Η μπότα του κατακτητή σε θέματα που αφορούν την εκκλησιαστική περιουσία
στα κατεχόμενα, ακούει στο όνομα ΕΒΚΑΦ. Είναι ο πληθυντικός της λέξης
βακίφ, που σημαίνει κινητή και ακίνητη περιουσία, η οποία παραχωρείται
για ευαγείς σκοπούς. Αποστολή των βακουφίων είναι να επουλώνουν τις
πληγές των πασχόντων και να παρέχουν βοήθεια σε όσους την έχουν
ανάγκη. Μετά την εισβολή το κατοχικό καθεστώς ανέθεσε την εποπτεία
εκκλησιών, μονών και κάθε θρησκευτικού μνημείου στην Διεύθυνση του
ΕΒΚΑΦ. Με έγκριση της Διεύθυνσης και των μελών του Δ.Σ., η περιουσία
αυτή παραχωρείται σε πολιτιστικούς συνδέσμους, σωματεία, χοροδιδασκαλία,
κέντρα αναψυχής, εργαστήρια.
Εκτός από τις αγαθοεργίες η διεύθυνση του ΕΒΚΑΦ των κατεχομένων έχει επιδοθεί σε εμπορικές δραστηριότητες, ανεγείρει εμπορικά κέντρα, ασχολείται με την ανάπτυξη γης, διαχειρίζεται ξενοδοχεία που διαθέτουν καζίνο, παρά το γεγονός ότι τα τυχερά παιγνίδια αποτελούν κόκκινο πανί για το Ισλάμ. Στα πλαίσια των εμπορικών του δραστηριοτήτων το ΕΒΚΑΦ, σαν ένας καλός επιχειρηματίας, διαπραγματεύεται την εκκλησιαστική περιουσία όχι μόνο των ορθόδοξων Ελλήνων αλλά και των Αρμενίων.
Τελευταία αυθαιρεσία ήταν με την περίπτωση της αρμενικής εκκλησίας (14ος αιώνας) στην κατεχόμενη σήμερα Λευκωσία, η οποία ανακαινίστηκε με την οικονομική συμβολή 3,5 εκατομμυρίων ευρώ των UΝDΡ-ΑCΤ και USΑΙD προκειμένου τόσο η εκκλησία όσο και ο περιβάλλων χώρος να χρησιμοποιηθούν για πολιτιστικές εκδηλώσεις και με τον επιβαλλόμενο σεβασμό σε ένα θρησκευτικό μνημείο. Αντ’ αυτού, η Διεύθυνση του ΕΒΚΑΦ προχώρησε και ενοικίασε -παράτυπα και χωρίς διαφάνεια- την εκκλησία και τα γύρω κτίσματα στο Πανεπιστήμιο Εγγύς Ανατολής για περίοδο 10 ετών προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει για τις ανάγκες τού υπό ίδρυση Ινστιτούτου Τουρκολογίας. Ο τέως δήμαρχος της κατεχόμενης Λευκωσίας Κουτλάι Ερκ δήλωσε ότι τα συμβόλαια για την αναστήλωση της μονής υπογράφησαν επί δημαρχίας του με στόχο να προωθηθεί η συνεργασία μεταξύ των κοινοτήτων της Κύπρου μέσω διάφορων πολιτιστικών εκδηλώσεων. Ο Ερκ θεωρεί μέγα λάθος τη μίσθωση της μονής από το ΕΒΚΑΦ στο πανεπιστήμιο και πιστεύει ότι εξαπατήθηκαν οι οργανισμοί που χρηματοδότησαν το έργο.
Μετά από παραστάσεις του διευθυντή του UΝDΡ-ΑCΤ Chris Louis το ΕΒΚΑΦ αναγκάστηκε να υπαναχωρήσει και να ανακοινώσει ότι δεν πρόκειται να λειτουργήσει το Ινστιτούτο Τουρκολογίας στο χώρο εκείνο. Όπως δήλωσε ο διευθυντής του πανεπιστημίου Μουσταφά Καϊμακαμχζαντέ, η εκκλησία θα είναι ανοικτή για το κοινό και ότι οι επισκέπτες θα μπορούν να ανάβουν κεριά.
