Για τους Αμερικανούς η ανεξαρτητοποίηση της Γιουγκοσλαβίας από
το σοβιετικό μπλοκ είχε θεωρηθεί η μεγαλύτερη μέχρι τότε νίκη της Δύσης
απέναντι στη Σοβιετική Ενωση.
Η υπογραφή της Βαλκανικής Συμμαχίας που είχε και στρατιωτική σημασία θεωρήθηκε μια μεγάλη ψυχολογική νίκη των ΗΠΑ, καθώς η Αλβανία, που ανήκε μέχρι τότε στο σοβιετικό μπλοκ, απεκόπτετο γεωγραφικά από τους συμμάχους της.
Το σοβιετικό μπλοκ άρχισε να βρίσκεται σε αμυντική θέση στα Βαλκάνια.
Αλλά τα πράγματα δεν ήταν τόσο ρόδινα για τη Δύση, γιατί η Ελλάδα και η Τουρκία, μέλη της Βαλκανικής Συμμαχίας, αλλά και του ΝΑΤΟ, είχαν ακόμα ουσιαστικές διαφορές για επιμέρους ζητήματα.
Στις αρχές της δεκαετίας του '50 οι σχέσεις μεταξύ Αγγλίας και Ελλάδας είχαν αρχίσει να επιδεινώνονται σε σοβαρό βαθμό λόγω του Κυπριακού.
Κυπριακό
Η κυβέρνηση Παπάγου, που είχε ανέλθει στην εξουσία από τα τέλη του 1952, αν και ανήκε ολόψυχα στη Δύση, είχε θέσει το κυπριακό ζήτημα προς την Αγγλία που αρνείτο οποιαδήποτε διμερή συζήτηση. Το δυτικό στρατόπεδο θεωρούσε άκαιρη την ανακίνηση του Κυπριακού, που το θεωρούσε ένα πρόβλημα που ενίσχυε την προπαγάνδα του ανατολικού μπλοκ.
Αλλά οι Αγγλοι φαίνεται ότι θεωρούσαν την Κύπρο ως μία βάση ύψιστης σημασίας για το χώρο της Εγγύς και Μέσης Ανατολής.
Ο Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα σερ Τσαρλς Πικ είχε προειδοποιήσει τον Σπύρο Μαρκεζίνη, για μεγάλο χρονικό διάστημα τον υπ' αριθμόν 2 της κυβέρνησης Παπάγου, ότι «αν τα δημοψηφίσματα, οι διαδηλώσεις και οι παντός είδους εκδηλώσεις του Μακαρίου ή οποιουδήποτε άλλου εξελιχθούν σε πολεμικές αναταραχές, οι Αγγλοι θα βρεθούν σε δύσκολη θέση... Ετσι δεν μένει παρά να προκαλέσουμε το ενδιαφέρον των Τούρκων, οι οποίοι από τον περασμένον αιώνα έχουν παραιτηθεί από κάθε διεκδίκηση επί της Κύπρου».
Ο Βρετανός πρεσβευτής τον Αύγουστο του 1954 ενημέρωσε την κυβέρνησή του για το πόσο «εύθραυστες» είναι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, ώστε ακόμα και το παραμικρότερο γεγονός θα ήταν αρκετό για να προκαλέσει μια ανάφλεξη σ' αυτές τις σχέσεις, όπως π.χ. «η αναγραφή ενός συνθήματος με μια κιμωλία στον τοίχο του σπιτιού όπου ο Ατατούρκ γεννήθηκε».
Την 1η Απριλίου 1955 με ενθάρρυνση του Παπάγου άρχισε ο ένοπλος αγώνας της ΕΟΚΑ στην Κύπρο.
Τον Ιούλιο οι Αγγλοι ανάγγειλαν μια τριμερή διάσκεψη (Ελλάδα, Τουρκία, Αγγλία) που άρχισε στο Λονδίνο, στις 29 Αυγούστου, με θέμα συζήτησης το Κυπριακό.
Η 6η Σεπτεμβρίου 1955 ήταν μια μαύρη μέρα για τον ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης. Αφορμή έδωσε μια βόμβα που εξερράγη στο σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη που, όπως αποδείχτηκε αργότερα, είχε τοποθετηθεί από τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες.
Επρόκειτο για μια οργανωμένη προβοκάτσια που έδωσε αφορμή για μια νέα «άλωση» της Κωνσταντινούπολης, με θύματα κατά κύριο λόγο τους Ελληνες και δευτερευόντως τους Αρμένιους και Εβραίους.
