Του Jeffrey D. Sachs*-Μια
οικονομική κρίση προκαλείται από το υπερβολικό χρέος μιας χώρας και
αντανακλά γενικά ένα συνδυασμό κακοδιαχείρισης, υπεραισιοδοξίας και
διαφθοράς στη χώρα - οφειλέτη αλλά και την κακή κρίση και τα ασθενή
κίνητρα των πιστωτριών τραπεζών. Η Ελλάδα ταιριάζει σ' αυτό το πλαίσιο
Εδώ και τριάντα χρόνια βοηθώ χώρες να ξεπεράσουν οικονομικές κρίσεις
και έχω μελετήσει τις οικονομικές κρίσεις του εικοστού αιώνα ως υπόβαθρο
για το συμβουλευτικό μου έργο. Σε όλες τις κρίσεις, υπάρχει μια εγγενής
ανισορροπία δύναμης μεταξύ πιστωτή και οφειλέτη. Η επιτυχής διαχείριση
της κρίσης εξαρτάται συνεπώς από τη σοφία του δανειστή. Σ' αυτό το
πλαίσιο, καλώ θερμά τη Γερμανία να επανεξετάσει την προσέγγισή της προς
την Ελλάδα.
Στην Ελλάδα, ο εύκολος δανεισμός σταμάτησε με την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008. Η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 18% την περίοδο 2008-2011, ενώ η ανεργία αυξήθηκε από 8% έως 18%. Η πιο εμφανής αιτία ήταν η μείωση των δημόσιων δαπανών και η συνεπακόλουθη πτώση της συνολικής ζήτησης. Δημόσιοι υπάλληλοι έχασαν τη δουλειά τους και τα κατασκευαστικά έργα σταμάτησαν. Καθώς τα εισοδήματα μειώνονταν, κι άλλοι εγχώριοι κλάδοι κατέρρευσαν. Ένας ακόμα, λιγότερο εμφανής, παράγοντας που συνέβαλε στην οικονομική κατάρρευση της Ελλάδας είναι η συρρίκνωση των τραπεζικών πιστώσεων. Καθώς οι τράπεζες έχασαν την πρόσβασή τους στις διατραπεζικές γραμμές πίστωσης από το εξωτερικό, περιόρισαν τον δανεισμό και ζήτησαν τα ανεξόφλητα δάνεια. Επίσης οι εγχώριοι αποταμιευτές απέσυραν τις καταθέσεις τους, αμφιβάλλοντας για τη φερεγγυότητα των τραπεζών και -κυρίως χάρη στον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε- για τη συμμετοχή της χώρας τους στην Ευρωζώνη.
Όπως η συρρίκνωση της συνολικής ζήτησης, η συρρίκνωση των τραπεζικών δανείων είχε πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, με την αυξανόμενη αστάθεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος να σπρώχνει καταθέτες και ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να αποσύρουν επίσης πιστώσεις και καταθέσεις από τις ελληνικές τράπεζες.
Υπό κανονικές συνθήκες, οι οικονομίες ξεπερνούν μια οικονομική κρίση κόβοντας τα δημόσια ελλείμματα, μετατρέποντας τη παραγωγή από εισαγωγές σε εξαγωγές και ανακεφαλαιοποιώντας τις τράπεζες. Το πλεόνασμα του προϋπολογισμού και τα έσοδα από τις εξαγωγές επιτρέπουν στην οικονομία να εξυπηρετήσει το εξωτερικό της χρέος, ενώ η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών επιτρέπει ανανέωση πιστωτικής επέκτασης. Εάν η ενίσχυση των εξαγωγών είναι αρκετά μεγάλη και γρήγορη, τα οφέλη που φέρνει σε μεγάλο βαθμό αντισταθμίζουν τη μείωση της εγχώριας ζήτησης και η συνολική παραγωγή σταθεροποιείται ή ακόμη και επιστρέφει στην ανάπτυξη. Η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία κατάφεραν να αμβλύνουν τις μετά το 2008 υφέσεις με ένα κύμα εσόδων από εξαγωγές.Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα δεν μπορούσε να συμβεί το ίδιο. Στην πραγματικότητα, τα έσοδα από εξαγωγές το 2013 ήταν 53 δισ. ευρώ, 3 δισ. χαμηλότερα από το 2008, ακόμη και μετά την κατάρρευση της εγχώριας ζήτησης. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη για τρεις λόγους.
