ΠΡΙΝ από
λίγες μέρες η Ρωσία αποφάσισε να ενισχύσει τον στόλο της στη Μαύρη
Θάλασσα με νέα υποβρύχια και πολεμικά πλοία, σύμφωνα με δήλωση του
υπουργού Άμυνας Σεργκέι Σόιγκου, μετά την προσάρτηση της χερσονήσου της
Κριμαίας. «Νέα υποβρύχια θα ενταχθούν φέτος στον στόλο της Μαύρης
Θάλασσας, καθώς και πλοία επιφανείας νέας γενιάς» δήλωσε ο κ. Σόιγκου.
Παράλληλα, η συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών των «28», της Ρωσίας και
της Ουκρανίας στη Βιέννη, ανέδειξε (εμμέσως πλην σαφώς) το πρόβλημα:
ότι δηλαδή η ΕΕ -κυρίως η Γερμανία-, αν και συμπλέει με τις ΗΠΑ, εν
τούτοις έχει στο πίσω μέρος του μυαλού της την υψηλή ενεργειακή εξάρτηση
από τη Ρωσία, ενώ ταυτόχρονα συνδέεται με εμπορικούς δεσμούς ύψους 300
δισ. δολαρίων περίπου.
Κατά συνέπεια στην Ουκρανία, χώρα που βυθίζεται βαθύτερα στη δίνη μιας εμφύλιας σύγκρουσης, έχει εκ των πραγμάτων δημιουργηθεί ένα εκρηκτικό μίγμα γεωπολιτικού ανταγωνισμού στην Ευρασία. «Στο κέντρο της Ευρασίας», επισημαίνει ο Brzezinski, «ο χώρος μεταξύ της διευρυνόμενης Ευρώπης και της ανερχόμενης περιφερειακά Κίνας θα παραμείνει γεωπολιτική μαύρη τρύπα, τουλάχιστον μέχρις ότου η Ρωσία λύσει την εσωτερική διαμάχη σχετικό με τον μετα-αυτοκρατορικό αυτοπροσδιορισμό της, ενώ η περιοχή νότια της Ρωσίας -τα ευρασιατικά Βαλκάνια- απειλείται να γίνει καζάνι εθνοτικών συγκρούσεων και ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων». Όπως έχει δηλωθεί, περίπου το 75% του παγκοσμίου πληθυσμού ζει στην περιοχή αυτή και το μεγαλύτερο μέρος του παγκοσμίου φυσικού πλούτου βρίσκεται επίσης εκεί.
Η Ευρασία αντιπροσωπεύει το 60% περίπου του παγκοσμίου ΑΕΠ και τα ¾ περίπου των παγκοσμίως γνωστών ενεργειακών πόρων. Γι' αυτό ακριβώς και το δόγμα Πούτιν στην Κριμαία και στην Ουκρανία επαναφέρει τη Μόσχα στα διεθνή μέτωπα περιφερειακής ισχύος σε μια περιοχή όπου το ΝΑΤΟ εξακολουθητικά προσπαθεί να περικυκλώσει και γονατίσει τη Ρωσία και, κατ' επέκταση, το Πεκίνο.
Σε κάθε περίπτωση είναι σαφές πως ο δυτικός άξονας προσπαθεί να παρεμποδίσει τη δημιουργίας ενός ρωσο-κινεζικού μετώπου. Ειδικά σε ό,τι αφορά στο Πεκίνο, είναι φανερό πως ενδιαφέρεται για τη Νοτιο-Ανατολική Ασία, η οποία μετατρέπεται πλέον σε θέατρο του γεωπολιτικού ανταγωνισμού. Σε ένα τέτοιο θέατρο γεωπολιτικού ανταγωνισμού μετατρέπεται και η Αφρική, όπου οι δυνάμεις ισχύος διαμορφώνουν εμπορικά και ενεργειακά δίκτυα, «διεκδικώντας» τα δικά τους μερίδια στην ήπειρο. Έτσι μπορεί κανείς να ερμηνεύσει τη νεοαποικιοκρατική, φερ' ειπείν, πολιτική του Παρισιού με τις επεμβάσεις σε Μάλι και Κεντροαφρικανική Δημοκρατία δίκην φρουρού των ενεργειακών πηγών και των πρώτων υλών.
