ΟΛΑ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ότι το
2014 θα είναι η χρονιά που ο κόμπος θα φθάσει στο χτένι. Οι οικονομικές,
κοινωνικές και πολιτικές προϋποθέσεις για να συνεχισθεί η ομαλή
καθοδική πορεία των τελευταίων τεσσάρων ετών εξαντλούνται. Αυτό σημαίνει
ότι πιθανότατα θα οδηγηθούμε σε κάποιου είδους ρήξη.
Στο οικονομικό επίπεδο, η κυβέρνηση υπερηφανεύεται για το (πλασματικό) πρωτογενές πλεόνασμα, παραβιάζοντας τη θεμελιώδη αρχή ότι δεν μπορείς να έχεις υγιή δημόσια οικονομικά όταν καταστρέφεται η πραγματική οικονομία. Ακόμα και εάν το 2014 σταματήσει η ύφεση, η οικονομία δεν πρόκειται να εισέλθει σε τροχιά δυναμικής ανάπτυξης.
Η ριζική αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους είναι αναγκαία, αλλά όχι και ικανή συνθήκη. Κανείς δεν πρόκειται να κάνει μεγάλου μεγέθους παραγωγικές επενδύσεις που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, εάν δεν έχει ξεκαθαρίσει οριστικά το ζήτημα του νομίσματος. Παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις ότι δεν υπάρχει πλέον περίπτωση εξόδου από την ευρωζώνη, η πραγματικότητα είναι διαφορετική.
Η παρατεταμένη και οξύτατη κρίση καταστρέφει ολοένα και περισσότερο τη μικρομεσαία θάλασσα, που αποτελεί τον κορμό της ελληνικής κοινωνίας. Το γεγονός ότι προς το παρόν δεν εκδηλώνεται κοινωνική αναταραχή δεν εγγυάται ότι αυτό δεν θα συμβεί το επόμενο διάστημα. Η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού που -σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις- επιδιώκει τον απεγκλωβισμό από τη μνημονιακή πολιτική, έχει επίγνωση ότι δεν μπορεί να το επιτύχει με ειρηνικές κινητοποιήσεις. Το απέδειξε το κίνημα των αγανακτισμένων.
Το δίλημμα που οι πολίτες αντιμετώπιζαν το προηγούμενο διάστημα είναι υποταγή και εξαθλίωση ή τυφλή εξέγερση. Για να αποφύγουν την κοινωνική έκρηξη εναποθέτουν τις ελπίδες τους στην ανατροπή της μνημονιακής κυβέρνησης μέσω των εκλογών. Αυτός είναι ο λόγος που η «παράταξη του μνημονίου» συρρικνώνεται πολιτικοεκλογικά, ενώ ο αντιμνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ παίρνει κεφάλι, παρά το γεγονός ότι δεν πείθει ως εναλλακτική λύση.
Σ’ αυτό το τοπίο και με τη Χρυσή Αυγή να αναδεικνύεται σε τρίτο πόλο, η πολιτική και κοινωνική σταθερότητα μόνο δεδομένη δεν είναι. Χωρίς πολιτική και κοινωνική σταθερότητα, όμως, δεν υφίσταται οικονομική σταθερότητα και, ως εκ τούτου, περιβάλλον που να επιτρέπει σημαντικές παραγωγικές επενδύσεις.
Παρά τις αισιόδοξες πρωθυπουργικές δηλώσεις, είναι δεδομένο ότι τα πολιτικά καύσιμα της κυβέρνησής του τελειώνουν. Εάν αποφύγει τις διπλές εκλογές τον Μάιο, η «παράταξη του μνημονίου» θα υποστεί πανωλεθρία στις ευρωεκλογές, γεγονός που σημαίνει ότι θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για να στηθούν και εθνικές κάλπες.
Ο σχηματισμός αντιμνημονιακής κυβέρνησης θα φέρει τον κόμπο στο χτένι. Το ενδεχόμενο η Κουμουνδούρου να συμπράξει στην εφαρμογή μίας πιο χαλαρής μνημονιακής πολιτικής δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Στην πράξη, ωστόσο, το ενδεχόμενο αυτό συγκεντρώνει αμελητέες πιθανότητες. Ακόμα και εάν η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ υπέκυπτε σε εκβιασμούς της τρόικας, οι βουλευτές του δεν θα το αποδέχονταν.