Πέντε χρόνια τώρα, η Γερμανία δεν έχει θέσει αυτά τα ερωτήματα. Στην πραγματικότητα, όλον αυτό τον καιρό, οι ερωτήσεις έχουν αντικατασταθεί από τη γερμανική απογοήτευση για την εικαζόμενη ραθυμία, διαφθορά των "αδιόρθωτων" Ελλήνων. Και οι δανειστές δεν έχουν καταφέρει να προτείνουν μια ρεαλιστική προσέγγιση στα χρέη της Ελλάδας, ίσως εξαιτίας του φόβου της Γερμανίας ότι η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία ίσως ζητούσαν ελάφρυνση στο μέλλον.
Όποιος και αν είναι ο λόγος, η Γερμανία έχει συμπεριφερθεί άσχημα στην Ελλάδα, αποτυγχάνοντας να προσφέρει τη βοήθεια και την ελάφρυνση χρέους που απαιτούνταν. Και αν το έκανε για να τρομάξει την Ιταλία και την Ισπανία, πρέπει να θυμίσουμε την προσταγή του Καντ: Οι χώρες, όπως και τα άτομα, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως σκοπός, όχι ως μέσα.
Οι πιστωτές είναι άλλες φορές σοφοί και άλλες απίστευτα ανόητοι. Η Αμερική, η Βρετανία και η Γαλλία φέρθηκαν απίστευτα ηλίθια το 1920, όταν επέβαλαν υπερβολικές αποζημιώσεις στη Γερμανία μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στις δεκαετίες του 1940 και του 1950, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ένας σοφός πιστωτής, δίνοντας στη Γερμανία νέα κονδύλια στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ, που ακολουθήθηκαν από ελάφρυνση χρέους το 1953.
Οι ΗΠΑ, όταν τη δεκαετία του 1980 απαιτούσαν υπερβολικές πληρωμές χρέους από τη Λατινική Αμερική και την Αφρική, ήταν ένας κακός πιστωτής, ενώ τη δεκαετία του 1990 και αργότερα, έγιναν πιο έξυπνες, βάζοντας την ελάφρυνση του χρέους στο τραπέζι. Το 1989 πρόσφεραν ελάφρυνση του χρέους στην Πολωνία και τη Γερμανία (έστω και απρόθυμα), ενώ αντίθετα το 1992 η ηλίθια επιμονή για αυστηρή εξυπηρέτηση των χρεών της σοβιετικής εποχής από τη Ρωσία έσπειρε τους σπόρους για τις σημερινές πικρές σχέσεις.
* O Jeffrey D. Sachs είναι καθηγητής Οικονομικών και διευθυντής του Ινστιτούτου της Γης στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Είναι επίσης ειδικός σύμβουλος στη Γενική Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τους Στόχους Ανάπτυξης της Χιλιετίας
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ: ΕΛΛΗ ΖΩΤΟΥ
Η Ελλάδα εντάχθηκε στο ευρώ όντας χρεωμένη
Η Ελλάδα εντάχθηκε ήδη υπερχρεωμένη στην Ευρωζώνη το 2001, με το δημόσιο χρέος της γύρω στο 99% του ΑΕΠ. Ως νέο μέλος, ωστόσο, ήταν σε θέση να δανείζεται εύκολα από το 2000 έως το 2008 με αποτέλεσμα ο λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ να ανέλθει στο 109%. Όταν η ευημερία μιας χώρας εξαρτάται από τη συνεχή εισροή κεφαλαίων, μια ξαφνική διακοπή ή αντιστροφή των χρηματοδοτικών ροών πυροδοτεί απότομη συρρίκνωση.Στην Ελλάδα, ο εύκολος δανεισμός σταμάτησε με την παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008. Η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 18% την περίοδο 2008-2011, ενώ η ανεργία αυξήθηκε από 8% έως 18%. Η πιο εμφανής αιτία ήταν η μείωση των δημόσιων δαπανών και η συνεπακόλουθη πτώση της συνολικής ζήτησης. Δημόσιοι υπάλληλοι έχασαν τη δουλειά τους και τα κατασκευαστικά έργα σταμάτησαν. Καθώς τα εισοδήματα μειώνονταν, κι άλλοι εγχώριοι κλάδοι κατέρρευσαν. Ένας ακόμα, λιγότερο εμφανής, παράγοντας που συνέβαλε στην οικονομική κατάρρευση της Ελλάδας είναι η συρρίκνωση των τραπεζικών πιστώσεων. Καθώς οι τράπεζες έχασαν την πρόσβασή τους στις διατραπεζικές γραμμές πίστωσης από το εξωτερικό, περιόρισαν τον δανεισμό και ζήτησαν τα ανεξόφλητα δάνεια. Επίσης οι εγχώριοι αποταμιευτές απέσυραν τις καταθέσεις τους, αμφιβάλλοντας για τη φερεγγυότητα των τραπεζών και -κυρίως χάρη στον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε- για τη συμμετοχή της χώρας τους στην Ευρωζώνη.
