Αλέξανδρος ΤάρκαςΟι παράλληλες κρίσεις στην Ουκρανία, στη Συρία και τη Λιβύη και η
μεγάλη ανησυχία για την ισλαμοποίηση της Τουρκίας υπενθυμίζουν -ακόμα
και στον πιο εσωστρεφή ή εφησυχασμένο Ελληνα- ότι η χώρα χρειάζεται
σταθερότητα και ισχυρές συμμαχίες.Οσες (δικαιολογημένες) επιφυλάξεις
και αν έχει ο μέσος πολίτης για τον χαρακτήρα της σημερινής Ε.Ε. και
όσα (ιστορικά) παράπονα και αν υπήρχαν για τη σχέση Ελλάδας - ΝΑΤΟ,
είναι σαφές ότι η συμμετοχή μας είναι συμφέρουσα. Ενδεχόμενος
αυτοϋποβιβασμός ως μέλος δεύτερης ταχύτητας στους ευρωατλαντικούς
θεσμούς, κατά το σκεπτικό του ΣΥΡΙΖΑ, θα έπληττε τη διπλωματική και
αμυντική ισχύ μας σε μια κρίσιμη περίοδο.
Καθώς οι δομές των τελευταίων 25 ετών, μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου, αλλάζουν, η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια αδράνειας απέναντι στις εξελίξεις της ευρύτερης περιοχής της. Οσο μάλιστα (υπό την προϋπόθεση εσωτερικής ηρεμίας) προχωρούμε, σιγά σιγά, μακριά από την οικονομική κρίση, είναι αυτονόητο ότι η εξωτερική πολιτική είναι επείγον να επιστρέψει στις κυβερνητικές προτεραιότητες. Γιατί, όσο και αν στην εξωτερική πολιτική δεν πρέπει να πολυανακατεύεσαι στις διαφορές των «μεγάλων», είναι ασυγχώρητο η ελληνική προεδρία της Ε.Ε. να είναι -επί πέντε μήνες- απούσα από τις διαβουλεύσεις για την Ουκρανία.
Ελληνική ανάμειξη δεν σημαίνει, βέβαια, παρουσία «τύπου Βενιζέλου». Ο υπουργός Εξωτερικών, χωρίς ίχνος διορατικότητας, είχε αναφέρει, τον Οκτώβριο, στον Ρώσο ομόλογό του Σ. Λαβρόφ ότι «η ελληνική προεδρία θα σας είναι πιο φιλική συγκριτικά με τη λιθουανική» για την Ανατολική Εταιρική Σχέση, δηλαδή για την Ουκρανία. Ο κ. Λαβρόφ δεν τον πίστεψε, ενώ Ε.Ε. και ΗΠΑ έκαναν τις αξιολογήσεις τους.
Με αυτά τα δεδομένα, είναι ελπιδοφόρες οι διακριτικές πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για την ισχυροποίηση των ελληνικών θέσεων στη ΝΑ Μεσόγειο και την ευρεία Μέση Ανατολή. Η αρχή έγινε με το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας Ελλάδας - Ισραήλ, υπό τους Αντ. Σαμαρά και Μπ. Νετανιάχου, πέρυσι τον Οκτώβριο. Ακολούθησαν οι συζητήσεις του Ελληνα πρωθυπουργού με τον Αιγύπτιο μεταβατικό πρόεδρο δρα Μανσούρ και, τις τελευταίες ημέρες, συνεχίζονται τα θετικά βήματα με τις επισκέψεις του υπουργού Εθνικής Αμυνας Δημ. Αβραμόπουλου στην Αίγυπτο και την Ιορδανία.
Ειδικά, οι συζητήσεις του κ. Αβραμόπουλου με τον ισχυρό άνδρα του Καΐρου, τον στρατάρχη και υποψήφιο πρόεδρο Ελ Σίσι, ανοίγουν ελπιδοφόρες προοπτικές για τη σφυρηλάτηση ενός άξονα ειρήνης. Η Ελλάδα στάθηκε, επί της ουσίας και χωρίς τυμπανοκρουσίες, δίπλα στην Αίγυπτο κατά την καθεστωτική αλλαγή του περσινού Ιουλίου και η Αθήνα έδειξε έγκαιρα στην Ε.Ε. ότι οι πρωτοβουλίες Ελ Σίσι ήταν χρήσιμες κατά του εφιάλτη της Μουσουλμανικής Αδελφότητας.
Τους επόμενους μήνες, και υπό την προϋπόθεση πανηγυρικής εκλογής του στρατάρχη Ελ Σίσι στην προεδρία, η Αθήνα και το Κάιρο έχουν ευρύ πεδίο αμυντικής και οικονομικής συνεργασίας με επίκεντρο τις αποκλειστικές οικονομικές ζώνες. Η αιγυπτιακή ΑΟΖ εφάπτεται στις αντίστοιχες Ελλάδας και Κύπρου με προφανείς νομικές και πρακτικές συνέπειες, ενώ η Αθήνα, η Λευκωσία και το Κάιρο έχουν συμφέρον συντονισμού εν όψει της επόμενης ημέρας στην Τουρκία, όπου τον (διολισθαίνοντα στον αυταρχισμό) Τ. Ερντογάν ίσως διαδεχθούν πιο ακραίοι ισλαμιστές.
Αλέξανδρος Τάρκας
* Εκδότης του περιοδικού «Αμυνα & Διπλωματία» και σύμβουλος ξένων εταιριών μελέτης επιχειρηματικού ρίσκου για τη ΝΑ Ευρώπη.