Εξίσου απίθανο είναι να υποχωρήσει το ευρωιερατείο και να βρει έναν συμβιβασμό με την κυβέρνηση Τσίπρα, ο οποίος θα ακυρώνει τον κορμό της μνημονιακής πολιτικής. Εάν η ελληνική κρίση ήταν αποκλειστικά τοπικό πρόβλημα, ίσως να το έκανε. Η ελληνική κρίση, όμως, είναι η κορυφή του παγόβουνου της ευρωπαϊκής κρίσης και η ελληνική οικονομία/κοινωνία το πειραματόζωο ενός σχεδίου που προορίζεται να εφαρμοσθεί (με διαφορετική ένταση) σ’ όλη την Ευρώπη.
Αυτός είναι ο λόγος που τα αφεντικά της ευρωζώνης επιβάλλουν το δόγμα της μονοδιάστατης λιτότητας χωρίς εκπτώσεις, πιέζοντας ασφυκτικά την υπάκουη κυβέρνηση Σαμαρά. Για τον ίδιο λόγο θα επιχειρήσουν να τορπιλίσουν την όποια προσπάθεια απεμπλοκής της Ελλάδας από το μνημόνιο. Εχουν επίγνωση ότι εάν μία αντιμνημονιακή κυβέρνηση επιτύχει ανάκαμψη της οικονομίας, θα δημιουργηθεί προηγούμενο που θα βρει μιμητές στην ευρωπαϊκή περιφέρεια.
Μία τέτοια εξέλιξη δεν θα τινάξει στον αέρα μόνο τη στρατηγική του Βερολίνου για γερμανική Ευρώπη. Θα τινάξει και την παράλληλη στρατηγική της ευρωπαϊκής ολιγαρχίας του χρήματος για μετακύλιση του κόστους της κρίσης στις μικρομεσαίες τάξεις και για «κινεζοποίηση» της Γηραιάς Ηπείρου. Μία τέτοια εξέλιξη είναι απειλή και για τις κεντροδεξιές και κεντροαριστερές πολιτικές ελίτ, οι οποίες κυβερνούν την Ευρώπη μεταπολεμικά. Δεδομένου ότι στις περισσότερες χώρες-μέλη εφαρμόζονται πολιτικές περισσότερης ή λιγότερης λιτότητας, η επιτυχία μίας αντιμνημονιακής κυβέρνησης στην Ελλάδα θα τροφοδοτήσει την Αριστερά και άλλες αντισυστημικές δυνάμεις.
Σκηνικό μετωπικής σύγκρουσης
ΟΛΑ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ότι η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα φέρει τον κόμπο στο χτένι και θα οδηγήσει σε σύγκρουση με το ευρωιερατείο. Το πιθανότερο είναι ότι το Βερολίνο θα επιχειρήσει να αποσταθεροποιήσει την αντιμνημονιακή κυβέρνηση, προκαλώντας ασφυξία στην ελληνική οικονομία. Για λόγους επιβίωσης, η Αθήνα θα λάβει έκτακτα μέτρα που θα τη θέσουν τουλάχιστον με το ένα πόδι εκτός ευρωζώνης. Αν και η Ελλάδα δεν είναι πλέον τόσο μεγάλος συστημικός κίνδυνος για το ευρώ όσο ήταν το 2010, η έξοδός της θα προκαλούσε σοβαρούς κλυδωνισμούς και σημαντικό κόστος στην ευρωζώνη. Για να μη φθάσουν τα πράγματα στην ανοικτή ρήξη, είναι επιβεβλημένο ο ΣΥΡΙΖΑ να προετοιμασθεί πολύ σοβαρά.
Πρώτον, να καταθέσει ένα ρεαλιστικό και αξιόπιστο εθνικό σχέδιο υπέρβασης της κρίσης, το οποίο να αντιπαραθέσει στη μνημονιακή πολιτική. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει ρήγματα στην ευρωζώνη και, ως εκ τούτου, να αποτρέψει μία μετωπική σύγκρουση.Δεύτερον, για την πιθανότατη περίπτωση που το ευρωιερατείο επιμείνει στην εφαρμογή του μνημονίου, η Αθήνα να αντιπροτείνει ένα σχέδιο συναινετικού διαζυγίου ορισμένης διάρκειας, ώστε να αποφευχθούν κατά το δυνατόν οι αρνητικές επιπτώσεις και για την Ελλάδα και για την ευρωζώνη.
Δυστυχώς, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να έχει επεξεργασθεί ούτε αξιόπιστο εθνικό σχέδιο, ούτε πρόταση συναινετικού διαζυγίου. Ούτε όμως και σχέδιο έκτακτης ανάγκης για την περίπτωση που το Βερολίνο κάνει επίδειξη δύναμης και εξωθήσει την Ελλάδα σε χρεωκοπία και κατάρρευση προς παραδειγματισμό των άλλων αδύναμων κρίκων της ευρωζώνης.
