Άσαντ, ενώ ταυτόχρονα αυξάνει την "υπεραξία" της στρατιωτικής βιομηχανίας της, που είναι ένα από τα κύρια εργαλεία διαμόρφωσης και άσκησης της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής.

Διακυβεύονται λοιπόν στρατηγικά συμφέροντα της Ρωσίας στον συριακό εμφύλιο. Αν η Ρωσία διέκοπτε την παροχή στρατιωτικού εξοπλισμού στο καθεστώς της Δαμασκού μετά το ξέσπασμα του εμφυλίου, πιθανότατα σήμερα ο Άσαντ θα ήταν παρελθόν. Η ταύτιση του Άσαντ με τη Ρωσία είναι μια αναγκαστική επιλογή για τον ίδιο, δεδομένου ότι η σταθερή στήριξη της Μόσχας σε διπλωματικό επίπεδο στον ΟΗΕ, αλλά και στον στρατιωτικό τομέα, με την παροχή οπλισμού, είναι κομβικής σημασίας για την επιβίωση του καθεστώτος του.

* Υπάρχει πιθανότητα να πει η Ρωσία "ναι" σε μια δυτική επέμβαση στη Συρία, εφόσον ικανοποιηθούν οι όροι της σε σχέση με την προστασία των ρωσικών συμφερόντων;
Ο λόγος που δεν θα πει ποτέ "ναι" η Ρωσία σε μια δυτική στρατιωτική επέμβαση στη Συρία είναι γιατί έχει αποδείξει πως αποστρέφεται και εναντιώνεται σε οποιουδήποτε είδους επέμβαση στα εσωτερικά μιας χώρας, ακόμα κι αν αυτοί που την οργανώνουν επικαλούνται ανθρωπιστικούς λόγους. Η Ρωσία τρέφει μια φυσική αποστροφή στις έξωθεν επεμβάσεις στα εσωτερικά ζητήματα άλλων χωρών. Φοβάται ότι αυτή η πρακτική δημιουργεί ένα κακό προηγούμενο παγκοσμίως, αφού κάποιοι εντοπίζουν ή κατασκευάζουν ανθρωπιστικούς λόγους για να παρέμβουν σε μια κυρίαρχη χώρα και κατόπιν χωρίς την έγκριση του ΟΗΕ συστήνουν μια "συμμαχία προθύμων" και προχωρούν σε στρατιωτική επέμβαση.

Η Ρωσία αποστρέφεται αυτή την πρακτική για έναν ακόμα λόγο: Δεν θέλει να επεμβαίνει κανείς στο δικό της εσωτερικό. Ένας δεύτερος λόγος που εξηγεί τη ρωσική άρνηση είναι ότι η Μόσχα αντιλαμβάνεται πως η περιφερειακή ρευστότητα που υπάρχει αυτή την περίοδο στη Μέση Ανατολή ενδέχεται να μετεξελιχθεί σε μεγάλη περιφερειακή κρίση, σχεδόν ανεξέλεγκτη, αν και εφόσον εμπλακούν περισσότερες χώρες ή ένοπλες οργανώσεις από αυτές που ήδη εμπλέκονται στον συριακό εμφύλιο.

Υπάρχει κι ένας τρίτος λόγος: Η Ρωσία δεν επιθυμεί στρατιωτική επέμβαση στη Συρία εκτιμώντας ότι αυτή ενδέχεται να αλλάξει τα δεδομένα και να καταστήσει την ανατροπή του Άσαντ πιο εύκολη. Η Ρωσία δεν θέλει την ανατροπή του. Αντιλαμβάνεται πως όποια κυβέρνηση προκύψει μετά την αποχώρησή του θα έχει στους κόλπους της ριζοσπαστικά στοιχεία, θα διακατέχεται από λογική αντεκδίκησης και αντιποίνων έναντι της αλεβιτικής κοινότητας -από την οποία προέρχονται ο Άσαντ και τα στελέχη του καθεστώτος του. Θα έχει επίσης πρόσβαση στο υπάρχον χημικό οπλοστάσιο και, το κυριότερο, θα τρέφει έντονα αντιρωσικά αισθήματα θεωρώντας τη Ρωσία υπεύθυνη για το ότι επί δυόμισι χρόνια στήριξε πολιτικά και στρατιωτικά τον Άσαντ.

