Ο ρώσος πρόεδρος «έχει κερδίσει όλες τις
μάχες, αν και αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα κερδίσει τον πόλεμο»
εκτιμά ο «Guardian»
«Ο Βλαντίμιρ Πούτιν έπιασε
πάλι τη Δύση στον ύπνο. Η στροφή που έκανε στο θέμα του δημοψηφίσματος
για την αυτονομία στην Ανατολική Ουκρανία είναι μια έξυπνη κίνηση, αν
και η επιτυχία της δεν είναι εξασφαλισμένη», γράφει ο Ιαν Τρέινορ σε ανάλυση στον «Guardian».
«Ο Πούτιν δρα, και η Δύση (μερικές φορές) αντιδρά. Αυτό ήταν το
μοτίβο της κρίσης στην Ουκρανία, από τότε που ξέσπασε ως ανοιχτή
αντιπαράθεση ανάμεσα στη Ρωσία και τη Δύση τον περασμένο Νοέμβριο. Σε
κάθε στάδιο, είτε λόγω κακών πληροφοριών είτε εξαιτίας λανθασμένων
υπολογισμών και διαιρέσεων μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής, η Δύση πιάστηκε
στον ύπνο, και κουμάντο έκανε το Κρεμλίνο» τονίζει ο βρετανός δημοσιογράφος.
Και συνεχίζει: «Ο Πούτιν έχει κερδίσει όλες τις μάχες, αν και αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα κερδίσει τον πόλεμο. Διέταξε την ακύρωση των πολιτικών και εμπορικών συμφωνιών της Ουκρανίας με την ΕΕ, προσάρτησε την Κριμαία, έσπειρε χάος, βία, και απόσχιση στα ανατολικά, δείχνοντας πως το Κίεβο είναι ανίκανο να κυβερνήσει, να ελέγξει ή να υπερασπιστεί την Ουκρανία. Η ξαφνική μεταστροφή του ρώσου ηγέτη, την Τετάρτη, όταν ζήτησε να αναβληθούν τα αυτονομιστικά δημοψηφίσματα στην Ανατολική Ουκρανία, και ακούστηκε για πρώτη φορά θετικός σχετικά με τις προεδρικές εκλογές της Ουκρανίας αυτόν τον μήνα, έπιασε και πάλι τη Δύση στον ύπνο, και του έφερε ανταποδοτικά οφέλη».
Και συνεχίζει: «Ο Πούτιν έχει κερδίσει όλες τις μάχες, αν και αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα ότι θα κερδίσει τον πόλεμο. Διέταξε την ακύρωση των πολιτικών και εμπορικών συμφωνιών της Ουκρανίας με την ΕΕ, προσάρτησε την Κριμαία, έσπειρε χάος, βία, και απόσχιση στα ανατολικά, δείχνοντας πως το Κίεβο είναι ανίκανο να κυβερνήσει, να ελέγξει ή να υπερασπιστεί την Ουκρανία. Η ξαφνική μεταστροφή του ρώσου ηγέτη, την Τετάρτη, όταν ζήτησε να αναβληθούν τα αυτονομιστικά δημοψηφίσματα στην Ανατολική Ουκρανία, και ακούστηκε για πρώτη φορά θετικός σχετικά με τις προεδρικές εκλογές της Ουκρανίας αυτόν τον μήνα, έπιασε και πάλι τη Δύση στον ύπνο, και του έφερε ανταποδοτικά οφέλη».
Διχάζει τους ιέρακες και τις περιστερές
Ο Πούτιν έχει ενισχύσει τον διχασμό ανάμεσα στους ιέρακες και τις
περιστερές της Ευρώπης, μεταξύ εκείνων που ζητούν «κανονικές»
οικονομικές και εμπορικές κυρώσεις, και εκείνων που δίνουν στην Ρωσία το
πλεονέκτημα της αμφιβολίας. Εχοντας δημιουργήσει ένα χάος που μάλλον
μπορεί ακόμα να το ελέγξει, ο Πούτιν έκανε πίσω εμφανιζόμενος
μετριοπαθής και διαλλακτικός, ενώ εξακολουθεί να είναι σε θέση να κινεί
τους μοχλούς της αποσταθεροποίησης κατά βούληση.
