Του Philippe Legrain*
Η Ευρωζώνη έχει ένα γερμανικό πρόβλημα. Οι πολιτικές τού "ζητιάνου γείτονα" της Γερμανίας και η ευρύτερη ανταπόκρισή της στην κρίση της οποίας η ίδια έχει ηγηθεί έχει αποδειχθεί καταστροφική. Επτά χρόνια μετά την κρίση, η οικονομία της Ευρωζώνης πηγαίνει χειρότερα από ότι πήγαινε η Ευρώπη κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης της δεκαετίας του 1930. Οι προσπάθειες της γερμανικής κυβέρνησης να συντρίψει την Ελλάδα και να την αναγκάσει να εγκαταλείψει το ενιαίο νόμισμα αποσταθεροποίησαν τη νομισματική ένωση. Όσο συνεχίζει η κυβέρνηση της Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ να καταχράται τη δεσπόζουσα θέση της ως επικεφαλής -πιστωτής για να προωθήσει τα στενά συμφέροντά της, η Ευρωζώνη δεν μπορεί να ευδοκιμήσει- και ίσως δεν επιβιώσει.
Το τεράστιο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών τής Γερμανίας -οι πλεονάζουσες αποταμιεύσεις που προκύπτουν από τη συμπίεση των μισθών για την επιδότηση των εξαγωγών- ήταν τόσο η αιτία της κρίσης στην Ευρωζώνη όσο και εμπόδιο για την επίλυση της. Πριν από την κρίση, τροφοδότησε τον κακό δανεισμό των γερμανικών τραπεζών προς τη νότια Ευρώπη και την Ιρλανδία. Τώρα που το ετήσιο πλεόνασμα της Γερμανίας -το οποίο έχει αυξηθεί σε 233 ευρώ δισεκατομμύρια (255 δισεκατομμύρια δολάρια), πλησιάζει το 8% του ΑΕΠ- δεν ανακυκλώνεται πλέον στη νότια Ευρώπη, η μειωμένη εγχώρια ζήτηση της χώρας εξάγει αποπληθωρισμό, εμβαθύνοντας τα δεινά του χρέους της Ευρωζώνης.
Το εξωτερικό πλεόνασμα της Γερμανίας έρχεται σε σύγκρουση με τους κανόνες της Ευρωζώνης αναφορικά με τις επικίνδυνες ανισορροπίες. Αλλά, στηριζόμενη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κάτι τέτοιο επιτρέπεται για την κυβέρνηση της Μέρκελ. Αυτό αποτελεί εμπαιγμό με δεδομένο το αίτημά της να υπερασπιστεί την Ευρωζώνη ως μια λέσχη που βασίζεται σε κανόνες. Στην πραγματικότητα, η Γερμανία σπάει τους κανόνες με ατιμωρησία, τους αλλάζει ανάλογα με τις ανάγκες της, ή ακόμα τους εφευρίσκει κατά βούληση.
Πέρα από την άρνηση να προσαρμόσει την οικονομία της, η Γερμανία έχει μεταφέρει τα κόστη τής κρίσης σε άλλους. Για να σώσει τις τράπεζες της χώρας από τις κακές τους αποφάσεις δανεισμού, η Μέρκελ παραβίασε τη συνθήκη του Μάαστριχτ, τον κανόνα της "μη διάσωσης" που απαγορεύει στις κυβερνήσεις - μέλη να χρηματοδοτούν τους ομολόγους της και ανάγκασε τους Ευρωπαίους φορολογουμένους να δανείσουν σε μια αφερέγγυα Ελλάδα. Ομοίως, τα δάνεια από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προς την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Ισπανία πρωτίστως έσωσαν τις αφερέγγυες τοπικές τράπεζες - και, ως εκ τούτου, τους Γερμανούς δανειστές τους.
Για να κάνει τα πράγματα χειρότερα, σε αντάλλαγμα για τα δάνεια αυτά, η Μέρκελ απέκτησε πολύ μεγαλύτερο έλεγχο επί των προϋπολογισμών όλων των κυβερνήσεων της Ευρωζώνης μέσω ενός καταστρεπτικού για την ζήτηση και περιοριστικού για τη Δημοκρατία δημοσιονομικού ζουρλομανδύα: σκληρότεροι κανόνες στην Ευρωζώνη και ένα δημοσιονομικό σύμφωνο.