* Πολλοί στη Δύση πιστεύουν ότι η υποστήριξη του Πούτιν προς τον Άσαντ έχει να κάνει με την προσωπική "παράνοιά" του ή με την έμμονη προσπάθειά του να αποκαταστήσει το πληγωμένο γόητρο της Ρωσίας προσδίδοντάς της ρόλο υπερδύναμης που φρενάρει τους Αμερικανούς. Έχουν όντως τα κίνητρα της Μόσχας ψυχολογικές προεκτάσεις ή απλώς είναι το αποτέλεσμα ψυχρών υπολογισμών;
Με την πολιτική του στη Συρία, που πολλές φορές αμφισβητήθηκε ως προς την ορθότητά της, ο Πούτιν κατόρθωσε να προσδώσει στη Ρωσία ρόλο πολύ σημαντικού παίκτη στις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή. Κατάφερε φυσικά να διατηρήσει ζωντανό και το καθεστώς του Άσαντ. Η Ρωσία πέτυχε με αυτή την πολιτική και μ' αυτή τη συνετή στάση της, που δεν μεταλλάχθηκε όπως συνέβη πολλές φορές με τη στάση των Αμερικανών, των Ευρωπαίων, των Τούρκων κ.λπ., να εδραιωθεί ως δυνητικός παράγοντας λύσης του συριακού προβλήματος. Διότι, ας μην ξεχνάμε πως, ακόμα κι αν πάμε σε στρατιωτική επέμβαση, θα πρέπει αργά ή γρήγορα οι εμπλεκόμενοι να καθίσουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, κι εκεί ο ρόλος της Ρωσίας θα είναι πάρα πολύ σημαντικός.

Απ' όλα αυτά προκύπτει προφανώς πως η ρωσική πολιτική στη Συρία δεν είναι εμμονική, παρά το γεγονός ότι στηρίζει έναν αυταρχικό δικτάτορα που φέρει την ευθύνη για τον θάνατο χιλιάδων ανθρώπων. Από την οπτική των ρωσικών συμφερόντων -όχι των ανθρωπιστικών- αποδεικνύεται πως αυτή η πολιτική είναι μια μάλλον ορθή επιλογή. Αξίζει να επισημάνουμε τη συνέπεια, τον ορθολογισμό και τη διορατικότητα αυτής της πολιτικής, στοιχεία που δεν υπάρχουν στην πολιτική της Δύσης και των εταίρων της. Δεν μπορούμε φυσικά να της αποδώσουμε τα εύσημα για το γεγονός ότι στηρίζει αναφανδόν έναν ηγέτη ο οποίος πιθανότατα υπό άλλες συνθήκες θα δικαζόταν για εγκλήματα πολέμου.

Πολλούς χαρακτηρισμούς μπορούμε να δώσουμε στον Πούτιν, αλλά δεν θα τον λέγαμε ποτέ παρανοϊκό. Ο Πούτιν είναι ένας ψυχρός πραγματιστής, θα μπορούσε να συμμαχήσει ακόμα και με τον διάβολο για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της χώρας του, αλλά, πέραν τούτου, είναι ένας ορθολογικός παίκτης, περισσότερο προβλέψιμος παρά απρόβλεπτος. Αποφάσισε να στηρίξει το συριακό καθεστώς χωρίς παλινωδίες για τον πολύ σημαντικό λόγο της προστασίας των ρωσικών στρατιωτικών και οικονομικών συμφερόντων. Οποιαδήποτε πολιτική της Ρωσίας στο διεθνές στερέωμα από το 2000 κι έπειτα έχει την σφραγίδα του Πούτιν, είτε αυτή ήταν η υποστήριξη της αμερικανικής επέμβασης στο Αφγανιστάν το 2002 είτε η άρνησή της να συναινέσει στην επέμβαση στο Ιράκ έναν χρόνο αργότερα. Είναι σαφές ότι η ρωσική εξωτερική πολιτική καθορίζεται από τον πραγματισμό του Πούτιν...

* Αν οι ρωσικές ανησυχίες γύρω από τον συριακό εμφύλιο είναι πραγματικές κι όχι υποκριτικές ή παρελκυστικές, τι πραγματικά φοβάται το Κρεμλίνο από μια νέα στρατιωτική επέμβαση της Δύσης στη Μέση Ανατολή;
Η Ρωσία φοβάται ότι θα αναζωπυρωθούν οι προαιώνιες έχθρες που υπάρχουν στη Μέση Ανατολή, φοβάται ότι θα γίνει ακόμα πιο διακριτή η διαχωριστική γραμμή μεταξύ σουνιτών και σιιτών, φοβάται ότι μπορεί να υπάρξει διάχυση της κρίσης στο εγγύς εξωτερικό της Συρίας, στον Λίβανο, την Τουρκία, την Ιορδανία ή ακόμη και το Ιράν. Φοβάται πιθανή στρατιωτική αντίδραση από την πλευρά του Ιράν και πιθανά αντίποινα από το Ισραήλ, φοβάται δηλαδή μια περιφερειακή αστάθεια.