«Απέφυγε προς το παρόν την επιβολή σαρωτικών ευρωπαϊκών κυρώσεων που θα έπλητταν σκληρά τη Ρωσία. Επέβαλε τον εαυτό του ως απαραίτητο για κάθε διακανονισμό, που σημαίνει ότι οι όροι του για ένα νέο Σύνταγμα στην Ουκρανία - εκτεταμένη ομοσπονδιοποίηση που αποδυναμώνει την κεντρική κυβέρνηση στο Κίεβο και του επιτρέπει να κινεί τα νήματα στα ανατολικά της χώρας - θα πρέπει να εισακουστούν» λέει ο Τρέινορ.
Και εξηγεί ότι υπάρχει ένα ζήτημα τού ποιος συναντάει και συνομιλεί με ποιον: «Για τους δυτικούς επίδοξους μεσολαβητές, ο Πούτιν είναι ο άνθρωπος στον οποίον πρέπει να πάνε. Αλλά σε ποιον πάει ο Πούτιν; Στην Ανγκελα Μέρκελ ή στον Μπαράκ Ομπάμα; Ή ίσως στην Κάθριν Αστον; Ή στον Τζον Κέρι ή στον Χέρμαν βαν Ρόμπαϊ; Ο κεντρικός έλεγχος του Πούτιν έρχεται σε αντίθεση με τον κατακερματισμό, την ασυναρτησία, και τις υπεκφυγές της Δύσης. Ο Πούτιν συνεχίζει να ακολουθεί τη στρατηγική της έμμεσης αποσταθεροποίησης δι' αντιπροσώπων, προκειμένου να επιτύχει τους στόχους του». Αυτή η τελευταία εμφανής προσποίηση φαίνεται στην καλύτερη περίπτωση μια τακτική για να μειώσει το κόστος της συνέχισης αυτής της στρατηγικής.
«Αν ακούσετε το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών ή παρακολουθήσετε ρωσική τηλεόραση, θα σχηματίσετε την εικόνα μιας Ουκρανίας διχασμένης ανάμεσα στους νοσταλγούς της σοβιετικής εποχής στα ανατολικά που θέλουν μια Μητέρα Ρωσία όπως ήταν στην δεκαετία του 1970, και είναι τρομοκρατημένοι από τους αντισημίτες φασίστες από το Κίεβο, και εκείνους στα δυτικά της χώρας που επιθυμούν μια Ευρώπη σαν της δεκαετίας του 1930. Αυτή η καρικατούρα έχει καλλιεργηθεί επιμελώς για να προκαλεί εθνοτικές, γλωσσικές και πολιτισμικές εντάσεις μεταξύ Ανατολής και Δύσης, που μπορεί να ήταν λανθάνουσες, αλλά ήταν αρκετά διαχειρίσιμες υπό μια υπεύθυνη πολιτική ηγεσία» συνεχίζει ο Τρέινορ.
«Απέφυγε προς το παρόν την επιβολή σαρωτικών ευρωπαϊκών κυρώσεων που θα έπλητταν σκληρά τη Ρωσία. Επέβαλε τον εαυτό του ως απαραίτητο για κάθε διακανονισμό, που σημαίνει ότι οι όροι του για ένα νέο Σύνταγμα στην Ουκρανία - εκτεταμένη ομοσπονδιοποίηση που αποδυναμώνει την κεντρική κυβέρνηση στο Κίεβο και του επιτρέπει να κινεί τα νήματα στα ανατολικά της χώρας - θα πρέπει να εισακουστούν» λέει ο Τρέινορ.