Όπως η συρρίκνωση της συνολικής ζήτησης, η συρρίκνωση των τραπεζικών δανείων είχε πολλαπλασιαστικό αποτέλεσμα, με την αυξανόμενη αστάθεια του χρηματοπιστωτικού συστήματος να σπρώχνει καταθέτες και ξένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να αποσύρουν επίσης πιστώσεις και καταθέσεις από τις ελληνικές τράπεζες.
Υπό κανονικές συνθήκες, οι οικονομίες ξεπερνούν μια οικονομική κρίση κόβοντας τα δημόσια ελλείμματα, μετατρέποντας τη παραγωγή από εισαγωγές σε εξαγωγές και ανακεφαλαιοποιώντας τις τράπεζες. Το πλεόνασμα του προϋπολογισμού και τα έσοδα από τις εξαγωγές επιτρέπουν στην οικονομία να εξυπηρετήσει το εξωτερικό της χρέος, ενώ η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών επιτρέπει ανανέωση πιστωτικής επέκτασης. Εάν η ενίσχυση των εξαγωγών είναι αρκετά μεγάλη και γρήγορη, τα οφέλη που φέρνει σε μεγάλο βαθμό αντισταθμίζουν τη μείωση της εγχώριας ζήτησης και η συνολική παραγωγή σταθεροποιείται ή ακόμη και επιστρέφει στην ανάπτυξη. Η Ισπανία, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία κατάφεραν να αμβλύνουν τις μετά το 2008 υφέσεις με ένα κύμα εσόδων από εξαγωγές.Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα δεν μπορούσε να συμβεί το ίδιο. Στην πραγματικότητα, τα έσοδα από εξαγωγές το 2013 ήταν 53 δισ. ευρώ, 3 δισ. χαμηλότερα από το 2008, ακόμη και μετά την κατάρρευση της εγχώριας ζήτησης. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη για τρεις λόγους.
Διάσωση γαλλικών και γερμανικών τραπεζών και όχι του ελληνικού τραπεζικού συστήματος
Πρώτον, διότι τα ευρωπαϊκά πακέτα διάσωσης δεν επανακεφαλαιοποίησαν τον ελληνικό τραπεζικό τομέα (η έμφαση δόθηκε στη διάσωση των γερμανικών και γαλλικών τραπεζών), ενώ πιθανοί εξαγωγείς δεν απέκτησαν την απαραίτητη λειτουργική πίστωση για να υποστηρίξουν τον επανεξοπλισμό τους. Δεύτερον, η οικονομική βάση στην Ελλάδα είναι πολύ στενή για να υποστηρίξει μια σημαντική βραχυπρόθεσμη αύξηση των εξαγωγών. Τρίτον, διοικητικά, κανονιστικά και φορολογικά εμπόδια παρεμπόδισαν τις εξαγωγές, ιδίως καθώς οι αυξήσεις των φόρων στα πακέτα διάσωσης κατέστησαν ακόμη πιο δύσκολο για τις επιχειρήσεις μικρού και μεσαίου μεγέθους να αναπτυχθούν και να δημιουργήσουν νέες αγορές στο εξωτερικό.Αντιεπαγγελματική η προσέγγιση των δανειστών
Κατά τη γνώμη μου, η πολιτική απάντηση από τους εταίρους της Ελλάδας, καθοδηγούμενη από τη Γερμανία, έχει υπάρξει μη συνετή και εξαιρετικά αντιεπαγγελματική. Η προσέγγισή τους ήταν να επεκτείνουν δάνεια και να δώσουν νέα ώστε η Ελλάδα να μπορεί να εξυπηρετεί τα υπάρχοντα χρέη της, χωρίς ωστόσο να αποκαταστήσει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα ή να προωθήσει την ανταγωνιστικότητά της στις εξαγωγές. Το αρχικό πακέτο διάσωσης της Ελλάδας των 110 δισ. ευρώ, το 2010 πήγε για να πληρωθεί δημόσιο χρέος σε γερμανικές και γαλλικές τράπεζες. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα οφείλει όλο και μεγαλύτερο μερίδιο του χρέους της σε επίσημους πιστωτές: στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, στο Ευρωπαϊκό Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και, όλο και περισσότερο, στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Τα δε χρέη προς ιδιώτες πιστωτές κουρεύτηκαν πολύ λίγο και πολύ αργά, διότι η Ελλάδα δεν μπορεί ούτε να εξυπηρετήσει τις οφειλές της προς τους επίσημους πιστωτές.Η συνταγή των δανειστών απέτυχε πριν αναλάβει ο ΣΥΡΙΖΑ
Οι δανειστές υποσχέθηκαν στην Ελλάδα ότι συν τω χρόνω τα πακέτα διάσωσης θα έφερναν μια ουσιαστική ανάκαμψη της παραγωγής, της απασχόλησης και των εξαγωγών. Αντ' αυτού, η χώρα βιώνει μια ύφεση στην παραγωγή και την απασχόληση ανάλογη με αυτή της Γερμανίας από το 1930 έως το 1932, τα χρόνια που προηγήθηκαν της ανόδου του Χίτλερ. Πολλοί Γερμανοί μπορεί να απεχθάνονται την τωρινή κυβέρνηση της Ελλάδας, τον ΣΥΡΙΖΑ, η οποία δεσμεύτηκε να δώσει τέλος στην πολιτική επιβεβλημένης λιτότητας των δανειστών την οποία οι προηγούμενες κυβερνήσεις -κεντροαριστερή, τεχνοκρατική, κεντροδεξιά- είχαν εφαρμόσει. Οι κυβερνήσεις αυτές απέτυχαν. Ίσως η κεντροδεξιά κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά από το 2012 έως το 2015 να έφτασε πιο κοντά στην επιτυχία, αλλά δεν μπόρεσε να επιβιώσει πολιτικά της σκληρής λιτότητας που την ανάγκασαν να επιβάλει. Οι δανειστές της Ελλάδας, όμως, δεν έκαναν τίποτα για να βοηθήσουν την κυβέρνηση Σαμαρά να ξεφύγει από τα πολιτικά δεσμά της, παρότι ήταν μια κυβέρνηση που τους άρεσε. Για να ξεπεράσεις μια οικονομική κρίση, ο δανειστής πρέπει είναι έξυπνος και μετρημένος. Είναι σωστό να ζητά σκληρές μεταρρυθμίσεις από την κυβέρνηση-οφειλέτη, αλλά αν ο οφειλέτης πιεστεί υπερβολικά, είναι η κοινωνία που "σπάει", οδηγώντας σε αστάθεια, βία, πραξικοπήματα και διάχυτη δυστυχία. Την ίδια ώρα που ο οφειλέτης χάνει τα πιο πολλά, οι πιστωτές χάνουν επίσης, δεδομένου ότι δεν εξοφλούνται.Οι μεταρρυθμίσεις επιτυγχάνουν μόνο με ελάφρυνση του χρέους
Η φόρμουλα της επιτυχίας είναι να συνδυάζεις τις μεταρρυθμίσεις με ελάφρυνση του χρέους, σύμφωνα με τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας. Ένας έξυπνος πιστωτής θα έκανε κάποιες σοβαρές και διερευνητικές ερωτήσεις. Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε ώστε να κινούνται πιστώσεις και πάλι μέσα στο τραπεζικό σύστημα της Ελλάδας; Πώς μπορούμε να βοηθήσουμε την ανάκαμψη των εξαγωγών; Τι χρειάζεται για να προωθηθεί η ταχεία ανάπτυξη των μικρών και μεσαίων ελληνικών επιχειρήσεων;Πέντε χρόνια τώρα, η Γερμανία δεν έχει θέσει αυτά τα ερωτήματα. Στην πραγματικότητα, όλον αυτό τον καιρό, οι ερωτήσεις έχουν αντικατασταθεί από τη γερμανική απογοήτευση για την εικαζόμενη ραθυμία, διαφθορά των "αδιόρθωτων" Ελλήνων. Και οι δανειστές δεν έχουν καταφέρει να προτείνουν μια ρεαλιστική προσέγγιση στα χρέη της Ελλάδας, ίσως εξαιτίας του φόβου της Γερμανίας ότι η Ιταλία, η Πορτογαλία και η Ισπανία ίσως ζητούσαν ελάφρυνση στο μέλλον.