Οι Ρώσοι δεν κόπτονται ιδιαίτερα για το ότι οι Αμερικανοί θα εμπλακούν σε μια ακόμα στρατιωτική σύγκρουση στη Μέση Ανατολή. Ακόμα κι αν ξεκινήσουν με την πρόθεση να εξαπολύσουν έναν πόλεμο περιορισμένης κλίμακας, κανείς δεν τους εξασφαλίζει ότι δεν θα χρειαστεί να παρατείνουν τη στρατιωτική παρουσία τους στη Συρία. Συνεπώς μια τέτοια εξέλιξη θα λειτουργούσε ευνοϊκά υπέρ της Ρωσίας. Η αμερικανική υπερδύναμη θα βρεθεί να συγκρούεται στρατιωτικά και διπλωματικά σε ένα νέο μέτωπο χάνοντας μοιραία μέρος της ισχύος της. Η αποδυνάμωση των ΗΠΑ δεν στρέφεται αναγκαστικά κατά των ρωσικών συμφερόντων...

Πάντως, αν και πολύ πιστεύουν το αντίθετο, προσωπικά είμαι βέβαιος ότι η Ρωσία δεν επιθυμεί η σχέση της με την Αμερική να βρίσκεται στην κατάσταση που είναι σήμερα, σε μια "ψυχρή ειρήνη" δηλαδή -παραφράζοντας τον "Ψυχρό Πόλεμο". Η Ρωσία αντιλαμβάνεται πως η Αμερική είναι πολύ μεγάλη για να την έχει απέναντί της, δεν θα ήθελε οι σχέσεις τους να βρίσκονται σε ψυχρότητα, αλλά με τα σημερινά δεδομένα δεν μπορεί τα πράγματα να είναι διαφορετικά...

* Πιστεύει πράγματι η ηγεσία του Κρεμλίνου ότι ο Άσαντ μπορεί να επιβιώσει ή να διεκδικήσει κάποιο ρόλο στο μέλλον;
Πολύ εύστοχο ερώτημα. Η Ρωσία αντιλαμβάνεται κατ' αρχήν τον κίνδυνο που αντιπροσωπεύει μια βεβιασμένη αποχώρηση του Άσαντ για το μέλλον της Συρίας ως ενιαίου κράτους. Αν φύγει ο Άσαντ υπό τις τρέχουσες συνθήκες, η Συρία αποκλείεται να παραμείνει ενιαία, πιθανότητα θα διαμελιστεί σε δύο ή τρία τμήματα. Αυτό είναι βέβαιο, καθώς το αλεβιτικό στοιχείο θα διεκδικήσει έναν δικό του χώρο, απόλυτα αυτόνομο και ανεξάρτητο από την κεντρική σουνιτική κυβέρνηση η οποία θα αντικαταστήσει τον Άσαντ. Το ίδιο θα συμβεί και με τους Κούρδους.

Ένα τέτοιο σενάριο δεν είναι απαραιτήτως κακό για τα ρωσικά συμφέροντα, γιατί έτσι κι αλλιώς η ναυτική βάση της Ρωσίας στο Ταρτούς θα βρεθεί υπό τον έλεγχο των Αλεβιτών της περιοχής. Δεν θα χάσει αυτόματα τη γη κάτω απ' τα πόδια της... Ωστόσο, θα προκύψει μια χώρα που στην καλύτερη των περιπτώσεων θα είναι ένα νέο Ιράκ, δηλαδή θα υπάρχει μια κεντρική κυβέρνηση που δεν θα ελέγχει τίποτα περισσότερο από τη Δαμασκό και τα περίχωρά της.

Η Ρωσία δεν έχει βάλει όλα της τα αυγά στο καλάθι παραμονής του Άσαντ στην εξουσία, διότι αντιλαμβάνεται ότι για ένα πολύ μεγάλο μέρος του κόσμου ο Σύρος πρόεδρος έχει χάσει τη νομιμοποίησή του. Αντιλαμβάνεται επίσης ότι η παρουσία του Άσαντ είναι διχαστική, δεν μπορεί να παραταθεί για πολύ η παραμονή του στην εξουσία από τη στιγμή που κατηγορείται για χιλιάδες θανάτους. Όμως η Μόσχα δεν πρόκειται να αποσύρει την υποστήριξή της στο καθεστώς του πριν διασφαλίσει ότι θα υπάρξει μια όσο το δυνατόν ομαλή διαδοχή. Μια διαδοχή που δεν θα προκύψει από στρατιωτική επέμβαση, αλλά μέσα από διάλογο και διαπραγμάτευση με την παρουσία της Ρωσίας ως εγγυήτριας δύναμης και βεβαίως με την ανοχή ή τη συναίνεση του ίδιου του Άσαντ ώστε το αλεβιτικό στοιχείο να μην βρεθεί παραγκωνισμένο.