13 Μαΐου 2015

Ο μπαλτάς της… αριστείας και της αξιοκρατίας


«Όλοι μαζί» μέχρι τους… ναζί... Ήταν όλοι εκεί στο κλειστό γήπεδο «Σπύρος Λούης» του Αμαρουσίου και θα συνεχίσουν στο Σύνταγμα με αντιδραστικές εκδηλώσεις τύπου κατσαρόλας, όπως πρωτοεμφανίστηκαν στη Χιλή το 1973, από τις «νοικοκυρές» και τους «νοικοκυραίους» της αστικής τάξης για να ρίξουν τον Αλιέντε. Ένας εσμός των πιο αντιδραστικών θέσεων και απόψεων που έχει οδηγήσει τη δημόσια εκπαίδευση σε κατάρρευση εκτοξεύοντας τα ποσοστά μαθητικής διαρροής στα ύψη και πετώντας στον … Καιάδα της αμάθειας και της αμορφωσιάς στρατιές μαθητών που προέρχονται από τα λαϊκά στρώματα και τις απομακρυσμένες περιοχές της χώρας. Η «Πρωτοβουλία» πρώην υπουργών, επίλεκτων πολιτικών εραστών της ευρωδουλείας και των μνημονίων, πρυτάνεων και καθηγητών των ΜΑΤ και της βίας, υποτακτικών και «πρόθυμων» διανοουμένων που όλα αυτά τα χρόνια «σιωπούσαν» ή λασπολογούσαν  κάθε αίτημα και αγώνα της εκπαιδευτικής κοινότητας υμνώντας κάθε νεοφιλελεύθερο μέτρο των προηγούμενων κυβερνήσεων, της ΕΕ και του ΔΝΤ που ξεθεμελίωνε τη δημόσια εκπαίδευση.

Έλειπαν, βέβαια, οι νεοναζί μαζί με τους οποίους υπερασπίζονται τα ιδεολογήματα περί «αριστείας». Οι  θιασώτες της ανισότητας και του εκπαιδευτικού ρατσισμού κραδαίνουν τον μπαλτά της «αριστείας» ως το αυτονόητο. Ξεχνούν, ή δεν γνωρίζουν, ότι οι διακηρύξεις των ναζιστών και των απογόνων τους και του αρχηγού τους Ν. Μιχαλολιάκου, βρίθουν από ύμνους στην «αριστεία» και στους «αρίστους». Η αντίληψη της φυσικής επιλογής των ισχυρών, των «αρίστων» που κυριαρχούν εξαφανίζοντας τους αδύνατους είναι το θεωρητικό υπόβαθρο του Ναζισμού που ματοκύλισε και συνεχίζει να ματοκυλά την ανθρωπότητα. Σε αυτό το πλαίσιο το κράτος σκοπό έχει να προστατέψει αυτή τη φυσική πραγματικότητα προκειμένου μέσω του αγώνα για επιβίωση και επιβολή να κυριαρχήσουν οι «άριστοι», οι ισχυροί και η κοινωνία να εξαγνιστεί από τους αδύνατους που την υπονομεύουν. Με λίγα λόγια η κυριαρχία των «αρίστων», των δυνατών και η συντριβή των «αδυνάτων» είναι το δόγμα του ναζισμού και του φασισμού.

Αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων (Όμηρος, Ιλιάδα)
Στην ομηρική κοινωνία οι ευγενείς λέγονταν ”άριστοι”. Ο λαός δηλωνόταν με τους όρους ”λαός”, ”δήμος”, ”πληθύς”, ”πολλοί”. Οι ευγενείς ήταν οι κατεξοχήν πολεμιστές, που διέθεταν αρετή.  Η ακριβής αρχική σημασία της λέξης αρετή ήταν: ικανότητα πρόκλησης αρής,  ολέθρου (φόνου και καταστροφής). Επειδή όμως η αρή είναι η προϋπόθεση της επιβίωσης, της νίκης στις αγροτικές κοινωνίες, η ικανότητα της πρόκλησης αρής, η αρετή,  κατέληξε να δηλώνει την ίδια την ικανότητα, την υπεροχή, την δεξιότητα και ο άριστος τον ικανότερο, τον καλλίτερο.
Στους φεουδαρχικούς καιρούς ήταν εύκολο να διακρίνει κανείς τους λίγους από τους πολλούς. Οι άνθρωποι γεννιόντουσαν βαρόνοι, μαρκήσιοι και κόμητες ή γεννιόντουσαν δουλοπάροικοι, και πέθαιναν έτσι ακριβώς, όπως είχαν γεννηθεί, αριστοκράτες ή του λαού. Η κυρίαρχη ιδεολογία της φεουδαρχικής κοινωνίας αναπαυόταν στη βεβαιότητα πως η θεία Πρόνοια φρόντισε να μοιράσει διαφορετικά ταλέντα στον άνθρωπο κατά τον ίδιο τρόπο που μοίρασε τα διάφορα δέντρα στη φύση, με τέτοιο τρόπο που κάθε ταλέντο "θεϊκό χάρισμα", όπως κάθε δέντρο, έχει τις ιδιότητές του και βέβαια τα αποτελέσματα που απορρέουν απ' αυτά. Πάνω σ' αυτή την αυθαίρετη θεωρία του "θεϊκού χαρίσματος" που έπαιρνε τη μορφή των "εξαιρετικών" ατόμων, οι κυρίαρχοι του φεουδαλισμού αναγνώριζαν στον εαυτό τους, το δικαίωμα να κατέχουν τα πρωτεία στην κοινωνία καθώς και το δικαίωμα να μεταβιβάζουν κληρονομικά τα προνόμιά τους.
Οι φιλελεύθεροι των προηγούμενων εποχών και οι νεοφιλελεύθεροι της εποχής μας πάντα ήθελαν μια εκπαίδευση για «λίγους και εκλεκτούς». Ένα σχολείο που αποκλείει τους «κοινωνικά αδύνατους». Και σήμερα κραδαίνουν την «αριστεία», υπονοώντας ότι αυτοί οι ίδιοι είναι οι «άριστοι» και οι άλλοι, μηδαμινοί και ασήμαντοι.

Η Αριστεία και η σχολική επίδοση δεν είναι ατομική υπόθεση…
Βέβαια, σήμερα έχει αποδειχθεί από δεκάδες μελέτες ότι οι δοκιμασίες (test) νοημοσύνης δεν είναι καθόλου "ουδέτερες" κοινωνικά και πως η "καθαρή" ευφυΐα δεν είναι ποσότητα μετρήσιμη. Οι δοκιμασίες (test) δεν έχουν ακρίβεια, ούτε αντικειμενικότητα, δεν έχουν επιστημονική αξία σαν εργαλεία μέτρησης της νοητικής ικανότητας και σαφώς οι διαφορές που πιστοποιούν είναι κοινωνικές διαφορές, όπως και τα κριτήρια - στα οποία στηρίζονται και με τα οποία διαφοροποιούν τα άτομα - είναι κοινωνικά. Oι δοκιμασίες νοημοσύνης αποδεικνύουν συστηματικά ότι οι φτωχοί είναι κουτοί και οι πλούσιοι έξυπνοι. Από αυτό, βέβαια, θα μπορούσε να βγει ένα συμπέρασμα - μεταξύ σοβαρού και αστείου - που θα υποστήριζε, πως η φύση μοιράζει στα άτομα την ευφυΐα με κριτήρια ταξικά, εθνικά ή φυλετικά.3

Δεκάδες έρευνες και μελέτες έχουν δείξει ότι η σχολική επίδοση είναι συνάρτηση της κοινωνικής προέλευσης των μαθητών. Η παραδοσιακή αντίληψη που ερμήνευε τη σχολική επιτυχία με τις εγγενείς νοητικές ικανότητες και την αποτυχία με την απουσία τους, δέχτηκε συντριπτικά χτυπήματα στο επίπεδο της θεωρίας από δεκάδες αναλύσεις και έρευνες που απέδειξαν ότι η κοινωνική ανισότητα διευθύνει τη σχολική.