Η επιρροή της Γερμανίας έχει οδηγήσει σε μια τραπεζική ένωση της Ευρωζώνης που είναι γεμάτη τρύπες και εφαρμόζεται δυσανάλογα. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας - ταμιευτηρίου με ένα συλλογικό ισολογισμό περίπου 1.000 τρισεκατομμύρια ευρώ (1.100 τρισεκατομμύρια δολάρια) - είναι εκτός εποπτικού ελέγχου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ αραιά κεφαλαιοποιούνται οι μεγατράπεζες, όπως η Deutsche Bank, και οι περιφερειακοί σάπιοι - κρατικοί δανειστές έχουν αποκτήσει ένα απίθανο καθαρό πιστοποιητικό υγείας.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη -και κατ' επέκταση όλων των άλλων μελών- να εξαρτάται τώρα από την υποταγή στη γερμανική κυβέρνηση. Είναι σαν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφάσιζαν μονομερώς ότι η αρχή του ΝΑΤΟ για τη συλλογική άμυνα θα εξαρτάται στο εξής από το να πράττει κανείς ό,τι η αμερικανική κυβέρνηση υπαγορεύει.
Η ζώνη του ευρώ χρειάζεται απεγνωσμένα συστημικές εναλλακτικές σε αυτή τη μονόπλευρη "Συναίνεση του Βερολίνου", κατά την οποία τα συμφέροντα των πιστωτών προηγούνται και η Γερμανία κυριαρχεί επί όλων των άλλων. Ο μερκελισμός προκαλεί οικονομική στασιμότητα, πολιτική πόλωση και άσχημο εθνικισμό. Η Γαλλία, η Ιταλία και οι Ευρωπαίοι όλου του πολιτικού φάσματος πρέπει να υπερασπιστούν άλλα οράματα για το τι θα πρέπει να είναι η ζώνη του ευρώ.
Μια επιλογή θα ήταν μεγαλύτερος φεντεραλισμός. Κοινά πολιτικά όργανα, που θα λογοδοτούν στους ψηφοφόρους σε όλη την Ευρωζώνη, θα παρέχουν ένα δημοκρατικό δημοσιονομικό αντιστάθμισμα στην ΕΚΤ και θα βοηθήσουν να περιορίσει τη Γερμανική εξουσία.
Μια καλύτερη επιλογή θα ήταν να κινηθούν προς μια πιο ευέλικτη Ευρωζώνη, στην οποία οι εκλεγμένοι των κρατών θα έχουν λόγο με μεγαλύτερη βαρύτητα. Με την αποκατάσταση του κανόνα τής μη διάσωσης, οι κυβερνήσεις θα έχουν περισσότερο χώρο για την άσκηση αντικυκλικών πολιτικών που θα ανταποκρίνονται στις μεταβαλλόμενες προτεραιότητες των ψηφοφόρων.
Για να γίνει ένα τέτοιο σύστημα αξιόπιστο, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός για την αναδιάρθρωση του χρέους των αφερέγγυων κυβερνήσεων. Αυτό, σε συνδυασμό με τη μεταρρύθμιση των κανόνων που διέπουν την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών -οι οποίες λανθασμένα αντιμετωπίζουν όλο το δημόσιο χρέος ως μη έχον ρίσκο και δεν βάζουν πλαφόν στις διακρατήσεις του- θα επέτρεπε στις αγορές, όχι στη Γερμανία, να χαλιναγωγήσουν τον πραγματικά υπερβολικό δανεισμό. Ιδανικά, θα είχε δοθεί η αρμοδιότητα στην ΕΚΤ να δρα ως δανειστής έσχατου καταφυγίου για τις κυβερνήσεις που δεν έχουν χρεοκοπήσει, αλλά δεν έχουν ρευστότητα. Τέτοιες αλλαγές θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν ευρεία υποστήριξη - και θα υπηρετούσαν τα συμφέροντα της ίδιας της Γερμανίας.