Χιλιάδες ελληνικά κτήρια, ανάμεσά τους σπίτια, εργαστήρια, ξενοδοχεία, καφενεία, εκκλησίες, μοναστήρια, σχολεία κ.ά., έγιναν αντικείμενο επίθεσης από οργανωμένες ομάδες Τούρκων. Καταγράφηκαν θάνατοι και βιασμοί. Επιθέσεις έγιναν και κατά της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Σμύρνη.
Λόγω των γεγονότων, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έφτασαν στο σημείο μηδέν.
Το Κυπριακό θεωρήθηκε ως η βασική αιτία της επιθετικής συμπεριφοράς των Τούρκων κατά των Ελλήνων της Πόλης. Αλλά η καταστροφική επίθεση είχε τα στοιχεία και μιας εθνικής και θρησκευτικής κάθαρσης.
Σε συνομιλία του Ελληνα πρεσβευτή στο Βελιγράδι Φίλωνος Φίλωνος με τον Γιουγκοσλάβο υπουργό των Εξωτερικών, λίγες μέρες μετά τα τραγικά γεγονότα της 6ης προς 7η Σεπτεμβρίου, επισημάνθηκε η ουσιαστική εξασθένιση της Βαλκανικής Συμμαχίας. Σύμφωνα με τον Ελληνα πρεσβευτή, η Τουρκία είχε προσχωρήσει στο Βαλκανικό Σύμφωνο για να επιβάλει τις θέσεις της και για να ωθήσει τη Γιουγκοσλαβία να προσχωρήσει στο ΝΑΤΟ. Μόλις η Τουρκία αντιλήφθηκε ότι αυτό ήταν αδύνατο και ότι η Ελλάδα επικροτούσε την αυτόνομη πορεία του Τίτο, τότε αποφάσισε ν' απομακρυνθεί από το τριμερές σύμφωνο.
Ο Φίλων θεωρούσε ότι ο Τούρκος υπουργός των Εξωτερικών Φατίν Ζορλού «και η κλίκα του που υποστηρίζει μια επιθετική εξωτερική πολιτική ήταν υπεύθυνοι για τα δραματικά γεγονότα που έγιναν στην Κωνσταντινούπολη».
Οι Αμερικανοί ανησυχούσαν πλέον όλο και περισσότερο για την τύχη της Βαλκανικής Συμμαχίας για την οποία είχαν συμβάλει αποφασιστικά.
Ο Τίτο
Στις 6 Νοεμβρίου 1955 μια σημαντική συνάντηση πραγματοποιήθηκε στη νήσο Βάγκα της Γιουγκοσλαβίας ανάμεσα στον Τίτο και τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Τζον Φόστερ Ντάλες. Σχετικά με τη Βαλκανική Συμμαχία ο Τίτο παρατήρησε, στη διάρκεια της συνομιλίας, ότι τα γεγονότα της 6ης Σεπτεμβρίου στην Κωνσταντινούπολη είχαν κλονίσει το status quo.
Ενώ εκτυλίσσονταν τα δραματικά γεγονότα, ο βασιλιάς Παύλος πραγματοποιούσε επίσημη επίσκεψη στη Γιουγκοσλαβία. Η γιουγκοσλαβική διπλωματία είχε δεχθεί την υπόδειξη να παίξει ένα συμφιλιωτικό ρόλο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Σύμφωνα με τον Τίτο, «η τωρινή συγκυρία» μετά τα γεγονότα της 6ης Σεπτεμβρίου ήταν πλέον «διαφορετική», δεν ήταν εύκολο να δοθεί προτεραιότητα στη στρατιωτική πλευρά της Βαλκανικής Συμμαχίας, αφού Ελληνες και Τούρκοι αρνούνταν να συνεργαστούν. Τώρα έπρεπε να τονιστεί η πολιτική, οικονομική και πολιτιστική πλευρά της Συμμαχίας.
Ο Ντάλες απάντησε ότι αν και οι Τούρκοι έφεραν «τη βασική ευθύνη» για τα γεγονότα της Πόλης, οι Ελληνες είχαν επίσης βαθμό ευθύνης γιατί είχαν απελευθερώσει «τις δυνάμεις του εθνικισμού», ιδιαίτερα το ζήτημα της Κύπρου που ξέφευγε τώρα από κάθε έλεγχο. Ο Ντάλες ευελπιστούσε ότι ο Τίτο θα εργαζόταν τώρα για τη συμφιλίωση των δύο συμμάχων του στο Βαλκανικό Σύμφωνο.
Τα γεγονότα της 6ης Σεπτεμβρίου 1955 προκάλεσαν τελικά την αδρανοποίηση της Βαλκανικής Συμμαχίας, που έμεινε στα χαρτιά.