Το βέβαιο είναι πως με τη λεγόμενη «παγκόσμια κοινωνία» μετατρέπονται πλέον όλοι οι πολέμοι σε εμφυλίους πολέμους.Την ίδια ώρα στην Ευρώπη επιχειρείται μια βίαιη αναδιανομή του εισοδήματος σε βάρος του γενικού πληθυσμού, με αιχμή το γερμανικό χρηματοπιστωτικό ηγεμονισμό εντός και εκτός Ευρωζώνης. Οι επιβαλλόμενες από το «διευθυντήριο» του Βερολίνου και των Βρυξελών οικονομικές πολιτικές μονόδρομης λιτότητας έχουν φτωχοποιήσει τους λαούς, με τον ευρωπαϊκό Νότο να δαιμονοποιείται και, συνάμα, να τίθεται στη μέγκενη των κυρίαρχων κύκλων της ΕΕ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ. Παράλληλα, ο εξοστρακισμός του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, με τις πολιτικές αποδόμησης των εργασιακών σχέσεων και της αποδιοργάνωσης του συστήματος συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων εργασίας προς χάριν ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας, υπονομεύει την ίδια τη δημοκρατία.
Η άνοδος - για παράδειγμα - των ακροδεξιών, ξενοφοβικών, ρατσιστικών κομμάτων αποτελεί παράγωγο όλων αυτών των ακραίων πολιτικών που προκύψαν σε συνθήκες γενικευμένης καπιταλιστικής κρίσης.
Πραγματικά, η αναβίωση των ρατσιστικών-ξενοφοβικών αντιλήψεων αντανακλάται στην Ουκρανία αλλά και στα υψηλά ποσοστά της Ακροδεξιάς στις εθνικές βουλευτικές εκλογές σε Αυστρία, Φινλανδία, Βουλγαρία, Βέλγιο, Ολλανδία, Σουηδία, Πολωνία και Ελλάδα. Και ακόμα σε τοπικές εκλογές στη Γερμανία. Εν πάση περιπτώσει, η νεοφιλελεύθερη κρίση συμβαδίζει με τη μαζική εξαθλίωση εξ αιτίας του εντεινόμενου παγκόσμιου γεωοικονομικού και γεωπολιτικού ανταγωνισμού. Δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός πως αρκετές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν εδώ και χρόνια υιοθετήσει τον επικίνδυνο δρόμο του αυταρχισμού, υπονομεύοντας την ειρήνη και τη δημοκρατία.
Κατά συνέπεια στην Ουκρανία, χώρα που βυθίζεται βαθύτερα στη δίνη μιας εμφύλιας σύγκρουσης, έχει εκ των πραγμάτων δημιουργηθεί ένα εκρηκτικό μίγμα γεωπολιτικού ανταγωνισμού στην Ευρασία. «Στο κέντρο της Ευρασίας», επισημαίνει ο Brzezinski, «ο χώρος μεταξύ της διευρυνόμενης Ευρώπης και της ανερχόμενης περιφερειακά Κίνας θα παραμείνει γεωπολιτική μαύρη τρύπα, τουλάχιστον μέχρις ότου η Ρωσία λύσει την εσωτερική διαμάχη σχετικό με τον μετα-αυτοκρατορικό αυτοπροσδιορισμό της, ενώ η περιοχή νότια της Ρωσίας -τα ευρασιατικά Βαλκάνια- απειλείται να γίνει καζάνι εθνοτικών συγκρούσεων και ανταγωνισμού μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων». Όπως έχει δηλωθεί, περίπου το 75% του παγκοσμίου πληθυσμού ζει στην περιοχή αυτή και το μεγαλύτερο μέρος του παγκοσμίου φυσικού πλούτου βρίσκεται επίσης εκεί.
Η Ευρασία αντιπροσωπεύει το 60% περίπου του παγκοσμίου ΑΕΠ και τα ¾ περίπου των παγκοσμίως γνωστών ενεργειακών πόρων. Γι' αυτό ακριβώς και το δόγμα Πούτιν στην Κριμαία και στην Ουκρανία επαναφέρει τη Μόσχα στα διεθνή μέτωπα περιφερειακής ισχύος σε μια περιοχή όπου το ΝΑΤΟ εξακολουθητικά προσπαθεί να περικυκλώσει και γονατίσει τη Ρωσία και, κατ' επέκταση, το Πεκίνο.
