. |
Οπως επισημαίνει ο Μπουλέντ Αλιρίζα, διευθυντής του τουρκικού προγράμματος στο Center for Strategic and International Studies της Ουάσιγκτον, «κατά την Αραβική Ανοιξη οι ΗΠΑ αντιμετώπισαν την Τουρκία ως μια χώρα πρότυπο. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, ανακύπτουν ερωτήματα εάν η Τουρκία δύναται να αποτελέσει πρότυπο, παράδειγμα ή έμπνευση, την ώρα που αντιμετωπίζει τα δικά της προβλήματα».
Σύμφωνα με τον Σινάν Ούλγκεν, καθηγητή στο Carnegie Europe, η στάση του Ερντογάν έναντι των διαδηλωτών θα καταστήσει πιο δύσκολη τη διατήρηση των στενών σχέσεων ΗΠΑ - Τουρκίας. Παρά τις συναντήσεις του με τους κορυφαίους εκπροσώπους της αμερικανικής κυβέρνησης, κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον, ο Ταγίπ Ερντογάν απέτυχε να λάβει τη δέσμευση για μια δυναμική αμερικανική επέμβαση στη Συρία, όπως και τη στήριξη για τη συμμετοχή της Χαμάς στις ισραηλο-παλαιστινιακές διαπραγματεύσεις.
Σε ανάλυσή του το αμερικανικό German Marshall Fund υποστηρίζει ότι μολονότι η κρίση στην Τουρκία δεν μπορεί να συγκριθεί με την Αραβική Ανοιξη, οι ταραχές θα μπορούσαν οδηγήσουν στη ματαίωση διαφόρων σχεδίων, όπως τη διενέργεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 2020 και στον τερματισμό των διαπραγματεύσεων για ειρήνευση με τους Κούρδους, «εάν τα γεγονότα έπλητταν την εικόνα της Τουρκίας στο εξωτερικό και εξασθενούσαν τη θέση των ηγετών της στο εσωτερικό».
Σε κύριο άρθρο της η εφημερίδα «Ουάσιγκτον Ποστ» αναφέρθηκε στον αυταρχισμό του Ταγίπ Ερντογάν και στο έλλειμμα Δημοκρατίας στην Τουρκία, με αφορμή το χειρισμό των πρόσφατων διαδηλώσεων από την τουρκική κυβέρνηση. Το δημοκρατικό έλλειμμα στην Τουρκία, υποστηρίζει η εφημερίδα, μπορεί να διαπιστωθεί στις πολιτικές που εφάρμοσε, κατά την τελευταία δεκαετία, το ισλαμικό κόμμα ΑΚΡ όπως και στον τρόπο αντιμετώπισης των χιλιάδων διαδηλωτών στις πρόσφατες κινητοποιήσεις. Η κάλυψη των κινητοποιήσεων απέδειξε επίσης ότι η Τουρκία δεν διαθέτει έναν ισχυρό ελεύθερο Τύπο, που συναντάμε στα δυτικά κράτη. Είναι χαρακτηριστικό ότι το CNN Turkey επέλεξε να μεταδίδει κατά τις κινητοποιήσεις μια εκπομπή για μαγειρική, ενώ και οι δημοσιογράφοι του γραπτού Τύπου εύλογα σιώπησαν, καθώς σύμφωνα με την Επιτροπή Προστασίας των Δημοσιογράφων έχουν φυλακιστεί τουλάχιστον 49 δημοσιογράφοι εξαιτίας της αρθρογραφίας τους, περισσότεροι από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Οπως επισημαίνει η «Ουάσιγκτον Ποστ», μεταξύ άλλων, η κρίση προσφέρει μια ευκαιρία στους συμμάχους της Τουρκίας για να πουν στον Ερντογάν ότι η Δημοκρατία είναι κάτι περισσότερο από απλές εκλογές, και ότι αυτή τη στιγμή προσφέρει την ατυχή απόδειξη ότι μπορεί να είναι κάποιος εκλεγμένος και αυταρχικός, ταυτόχρονα.
Για την εφημερίδα «Wall Street Journal» οι διαδηλώσεις στην Κωνσταντινούπολη σηματοδοτούν μια σημαντική αλλαγή. Σύμφωνα με δηλώσεις του Σόνερ Σαγκαπτάι, του Washington Institute for Near East Policy, «είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της Τουρκίας που υπάρχει μια ευρεία μέση τάξη, η οποία έχει και τις αντίστοιχες απαιτήσεις, ενώ η ειδοποιός διαφορά είναι ότι επίσης πρώτη φορά οι αναταραχές που έχουν προκληθεί δεν σχετίζονται με την κυβέρνηση ή με το στρατό». Η εκτίμηση είναι ότι η όλη κατάσταση δεν αναμένεται να επηρεάσει ιδιαίτερα τον κ. Ερντογάν, ο οποίος ελλείψει αποτελεσματικής αντιπολίτευσης και με την υποστήριξη του μισού πληθυσμού της χώρας ετοιμάζεται να δρομολογήσει το πέρασμά του στο προεδρικό αξίωμα.