Όσον αφορά εκδηλώσεις λέχθηκε ότι θα γίνονται νοουμένου ότι θα εξασφαλίζεται άδεια από την αρμενική κοινότητα της Κύπρου. Ο συντάκτης του ηλεκτρονικού περιοδικού Gibrahayer, Simon Αynenjian, σε σχόλιο του αναφέρει ότι τα μέλη της αρμενικής κοινότητας της Κύπρου θα πρέπει να έχουν τη, δυνατότητα να τελούν λειτουργίες στην εν λόγω εκκλησία κάτι που απορρίπτει ο διευθυντής του ΕΒΚΑΦ, ισχυριζόμενος ότι δεν υπάρχει αρμένικη κοινότητα στα κατεχόμενα για να απαιτείται χώρος λατρείας γι’ αυτή.
Η εθνικιστική Βολκάν (3/11/12)αναφέρεται στο ιστορικό της αρμενικής εκκλησίας και γράφει ότι μετά την τουρκανταρσία του 1963 ο ναός χρησιμοποιήθηκε ως βάση και καταφύγιο των αγωνιστών οι οποίοι κατέστρεψαν και το «Μνημείο Γενοκτονίας», που βρισκόταν στο χώρο. Η εφημερίδα προβάλλει τον ισχυρισμό ότι ο Αμερικανός πρέσβης John Κoeing, σε μια προσπάθεια να ικανοποιήσει το αρμενικό λόμπυ και την Κυπριακή Δημοκρατία, ενδιαφέρθηκε για την ανακαίνιση, αναστήλωση και αποκατάσταση των τεράστιων ζημιών της εκκλησίας. Σύμφωνα με την συμφωνία που υπεγράφη μεταξύ των πλευρών, μετά την ανακαίνιση της εκκλησίας και του γύρω χώρου, αυτοί θα χρησιμοποιούνταν για πολιτιστικούς σκοπούς. Όταν ολοκληρώθηκε το έργο η αμερικανική Πρεσβεία απαιτούσε όπως ο χώρος επιστραφεί στην αρμενική κοινότητα, η οποία και να αναλάβει τη διοίκηση, μέλος του Δ.Σ. να είναι αρμόδιος της αμερικανικής Πρεσβείας και να τελούνται θείες λειτουργίες. Η Διεύθυνση του ΕΒΚΑΦ απέρριψε την αίτηση αυτή με το δικαιολογητικό ότι πρόκειται για σημαντικό πολιτιστικό μνημείο, το οποίο δεν προσφέρεται για συνάθροιση χιλιάδων ατόμων για θρησκευτικές τελετές. Ακολούθησε τα αίτημα της οργάνωσης ΗΑSΝΑ, η οποία χρηματοδοτείται από την Πρεσβεία των ΗΠΑ και απαρτίζεται από 9 μέλη (6 Ε/κ, 3 Τ/κ, πρόεδρος Ε/κ). Η οργάνωση ζήτησε όπως της παραχωρηθεί ο χώρος και να διεξάγονται εκεί δικοινοτικές εκδηλώσεις στις οποίες να συμμετέχουν και Αρμένιοι.
Μετά την απόρριψη της πρότασης αυτής, το ΕΒΚΑΦ ζήτησε προσφορές, με το Πανεπιστήμιο Εγγύς Ανατολής να ενδιαφέρεται για την ίδρυση Ινστιτούτου Τουρκολογίας. Η απόφαση ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών με επώνυμους Τ/κ δημοσιογράφους και αρθρογράφους να επικρίνουν εντονότατα τη Διεύθυνση του ΕΒΚΑΦ και να ισχυρίζονται ότι πρόκειται για απόφαση-σκάνδαλο.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Βολκάν η εκκλησία, αφού μεταβιβαστεί στους Αρμένιους, θα μεταφερθούν και θα εγκατασταθούν σε αυτήν Αρμένιοι ιερείς, πολλοί Αρμένιοι που εγκατέλειψαν την περιοχή το 1963 θα επανέλθουν στον αρμενομαχαλά ενώ μέσα στο ναό θα στηθεί μνημείο για την αρμενική γενοκτονία στο οποίο θα τελούνται κάθε χρόνο εκδηλώσεις μνήμης των θυμάτων της τουρκικής θηριωδίας.
Στο σύνολό τους οι Τ/κ ηγέτες υπερασπίζονται τους ανυπόστατους ισχυρισμούς για το μέγεθος της περιουσίας του ΕΒΚΑΦ. Ο Ραούφ Ντενκτας υποστήριζε ότι το ΕΒΚΑΦ είναι θεσμοθετημένο φιλανθρωπικό, θρησκευτικό και εκπαιδευτικό ίδρυμα. Τις δραστηριότητες του ιδρύματος αυτού συντονίζει και διευθύνει η Διεύθυνση του ΕΒΚΑΦ.
