11 Ιανουαρίου 2015

Η Τουρκία αποκαλύπτεται ανοχύρωτη

Consumers are not positive about purchasing durable goods, automobiles and houses and are also unsure of the possibility of acquiring loans for them, noting in a recent survey that economic circumstances were becoming tougher. Του Κώστα Ράπτη Από τον πανταχού παρόντα “Μπαμπά Νοέλ”, και βέβαια τους τουρίστες της εορταστικής περιόδου, μέχρι τους ομογενείς καλαντιστές του Ζωγράφειου Λυκείου στην οδό Ιστικλάλ, η Κωνσταντινούπολη διένυσε τις τελευταίες μέρες του 2014 σε κλίμα αυθεντικά χριστουγεννιάτικο – και ας είναι μια κατεξοχήν μουσουλμανική μεγαλούπολη. Όμως τίποτε το πραγματικά γιορτινό δεν χαρακτηρίζει το κλίμα στην οικονομική πρωτεύουσα της γείτονος (που αντιστοιχεί στο 50% της εμπορικής κίνησης και στο 27% του ΑΕΠ όλης της χώρας), πόσω μάλλον στην “βαθιά Τουρκία”.Η πατρίδα του Ταγίπ Ερντογάν υποδέχεται το Νέο Έτος εν μέσω απαισιοδοξίας για την κατάσταση της οικονομίας – και ο πολυσυζητημένος κλυδωνισμός της λίρας το τελευταίο διάστημα αποτελεί ένα μόνο από τα δείγματα της διαφαινόμενης καχεξίας.

Με την τουρκική οικονομία να έχει “τρέξει” κατά μόλις 1,7% το τρίτο τρίμηνο του 2014, κανείς δεν αναμένει ότι τα στοιχεία για το κλείσιμο του έτους θα εκπληρώσουν τις επίσημες προβλέψεις της κυβέρνησης για ρυθμό ανάπτυξης της τάξης του 3,3% – και ας αποτελούν μετριοπαθέστερη αναπροσαρμογή του αρχικού στόχου του 4%.


Το ποσοστό ανεργίας, αντίστοιχα, βρίσκεται σε υψηλό τετραετίας: τον Σεπτέμβριο έφτασε το 10,5% (σε εποχιακά προσαρμοσμένη βάση), ενώ μεταξύ των νέων ξεπερνά το 20%. Ο απόλυτος αριθμός των καταγεγραμμένων ανέργων ξεπερνά πλέον τα 3 εκατομμύρια.Το 45% των Τούρκων εκτιμά σε έρευνα της Aviva μεταξύ 12 χωρών ότι η οικονομία της χώρας θα επιδεινωθεί το επόμενο 12μηνο καθιστώντας τους γείτονες τους πλέον απαισιόδοξους μετά τους Γάλλους. Όμως, ενώ μόνο το 11% των Γάλλων εκφράζει ανησυχία για τα προσωπικά χρέη του, το αντίστοιχο ποσοστό των Τούρκων φθάνει το 56%. Η σχετικά πρόσφατη ανακάλυψη του “πλαστικού χρήματος” παίρνει την εκδίκησή της και το 49% των ερωτηθέντων δηλώνει “οικονομική στενότητα”. Το 34% δεν έχει καθόλου αποταμιεύσεις, ενώ το 70% των συνταξιούχων καταφεύγει σε μερική ή πλήρη απασχόληση.

Κατόπιν αυτού, οι καταναλωτές εμφανίζονται “σφιγμένοι”: λόγου χάρη, οι πωλήσεις αυτοκινήτων υποχώρησαν κατά 19% στο εννεάμηνο – σημάδι ανησυχητικό για μια οικονομία που τα προηγούμενα χρόνια αναπτύχθηκε με κύριο μοχλό την εγχώρια ζήτηση (έστω και τροφοδοτημένη από δανεικά).

Ο έτερος “κινητήρας”, οι εισροές κεφαλαίων δείχνει να χάνει σε ισχύ. Στο διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2014 οι ξένες άμεσες επενδύσεις περιορίσθηκαν στα 9,1 δισ. δολάρια (εκ των οποίων τα 5,1 δισ. στο πρώτο τετράμηνο), προφανώς διαψεύδοντας τις αρχικές προσδοκίες για συνολικά 16 δισ. μέχρι τέλους του έτους. Η εποχή που οι ξένες άμεσες επενδύσεις έφθαναν τα 20 και 22 δισ. δολάρια (όπως συνέβη το 2006 και 2007) φαντάζει μακρινή. Η δε καθαρή επενδυτική θέση της γείτονος εμφανίζεται ακόμη ασθενέστερη, αν συνυπολογίσουμε ότι το ίδιο διάστημα τα τουρκικά κεφάλαια που επενδύθηκαν στο εξωτερικό έφθασαν το ιστορικό υψηλό των 4,2 δισ. δολαρίων (αυξημένα κατά 113% σε ετήσια βάση). Κινήσεις, μάλιστα, όπως η εξαγορά τον Νοέμβριο της βρετανικής United Biscuits από την Yilidiz Holdings έναντι 3 δισ. δολαρίων θα οδηγήσουν τον τελικό απολογισμό της φυγής κεφαλαίων πολύ υψηλότερα.

