Προφανώς η Τουρκία προκαλεί με την αποστολή σκαφών εντός της Κυπριακής
ΑΟΖ και προφανώς επίσης η Κυπριακή Δημοκρατία έχει κάθε δικαίωμα
ακώλυτης άσκησης των κυριαρχικών της δικαιωμάτων και εκμετάλλευσης των
φυσικών της πόρων. Είναι όμως εξίσου προφανές ότι η δικαιολογημένη
καταγγελία των τουρκικών προκλήσεων δεν αρκεί στην πορεία επίλυσης του
προβλήματος και τερματισμού της 40χρονης κατοχής τμήματος της
μεγαλονήσου. Οι σχετικά συγκρατημένες αντιδράσεις του διεθνούς παράγοντα
(ΟΗΕ, ΕΕ, ΝΑΤΟ, ΗΠΑ), που προτρέπουν και τις δύο πλευρές να μην
προβαίνουν σε ενέργειες που υποσκάπτουν τον διακοινοτικό διάλογο, το
αποδεικνύουν.Η πρόσφατη κρίση δεν πρέπει να μας εκτρέψει από την
προσπάθεια επίλυσης του προβλήματος, και οφείλουμε πάντα να θυμόμαστε
ότι η προσπάθεια αυτή θα έχει περισσότερες πιθανότητες αίσιας κατάληξης,
αν ο διεθνής παράγοντας πεισθεί ότι η στρατηγική της ελληνοκυπριακής
πλευράς κατατείνει στην επίλυση και όχι στην περιπλοκή του προβλήματος.
Οφείλουμε επίσης να θυμόμαστε ότι τα πράγματα δεν ήσαν πάντα έτσι και ότι πριν από δέκα χρόνια συνέβησαν γεγονότα τα οποία θα θέλαμε να ξεχάσουμε. Ο διεθνής παράγοντας όμως δεν ξεχνά ότι η Κύπρος προσχώρησε στην ΕΕ με τη διαβεβαίωση της ελληνοκυπριακής ηγεσίας ότι θα πράξει το παν για την αποδοχή του σχεδίου Ανάν. Τότε βέβαια υπήρχε η βεβαιότητα της αδιαλλαξίας των Τουρκοκυπρίων υπό την ηγεσία Ντενκτάς και η ανομολόγητη πεποίθηση ότι εκείνοι θα χρεώνονταν την αποτυχία του εγχειρήματος. Μετά όμως την απόσυρση του Ντενκτάς από τον Ερντογάν, οι Τουρκοκύπριοι ψήφισαν υπέρ του σχεδίου επανένωσης και οι Ελληνοκύπριοι κατά, επικουρούμενοι από την αλυτρωτική πολιτική του Τάσσου Παπαδόπουλου και την εκκωφαντική σιωπή του Κώστα Καραμανλή.
Κυρίως οι Ευρωπαίοι εταίροι μας το εισέπραξαν ως παραπλάνησή τους από την Ελλάδα και την Κύπρο. Τα παραπάνω είναι λόγοι για να γίνουμε ακόμα πιο προσεκτικοί. Οφείλουμε να δείξουμε τουλάχιστον την ίδια έφεση για την οριστική διευθέτηση του προβλήματος με το πάθος που μας διακρίνει ως προς την καταγγελία των τουρκικών προκλήσεων. Η εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών και η υπέρβαση της οικονομικής κρίσης πρέπει να τίθενται στην υπηρεσία των συμφερόντων ολόκληρου του πληθυσμού. Και στο τέλος του δρόμου, ας έχουμε συνείδηση ότι η ποθούμενη και αναγκαία επανένωση δεν μπορεί παρά να είναι μια μορφή διζωνικής/δικοινοτικής ομοσπονδίας, που δεν θα απέχει πολύ από τις πρόνοιες του σχεδίου Ανάν. Αλλωστε, ποιος μπορεί να ισχυριστεί με επιχειρήματα ότι η κατάσταση δεν θα ήταν σήμερα πολύ καλύτερη, αν το δυσφημισμένο εκείνο σχέδιο είχε υιοθετηθεί ήδη από το 2004;
Οφείλουμε επίσης να θυμόμαστε ότι τα πράγματα δεν ήσαν πάντα έτσι και ότι πριν από δέκα χρόνια συνέβησαν γεγονότα τα οποία θα θέλαμε να ξεχάσουμε. Ο διεθνής παράγοντας όμως δεν ξεχνά ότι η Κύπρος προσχώρησε στην ΕΕ με τη διαβεβαίωση της ελληνοκυπριακής ηγεσίας ότι θα πράξει το παν για την αποδοχή του σχεδίου Ανάν. Τότε βέβαια υπήρχε η βεβαιότητα της αδιαλλαξίας των Τουρκοκυπρίων υπό την ηγεσία Ντενκτάς και η ανομολόγητη πεποίθηση ότι εκείνοι θα χρεώνονταν την αποτυχία του εγχειρήματος. Μετά όμως την απόσυρση του Ντενκτάς από τον Ερντογάν, οι Τουρκοκύπριοι ψήφισαν υπέρ του σχεδίου επανένωσης και οι Ελληνοκύπριοι κατά, επικουρούμενοι από την αλυτρωτική πολιτική του Τάσσου Παπαδόπουλου και την εκκωφαντική σιωπή του Κώστα Καραμανλή.
Κυρίως οι Ευρωπαίοι εταίροι μας το εισέπραξαν ως παραπλάνησή τους από την Ελλάδα και την Κύπρο. Τα παραπάνω είναι λόγοι για να γίνουμε ακόμα πιο προσεκτικοί. Οφείλουμε να δείξουμε τουλάχιστον την ίδια έφεση για την οριστική διευθέτηση του προβλήματος με το πάθος που μας διακρίνει ως προς την καταγγελία των τουρκικών προκλήσεων. Η εκμετάλλευση των πλουτοπαραγωγικών πηγών και η υπέρβαση της οικονομικής κρίσης πρέπει να τίθενται στην υπηρεσία των συμφερόντων ολόκληρου του πληθυσμού. Και στο τέλος του δρόμου, ας έχουμε συνείδηση ότι η ποθούμενη και αναγκαία επανένωση δεν μπορεί παρά να είναι μια μορφή διζωνικής/δικοινοτικής ομοσπονδίας, που δεν θα απέχει πολύ από τις πρόνοιες του σχεδίου Ανάν. Αλλωστε, ποιος μπορεί να ισχυριστεί με επιχειρήματα ότι η κατάσταση δεν θα ήταν σήμερα πολύ καλύτερη, αν το δυσφημισμένο εκείνο σχέδιο είχε υιοθετηθεί ήδη από το 2004;
ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ-Γράφει ο Ξενοφών Γιαταγάνας Πρώην νομικός σύμβουλος της Κομισιόν