Όποιος και αν είναι ο λόγος, η Γερμανία έχει συμπεριφερθεί άσχημα στην Ελλάδα, αποτυγχάνοντας να προσφέρει τη βοήθεια και την ελάφρυνση χρέους που απαιτούνταν. Και αν το έκανε για να τρομάξει την Ιταλία και την Ισπανία, πρέπει να θυμίσουμε την προσταγή του Καντ: Οι χώρες, όπως και τα άτομα, θα πρέπει να αντιμετωπίζονται ως σκοπός, όχι ως μέσα.
Οι πιστωτές είναι άλλες φορές σοφοί και άλλες απίστευτα ανόητοι. Η Αμερική, η Βρετανία και η Γαλλία φέρθηκαν απίστευτα ηλίθια το 1920, όταν επέβαλαν υπερβολικές αποζημιώσεις στη Γερμανία μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στις δεκαετίες του 1940 και του 1950, οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν ένας σοφός πιστωτής, δίνοντας στη Γερμανία νέα κονδύλια στο πλαίσιο του Σχεδίου Μάρσαλ, που ακολουθήθηκαν από ελάφρυνση χρέους το 1953.
Οι ΗΠΑ, όταν τη δεκαετία του 1980 απαιτούσαν υπερβολικές πληρωμές χρέους από τη Λατινική Αμερική και την Αφρική, ήταν ένας κακός πιστωτής, ενώ τη δεκαετία του 1990 και αργότερα, έγιναν πιο έξυπνες, βάζοντας την ελάφρυνση του χρέους στο τραπέζι. Το 1989 πρόσφεραν ελάφρυνση του χρέους στην Πολωνία και τη Γερμανία (έστω και απρόθυμα), ενώ αντίθετα το 1992 η ηλίθια επιμονή για αυστηρή εξυπηρέτηση των χρεών της σοβιετικής εποχής από τη Ρωσία έσπειρε τους σπόρους για τις σημερινές πικρές σχέσεις.
Η πολιτική της Γερμανίας για την Ελλάδα έχει αποτύχει
Οι απαιτήσεις της Γερμανίας έχουν φέρει την Ελλάδα στο σημείο της παραλίγο κατάρρευσης, με καταστροφικές δυνητικά συνέπειες για την Ελλάδα, την Ευρώπη και την παγκόσμια φήμη της Γερμανίας. Είναι μια στιγμή για σύνεση, όχι για ακαμψία. Και σύνεση δεν σημαίνει μαλθακότητα. Η διατήρηση μιας ειρηνικής και ευημερούσας Ευρώπη είναι η πιο ζωτικής σημασίας ευθύνη της Γερμανίας, αλλά είναι εξίσου και ζωτικό εθνικό της συμφέρον.* O Jeffrey D. Sachs είναι καθηγητής Οικονομικών και διευθυντής του Ινστιτούτου της Γης στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Είναι επίσης ειδικός σύμβουλος στη Γενική Γραμματεία των Ηνωμένων Εθνών σχετικά με τους Στόχους Ανάπτυξης της Χιλιετίας
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗΣ: ΕΛΛΗ ΖΩΤΟΥ