23 Μαΐου 2013

Ο "κόκκινος Πάνος" στην δύσπιστη "κόκκινη αρκούδα" - Δύσκολο ταξίδι στην Μόσχα για Παναγιωτόπουλο

Του ΠΑΡΙ ΚΑΡΒΟΥΝΟΠΟΥΛΟΥ
Στην Μόσχα από σήμερα ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Πάνος Παναγιωτόπουλος, σε μια επίσκεψη στην οποία ο ίδιος “ποντάρει” πολλά ,αλλά είναι μάλλον δύσκολο να αναμένει κάποιος συγκεκριμένα αποτελέσματα. Αυτή τη στιγμή η σχέσεις Αθήνας - Μόσχας κρίνονται κυρίως στο “ενεργειακό” πεδίο μέχρι να ληφθεί η απόφαση για ΔΕΠΑ-ΔΕΣΦΑ. Όμως ο τομέας της Άμυνας δεν μπορεί να πει κανείς ότι είναι αδιάφορος για την Ρωσία, αλλά και για την Ελλάδα. Οι σχέσεις των δύο χωρών σ΄ αυτό το τομέα έχουν περάσει από πολλές φάσεις ,συχνά όχι εύκολες κι ευχάριστες. Και γι΄ αυτό ευθύνονται και οι δύο.

Η Μόσχα λειτουργεί ως μεγάλη δύναμη δεσποτικά πολλές φορές έναντι της Ελλάδας. Η φυσιολογική εξέλιξη της απόρριψης της αγοράς των τεθωρακισμένων BMP από την Ελλάδα, ενόχλησε σφόδρα τους Ρώσους. Οι οποίοι όμως φαίνεται ότι ξεχνούν εύκολα. Τι ξεχνούν;

Ότι στο δεύτερο μισό της δεκαετίας του 90 ,επί κυβερνήσεων Κώστα Σημίτη και με υπουργό Εθνικής Άμυνας τον Άκη Τσοχατζόπουλο , η Ελλάδα είχε μετατραπεί περίπου σε “βιτρίνα” ρωσικών οπλικών συστημάτων. Δεν ήταν λίγο αυτό που πρόσφερε η Ελλάδα, εκτός από τα πολλά λεφτά που έδωσε στην ρωσική αμυντική βιομηχανία . Μια χώρα του ΝΑΤΟ , αγόρασε αντιαεροπορικά, αντιαρματικά, σκάφη ταχείας μεταφοράς για το Ναυτικό της ,προκαλώντας μεγάλη δυσφορία στους δυτικούς. Και επιπλέον παρέλαβε και τους S 300 που από την Κύπρο βρέθηκαν στην Κρήτη. Που θα έβρισκαν καλύτερη διαφήμιση τα ρωσικά όπλα.

Τι κέρδισε η Ελλάδα σε διπλωματικό επίπεδο; Όχι όσα ανέμενε προφανώς. Η Μόσχα εξακολούθησε και εξακολυθεί και αυτή τη περίοδο να τηρεί ίσες αποστάσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και δεν αποκλείεται να εξοπλίσει την Άγκυρα με ρωσικά όπλα ,όπως οι S 300.

Η ποιότητα των ρωσικών όπλων δεν μπορεί από κανένα λογικό άνθρωπο να αμφισβητηθεί. Και αυτό το αποδέχτηκαν ακόμη και όσοι ως αντιπολίτευση επιχείρησαν να υποβαθμίσουν τις δυνατότητες αυτών των όπλων. Το γιατί τα ρωσικά όπλα στην Ελλάδα δεν λειτουργούν όπως πρέπει ,έχει να κάνει με τις δικές μας ευθύνες.

Είτε δολίως, είτε απλά από “νατοϊκή νομιμοφροσύνη” , πολλοί στρατιωτικοί ήταν από την αρχή ενάντια στην προμήθεια ρωσικών όπλων. Και σε κάθε ευκαιρία δεν δίσταζαν να τα κρατάνε “άκαπνα” με το ισχυρότερο όπλο μας, την γραφειοκρατία. Γιατί για την προβληματική τεχνική υποστήριξη και την προμήθεια ανταλλακτικών στα ρωσικά όπλα δεν ευθύνονται μόνο οι Ρώσοι, αλλά κυρίως εμείς.

Η υπόθεση των S 300 ετκός απ΄ όλα αυτά δείχνει και την πολιτική ατολμία των κυβερνήσεων μας να αξιοποιήσουν τα όπλα που νόμιμα μας ανήκουν.

Σ΄ αυτό το κλίμα τα πράγματα ασφαλώς δεν θα είναι εύκολα για τον ΥΕΘΑ Πάνο Παναγιωτόπουλο. Οι Ρώσοι συχνά πυκνά επανέρχονται στο ζήτημα της προμήθειας BMP, εκδηλώνοντας ενδιαφέρον και για την ΕΛΒΟ. Τα όσα κατά καιρούς γράφονται και λέγονται περί ενδιαφέροντος για πώληση ακόμη και μαχητικών αεροσκαφών ,μπορεί να είναι πολύ “γοητευτικά” αφού οι δυνατότητες της ρωσικής αεροναυπηγικής τεχνολογίας είναι αξιοζήλευτες, όμως είναι αυτονόητο ότι το να βρεθεί η Ελλάδα με Suckhoi δεν είναι απλά μια απόφαση επιλογής αεροσκάφους για την Πολεμική Αεροπορία.

Το θέμα είναι -για μία ακόμη φορά- αν εμείς έχουμε αποφασίσει τι θέλουμε και πως μπορούμε να το διεκδικήσουμε και πιθανόν να το κερδίσουμε. Η αξιοποίηση όλων των ρωσικών όπλων μας είναι ένα καλό πρώτο βήμα που η Μόσχα επιθυμεί να γίνει. Η πρώτη εκπαιδευτική βολή των S 300 ,που χρόνια τώρα...προετοιμάζεται επίσης είναι μια εξέλιξη που θα κατεύναζε την ρωσική δυσαρέσκεια.

Όπως συμβαίνει με όλες τις μεγάλες δυνάμεις έτσι και με την Ρωσία δεν πρέπει να έχουμε καμία αυταπάτη ή ψευδαίσθηση ότι θα ...σπεύσει να μας σώσει αν δεν έχει κάτι να κερδίσει. Και από εμάς πάντα κάτι μπορεί να αναμένει . Όπως και εμείς βέβαια μπορούμε -διασφαλίζοντας τις καλές και ειλικρινείς όμως σχέσεις- να “παίζουμε” το χαρτί του ρωσικού παράγοντα. Οι ίδιοι οι Αμερικανοί γράφουν εδώ και πάρα πολύ καιρό ,απευθυνόμενοι κυρίως προς τους στενοκέφαλους Γερμανούς, να “μην αφήσουμε την Ελλάδα να βουλιάξει” ,με τον φόβο ότι αυτό μπορεί να την οδηγήσει στην αγκαλία της Ρωσίας που πάντα θα αναζητά ένα πιο “απάνεμο” λιμάνι στη Μεσόγειο, απ΄ αυτό της Συρίας.