Γράφει ο Σταύρος Λυγερός
Στο οικονομικό επίπεδο, η κυβέρνηση υπερηφανεύεται για το (πλασματικό) πρωτογενές πλεόνασμα, παραβιάζοντας τη θεμελιώδη αρχή ότι δεν μπορείς να έχεις υγιή δημόσια οικονομικά όταν καταστρέφεται η πραγματική οικονομία. Ακόμα και εάν το 2014 σταματήσει η ύφεση, η οικονομία δεν πρόκειται να εισέλθει σε τροχιά δυναμικής ανάπτυξης.
Η ριζική αναδιάρθρωση του δημοσίου χρέους είναι αναγκαία, αλλά όχι και ικανή συνθήκη. Κανείς δεν πρόκειται να κάνει μεγάλου μεγέθους παραγωγικές επενδύσεις που θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, εάν δεν έχει ξεκαθαρίσει οριστικά το ζήτημα του νομίσματος. Παρά τις επίσημες διαβεβαιώσεις ότι δεν υπάρχει πλέον περίπτωση εξόδου από την ευρωζώνη, η πραγματικότητα είναι διαφορετική.
Η παρατεταμένη και οξύτατη κρίση καταστρέφει ολοένα και περισσότερο τη μικρομεσαία θάλασσα, που αποτελεί τον κορμό της ελληνικής κοινωνίας. Το γεγονός ότι προς το παρόν δεν εκδηλώνεται κοινωνική αναταραχή δεν εγγυάται ότι αυτό δεν θα συμβεί το επόμενο διάστημα. Η συντριπτική πλειονότητα του πληθυσμού που -σύμφωνα με όλες τις δημοσκοπήσεις- επιδιώκει τον απεγκλωβισμό από τη μνημονιακή πολιτική, έχει επίγνωση ότι δεν μπορεί να το επιτύχει με ειρηνικές κινητοποιήσεις. Το απέδειξε το κίνημα των αγανακτισμένων.
Το δίλημμα που οι πολίτες αντιμετώπιζαν το προηγούμενο διάστημα είναι υποταγή και εξαθλίωση ή τυφλή εξέγερση. Για να αποφύγουν την κοινωνική έκρηξη εναποθέτουν τις ελπίδες τους στην ανατροπή της μνημονιακής κυβέρνησης μέσω των εκλογών. Αυτός είναι ο λόγος που η «παράταξη του μνημονίου» συρρικνώνεται πολιτικοεκλογικά, ενώ ο αντιμνημονιακός ΣΥΡΙΖΑ παίρνει κεφάλι, παρά το γεγονός ότι δεν πείθει ως εναλλακτική λύση.
Σ’ αυτό το τοπίο και με τη Χρυσή Αυγή να αναδεικνύεται σε τρίτο πόλο, η πολιτική και κοινωνική σταθερότητα μόνο δεδομένη δεν είναι. Χωρίς πολιτική και κοινωνική σταθερότητα, όμως, δεν υφίσταται οικονομική σταθερότητα και, ως εκ τούτου, περιβάλλον που να επιτρέπει σημαντικές παραγωγικές επενδύσεις.
Παρά τις αισιόδοξες πρωθυπουργικές δηλώσεις, είναι δεδομένο ότι τα πολιτικά καύσιμα της κυβέρνησής του τελειώνουν. Εάν αποφύγει τις διπλές εκλογές τον Μάιο, η «παράταξη του μνημονίου» θα υποστεί πανωλεθρία στις ευρωεκλογές, γεγονός που σημαίνει ότι θα αρχίσει η αντίστροφη μέτρηση για να στηθούν και εθνικές κάλπες.
Ο σχηματισμός αντιμνημονιακής κυβέρνησης θα φέρει τον κόμπο στο χτένι. Το ενδεχόμενο η Κουμουνδούρου να συμπράξει στην εφαρμογή μίας πιο χαλαρής μνημονιακής πολιτικής δεν μπορεί να αποκλεισθεί. Στην πράξη, ωστόσο, το ενδεχόμενο αυτό συγκεντρώνει αμελητέες πιθανότητες. Ακόμα και εάν η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ υπέκυπτε σε εκβιασμούς της τρόικας, οι βουλευτές του δεν θα το αποδέχονταν.
Εξίσου απίθανο είναι να υποχωρήσει το ευρωιερατείο και να βρει έναν συμβιβασμό με την κυβέρνηση Τσίπρα, ο οποίος θα ακυρώνει τον κορμό της μνημονιακής πολιτικής. Εάν η ελληνική κρίση ήταν αποκλειστικά τοπικό πρόβλημα, ίσως να το έκανε. Η ελληνική κρίση, όμως, είναι η κορυφή του παγόβουνου της ευρωπαϊκής κρίσης και η ελληνική οικονομία/κοινωνία το πειραματόζωο ενός σχεδίου που προορίζεται να εφαρμοσθεί (με διαφορετική ένταση) σ’ όλη την Ευρώπη.