ΣΥΜΦΩΝΑμε στοιχεία της Κυπριακής Δημοκρατίας, η περιουσία του ΕΒΚΑΦ στο νησί υπολογίζεται στις 22.173 σκάλες γης από τις οποίες οι 6.500 βρίσκονται στα κατεχόμενα. Οι Τ/κ κάνουν λόγο για 90.000 στρέμματα ενώ για την Αμμόχωστο ισχυρίζονται ότι το 70% της πόλης τους ανήκει. Ο πρώην διευθυντής του ΕΒΚΑΦ Τανέρ Ντερβίς ισχυρίζεται ότι στις αρχές του 19ου αιώνα, η περιουσία του ΕΒΚΑΦ στο Βαρώσι ήταν 4.638 στρέμματα και 300 τ.π. και ότι το 99,9% σφετερίστηκε από τους Ε/κ και μερικώς από τους Άγγλους. Κατά τους Τούρκους, σφετεριστές της βακουφικής περιουσίας είναι η Εκκλησία της Κύπρου, ο Δήμος Αμμοχώστου, η ε/κ σχολική εφορεία και το Υπουργείο Άμυνας της Αγγλίας.
Επί Τανέρ Ντερβίς η Διεύθυνση του ΕΒΚΑΦ προσέφυγε στη Δικαιοσύνη κατά του ψευδοκράτους και με τις αγωγές 270/2000 και 271/2000 ζητούσε την έκδοση απόφασης για παραδοχή της ιδιοκτησίας του Βαρωσίου από το ΕΒΚΑΦ, απόφαση η οποία εκδόθηκε στις 28/12/2005 και σύμφωνα με την οποία η περιφραγμένη πόλη ανήκει στα βακούφια Λαλά Μουσταφά Πασά και Αμπτουλάχ Πασά. Η προσφυγή είχε ως στόχο να εμποδίσει την όποια ψευδοκυβέρνηση να διαπραγματευτεί την ακίνητη περιουσία του ΕΒΚΑΦ. Όταν το ΕΔΑΔ απέρριψε τον τουρκικό ισχυρισμό ότι το Βαρώσι ανήκει στο ΕΒΚΑΦ, ομάδα 23 ατόμων προσέφυγε σε δικαστήριο της Άγκυρας ισχυριζόμενη ότι η περιοχή όπου βρίσκεται η περιουσία της Μύρας Ξενίδη Αρέστη, ανήκει στο βακούφιο Αμπτουλάχ Πασά. Εκτός του ότι παρουσιάζουν το σύνολο των Βαρωσίων ιδιοκτησία δύο βακουφίων, στράφηκαν και προς τη Μόρφου και ισχυρίζονται ότι έκταση 8.715 στρεμμάτων της πόλης ανήκει στο βακούφιο Μεμίς Πασά. Σύμφωνα με τον Τανέρ Ντερβίς, ο Μεμίς Πασά αγόρασε την έκταση αυτή το 1877 από τη θυγατέρα του σουλτάνου, Αντιλέ. Οι απόγονοι του Μεμίς διαμένουν στην Τουρκία και, σύμφωνα με τον τ/κ Τύπο, θα κινηθούν νομικώς για διεκδίκηση της περιουσίας που τους ανήκει.
Οι Τούρκοι ισχυρίζονται ότι τα έγγραφα του ΕΒΚΑΦ είναι ικανά να ανατρέψουν τη μέχρι τώρα Ιστορίας της Κύπρου και να αποδείξουν ότι το 70% των εδαφών της νήσου ανήκει στο ΕΒΚΑΦ καθώς και ότι οι Τ/κ δικαιούνται να απαιτήσουν αποζημιώσεις που υπερβαίνουν τα 500 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 2003 ο επί σειρά ετών διευθυντής του λεγόμενου Τ/κ Εθνικού Αρχείου, Μουσταφά Χασίμ Αλτάν, εξέδωσε στην Κων/πολη βιβλίο με τους τουρκικούς ισχυρισμούς για την βακουφική περιουσία με τίτλο «Η τουρκική περιουσία στην Κύπρο». Αρκετοί επιστήμονες στα κατεχόμενα εργάζονται πάνω σε μεγάλο όγκο εγγράφων των αρχείων του ΕΒΚΑΦ και τα αποτελέσματα των εργασιών τους πρόκειται να μεταφραστούν σε ξένες γλώσσες και να εκδοθούν για ενημέρωση των ξένων. Οι περίοδοι που καλύπτουν οι μελέτες είναι από το 1573 μέχρι το 1878, από το 1878 μέχρι το 1960 κι από το 1960 μέχρι το 1974.