Σε κάθε περίπτωση είναι σαφές πως ο δυτικός άξονας προσπαθεί να παρεμποδίσει τη δημιουργίας ενός ρωσο-κινεζικού μετώπου. Ειδικά σε ό,τι αφορά στο Πεκίνο, είναι φανερό πως ενδιαφέρεται για τη Νοτιο-Ανατολική Ασία, η οποία μετατρέπεται πλέον σε θέατρο του γεωπολιτικού ανταγωνισμού. Σε ένα τέτοιο θέατρο γεωπολιτικού ανταγωνισμού μετατρέπεται και η Αφρική, όπου οι δυνάμεις ισχύος διαμορφώνουν εμπορικά και ενεργειακά δίκτυα, «διεκδικώντας» τα δικά τους μερίδια στην ήπειρο. Έτσι μπορεί κανείς να ερμηνεύσει τη νεοαποικιοκρατική, φερ' ειπείν, πολιτική του Παρισιού με τις επεμβάσεις σε Μάλι και Κεντροαφρικανική Δημοκρατία δίκην φρουρού των ενεργειακών πηγών και των πρώτων υλών.
Το βέβαιο είναι πως με τη λεγόμενη «παγκόσμια κοινωνία» μετατρέπονται πλέον όλοι οι πολέμοι σε εμφυλίους πολέμους.Την ίδια ώρα στην Ευρώπη επιχειρείται μια βίαιη αναδιανομή του εισοδήματος σε βάρος του γενικού πληθυσμού, με αιχμή το γερμανικό χρηματοπιστωτικό ηγεμονισμό εντός και εκτός Ευρωζώνης. Οι επιβαλλόμενες από το «διευθυντήριο» του Βερολίνου και των Βρυξελών οικονομικές πολιτικές μονόδρομης λιτότητας έχουν φτωχοποιήσει τους λαούς, με τον ευρωπαϊκό Νότο να δαιμονοποιείται και, συνάμα, να τίθεται στη μέγκενη των κυρίαρχων κύκλων της ΕΕ, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ. Παράλληλα, ο εξοστρακισμός του ευρωπαϊκού κοινωνικού μοντέλου, με τις πολιτικές αποδόμησης των εργασιακών σχέσεων και της αποδιοργάνωσης του συστήματος συλλογικών διαπραγματεύσεων και συμβάσεων εργασίας προς χάριν ανάκτησης της ανταγωνιστικότητας, υπονομεύει την ίδια τη δημοκρατία.
Η άνοδος - για παράδειγμα - των ακροδεξιών, ξενοφοβικών, ρατσιστικών κομμάτων αποτελεί παράγωγο όλων αυτών των ακραίων πολιτικών που προκύψαν σε συνθήκες γενικευμένης καπιταλιστικής κρίσης.
Πραγματικά, η αναβίωση των ρατσιστικών-ξενοφοβικών αντιλήψεων αντανακλάται στην Ουκρανία αλλά και στα υψηλά ποσοστά της Ακροδεξιάς στις εθνικές βουλευτικές εκλογές σε Αυστρία, Φινλανδία, Βουλγαρία, Βέλγιο, Ολλανδία, Σουηδία, Πολωνία και Ελλάδα. Και ακόμα σε τοπικές εκλογές στη Γερμανία. Εν πάση περιπτώσει, η νεοφιλελεύθερη κρίση συμβαδίζει με τη μαζική εξαθλίωση εξ αιτίας του εντεινόμενου παγκόσμιου γεωοικονομικού και γεωπολιτικού ανταγωνισμού. Δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός πως αρκετές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις έχουν εδώ και χρόνια υιοθετήσει τον επικίνδυνο δρόμο του αυταρχισμού, υπονομεύοντας την ειρήνη και τη δημοκρατία.
* Ο Κώστας Γουλιάμος είναι αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του Ινστιτούτου Έρευνας «Προμηθέας».