Η επιτυχημένη επίσκεψη του κ. Αντ. Σαμαρά στην Κίνα, το
εντονότατο ενδιαφέρον της Ρωσίας για τον εγχώριο κλάδο ενέργειας και η
ατυχής συγκυρία της αδυναμίας προγραμματισμού επίσκεψης του πρωθυπουργού
στο Λευκό Οίκο επιβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα επιστρέφει -έστω και με
προβλήματα- στη διεθνή γεωπολιτική και γεωοικονομική σκακιέρα.Η ελληνική εξωτερική πολιτική βρίσκεται ακόμα στην αρχή του δρόμου
ανάκτησης της ισχύος και αξιοπιστίας της, αλλά πέτυχε να αναπληρώσει
αρκετό από το χαμένο έδαφος του Μαΐου 2010 με την εθνική παγίδευση στο
Μνημόνιο. Πολύ περισσότερο, η σημερινή θέση της Ελλάδας δεν μπορεί να
συγκριθεί καν με τον περσινό Μάιο, όταν ισχυροί και ανίσχυροι εταίροι
στην Ε.Ε. προετοίμαζαν τις μεθόδους παράκαμψης της Συνθήκης της
Λισαβόνας γι’ αποβολή μας από την ΟΝΕ. Αλλωστε, τα απομνημονεύματα και
οι εκμυστηρεύσεις Γάλλων και Γερμανών πολιτικών για σχέδια εξόδου της
Ελλάδας από το ευρώ, ήδη από τον Οκτώβριο - Νοέμβριο του 2011,
πιστοποιούν την τότε θέση έσχατης ταπείνωσης της χώρας.
Σήμερα, η νέα διπλωματική πρόκληση είναι η ισορροπία μεταξύ της
συνειδητής (και δραστήριας) συμμετοχής μας στους ευρωατλαντικούς θεσμούς
και της άντλησης οικονομικών - εμπορικών οφελών από άλλους πόλους
ισχύος, όπως το Πεκίνο και η Μόσχα. Ορισμένοι αναχρονιστικοί παράγοντες
του δημόσιου βίου, όπως η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, αδυνατούν να κατανοήσουν τη
δυνατότητα της κυβέρνησης Σαμαρά να επιτύχει μια τέτοια (όντως δύσκολη)
ισορροπία, αλλά ξεχνούν δύο βασικές αλήθειες: ότι, πρώτον, Ουάσινγκτον,
Μόσχα και Πεκίνο έχουν μεταξύ τους εμπορικές σχέσεις πολλαπλάσιας αξίας
και ότι, δεύτερον, καμία από τις τρεις πλευρές δεν έχει αντιρρήσεις η
Ελλάδα να συζητεί με την άλλη, αρκεί να τηρούνται ορισμένοι
επιβεβλημένοι κανόνες.
Ομως, πέρα από τον ΣΥΡΙΖΑ, υπάρχει κι άλλος ένας κίνδυνος που μπορεί
να υπονομεύσει την ισορροπία της Ελλάδας με τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την
Κίνα: τα ενδοκυβερνητικά λάθη και παραλείψεις και η αποσπασματική (αντί
συνολικής) χάραξη της τακτικής απέναντί τους. Αρκετά, κυρίως μεσαία,
κυβερνητικά στελέχη είτε δεν παρακολουθούν μείζονες εξελίξεις είτε
υποβαθμίζουν τη σημασία τους.
Συγκεκριμένα, από τα μέσα Απριλίου ήταν γνωστή η πρωτοβουλία της Ε.Ε.
για κυρώσεις στους τηλεπικοινωνιακούς κολοσσούς Huawei και ΖΤΕ, χωρίς
κανείς αρμόδιος να το λάβει υπόψη κατά την προετοιμασία της επίσκεψης
Σαμαρά στο Πεκίνο. Μόνο ορισμένες κινήσεις της τελευταίας στιγμής
απέτρεψαν την έκρηξη του προβλήματος. Ως προς τις ΗΠΑ, υπήρχαν έγκαιρες
επισημάνσεις ότι, δυστυχώς, διάφοροι εκπρόσωποι του (πάλαι ποτέ)
ελληνικού λόμπι στην Ουάσινγκτον δεν έχουν πλέον την προσδοκώμενη
επιρροή.
Και, επίσης, όσο στενές κι αν είναι (και επιβάλλεται να είναι) οι
σχέσεις Αθήνας - Τελ Αβίβ, δεν είναι δυνατόν να ακούγονται παρασκηνιακές
εισηγήσεις για ισραηλινές μεσολαβήσεις προς την Ουάσινγκτον. Οσο για τη
Ρωσία, ανεξάρτητα από τις αποφάσεις για ΔΕΠΑ και ΔΕΣΦΑ και την επίσκεψη
του κ. Π. Παναγιωτόπουλου στη Μόσχα, το Κρεμλίνο έχει ήδη αποστείλει
προειδοποιητικά μηνύματα ότι οι διμερείς σχέσεις εξαρτώνται από πολλούς
παράγοντες, οπότε θα έχουν και πολλές και σημαντικές διακυμάνσεις.
Αλέξανδρος Τάρκας