Αυτό που λέμε νοημοσύνη φαίνεται να είναι μια "ειδική ευαισθησία" που διαμορφώνει ή δε διαμορφώνει στο παιδί το περιβάλλον του και με την οποία "ευαισθησία" αυτό "αντιλαμβάνεται" και "αντιδρά" στις εμπειρίες του. Αλλά αυτό είναι ζήτημα μαθησιακής παρέμβασης, είναι αγωγή που παρέχεται από το κοινωνικό περιβάλλον στο παιδί. Επομένως, η σχολική επιτυχία ή η αποτυχία δε γίνεται κατανοητή παρά μόνον εάν τη θεωρήσουμε ως ένα φαινόμενο κοινωνικά προσδιορισμένο.
Η ικανότητα που ο πολιτισμός μας ονομάζει ευφυΐα, γράφει ο Καρλ Λιούγκμαν, επηρεάζεται από πάρα πολλούς παράγοντες, που αρχίζουν από τη διατροφή, τη βιολογική και ψυχολογική κατάσταση της μητέρας, του εμβρύου, το κοινωνικό περιβάλλον κ.λπ., δηλαδή με λίγα λόγια την ταξική προέλευση. Είναι καθαρά επιστημονική απάτη, να ισχυρίζεται κανείς, ότι μπορεί να απομονώσει όλους αυτούς τους συντελεστές, την επίδραση των περιβαλλοντικών παραγόντων και ν' αποφανθεί σχετικά με την κληρονομικότητα της ευφυΐας.

Ο «μέγας μηχανισμός επιλογής»
Το σχολείο, καθώς απευθύνεται σ' όλο το μαθητικό πληθυσμό με τον ίδιο τρόπο κι έχει από όλους τις ίδιες απαιτήσεις, αγνοώντας τις μορφωτικές ανισότητες, ενισχύει τα πλεονεκτήματα και ευνοεί όσους ήδη είναι ευνοημένοι, εκείνους δηλαδή που η κοινωνική τους προέλευση εφοδίασε με ανάλογη μορφωτική κληρονομιά. Οι μαθητές εκείνοι που πληθαίνουν τις «τάξεις» των απορριφθέντων και των ανεξεταστέων προέρχονται στη συντριπτική τους πλειοψηφία από γονείς αμόρφωτους και φτωχούς που «μεταφέρουν» βέβαια μαζί τους, στην πρώτη επαφή με το σχολείο, το μορφωτικό τους μειονέκτημα. Και, γίνεται σαφές ότι το σχολείο, με το να αντιμετωπίζει όλους τους μαθητές, όσο άνισοι κι αν είναι μεταξύ τους, σαν ίσους ως προς τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις, οδηγείται στην πράξη να επικυρώσει με τo κύρος της εγκυρότητας του τις αρχικές ανισότητες.3 Στην πραγματικότητα, όμως, οι μηχανισμοί ελέγχου επίδοσης των μαθητών δεν αποβλέπουν απλώς στον έλεγχο γνώσεων, ικανοτήτων κ.α., αλλά παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διευρυμένη αναπαραγωγή των κοινωνικών τάξεων και ανισοτήτων.

Τίποτα δεν είναι πιο άνισο από ένα σχολείο «ίσο» για «παιδιά άνισα»
Το σχολείο ευνοεί εκείνους που είναι ήδη ευνοημένοι, αποκλείει, απωθεί, απαξιώνει τους άλλους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον στην προβληματική της σχολικής επίδοσης παρουσιάζει η θεωρία του Howard Gardner περί πολλαπλών τύπων νοημοσύνης: μια θεωρία η οποία υποστηρίζει ότι κανένας άνθρωπος δεν είναι «συνολικά» ευφυής, αλλά ότι ο καθένας διαθέτει τις ευφυείς και τις βραδύνοες πλευρές του, ανάλογα με τον τύπο νοημοσύνης τον οποίο διαθέτει. Ένας «λογικο-μαθηματικός» τύπος νοημοσύνης μπορεί, έτσι, να αριστεύει στις «θετικές» επιστήμες και να υστερεί απολύτως στη γυμναστική ή στις τέχνες. Αντιστοίχως, ένας «κιναισθητικός» τύπος νοημοσύνης μπορεί να διαπρέπει σε συγκεκριμένα αθλήματα, αλλά να συναντά ανυπέρβλητες δυσκολίες στην κατανόηση της φιλοσοφίας ή της ποίησης. Όθεν και το κρίσιμο ερώτημα: σε ποιον τύπο νοημοσύνης αναφέρεται εντέλει η «αριστεία»; Ποιες ακριβώς δεξιότητες και επιδόσεις επιβραβεύει;