http://www.philenews.com/digital/
Εκτός από τις αγαθοεργίες η διεύθυνση του ΕΒΚΑΦ των κατεχομένων έχει επιδοθεί σε εμπορικές δραστηριότητες, ανεγείρει εμπορικά κέντρα, ασχολείται με την ανάπτυξη γης, διαχειρίζεται ξενοδοχεία που διαθέτουν καζίνο, παρά το γεγονός ότι τα τυχερά παιγνίδια αποτελούν κόκκινο πανί για το Ισλάμ. Στα πλαίσια των εμπορικών του δραστηριοτήτων το ΕΒΚΑΦ, σαν ένας καλός επιχειρηματίας, διαπραγματεύεται την εκκλησιαστική περιουσία όχι μόνο των ορθόδοξων Ελλήνων αλλά και των Αρμενίων.
Τελευταία αυθαιρεσία ήταν με την περίπτωση της αρμενικής εκκλησίας (14ος αιώνας) στην κατεχόμενη σήμερα Λευκωσία, η οποία ανακαινίστηκε με την οικονομική συμβολή 3,5 εκατομμυρίων ευρώ των UΝDΡ-ΑCΤ και USΑΙD προκειμένου τόσο η εκκλησία όσο και ο περιβάλλων χώρος να χρησιμοποιηθούν για πολιτιστικές εκδηλώσεις και με τον επιβαλλόμενο σεβασμό σε ένα θρησκευτικό μνημείο. Αντ’ αυτού, η Διεύθυνση του ΕΒΚΑΦ προχώρησε και ενοικίασε -παράτυπα και χωρίς διαφάνεια- την εκκλησία και τα γύρω κτίσματα στο Πανεπιστήμιο Εγγύς Ανατολής για περίοδο 10 ετών προκειμένου να τα χρησιμοποιήσει για τις ανάγκες τού υπό ίδρυση Ινστιτούτου Τουρκολογίας. Ο τέως δήμαρχος της κατεχόμενης Λευκωσίας Κουτλάι Ερκ δήλωσε ότι τα συμβόλαια για την αναστήλωση της μονής υπογράφησαν επί δημαρχίας του με στόχο να προωθηθεί η συνεργασία μεταξύ των κοινοτήτων της Κύπρου μέσω διάφορων πολιτιστικών εκδηλώσεων. Ο Ερκ θεωρεί μέγα λάθος τη μίσθωση της μονής από το ΕΒΚΑΦ στο πανεπιστήμιο και πιστεύει ότι εξαπατήθηκαν οι οργανισμοί που χρηματοδότησαν το έργο.
Μετά από παραστάσεις του διευθυντή του UΝDΡ-ΑCΤ Chris Louis το ΕΒΚΑΦ αναγκάστηκε να υπαναχωρήσει και να ανακοινώσει ότι δεν πρόκειται να λειτουργήσει το Ινστιτούτο Τουρκολογίας στο χώρο εκείνο. Όπως δήλωσε ο διευθυντής του πανεπιστημίου Μουσταφά Καϊμακαμχζαντέ, η εκκλησία θα είναι ανοικτή για το κοινό και ότι οι επισκέπτες θα μπορούν να ανάβουν κεριά.
Όσον αφορά εκδηλώσεις λέχθηκε ότι θα γίνονται νοουμένου ότι θα εξασφαλίζεται άδεια από την αρμενική κοινότητα της Κύπρου. Ο συντάκτης του ηλεκτρονικού περιοδικού Gibrahayer, Simon Αynenjian, σε σχόλιο του αναφέρει ότι τα μέλη της αρμενικής κοινότητας της Κύπρου θα πρέπει να έχουν τη, δυνατότητα να τελούν λειτουργίες στην εν λόγω εκκλησία κάτι που απορρίπτει ο διευθυντής του ΕΒΚΑΦ, ισχυριζόμενος ότι δεν υπάρχει αρμένικη κοινότητα στα κατεχόμενα για να απαιτείται χώρος λατρείας γι’ αυτή.
