Το «σύστημα» Ερντογάν συνεχίζει το πογκρόμ κατά δικαστικών, αστυνομικών και λειτουργών του Τύπου |
REUTERS/Stringer
Το Ανώτατο Συμβούλιο Δικαστών και Εισαγγελέων της Τουρκίας
(HSYK), η σύνθεση του οποίου άλλαξε πρόσφατα με εισαγγελικούς και
δικαστικούς λειτουργούς φίλα προσκείμενους στην κυβέρνηση, προχώρησε
χθες στην αναστολή των καθηκόντων τεσσάρων εισαγγελέων οι οποίοι είχαν
διεξαγάγει τις έρευνες για διαφθορά υπουργών της κυβέρνησης Ερντογάν
στις 17 του περασμένου Δεκεμβρίου.
Οι εισαγγελείς είχαν τότε διατάξει έρευνες και συλλήψεις δεκάδων ατόμων, μεταξύ των οποίων και τριών υιών εν ενεργεία υπουργών. Τέσσερις υπουργοί αναγκάστηκαν να παραιτηθούν, αλλά λίγες εβδομάδες μετά οι εισαγγελείς αντικαταστάθηκαν από άλλους, οι οποίοι τον Οκτώβριο απέσυραν τις κατηγορίες κατά των ενεχομένων στα σκάνδαλα.Τώρα, το HSYK ετοιμάζεται να απολύσει τους τέσσερις εισαγγελείς που ξεσκέπασαν την υπόθεση διαφθοράς που συγκλόνισε την Τουρκία, με πρόσχημα ότι «δημοσίευσαν στο Twitter πολιτικά σχόλια».
Το «σύστημα» Ερντογάν συνεχίζει ακάθεκτο, και παρά τη διεθνή κατακραυγή, το πογκρόμ κατά μη ελεγχόμενων δικαστικών, αστυνομικών και ενοχλητικών λειτουργών του Τύπου που τόλμησαν να ασκήσουν κριτική στην κυβέρνηση. Ο Ερντογάν παρουσίασε το σκάνδαλο διαφθοράς της 17ης Δεκεμβρίου σαν «απόπειρα πραξικοπήματος», το οποίο ενορχήστρωσε ο πρώην σύμμαχός του και μετέπειτα ορκισμένος αντίπαλός του, αυτοεξόριστος στις Ηνωμένες Πολιτείες, ισλαμιστής ιεροκήρυκας Φετουλάχ Γκιουλέν. Οσοι είναι ύποπτοι ως οπαδοί του Γκιουλέν, έχουν μπει σε μαύρη λίστα προγραφών.
Χθες, η αστυνομία συνέλαβε την τηλεπαρουσιάστρια και δημοσιογράφο Σεντέφ Καμπάς για σχόλιο που δημοσιοποίησε στο Twitter. Η Καμπάς έγραψε: «Μην ξεχνάτε το όνομα του εισαγγελέα που απέρριψε την υπόθεση της 17ης Δεκεμβρίου» και καταχώρισε το όνομα του εισαγγελέα και φωτογραφία του. Το επίμαχο σχόλιο αφαιρέθηκε από το Twitter, όμως η Καμπάς, η οποία αφέθηκε προσωρινά ελεύθερη και θα απολογηθεί στις 5 Ιανουαρίου, αντιμετωπίζει κατηγορίες για «στοχοποίηση ατόμων που συμμετέχουν σε αντιτρομοκρατική επιχείρηση».
Με τις ίδιες κατηγορίες συνελήφθη χθες και ο γνωστός δημοσιογράφος Μεχμέτ Μπαρανσού, ο οποίος σχολίασε αρνητικά το θάψιμο της υπόθεσης διαφθοράς κάνοντας αρνητική αναφορά στο Twitter για τον σύμβουλο του προέδρου Ερντογάν, Μουσταφά Βαρνάκ. Ο Μπαρανσού είχε συλληφθεί άλλες τρεις φορές στο παρελθόν και είναι γνωστός για τις αποκαλύψεις που έκανε για το «μετα-πραξικόπημα» των στρατηγών, υπόθεση γνωστή με το όνομα «Βαριοπούλα».