Τα μέλη της Ευρωζώνης είναι παγιδευμένα σε έναν μίζερο γάμο όπου κυριαρχεί η Γερμανία. Αλλά ο φόβος δεν είναι αρκετός για να κρατήσει μια σχέση για πάντα. Αν η Μέρκελ δεν συνέλθει, τελικά θα την καταστρέψει.
* Ο Philippe Legrain είναι επισκέπτης καθηγητής στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο του London School of Economics. Από το Φεβρουάριο του 2011 έως τον Φεβρουάριο του 2014 ήταν οικονομικός σύμβουλος του πρόεδρου της Κομισιόν και επικεφαλής της ομάδας που έδινε συμβουλές στρατηγικού σχεδιασμού πολιτικών στον πρόεδρο Μπαρόζο, στο Γραφείο Συμβούλων Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Μετάφραση: ΕΛΛΗ ΖΩΤΟΥ
Η Ευρωζώνη έχει ένα γερμανικό πρόβλημα. Οι πολιτικές τού "ζητιάνου γείτονα" της Γερμανίας και η ευρύτερη ανταπόκρισή της στην κρίση της οποίας η ίδια έχει ηγηθεί έχει αποδειχθεί καταστροφική. Επτά χρόνια μετά την κρίση, η οικονομία της Ευρωζώνης πηγαίνει χειρότερα από ότι πήγαινε η Ευρώπη κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Ύφεσης της δεκαετίας του 1930. Οι προσπάθειες της γερμανικής κυβέρνησης να συντρίψει την Ελλάδα και να την αναγκάσει να εγκαταλείψει το ενιαίο νόμισμα αποσταθεροποίησαν τη νομισματική ένωση. Όσο συνεχίζει η κυβέρνηση της Γερμανίδας καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ να καταχράται τη δεσπόζουσα θέση της ως επικεφαλής -πιστωτής για να προωθήσει τα στενά συμφέροντά της, η Ευρωζώνη δεν μπορεί να ευδοκιμήσει- και ίσως δεν επιβιώσει.
Το τεράστιο πλεόνασμα τρεχουσών συναλλαγών τής Γερμανίας -οι πλεονάζουσες αποταμιεύσεις που προκύπτουν από τη συμπίεση των μισθών για την επιδότηση των εξαγωγών- ήταν τόσο η αιτία της κρίσης στην Ευρωζώνη όσο και εμπόδιο για την επίλυση της. Πριν από την κρίση, τροφοδότησε τον κακό δανεισμό των γερμανικών τραπεζών προς τη νότια Ευρώπη και την Ιρλανδία. Τώρα που το ετήσιο πλεόνασμα της Γερμανίας -το οποίο έχει αυξηθεί σε 233 ευρώ δισεκατομμύρια (255 δισεκατομμύρια δολάρια), πλησιάζει το 8% του ΑΕΠ- δεν ανακυκλώνεται πλέον στη νότια Ευρώπη, η μειωμένη εγχώρια ζήτηση της χώρας εξάγει αποπληθωρισμό, εμβαθύνοντας τα δεινά του χρέους της Ευρωζώνης.
Το εξωτερικό πλεόνασμα της Γερμανίας έρχεται σε σύγκρουση με τους κανόνες της Ευρωζώνης αναφορικά με τις επικίνδυνες ανισορροπίες. Αλλά, στηριζόμενη στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, κάτι τέτοιο επιτρέπεται για την κυβέρνηση της Μέρκελ. Αυτό αποτελεί εμπαιγμό με δεδομένο το αίτημά της να υπερασπιστεί την Ευρωζώνη ως μια λέσχη που βασίζεται σε κανόνες. Στην πραγματικότητα, η Γερμανία σπάει τους κανόνες με ατιμωρησία, τους αλλάζει ανάλογα με τις ανάγκες της, ή ακόμα τους εφευρίσκει κατά βούληση.