Η υπογραφή του Βαλκανικού Συμφώνου
τον Φεβρουάριο του 1953 και της Βαλκανικής Συμμαχίας τον Αύγουστο του
1954, μεταξύ των κυβερνήσεων Ελλάδας, Γιουγκοσλαβίας και Τουρκίας, είχε
ικανοποιήσει ιδιαίτερα τους ηγετικούς κύκλους του δυτικού κόσμου.Η υπογραφή της Βαλκανικής Συμμαχίας που είχε και στρατιωτική σημασία θεωρήθηκε μια μεγάλη ψυχολογική νίκη των ΗΠΑ, καθώς η Αλβανία, που ανήκε μέχρι τότε στο σοβιετικό μπλοκ, απεκόπτετο γεωγραφικά από τους συμμάχους της.
Το σοβιετικό μπλοκ άρχισε να βρίσκεται σε αμυντική θέση στα Βαλκάνια.
Αλλά τα πράγματα δεν ήταν τόσο ρόδινα για τη Δύση, γιατί η Ελλάδα και η Τουρκία, μέλη της Βαλκανικής Συμμαχίας, αλλά και του ΝΑΤΟ, είχαν ακόμα ουσιαστικές διαφορές για επιμέρους ζητήματα.
Στις αρχές της δεκαετίας του '50 οι σχέσεις μεταξύ Αγγλίας και Ελλάδας είχαν αρχίσει να επιδεινώνονται σε σοβαρό βαθμό λόγω του Κυπριακού.
Κυπριακό
Η κυβέρνηση Παπάγου, που είχε ανέλθει στην εξουσία από τα τέλη του 1952, αν και ανήκε ολόψυχα στη Δύση, είχε θέσει το κυπριακό ζήτημα προς την Αγγλία που αρνείτο οποιαδήποτε διμερή συζήτηση. Το δυτικό στρατόπεδο θεωρούσε άκαιρη την ανακίνηση του Κυπριακού, που το θεωρούσε ένα πρόβλημα που ενίσχυε την προπαγάνδα του ανατολικού μπλοκ.
Αλλά οι Αγγλοι φαίνεται ότι θεωρούσαν την Κύπρο ως μία βάση ύψιστης σημασίας για το χώρο της Εγγύς και Μέσης Ανατολής.
Ο Βρετανός πρεσβευτής στην Αθήνα σερ Τσαρλς Πικ είχε προειδοποιήσει τον Σπύρο Μαρκεζίνη, για μεγάλο χρονικό διάστημα τον υπ' αριθμόν 2 της κυβέρνησης Παπάγου, ότι «αν τα δημοψηφίσματα, οι διαδηλώσεις και οι παντός είδους εκδηλώσεις του Μακαρίου ή οποιουδήποτε άλλου εξελιχθούν σε πολεμικές αναταραχές, οι Αγγλοι θα βρεθούν σε δύσκολη θέση... Ετσι δεν μένει παρά να προκαλέσουμε το ενδιαφέρον των Τούρκων, οι οποίοι από τον περασμένον αιώνα έχουν παραιτηθεί από κάθε διεκδίκηση επί της Κύπρου».
Ο Βρετανός πρεσβευτής τον Αύγουστο του 1954 ενημέρωσε την κυβέρνησή του για το πόσο «εύθραυστες» είναι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, ώστε ακόμα και το παραμικρότερο γεγονός θα ήταν αρκετό για να προκαλέσει μια ανάφλεξη σ' αυτές τις σχέσεις, όπως π.χ. «η αναγραφή ενός συνθήματος με μια κιμωλία στον τοίχο του σπιτιού όπου ο Ατατούρκ γεννήθηκε».
Την 1η Απριλίου 1955 με ενθάρρυνση του Παπάγου άρχισε ο ένοπλος αγώνας της ΕΟΚΑ στην Κύπρο.
Τον Ιούλιο οι Αγγλοι ανάγγειλαν μια τριμερή διάσκεψη (Ελλάδα, Τουρκία, Αγγλία) που άρχισε στο Λονδίνο, στις 29 Αυγούστου, με θέμα συζήτησης το Κυπριακό.
Η 6η Σεπτεμβρίου 1955 ήταν μια μαύρη μέρα για τον ελληνισμό της Κωνσταντινούπολης. Αφορμή έδωσε μια βόμβα που εξερράγη στο σπίτι του Κεμάλ Ατατούρκ στη Θεσσαλονίκη που, όπως αποδείχτηκε αργότερα, είχε τοποθετηθεί από τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες.
Επρόκειτο για μια οργανωμένη προβοκάτσια που έδωσε αφορμή για μια νέα «άλωση» της Κωνσταντινούπολης, με θύματα κατά κύριο λόγο τους Ελληνες και δευτερευόντως τους Αρμένιους και Εβραίους.
