Η επίθεση αυτοκτονίας με έξι κιλά ΤΝΤ στην είσοδο της πρεσβείας των ΗΠΑ στην Άγκυρα την Παρασκευή έδωσε τροφή σε όσους εκφράζουν φόβους ότι η συριακή κρίση κινδυνεύει να καταστεί περιφερειακή, με τη βοήθεια ποικίλων “ενδιαμέσων”. Ο πρώτος κατάλογος των πιθανών δραστών, προτού ξεκαθαρίσει η εικόνα, είναι ενδεικτικός των ανοικτών μετώπων που αντιμετωπίζει η γειτονική Τουρκία: ισλαμιστική τρομοκρατία, κουρδικός αυτονομισμός, προβοκάτσιες του “βαθέος κράτους”, ιρανικός δάκτυλος κ.ο.κ.
Ωστόσο, η ανάληψη ευθύνης δεν άργησε: με εκτενή προκήρυξή του μέσω Διαδικτύου το ακροαριστερό DHKP-C (Λαϊκό Επαναστατικό Απελευθερωτικό Κόμμα-Μέτωπο), που συμπεριλαμβάνεται στις λίστες τρομοκρατικών οργανώσεων των ΗΠΑ και της Ε.Ε. συνέδεσε ευθέως την ενέργεια με την συριακή πολιτική των Erdogan και Davutoglu, τους οποίους χαρακτηρίζει “λακέδες του ιμπεριαλισμού”, προσθέτοντας ότι η τουρκική επικράτεια χρησιμοποιείται ως ορμητήριο των “πλιατσικολόγων” που αρνούνται στον “αδελφό συριακό λαό” το δικαίωμα να καθορίζει το μέλλον του.
O συγχρονισμός της επίθεσης με την εγκατάσταση στην τουρκική επικράτεια, κοντά στα σύνορα με την Συρία, 8 συστοιχιών ΝΑΤΟϊκών πυραύλων Patriot (υπηρετούμενων από 4000 στρατιώτες) , αλλά και με την εξαγγελία της επίσκεψης του νέου υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ John Kerry στην Τουρκία εντός του Φεβρουαρίου, δεν ήταν διόλου τυχαίος.
Το DHKP-C υπήρξε μαζική οργάνωση κατά τα “μολυβένια χρόνια” της Τουρκίας, πριν από το πραξικόπημα του 1980, οπότε και φέρεται να διέθετε (όπου και το ΡΚΚ) στρατόπεδο εκπαίδευσης στην Μπεκάα του Λιβάνου, προφανώς εν γνώσει της Δαμασκού. Στη μεταψυχροπολεμική περίοδο προσανατολίσθηκε για τη στρατολόγησή του προς την αλεβιτική μειονότητα της Τουρκίας, αναπτύσσοντας μια προσέγγιση όλο και πιο σεκταριανιστική, πίσω από την αντιμπεριαλιστική ρητορεία.
Στον απολογισμό της όλης δράσης του DHKP-C συμπεριλαμβάνεται η δολοφονία δύο στρατηγών και ενός υπουργού, ενώ την άνοιξη του 1991, στο φόντο του πρώτου Πολέμου στον Κόλπο εξαπέλυσε σειρά επιθέσεων εναντίον αμερικανικών στόχων.
Μόλις τον περασμένο Σεπτέμβριο παρόμοια επίθεση αυτοκτονίας του DHKP-C στο αστυνομικό τμήμα της συνοικίας Sultangazi της Κωνσταντινούπολης είχε αφήσει πίσω της δύο νεκρούς.
Ο τριαντάχρονος δράστης (και θύμα) της επίθεσης της Παρασκευής. (η οποία στοίχισε επίσης της ζωή του φρουρού ασφαλείας Mustafa Akarsu και προκάλεσε τον βαρύ τραυματισμό της διπλωματικής συντάκτριας Didem Tuncay) ονομαζόταν Ecevit Şanlı και καταγόταν από το Ordu της Μαύρης Θάλασσας. Μετά τη στρατιωτική του θητεία εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη, ενώ το 1997 συνελήφθη και φυλακίσθηκε για επίθεση εναντίον στρατιωτικού στόχου. Αποφυλακίσθηκε το 2002 με ανήκεστο βλάβη, μετά τη συμμετοχή του στη μεγάλη απεργία πείνας των κρατουμένων του DHKP-C (που είχε ως απολογισμό περίπου 60 νεκρούς) και διέφυγε στη Γερμανία. Κατά τις τουρκικές αρχές, επέστρεψε στην Τουρκία με πλαστή ταυτότητα, μέσω Ελλάδας. Φέρεται πως λόγω της συμμετοχής του στην απεργία πείνας έπασχε από το εγκεφαλικό σύνδρομο Wenicke-Korsakof, το οποίο τον καθιστούσε ούτως ή άλλως “καταδικασμένο”.
Για τον πρωθυπουργό Tayyip Erdogan, πάντως, η επίθεση της Παρασκευής δίνει την ευκαιρία για πολλαπλά “ξεκθαρίσματα λογαριασμών”, καθώς την Κυριακή εξαπέλυσε μύδρους εναντίον του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης για “φιλοτρομοκρατική στάση” λόγω των αντιδράσεων του τελευταίου στην “επιχείριση εξάρθρωσης” του DHKP-C τον Ιανουάριο. Η προσαγωγή περίπου 90 ατόμων (ανάμεσά τους δικηγόροι και δημοσιογράφοι) σε Κωνσταντινούπολη και Σμύρνη και η απαγγελία κατηγοριών σε 55 από αυτούς οδήγησε, κατά τις αρχές, στον εντοπισμό σχεδίων σειράς τρομοκρατικών ενεργειών καθώς και μιας 15μελούς λίστας υποψήφιων “καμικάζι” - εκπαιδευμένων σε Γερμανία, Βέλγιο, Ελλάδα και Συρία...