Δημοσιονομικός ζουρλομανδύας
Πράγματι, ακόμη κι όταν σπρώχνει τους άλλους σε μεταρρυθμίσεις, η Γερμανία αγνοεί τις συστάσεις της Κομισιόν. Ως προϋπόθεση του νέου προγράμματος δανεισμού της Ευρωζώνης, η Γερμανία πιέζει την Ελλάδα να αυξήσει την ηλικία συνταξιοδότησης - ενώ μειώνει τη δική της. Επιμένει να ανοίγουν τα ελληνικά καταστήματα τις Κυριακές, παρόλο που τα γερμανικά καταστήματα δεν το κάνουν. Ο κορπορατισμός, φαίνεται, πρέπει να συντρίβεται αλλού, αλλά να προστατεύεται στο σπίτι.Πέρα από την άρνηση να προσαρμόσει την οικονομία της, η Γερμανία έχει μεταφέρει τα κόστη τής κρίσης σε άλλους. Για να σώσει τις τράπεζες της χώρας από τις κακές τους αποφάσεις δανεισμού, η Μέρκελ παραβίασε τη συνθήκη του Μάαστριχτ, τον κανόνα της "μη διάσωσης" που απαγορεύει στις κυβερνήσεις - μέλη να χρηματοδοτούν τους ομολόγους της και ανάγκασε τους Ευρωπαίους φορολογουμένους να δανείσουν σε μια αφερέγγυα Ελλάδα. Ομοίως, τα δάνεια από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις προς την Ιρλανδία, την Πορτογαλία και την Ισπανία πρωτίστως έσωσαν τις αφερέγγυες τοπικές τράπεζες - και, ως εκ τούτου, τους Γερμανούς δανειστές τους.
Για να κάνει τα πράγματα χειρότερα, σε αντάλλαγμα για τα δάνεια αυτά, η Μέρκελ απέκτησε πολύ μεγαλύτερο έλεγχο επί των προϋπολογισμών όλων των κυβερνήσεων της Ευρωζώνης μέσω ενός καταστρεπτικού για την ζήτηση και περιοριστικού για τη Δημοκρατία δημοσιονομικού ζουρλομανδύα: σκληρότεροι κανόνες στην Ευρωζώνη και ένα δημοσιονομικό σύμφωνο.
Η επιρροή της Γερμανίας έχει οδηγήσει σε μια τραπεζική ένωση της Ευρωζώνης που είναι γεμάτη τρύπες και εφαρμόζεται δυσανάλογα. Τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της χώρας - ταμιευτηρίου με ένα συλλογικό ισολογισμό περίπου 1.000 τρισεκατομμύρια ευρώ (1.100 τρισεκατομμύρια δολάρια) - είναι εκτός εποπτικού ελέγχου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ αραιά κεφαλαιοποιούνται οι μεγατράπεζες, όπως η Deutsche Bank, και οι περιφερειακοί σάπιοι - κρατικοί δανειστές έχουν αποκτήσει ένα απίθανο καθαρό πιστοποιητικό υγείας.
Υποταγή στον μερκελισμό
Ο ένας κανόνας της Ευρωζώνης που πράγματι προορίζεται να είναι ιερός και απαραβίαστος είναι το αμετάκλητο της ιδιότητας του μέλους. Δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη σε συνθήκη για μια έξοδο, επειδή η Νομισματική Ένωση έχει σχεδιαστεί ως ένα βήμα προς μια πολιτική ένωση - και σε διαφορετική περίπτωση θα εκφυλιζόταν σε ένα επικίνδυνα άκαμπτο και ασταθές καθεστώς σταθερών συναλλαγματικών ισοτιμιών. Η Γερμανία όχι μόνο έχει ποδοπατήσει αυτόν τον κανόνα, αλλά ο υπουργός Οικονομικών της Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επινόησε πρόσφατα έναν νέο -ότι η ελάφρυνση του χρέους απαγορεύεται στη ζώνη του ευρώ- για να δικαιολογήσει την εξοργιστική συμπεριφορά του προς την Ελλάδα.Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, η συμμετοχή της Ελλάδας στην Ευρωζώνη -και κατ' επέκταση όλων των άλλων μελών- να εξαρτάται τώρα από την υποταγή στη γερμανική κυβέρνηση. Είναι σαν οι Ηνωμένες Πολιτείες αποφάσιζαν μονομερώς ότι η αρχή του ΝΑΤΟ για τη συλλογική άμυνα θα εξαρτάται στο εξής από το να πράττει κανείς ό,τι η αμερικανική κυβέρνηση υπαγορεύει.