Η εθνικιστική Βολκάν (3/11/12)αναφέρεται στο ιστορικό της αρμενικής εκκλησίας και γράφει ότι μετά την τουρκανταρσία του 1963 ο ναός χρησιμοποιήθηκε ως βάση και καταφύγιο των αγωνιστών οι οποίοι κατέστρεψαν και το «Μνημείο Γενοκτονίας», που βρισκόταν στο χώρο. Η εφημερίδα προβάλλει τον ισχυρισμό ότι ο Αμερικανός πρέσβης John Κoeing, σε μια προσπάθεια να ικανοποιήσει το αρμενικό λόμπυ και την Κυπριακή Δημοκρατία, ενδιαφέρθηκε για την ανακαίνιση, αναστήλωση και αποκατάσταση των τεράστιων ζημιών της εκκλησίας. Σύμφωνα με την συμφωνία που υπεγράφη μεταξύ των πλευρών, μετά την ανακαίνιση της εκκλησίας και του γύρω χώρου, αυτοί θα χρησιμοποιούνταν για πολιτιστικούς σκοπούς. Όταν ολοκληρώθηκε το έργο η αμερικανική Πρεσβεία απαιτούσε όπως ο χώρος επιστραφεί στην αρμενική κοινότητα, η οποία και να αναλάβει τη διοίκηση, μέλος του Δ.Σ. να είναι αρμόδιος της αμερικανικής Πρεσβείας και να τελούνται θείες λειτουργίες. Η Διεύθυνση του ΕΒΚΑΦ απέρριψε την αίτηση αυτή με το δικαιολογητικό ότι πρόκειται για σημαντικό πολιτιστικό μνημείο, το οποίο δεν προσφέρεται για συνάθροιση χιλιάδων ατόμων για θρησκευτικές τελετές. Ακολούθησε τα αίτημα της οργάνωσης ΗΑSΝΑ, η οποία χρηματοδοτείται από την Πρεσβεία των ΗΠΑ και απαρτίζεται από 9 μέλη (6 Ε/κ, 3 Τ/κ, πρόεδρος Ε/κ). Η οργάνωση ζήτησε όπως της παραχωρηθεί ο χώρος και να διεξάγονται εκεί δικοινοτικές εκδηλώσεις στις οποίες να συμμετέχουν και Αρμένιοι.
Μετά την απόρριψη της πρότασης αυτής, το ΕΒΚΑΦ ζήτησε προσφορές, με το Πανεπιστήμιο Εγγύς Ανατολής να ενδιαφέρεται για την ίδρυση Ινστιτούτου Τουρκολογίας. Η απόφαση ξεσήκωσε θύελλα διαμαρτυριών με επώνυμους Τ/κ δημοσιογράφους και αρθρογράφους να επικρίνουν εντονότατα τη Διεύθυνση του ΕΒΚΑΦ και να ισχυρίζονται ότι πρόκειται για απόφαση-σκάνδαλο.
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της Βολκάν η εκκλησία, αφού μεταβιβαστεί στους Αρμένιους, θα μεταφερθούν και θα εγκατασταθούν σε αυτήν Αρμένιοι ιερείς, πολλοί Αρμένιοι που εγκατέλειψαν την περιοχή το 1963 θα επανέλθουν στον αρμενομαχαλά ενώ μέσα στο ναό θα στηθεί μνημείο για την αρμενική γενοκτονία στο οποίο θα τελούνται κάθε χρόνο εκδηλώσεις μνήμης των θυμάτων της τουρκικής θηριωδίας.
Στο σύνολό τους οι Τ/κ ηγέτες υπερασπίζονται τους ανυπόστατους ισχυρισμούς για το μέγεθος της περιουσίας του ΕΒΚΑΦ. Ο Ραούφ Ντενκτας υποστήριζε ότι το ΕΒΚΑΦ είναι θεσμοθετημένο φιλανθρωπικό, θρησκευτικό και εκπαιδευτικό ίδρυμα. Τις δραστηριότητες του ιδρύματος αυτού συντονίζει και διευθύνει η Διεύθυνση του ΕΒΚΑΦ.