Η αλλαγή του διεθνούς περιβάλλοντος

Σε μεγάλο βαθμό, οι πιέσεις που δέχεται η τουρκική οικονομία είναι εξωγενείς και οφείλονται στην σταδιακή αντιστροφή της ποσοτικής διευκόλυνσης που είχε εξαπολύσει η αμερικανική κεντρική τράπεζα, φουσκώνοντας τις αναδυόμενες οικονομίες. Ανάμεσά τους, ξεχωρίζουν οι “πέντε ευάλωτες” (Τουρκία, Ινδία, Βραζιλία, Ινδονησία, Ν. Αφρική) που θα πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτό το κύμα επαναπατρισμού κεφαλαίων, έχοντας μεγάλα ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών – εξ ού και η θεαματική υποχώρηση των νομισμάτων τους. Για δε την Τουρκία, της οποίας τα ελλείμματα οφείλονται κατά πολύ στην απόλυτη ενεργειακή της εξάρτηση, η θεαματική μείωση της τιμής του πετρελαίου από τον Ιούνιο και μετά κινδυνεύει να αποδειχθεί δώρον άδωρον, αφού αντισταθμίζεται από την πτώση της λίρας κατά 15,3% έναντι του δολαρίου το 2014. Αλλά και ο τουρισμός που θα μπορούσε να επωφεληθεί από την ανάδειξη της χώρας σε φθηνό προορισμό, πλήττεται από τις οικονομικές δοκιμασίες της Ρωσίας, η οποία αποτελεί τον τέταρτο μεγαλύτερο εισαγωγέα τουρκικών προϊόντων και έστειλε το 2013 στη γείτονα 4,2 εκατομμύρια επισκέπτες. Ήδη τον Νοέμβριο οι αφίξεις Ρώσων τουριστών σημείωσαν μείωση κατά 18,5% σε ετήσια βάση.

Αναξιοποίητη πενταετία

Στην πραγματικότητα, ωστόσο, η κύρια πηγή των προβλημάτων της Τουρκίας είναι ενδογενής: όχι μόνο συγκυριακή (βλ. την πολιτική αβεβαιότητα που δημιουργούν οι βουλευτικές εκλογές του ερχόμενου Ιουνίου, η σύγκρουση Ερντογάν-Γκιουλέν, η εκκρεμότητα των συνομιλιών με το Εργατικό Κόμμα Κουρδιστάν και η επιδεινούμενη κρίση στη γειτονική Μέση Ανατολή), αλλά και διαρθρωτική.Ήδη το ΔΝΤ έχει απευθύνει συστάσεις προς την Τουρκία να προχωρήσει σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις οι οποίες θα μειώσουν την εξάρτησή της από τις ξένες επενδύσεις.

Η Τουρκία άφησε αναξιοποίητη την παρελθούσα πενταετία της “ποσοτικής διευκόλυνσης” και τώρα αντικρίζει ανοχύρωτη τον τερματισμό της. Αυτή είναι η άποψη που διατυπώνει ο αρθρογράφος της εφημερίδας Radikal Ουγούρ Γκιουρσές, προσθέτοντας ότι οι κατηγορίες για διαφθορά κυβερνητικών αξιωματούχων, οι συλλήψεις δημοσιογράφων και τα λοιπά κατασταλτικά μέτρα συμπληρώνουν το εκρηκτικό μείγμα που οδηγεί τη λίρα να χάνει συνεχώς έδαφος.

Κατά την Χανιφέ Τσετίν της δεξαμενής σκέψης Turksam της Άγκυρας, αποτελεί επιτακτική ανάγκη η ενίσχυση της τουρκικής μεταποίησης και των επενδύσεων όχι μόνο σε μηχανολογικό εξοπλισμό αλλά και στην έρευνα και τεχνολογία. Η ίδια εκτιμά, ότι η μείωση της τιμής του πετρελαίου και η αύξηση των δημόσιων δαπανών ενόψει εκλογών θα δώσουν μια προσωρινή ανάσα, αλλά η χώρα θα παραμείνει δέσμια της υψηλής ανεργίας και του υψηλού πληθωρισμού σε βάθος χρόνου.

Κατά τον οικονομολόγο και αρθρογράφο της Hurriyet, Εμρέ Ντελιβελί η Τουρκία χρειάζεται νέο αναπτυξιακό πρότυπο – με έμφαση στις εξαγωγές προστιθέμενης αξίας. Όμως, συμπληρώνει, η στροφή σε προϊόντα υψηλής τεχνολογίας προσκρούει στις ελλείψεις του ανθρώπινου δυναμικού. Αντί για διαμάχες σχετικά με τη διδασκαλία ή μή της οθωμανικής γραφής και γλώσσας, το τουρκικό εκπαιδευτικό σύστημα χρειάζεται ριζική αναμόρφωση, καθώς αναπαράγει μεγάλες ανισότητες στο μορφωτικό κεφάλαιο.

Πηγή:www.capital.gr