Η ζώνη του ευρώ χρειάζεται απεγνωσμένα συστημικές εναλλακτικές σε αυτή τη μονόπλευρη "Συναίνεση του Βερολίνου", κατά την οποία τα συμφέροντα των πιστωτών προηγούνται και η Γερμανία κυριαρχεί επί όλων των άλλων. Ο μερκελισμός προκαλεί οικονομική στασιμότητα, πολιτική πόλωση και άσχημο εθνικισμό. Η Γαλλία, η Ιταλία και οι Ευρωπαίοι όλου του πολιτικού φάσματος πρέπει να υπερασπιστούν άλλα οράματα για το τι θα πρέπει να είναι η ζώνη του ευρώ.
Μια επιλογή θα ήταν μεγαλύτερος φεντεραλισμός. Κοινά πολιτικά όργανα, που θα λογοδοτούν στους ψηφοφόρους σε όλη την Ευρωζώνη, θα παρέχουν ένα δημοκρατικό δημοσιονομικό αντιστάθμισμα στην ΕΚΤ και θα βοηθήσουν να περιορίσει τη Γερμανική εξουσία.
Ευέλικτη Ευρωζώνη
Αλλά η αυξανόμενη εχθρότητα μεταξύ των κρατών - μελών της Ευρωζώνης και η διάβρωση της υποστήριξης προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και στα δύο μέρη, τόσο στις χώρες - δανειστές όσο και στις χώρες - οφειλέτες, σημαίνει ότι ο μεγαλύτερος φεντεραλισμός είναι πολιτικά ανέφικτος - και ενδεχομένως ακόμη και επικίνδυνος.Μια καλύτερη επιλογή θα ήταν να κινηθούν προς μια πιο ευέλικτη Ευρωζώνη, στην οποία οι εκλεγμένοι των κρατών θα έχουν λόγο με μεγαλύτερη βαρύτητα. Με την αποκατάσταση του κανόνα τής μη διάσωσης, οι κυβερνήσεις θα έχουν περισσότερο χώρο για την άσκηση αντικυκλικών πολιτικών που θα ανταποκρίνονται στις μεταβαλλόμενες προτεραιότητες των ψηφοφόρων.
Για να γίνει ένα τέτοιο σύστημα αξιόπιστο, θα πρέπει να δημιουργηθεί ένας μηχανισμός για την αναδιάρθρωση του χρέους των αφερέγγυων κυβερνήσεων. Αυτό, σε συνδυασμό με τη μεταρρύθμιση των κανόνων που διέπουν την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών -οι οποίες λανθασμένα αντιμετωπίζουν όλο το δημόσιο χρέος ως μη έχον ρίσκο και δεν βάζουν πλαφόν στις διακρατήσεις του- θα επέτρεπε στις αγορές, όχι στη Γερμανία, να χαλιναγωγήσουν τον πραγματικά υπερβολικό δανεισμό. Ιδανικά, θα είχε δοθεί η αρμοδιότητα στην ΕΚΤ να δρα ως δανειστής έσχατου καταφυγίου για τις κυβερνήσεις που δεν έχουν χρεοκοπήσει, αλλά δεν έχουν ρευστότητα. Τέτοιες αλλαγές θα μπορούσαν να συγκεντρώσουν ευρεία υποστήριξη - και θα υπηρετούσαν τα συμφέροντα της ίδιας της Γερμανίας.
Τα μέλη της Ευρωζώνης είναι παγιδευμένα σε έναν μίζερο γάμο όπου κυριαρχεί η Γερμανία. Αλλά ο φόβος δεν είναι αρκετός για να κρατήσει μια σχέση για πάντα. Αν η Μέρκελ δεν συνέλθει, τελικά θα την καταστρέψει.
* Ο Philippe Legrain είναι επισκέπτης καθηγητής στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο του London School of Economics. Από το Φεβρουάριο του 2011 έως τον Φεβρουάριο του 2014 ήταν οικονομικός σύμβουλος του πρόεδρου της Κομισιόν και επικεφαλής της ομάδας που έδινε συμβουλές στρατηγικού σχεδιασμού πολιτικών στον πρόεδρο Μπαρόζο, στο Γραφείο Συμβούλων Ευρωπαϊκής Επιτροπής
Μετάφραση: ΕΛΛΗ ΖΩΤΟΥ