ΣΥΜΦΩΝΑμε στοιχεία της Κυπριακής Δημοκρατίας, η περιουσία του ΕΒΚΑΦ στο νησί υπολογίζεται στις 22.173 σκάλες γης από τις οποίες οι 6.500 βρίσκονται στα κατεχόμενα. Οι Τ/κ κάνουν λόγο για 90.000 στρέμματα ενώ για την Αμμόχωστο ισχυρίζονται ότι το 70% της πόλης τους ανήκει. Ο πρώην διευθυντής του ΕΒΚΑΦ Τανέρ Ντερβίς ισχυρίζεται ότι στις αρχές του 19ου αιώνα, η περιουσία του ΕΒΚΑΦ στο Βαρώσι ήταν 4.638 στρέμματα και 300 τ.π. και ότι το 99,9% σφετερίστηκε από τους Ε/κ και μερικώς από τους Άγγλους. Κατά τους Τούρκους, σφετεριστές της βακουφικής περιουσίας είναι η Εκκλησία της Κύπρου, ο Δήμος Αμμοχώστου, η ε/κ σχολική εφορεία και το Υπουργείο Άμυνας της Αγγλίας.
Επί Τανέρ Ντερβίς η Διεύθυνση του ΕΒΚΑΦ προσέφυγε στη Δικαιοσύνη κατά του ψευδοκράτους και με τις αγωγές 270/2000 και 271/2000 ζητούσε την έκδοση απόφασης για παραδοχή της ιδιοκτησίας του Βαρωσίου από το ΕΒΚΑΦ, απόφαση η οποία εκδόθηκε στις 28/12/2005 και σύμφωνα με την οποία η περιφραγμένη πόλη ανήκει στα βακούφια Λαλά Μουσταφά Πασά και Αμπτουλάχ Πασά. Η προσφυγή είχε ως στόχο να εμποδίσει την όποια ψευδοκυβέρνηση να διαπραγματευτεί την ακίνητη περιουσία του ΕΒΚΑΦ. Όταν το ΕΔΑΔ απέρριψε τον τουρκικό ισχυρισμό ότι το Βαρώσι ανήκει στο ΕΒΚΑΦ, ομάδα 23 ατόμων προσέφυγε σε δικαστήριο της Άγκυρας ισχυριζόμενη ότι η περιοχή όπου βρίσκεται η περιουσία της Μύρας Ξενίδη Αρέστη, ανήκει στο βακούφιο Αμπτουλάχ Πασά. Εκτός του ότι παρουσιάζουν το σύνολο των Βαρωσίων ιδιοκτησία δύο βακουφίων, στράφηκαν και προς τη Μόρφου και ισχυρίζονται ότι έκταση 8.715 στρεμμάτων της πόλης ανήκει στο βακούφιο Μεμίς Πασά. Σύμφωνα με τον Τανέρ Ντερβίς, ο Μεμίς Πασά αγόρασε την έκταση αυτή το 1877 από τη θυγατέρα του σουλτάνου, Αντιλέ. Οι απόγονοι του Μεμίς διαμένουν στην Τουρκία και, σύμφωνα με τον τ/κ Τύπο, θα κινηθούν νομικώς για διεκδίκηση της περιουσίας που τους ανήκει.
Οι Τούρκοι ισχυρίζονται ότι τα έγγραφα του ΕΒΚΑΦ είναι ικανά να ανατρέψουν τη μέχρι τώρα Ιστορίας της Κύπρου και να αποδείξουν ότι το 70% των εδαφών της νήσου ανήκει στο ΕΒΚΑΦ καθώς και ότι οι Τ/κ δικαιούνται να απαιτήσουν αποζημιώσεις που υπερβαίνουν τα 500 δισεκατομμύρια δολάρια. Το 2003 ο επί σειρά ετών διευθυντής του λεγόμενου Τ/κ Εθνικού Αρχείου, Μουσταφά Χασίμ Αλτάν, εξέδωσε στην Κων/πολη βιβλίο με τους τουρκικούς ισχυρισμούς για την βακουφική περιουσία με τίτλο «Η τουρκική περιουσία στην Κύπρο». Αρκετοί επιστήμονες στα κατεχόμενα εργάζονται πάνω σε μεγάλο όγκο εγγράφων των αρχείων του ΕΒΚΑΦ και τα αποτελέσματα των εργασιών τους πρόκειται να μεταφραστούν σε ξένες γλώσσες και να εκδοθούν για ενημέρωση των ξένων. Οι περίοδοι που καλύπτουν οι μελέτες είναι από το 1573 μέχρι το 1878, από το 1878 μέχρι το 1960 κι από το 1960 μέχρι το 1974.
http://www.philenews.com/digital/