Αυτός είναι ο λόγος που τα αφεντικά της ευρωζώνης επιβάλλουν το δόγμα της μονοδιάστατης λιτότητας χωρίς εκπτώσεις, πιέζοντας ασφυκτικά την υπάκουη κυβέρνηση Σαμαρά. Για τον ίδιο λόγο θα επιχειρήσουν να τορπιλίσουν την όποια προσπάθεια απεμπλοκής της Ελλάδας από το μνημόνιο. Εχουν επίγνωση ότι εάν μία αντιμνημονιακή κυβέρνηση επιτύχει ανάκαμψη της οικονομίας, θα δημιουργηθεί προηγούμενο που θα βρει μιμητές στην ευρωπαϊκή περιφέρεια.
Μία τέτοια εξέλιξη δεν θα τινάξει στον αέρα μόνο τη στρατηγική του Βερολίνου για γερμανική Ευρώπη. Θα τινάξει και την παράλληλη στρατηγική της ευρωπαϊκής ολιγαρχίας του χρήματος για μετακύλιση του κόστους της κρίσης στις μικρομεσαίες τάξεις και για «κινεζοποίηση» της Γηραιάς Ηπείρου. Μία τέτοια εξέλιξη είναι απειλή και για τις κεντροδεξιές και κεντροαριστερές πολιτικές ελίτ, οι οποίες κυβερνούν την Ευρώπη μεταπολεμικά. Δεδομένου ότι στις περισσότερες χώρες-μέλη εφαρμόζονται πολιτικές περισσότερης ή λιγότερης λιτότητας, η επιτυχία μίας αντιμνημονιακής κυβέρνησης στην Ελλάδα θα τροφοδοτήσει την Αριστερά και άλλες αντισυστημικές δυνάμεις.
Σκηνικό μετωπικής σύγκρουσης
ΟΛΑ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ότι η εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα φέρει τον κόμπο στο χτένι και θα οδηγήσει σε σύγκρουση με το ευρωιερατείο. Το πιθανότερο είναι ότι το Βερολίνο θα επιχειρήσει να αποσταθεροποιήσει την αντιμνημονιακή κυβέρνηση, προκαλώντας ασφυξία στην ελληνική οικονομία. Για λόγους επιβίωσης, η Αθήνα θα λάβει έκτακτα μέτρα που θα τη θέσουν τουλάχιστον με το ένα πόδι εκτός ευρωζώνης. Αν και η Ελλάδα δεν είναι πλέον τόσο μεγάλος συστημικός κίνδυνος για το ευρώ όσο ήταν το 2010, η έξοδός της θα προκαλούσε σοβαρούς κλυδωνισμούς και σημαντικό κόστος στην ευρωζώνη. Για να μη φθάσουν τα πράγματα στην ανοικτή ρήξη, είναι επιβεβλημένο ο ΣΥΡΙΖΑ να προετοιμασθεί πολύ σοβαρά.
Πρώτον, να καταθέσει ένα ρεαλιστικό και αξιόπιστο εθνικό σχέδιο υπέρβασης της κρίσης, το οποίο να αντιπαραθέσει στη μνημονιακή πολιτική. Με τον τρόπο αυτό θα μπορούσε να προκαλέσει ρήγματα στην ευρωζώνη και, ως εκ τούτου, να αποτρέψει μία μετωπική σύγκρουση.Δεύτερον, για την πιθανότατη περίπτωση που το ευρωιερατείο επιμείνει στην εφαρμογή του μνημονίου, η Αθήνα να αντιπροτείνει ένα σχέδιο συναινετικού διαζυγίου ορισμένης διάρκειας, ώστε να αποφευχθούν κατά το δυνατόν οι αρνητικές επιπτώσεις και για την Ελλάδα και για την ευρωζώνη.
Δυστυχώς, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν φαίνεται να έχει επεξεργασθεί ούτε αξιόπιστο εθνικό σχέδιο, ούτε πρόταση συναινετικού διαζυγίου. Ούτε όμως και σχέδιο έκτακτης ανάγκης για την περίπτωση που το Βερολίνο κάνει επίδειξη δύναμης και εξωθήσει την Ελλάδα σε χρεωκοπία και κατάρρευση προς παραδειγματισμό των άλλων αδύναμων κρίκων της ευρωζώνης.
Γράφει ο Σταύρος Λυγερός