Χιλιάδες ελληνικά κτήρια, ανάμεσά τους σπίτια, εργαστήρια, ξενοδοχεία, καφενεία, εκκλησίες, μοναστήρια, σχολεία κ.ά., έγιναν αντικείμενο επίθεσης από οργανωμένες ομάδες Τούρκων. Καταγράφηκαν θάνατοι και βιασμοί. Επιθέσεις έγιναν και κατά της ελληνικής αντιπροσωπείας στη Σμύρνη.
Λόγω των γεγονότων, οι ελληνοτουρκικές σχέσεις έφτασαν στο σημείο μηδέν.
Το Κυπριακό θεωρήθηκε ως η βασική αιτία της επιθετικής συμπεριφοράς των Τούρκων κατά των Ελλήνων της Πόλης. Αλλά η καταστροφική επίθεση είχε τα στοιχεία και μιας εθνικής και θρησκευτικής κάθαρσης.
Σε συνομιλία του Ελληνα πρεσβευτή στο Βελιγράδι Φίλωνος Φίλωνος με τον Γιουγκοσλάβο υπουργό των Εξωτερικών, λίγες μέρες μετά τα τραγικά γεγονότα της 6ης προς 7η Σεπτεμβρίου, επισημάνθηκε η ουσιαστική εξασθένιση της Βαλκανικής Συμμαχίας. Σύμφωνα με τον Ελληνα πρεσβευτή, η Τουρκία είχε προσχωρήσει στο Βαλκανικό Σύμφωνο για να επιβάλει τις θέσεις της και για να ωθήσει τη Γιουγκοσλαβία να προσχωρήσει στο ΝΑΤΟ. Μόλις η Τουρκία αντιλήφθηκε ότι αυτό ήταν αδύνατο και ότι η Ελλάδα επικροτούσε την αυτόνομη πορεία του Τίτο, τότε αποφάσισε ν' απομακρυνθεί από το τριμερές σύμφωνο.
Ο Φίλων θεωρούσε ότι ο Τούρκος υπουργός των Εξωτερικών Φατίν Ζορλού «και η κλίκα του που υποστηρίζει μια επιθετική εξωτερική πολιτική ήταν υπεύθυνοι για τα δραματικά γεγονότα που έγιναν στην Κωνσταντινούπολη».
Οι Αμερικανοί ανησυχούσαν πλέον όλο και περισσότερο για την τύχη της Βαλκανικής Συμμαχίας για την οποία είχαν συμβάλει αποφασιστικά.
Ο Τίτο
Στις 6 Νοεμβρίου 1955 μια σημαντική συνάντηση πραγματοποιήθηκε στη νήσο Βάγκα της Γιουγκοσλαβίας ανάμεσα στον Τίτο και τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Τζον Φόστερ Ντάλες. Σχετικά με τη Βαλκανική Συμμαχία ο Τίτο παρατήρησε, στη διάρκεια της συνομιλίας, ότι τα γεγονότα της 6ης Σεπτεμβρίου στην Κωνσταντινούπολη είχαν κλονίσει το status quo.
Ενώ εκτυλίσσονταν τα δραματικά γεγονότα, ο βασιλιάς Παύλος πραγματοποιούσε επίσημη επίσκεψη στη Γιουγκοσλαβία. Η γιουγκοσλαβική διπλωματία είχε δεχθεί την υπόδειξη να παίξει ένα συμφιλιωτικό ρόλο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Σύμφωνα με τον Τίτο, «η τωρινή συγκυρία» μετά τα γεγονότα της 6ης Σεπτεμβρίου ήταν πλέον «διαφορετική», δεν ήταν εύκολο να δοθεί προτεραιότητα στη στρατιωτική πλευρά της Βαλκανικής Συμμαχίας, αφού Ελληνες και Τούρκοι αρνούνταν να συνεργαστούν. Τώρα έπρεπε να τονιστεί η πολιτική, οικονομική και πολιτιστική πλευρά της Συμμαχίας.
Ο Ντάλες απάντησε ότι αν και οι Τούρκοι έφεραν «τη βασική ευθύνη» για τα γεγονότα της Πόλης, οι Ελληνες είχαν επίσης βαθμό ευθύνης γιατί είχαν απελευθερώσει «τις δυνάμεις του εθνικισμού», ιδιαίτερα το ζήτημα της Κύπρου που ξέφευγε τώρα από κάθε έλεγχο. Ο Ντάλες ευελπιστούσε ότι ο Τίτο θα εργαζόταν τώρα για τη συμφιλίωση των δύο συμμάχων του στο Βαλκανικό Σύμφωνο.
Τα γεγονότα της 6ης Σεπτεμβρίου 1955 προκάλεσαν τελικά την αδρανοποίηση της Βαλκανικής Συμμαχίας, που έμεινε στα χαρτιά.