Της Ελλης Πάνου
Ο Αντριου, ο Τζον και ο Ιεν έγραψαν χθες Ιστορία στη Βρετανία. Τα «κεφάλια» των τριών βρετανικών σούπερ μυστικών υπηρεσιών πληροφοριών -ΜΙ5, ΜΙ6 και GCHQ- κατέθεσαν για πρώτη φορά δημόσια, σε ζωντανή μετάδοση, ενώπιον της αρμόδια επιτροπής της Βουλής για τα έργα και τις ημέρες τους στην υπόθεση Σνόουντεν.Παραδοσιακά οι τρεις επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών είναι οι πλέον «αόρατοι» αξιωματούχοι της χώρας. Σχεδόν ποτέ δεν εμφανίζονται δημόσια. Μόλις το 1992 δημοσιοποιήθηκε για πρώτη φορά όνομα διευθυντή τής MI5, ενώ η κυβέρνηση παραδέχτηκε επίσημα την ύπαρξη της ΜΙ6 το 1994. Από τότε οι εκάστοτε επικεφαλής των υπηρεσιών αυτών έχουν εμφανιστεί αρκετές φορές στη Βουλή να καταθέσουν, αλλά πάντοτε κεκλεισμένων των θυρών, υπό καθεστώς απόλυτης μυστικότητας.Χθες όμως για ενενήντα λεπτά τούς απόλαυσε όλη η χώρα. Και όχι μόνο. Σαν σκηνή από ταινία Τζέιμς Μποντ, σχολίαζαν οι δημοσιογράφοι και τα social media.
Κουκιά… σπέρνουν
Ο Αντριου Πάρκερ της ΜΙ5, ο σερ Τζον Σάουερ της ΜΙ6 και ο, επίσης σερ, Ιεν Λόμπαν της GCHQ κλήθηκαν να δώσουν απαντήσεις για τη συμμετοχή τους στην υπόθεση των αμερικανικών παρακολουθήσεων κι αντί γι” αυτό εξαπέλυσαν οργισμένη επίθεση στην τακτική των διαρροών και στον Σνόουντεν και κατά συνέπεια στις εφημερίδες που τον διευκόλυναν. «Τα έγγραφα Σνόουντεν έθεσαν τις επιχειρήσεις μας σε κίνδυνο» είπε ο Σάουερ, «είναι σαφές ότι οι εχθροί μας τρίβουν τα χέρια τους και η Αλ Κάιντα το γλεντάει».
Ο επικεφαλής τής ΜΙ6 αρνήθηκε ότι η υπηρεσία του κατασκόπευε τους «πάντες». Βρίσκουν τις βελόνες χωρίς να παραβιάζουν τους σωρούς με τα άχυρα -είπε-, δεν περνάνε την ώρα τους «ακούγοντας τα τηλεφωνήματα και διαβάζοντας τα emails της μεγάλης πλειονότητας» κι άλλωστε οι άνθρωποί της δεν έχουν τέτοιου είδους συνήθειες. «Εάν κάποιος τους ζητούσε να κρυφακούσουν, θα τα είχαν βροντήξει και θα είχαν φύγει» ισχυρίστηκε ο Λόμπαν, με τον συνάδελφό του Πάρκερ να υποστηρίζει ότι όλη τους η δουλειά «έχει οδηγό τον νόμο για τα ανθρώπινα δικαιώματα που υιοθετήθηκε το 2000, ένας νόμος που «αποτελεί το επίκεντρο και τα θεμέλια» της καθημερινότητάς τους».
Η «υπερασπιστική» γραμμή τους κινήθηκε δηλαδή στην κοινή βάση ότι η δράση τους περιορίζεται σε ορισμένες χώρες, όχι αδιακρίτως, αλλά εναντίον συγκεκριμένων υπόπτων, διαβεβαιώνοντας μάλιστα ότι δεν θα ζήταγαν ποτέ από ξένες μυστικές υπηρεσίες να ανακρίνουν κάποιον ύποπτο «εάν ήξεραν ότι η διαδικασία περιελάμβανε και βασανιστήρια».
Λόγω της καλής υπηρεσίας που προσφέρουν, είπαν, χάλασαν «σχέδια τρομοκρατών» και στη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου, ενώ συνολικά την τελευταία 6ετία, μετά τις πολύνεκρες βομβιστικές επιθέσεις της 7ης Ιουλίου 2005, απετράπησαν 34 τέτοιες ενέργειες των εχθρών της χώρας. Και οι τρεις αρχηγοί επέμεναν ότι η επίβλεψη από τα αρμόδια όργανα ήταν «αρκετά αυστηρή», ωστόσο εξετάζουν εάν θα πρέπει να μοιράζονται περισσότερες πληροφορίες με την κοινή γνώμη.
Αισθηματίας κατάσκοπος
Με εμφανή συναισθηματισμό ο Λόμπαν -της υπηρεσίας ηλεκτρονικής παρακολούθησης GCHQ- υποστήριξε ότι «ορισμένες μέθοδοι» σίγουρα πρέπει να παραμένουν απόρρητες, παραθέτοντας παραδείγματα όπου οι διαρροές Σνόουντεν έκαναν «τεράστια ζημιά». «Παρακολουθούμε τρομοκρατικές οργανώσεις στη Μέση Ανατολή, το Αφγανιστάν κι αλλού στη νότια Ασία να συζητούν τις αποκαλύψεις με… συγκεκριμένο τρόπο», είπε, «και είδαμε ηλεκτρονικούς διαλόγους από συγκεκριμένες τρομοκρατικές οργανώσεις, ακόμα πιο κοντά στη Βρετανία, για το πώς μπορούν να εκμεταλλευτούν τις αδυναμίες του συστήματος».
