Συγκροτείται ένας δεύτερος στρατηγικός
άξονας δίπλα σ' εκείνο που φτάνει από την Αθήνα στο Τελ Αβίβ και
κερδίζεται ένας ακόμη ισχυρός περιφερειακός σύμμαχος
Ελλάδα και Κύπρος έχουν τώρα μια
νέα βάση για την αναδόμηση της γεωπολιτικής θέσης τους, την κατάκτηση
στρατηγικού ρόλου στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη, την προάσπιση των
δικαίων και των δικαιωμάτων τους στις γύρω θάλασσες και την απόκρουση
της διεκδικητικής στρατηγικής της Τουρκίας.
Με τη συμφωνία κορυφής του Καΐρου, έβαλαν -όπως υπογράμμισε ο
πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς- τα «θεμέλια» για μια «πολυσήμαντη ιστορική
συνεργασία» στην ενέργεια, την οικονομική ανάπτυξη και τον πόλεμο στην
τρομοκρατία. Κάλεσαν την Τουρκία να σταματήσει όλες τις έρευνες στην
κυπριακή ΑΟΖ και να συμπράξει σε μία συνολική και διαρκή λύση του
Κυπριακού. Πάνω από όλα, όμως, αφού υπογράμμισαν «την καθολική ισχύ της
Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας», αποφάσισαν «να προχωρήσουν το
ταχύτερο τις διαπραγματεύσεις για την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών,
όπου αυτό δεν έχει γίνει ακόμη».
Με δεδομένο ότι η οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών ανάμεσα στην Κύπρο και την Αίγυπτο έχει γίνει από το 2003, είναι προφανές πως η συγκεκριμένη αναφορά παραπέμπει ευθέως στην οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών της Κύπρου και της Αιγύπτου με εκείνες της Ελλάδας. Αποκαλύπτει ότι η Αίγυπτος εγκατέλειψε οριστικά παλαιότερες θέσεις της, που συνοψίζονταν άλλοτε στη φράση «δεν έχουμε κοινά σύνορα» και άλλοτε στην προτροπή «βρείτε τα πρώτα με την Τουρκία». Αναγνωρίζει τα δικαιώματα του Καστελόριζου και της Στρογγύλης στις θαλάσσιες ζώνες, στην υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ, δηλώνει ότι δεν έχει θαλάσσια σύνορα με την Τουρκία και συμφωνεί ότι οι δικές της ζώνες συνορεύουν με εκείνες της Ελλάδας. Αποκρούει ξεκάθαρα πλέον τη θέση της Αγκυρας ότι ανάμεσα στην ελληνική και την κυπριακή ΑΟΖ παρεμβάλλεται μια εκτεταμένη τουρκική ζώνη που φτάνει ώς τη δική της και συμφωνεί ότι η Ελλάδα θα έχει θαλάσσια σύνορα, τόσο με την ίδια όσο και με την Κύπρο.
Η υπογραφή της τριμερούς του Καΐρου δεν σημαίνει βέβαια ότι κερδήθηκε ο πόλεμος. Σίγουρα, ωστόσο, η Αίγυπτος εγκατέλειψε την αντίπερα όχθη και συμμαχεί με την Ελλάδα. Συγκροτείται έτσι ένας δεύτερος στρατηγικός άξονας δίπλα σ' εκείνο που φτάνει από την Αθήνα στο Τελ Αβίβ και κερδίζεται ένας ακόμη ισχυρός περιφερειακός σύμμαχος. Δημιουργούνται νέα δεδομένα σε ό,τι αφορά την οριοθέτηση των θαλασσίων ζωνών και το γεωστρατηγικό ρόλο της Ελλάδας, τα ελληνοτουρκικά και το Κυπριακό. Ανοίγει, ταυτόχρονα, ο δρόμος για ευρύτερες συμμαχίες στην Αν. Μεσόγειο και γίνεται ένα μεγάλο βήμα προς την Ανατολή που ισχυροποιεί, ταυτόχρονα, τη θέση της Ελλάδας στη Δύση.
Εξίσου βέβαιο, όμως, είναι πως η Αγκυρα δεν λογαριάζει να μείνει αδρανής. Είναι άλλωστε γνωστό πως στην τελευταία συνεδρίασή του, το Συμβούλιο Εθνικής Ασφάλειας αποφάσισε τη συνέχιση των τουρκικών διεκδικήσεων, όχι μόνο στην Κύπρο, αλλά και στην Ανατολική Μεσόγειο και το Αιγαίο. Γνωστό επίσης είναι πως από το 2010 η Αγκυρα έχει βάλει σε εφαρμογή σχέδιο τετελεσμένων για την υφαρπαγή μεγάλων τμημάτων της κυπριακής και ελληνικής υφαλοκρηπίδας στην Αν. Μεσόγειο. Και βέβαια είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ο φιλοκυβερνητικός τουρκικός Τύπος, αντιμετωπίζοντας με ειρωνικά σχόλια την τριμερή συμφωνία, κάνει λόγο για ένα μπλοκ με πολλά συμφέροντα, αλλά χωρίς ελπίδες. Αναγνωρίζει πως η Τουρκία απομονώθηκε στο θέμα της ΑΟΖ, αλλά προεξοφλεί πως δεν πρόκειται να υποχωρήσει και θα αντιδράσει όταν έρθει η ώρα που η ίδια θα επιλέξει.
Στο μεταξύ, η τουρκική ηγεσία επιμένει στην πειρατική απόπειρα εις βάρος της κυπριακής ΑΟΖ, σκληραίνει τη στάση της και αφήνει να νοηθεί πως δεν θα κάνει πίσω παρά μόνο όταν πετύχει απτό αποτέλεσμα. Παρ' όλα αυτά, κρατά ανοικτό το ενδεχόμενο να απαντήσει με νέα πρόκληση στην Αν. Μεσόγειο και το Αιγαίο. Και είναι βέβαιο πως μια υποχώρηση στην Κύπρο, όχι μόνο δεν θα οδηγήσει σε αποκλιμάκωση, όχι μόνο θα σημάνει το Βατερλό της Κυπριακής Δημοκρατίας, αλλά θα αποθρασύνει ακόμη περισσότερο την Αγκυρα.