Για ποιο σχολείο;
Δεν είναι ανάγκη να είναι κανείς μαρξιστής ή επαναστάτης για να απορρίψει όλες αυτές τις ρατσιστικές αντιλήψεις περί «αριστείας» , «καλών» και «κακών» μαθητών που πλασάρουν οι κάθε λογής συντηρητικοί. Από τον διαφωτισμό και τον αστικό ανθρωπισμό διδασκόμαστε ότι όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι.

Ένας σπουδαίος παιδαγωγός, ο Μίλτος Κουντουράς, από τη δεκαετία του 1930 τόνιζε: «Σκοπός του Σχολείου δεν είναι ο βαθμός. Αν δεν μαθαίνουν τα παιδιά χωρίς τη βοήθεια βαθμού, τιμωρίας, αμοιβής, σημαίνει ότι ο δάσκαλος είναι κακός, που ζητά μ’ εξωτερικά μέσα τη μάθηση. Τέτοια μάθηση έξω από τα πραγματικά ενδιαφέροντα και το ζήσιμο των παιδιών είναι επιπόλαιο χρίσμα, που θα βγει με το πρώτο φύσημα. Τα παιδιά πρέπει να μαθαίνουν όλα, επομένως όλα να έχουν καλό βαθμό. Αλλιώς πρέπει να καλείται ο δάσκαλος σε απολογία. Οι εξετάσεις κι οι διαγωνισμοί είναι αιτία ηθικής διαφθοράς των μαθητών. Τρόποι εξετάσεων – οι κλεψιές, οι υποκρισίες, οι ψευτιές, ο τρόμος, η άδικη κούραση των παιδιών. Ψεύτικα αποτελέσματα. Αιτία κακών σχέσεων δασκάλων και παιδιών». (Από χειρόγραφο για το λόγο του Μίλτου Κουντουρά στο τέλος του σχολικού έτους 1929-30 στο Διδασκαλείο Θηλέων Θεσσαλονίκης)

Από τη πλευρά του κόσμου της εργασίας χρειάζεται να διαμορφωθεί ένα ευρύ μορφωτικό κίνημα παιδείας με μια εκπαιδευτική διακήρυξη για τα δικαιώματα και τις μορφωτικές ανάγκες της νέας γενιάς προβάλλοντας το στρατηγικό αίτημα «μόρφωση και  δουλειά για όλους» . Για ένα σχολείο ενιαίο δωδεκάχρονο δημόσιο δωρεάν που θα χωράει όλα τα παιδιά χωρίς φραγμούς και διακρίσεις και θα μορφώνει ολόπλευρα. Πραγματικά δημόσιο και δωρεάν που να ανταποκρίνεται στην ανάγκη του ανθρώπου να ανακαλύπτει τους νόμους κίνησης της φύσης και της κοινωνίας, να τους χρησιμοποιεί για να καλυτερέψει την ανθρώπινη ζωή, που να δημιουργεί δημοκρατικά ελεύθερες προσωπικότητες, ανθρώπους που να μαθαίνουν να συνεργάζονται, να σέβονται τη διαφορετικότητα και να δουλεύουν συλλογικά για την προσωπική , αλλά και κοινωνική απελευθέρωση και ευτυχία.
* Ο Γιώργος Κ. Καββαδίας είναι φιλόλογος, μέλος του ΔΣ της ΕΛΜΕ Πειραιά, μέλος της ΣΕ του περιοδικού «Αντιτετράδια της Εκπαίδευσης» και αρθρογράφος στο «ΕΘΝΟΣ».