Η κυβέρνηση και ο ίδιος ο Ερντογάν χρησιμοποίησαν για ακόμη μια φορά τις δρακόντειες διατάξεις του αντιτρομοκρατικού νόμου για να φιμώσουν πολιτικούς αντιπάλους, ενώ κορυφώνεται ο αυταρχισμός και η καταπάτηση ελευθεριών, με πρόσχημα το υποτιθέμενο «πραξικόπημα» Γκιουλέν. Η κυβέρνηση, αρχικά με τις διαδηλώσεις στο πάρκο Γκεζί αλλά και στη συνέχεια με άλλες αφορμές, είχε απαγορεύσει για δύο εβδομάδες τη λειτουργία του Twitter, ακολούθησε το YouTube, ενώ πρόσφατα εξαπέλυσε κύμα διώξεων κατά δημοσιογράφων, ακόμη και σεναριογράφων από σαπουνόπερες.
Ανακοινώσεις συμπαράστασης στους Μπαρανσού και Καμπάς εξέδωσαν οι συνδικαλιστικές δημοσιογραφικές ενώσεις της Τουρκίας, με τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας Τούρκων Δημοσιογράφων (CGB) Ατίλα Σερτέλ να δηλώνει ότι «κανείς δεν είναι ασφαλής στη χώρα» και τον αντιπρόεδρο της PEN, Χαλίλ Ιμπραχίμ Οζκάν, να υποστηρίζει ότι «η Τουρκία διολισθαίνει στη δικτατορία εμποδίζοντας τους δημοσιογράφους να εκφράζουν τη γνώμη τους». Από την πλευρά του, ο Ερντογάν έχει ισχυριστεί ότι «δεν υπάρχει χώρα στον κόσμο που απολαμβάνουν τόση ελευθερία τα ΜΜΕ όσο η Τουρκία».
Μέσα σε αυτό το κλίμα, Ανώτατο Δικαστήριο στην Τουρκία αθώωσε τον αστυνομικό που πυροβόλησε και σκότωσε αντικυβερνητικό διαδηλωτή στην Αγκυρα, τον Ιούνιο του 2013, την περίοδο της λαϊκής εξέγερσης στο Ταξίμ. Αρχικά, ο αστυνομικός καταδικάστηκε σε επτά χρόνια φυλάκιση για ανθρωποκτονία, αν και ο εισαγγελέας είχε προτείνει 26 χρόνια κάθειρξη. Ομως το Εφετείο δέχτηκε χθες ότι ήταν σε νόμιμη άμυνα, «γιατί διαδηλωτές τού έριχναν πέτρες». Το δικαστήριο δέχτηκε επίσης το σκεπτικό ότι οι διαδηλωτές συμμετείχαν σε «απόπειρα πραξικοπήματος» με στόχο να ανατρέψουν την κυβέρνηση.
Οι εισαγγελείς είχαν τότε διατάξει έρευνες και συλλήψεις δεκάδων ατόμων, μεταξύ των οποίων και τριών υιών εν ενεργεία υπουργών. Τέσσερις υπουργοί αναγκάστηκαν να παραιτηθούν, αλλά λίγες εβδομάδες μετά οι εισαγγελείς αντικαταστάθηκαν από άλλους, οι οποίοι τον Οκτώβριο απέσυραν τις κατηγορίες κατά των ενεχομένων στα σκάνδαλα.Τώρα, το HSYK ετοιμάζεται να απολύσει τους τέσσερις εισαγγελείς που ξεσκέπασαν την υπόθεση διαφθοράς που συγκλόνισε την Τουρκία, με πρόσχημα ότι «δημοσίευσαν στο Twitter πολιτικά σχόλια».
Το «σύστημα» Ερντογάν συνεχίζει ακάθεκτο, και παρά τη διεθνή κατακραυγή, το πογκρόμ κατά μη ελεγχόμενων δικαστικών, αστυνομικών και ενοχλητικών λειτουργών του Τύπου που τόλμησαν να ασκήσουν κριτική στην κυβέρνηση. Ο Ερντογάν παρουσίασε το σκάνδαλο διαφθοράς της 17ης Δεκεμβρίου σαν «απόπειρα πραξικοπήματος», το οποίο ενορχήστρωσε ο πρώην σύμμαχός του και μετέπειτα ορκισμένος αντίπαλός του, αυτοεξόριστος στις Ηνωμένες Πολιτείες, ισλαμιστής ιεροκήρυκας Φετουλάχ Γκιουλέν. Οσοι είναι ύποπτοι ως οπαδοί του Γκιουλέν, έχουν μπει σε μαύρη λίστα προγραφών.