Και εξηγεί ότι υπάρχει ένα ζήτημα τού ποιος συναντάει και συνομιλεί με ποιον: «Για τους δυτικούς επίδοξους μεσολαβητές, ο Πούτιν είναι ο άνθρωπος στον οποίον πρέπει να πάνε. Αλλά σε ποιον πάει ο Πούτιν; Στην Ανγκελα Μέρκελ ή στον Μπαράκ Ομπάμα; Ή ίσως στην Κάθριν Αστον; Ή στον Τζον Κέρι ή στον Χέρμαν βαν Ρόμπαϊ; Ο κεντρικός έλεγχος του Πούτιν έρχεται σε αντίθεση με τον κατακερματισμό, την ασυναρτησία, και τις υπεκφυγές της Δύσης. Ο Πούτιν συνεχίζει να ακολουθεί τη στρατηγική της έμμεσης αποσταθεροποίησης δι' αντιπροσώπων, προκειμένου να επιτύχει τους στόχους του». Αυτή η τελευταία εμφανής προσποίηση φαίνεται στην καλύτερη περίπτωση μια τακτική για να μειώσει το κόστος της συνέχισης αυτής της στρατηγικής.
«Αν ακούσετε το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών ή παρακολουθήσετε ρωσική τηλεόραση, θα σχηματίσετε την εικόνα μιας Ουκρανίας διχασμένης ανάμεσα στους νοσταλγούς της σοβιετικής εποχής στα ανατολικά που θέλουν μια Μητέρα Ρωσία όπως ήταν στην δεκαετία του 1970, και είναι τρομοκρατημένοι από τους αντισημίτες φασίστες από το Κίεβο, και εκείνους στα δυτικά της χώρας που επιθυμούν μια Ευρώπη σαν της δεκαετίας του 1930. Αυτή η καρικατούρα έχει καλλιεργηθεί επιμελώς για να προκαλεί εθνοτικές, γλωσσικές και πολιτισμικές εντάσεις μεταξύ Ανατολής και Δύσης, που μπορεί να ήταν λανθάνουσες, αλλά ήταν αρκετά διαχειρίσιμες υπό μια υπεύθυνη πολιτική ηγεσία» συνεχίζει ο Τρέινορ.
Χωρίς νοθεία θα έχανε στο δημοψήφισμα
«Ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς χρησιμοποίησε ακριβώς αυτό το τέχνασμα
στη δεκαετία του 1990 στην Κροατία, τη Βοσνία, τη Σερβία και το
Κοσσυφοπέδιο. Από αυτή την άποψη - την υπολογισμένη παραγωγή έντασης,
μίσους και σύγκρουσης - η Ουκρανία μοιάζει τώρα με τη Βοσνία, αν και
υπάρχουν άφθονες διαφορές» παρατηρεί.
Και καταλήγει: «Δημοσκόπηση του Κέντρου Ερευνών Pew, την
Πέμπτη, έδειξε μια πολύ πιο ήπια εικόνα από αυτήν που παρουσιάζει η
ρωσική τηλεόραση. Μόνο το 14% των ερωτηθέντων ευνοούν την απόσχιση, ενώ
το 70% στην Ανατολική Ουκρανία θέλουν να διατηρηθεί μια ενιαία χώρα. Δεν
υπήρχε καμία σημαντική αντιπάθεια μεταξύ των εθνοτικών Ρώσων και των
εθνοτικών Ουκρανών. Τα δύο τρίτα των Ουκρανών εξέφρασαν λύπη για την
επιρροή του Πούτιν στην Ουκρανία, την οποία μόλις ένας στους πέντε την
θεωρεί θετική. Μεταξύ των ρωσόφωνων της Ουκρανίας, έξω από την Κριμαία,
μια μειονότητα, το 41% υποστήριξαν τον ρόλο της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Αυτό δείχνει έναν άλλο λόγο, για τον οποίον ίσως ζήτησε ο Πούτιν να μη
γίνει το δημοψήφισμα στα ανατολικά την Κυριακή: γιατί χωρίς μαζική
νοθεία, μάλλον θα το χάσει».