Χθες, η αστυνομία συνέλαβε την τηλεπαρουσιάστρια και δημοσιογράφο Σεντέφ Καμπάς για σχόλιο που δημοσιοποίησε στο Twitter. Η Καμπάς έγραψε: «Μην ξεχνάτε το όνομα του εισαγγελέα που απέρριψε την υπόθεση της 17ης Δεκεμβρίου» και καταχώρισε το όνομα του εισαγγελέα και φωτογραφία του. Το επίμαχο σχόλιο αφαιρέθηκε από το Twitter, όμως η Καμπάς, η οποία αφέθηκε προσωρινά ελεύθερη και θα απολογηθεί στις 5 Ιανουαρίου, αντιμετωπίζει κατηγορίες για «στοχοποίηση ατόμων που συμμετέχουν σε αντιτρομοκρατική επιχείρηση».
Με τις ίδιες κατηγορίες συνελήφθη χθες και ο γνωστός δημοσιογράφος Μεχμέτ Μπαρανσού, ο οποίος σχολίασε αρνητικά το θάψιμο της υπόθεσης διαφθοράς κάνοντας αρνητική αναφορά στο Twitter για τον σύμβουλο του προέδρου Ερντογάν, Μουσταφά Βαρνάκ. Ο Μπαρανσού είχε συλληφθεί άλλες τρεις φορές στο παρελθόν και είναι γνωστός για τις αποκαλύψεις που έκανε για το «μετα-πραξικόπημα» των στρατηγών, υπόθεση γνωστή με το όνομα «Βαριοπούλα».
Η κυβέρνηση και ο ίδιος ο Ερντογάν χρησιμοποίησαν για ακόμη μια φορά τις δρακόντειες διατάξεις του αντιτρομοκρατικού νόμου για να φιμώσουν πολιτικούς αντιπάλους, ενώ κορυφώνεται ο αυταρχισμός και η καταπάτηση ελευθεριών, με πρόσχημα το υποτιθέμενο «πραξικόπημα» Γκιουλέν. Η κυβέρνηση, αρχικά με τις διαδηλώσεις στο πάρκο Γκεζί αλλά και στη συνέχεια με άλλες αφορμές, είχε απαγορεύσει για δύο εβδομάδες τη λειτουργία του Twitter, ακολούθησε το YouTube, ενώ πρόσφατα εξαπέλυσε κύμα διώξεων κατά δημοσιογράφων, ακόμη και σεναριογράφων από σαπουνόπερες.
Ανακοινώσεις συμπαράστασης στους Μπαρανσού και Καμπάς εξέδωσαν οι συνδικαλιστικές δημοσιογραφικές ενώσεις της Τουρκίας, με τον πρόεδρο της Ομοσπονδίας Τούρκων Δημοσιογράφων (CGB) Ατίλα Σερτέλ να δηλώνει ότι «κανείς δεν είναι ασφαλής στη χώρα» και τον αντιπρόεδρο της PEN, Χαλίλ Ιμπραχίμ Οζκάν, να υποστηρίζει ότι «η Τουρκία διολισθαίνει στη δικτατορία εμποδίζοντας τους δημοσιογράφους να εκφράζουν τη γνώμη τους». Από την πλευρά του, ο Ερντογάν έχει ισχυριστεί ότι «δεν υπάρχει χώρα στον κόσμο που απολαμβάνουν τόση ελευθερία τα ΜΜΕ όσο η Τουρκία».
Μέσα σε αυτό το κλίμα, Ανώτατο Δικαστήριο στην Τουρκία αθώωσε τον αστυνομικό που πυροβόλησε και σκότωσε αντικυβερνητικό διαδηλωτή στην Αγκυρα, τον Ιούνιο του 2013, την περίοδο της λαϊκής εξέγερσης στο Ταξίμ. Αρχικά, ο αστυνομικός καταδικάστηκε σε επτά χρόνια φυλάκιση για ανθρωποκτονία, αν και ο εισαγγελέας είχε προτείνει 26 χρόνια κάθειρξη. Ομως το Εφετείο δέχτηκε χθες ότι ήταν σε νόμιμη άμυνα, «γιατί διαδηλωτές τού έριχναν πέτρες». Το δικαστήριο δέχτηκε επίσης το σκεπτικό ότι οι διαδηλωτές συμμετείχαν σε «απόπειρα πραξικοπήματος» με στόχο να ανατρέψουν την κυβέρνηση.