Γενικά η κατάθεση, παρότι ιστορική, δεν ήταν και ιδιαίτερα διαφωτιστική: όλα καλά τα έκαναν στη διάρκεια της «αραβικής άνοιξης», γίνεται το καλύτερο δυνατόν τώρα στη Συρία, συνεργάζονται με τους Ρώσους για τους Ολυμπιακούς του Σότσι, ενώ και αυτοί και οι «αδελφές» υπηρεσίες στις ΗΠΑ λειτούργησαν και λειτουργούν στο πλαίσιο του νόμου. Βέβαια, όπως επισημαίνουν μη κυβερνητικές οργανώσεις, και οι βουλευτές της επιτροπής ήταν «επιλεκτικοί» στις ερωτήσεις τους. Για παράδειγμα, ποτέ δεν ρώτησαν για την εμπλοκή τής ΜΙ6 στην παράδοση οικογενειών των αντιπάλων του Καντάφι, για «εντατικά» βασανιστήρια, πίσω στις φυλακές του δικτάτορα το 2004, μια επιχείρηση που έμαθε η Βουλή τρία χρόνια αργότερα και ήταν υπό την «αιγίδα» τής CIA.
………………………………………………………………………………………………………………………………………
Οι τρεις αρχικατάσκοποι
Ιεν Λόμπαν (GCHQ)
Επικεφαλής της υπηρεσίας ηλεκτρονικής παρακολούθησης από το 2008, είναι 53 ετών. Εχει υπό τη διεύθυνσή του πάνω από 6.000 υπαλλήλους και διαχειρίζεται έναν προϋπολογισμό πάνω από 2 δισ. λίρες. Εχει μάθει γαλλικά και γερμανικά και τελείωσε τα μαθήματα ανώτατης στρατιωτικής διοίκησης. Από τους τρεις είναι ο λιγότερος γνωστός, αποφεύγοντας να συγχρωτίζεται με τους πολιτικούς.
Αντριου Πάρκερ (ΜΙ5)
Με προϋπηρεσία 30 ετών στην ΜΙ5 -και ειδικότητα στην τρομοκρατία της Μέσης Ανατολής, στην αντιτρομοκρατία στη Βόρεια Ιρλανδία και στο οργανωμένο έγκλημα- ανέλαβε τη διεύθυνση της υπηρεσίας από τον Απρίλιο και έχει 3.900 ανθρώπους στο δυναμικό του. Εχει σπουδάσει Φυσικές Επιστήμες στο Κέμπριτζ και αυτοχαρακτηρίζεται δεινός ορνιθολόγος και φωτογράφος άγριας φύσης. Στην παρθενική του ομιλία, όταν ανέλαβε, ήταν πολύ προκλητικός υποστηρίζοντας ότι η εφημερίδα που δημοσίευσε τα έγγραφα Σνόουντεν -υπονοώντας τον «Guardian», χωρίς να τον κατανομάσει- με τις αποκαλύψεις της «έκανε ένα δώρο στους τρομοκράτες».
Τζον Σάουερς (ΜΙ6)
Είναι 59 ετών και επικεφαλής της υπηρεσίας από το 2009. Υπογράφει την αλληλογραφία του με το γράμμα «C» με πράσινο μελάνι, ένα «έθιμο» που κρατάει από τον πρώτο διευθυντή τής ΜΙ6, ο οποίος υπέγραφε μόνο με το αρχικό του ονόματός του και το οποίο υιοθετήθηκε από τους διαδόχους του και εξελίχθηκε σε… κωδική υπογραφή για να διατηρείται η ανωνυμία. Συμβολικά στη χθεσινή ακρόαση φορούσε και πράσινη γραβάτα. Το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του ήταν στο υπουργείο Εξωτερικών, ήταν συνεργάτης και του Τόνι Μπλερ και χρημάτισε μεταξύ άλλων και πρεσβευτής της χώρας στον ΟΗΕ. Η ΜΙ6 έχει 3.200 ανθρώπους σε όλο τον κόσμο και η μεγαλύτερη αποστολή της είναι στην Καμπούλ.
Ο Αντριου, ο Τζον και ο Ιεν έγραψαν χθες Ιστορία στη Βρετανία. Τα «κεφάλια» των τριών βρετανικών σούπερ μυστικών υπηρεσιών πληροφοριών -ΜΙ5, ΜΙ6 και GCHQ- κατέθεσαν για πρώτη φορά δημόσια, σε ζωντανή μετάδοση, ενώπιον της αρμόδια επιτροπής της Βουλής για τα έργα και τις ημέρες τους στην υπόθεση Σνόουντεν.Παραδοσιακά οι τρεις επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών είναι οι πλέον «αόρατοι» αξιωματούχοι της χώρας. Σχεδόν ποτέ δεν εμφανίζονται δημόσια. Μόλις το 1992 δημοσιοποιήθηκε για πρώτη φορά όνομα διευθυντή τής MI5, ενώ η κυβέρνηση παραδέχτηκε επίσημα την ύπαρξη της ΜΙ6 το 1994. Από τότε οι εκάστοτε επικεφαλής των υπηρεσιών αυτών έχουν εμφανιστεί αρκετές φορές στη Βουλή να καταθέσουν, αλλά πάντοτε κεκλεισμένων των θυρών, υπό καθεστώς απόλυτης μυστικότητας.Χθες όμως για ενενήντα λεπτά τούς απόλαυσε όλη η χώρα. Και όχι μόνο. Σαν σκηνή από ταινία Τζέιμς Μποντ, σχολίαζαν οι δημοσιογράφοι και τα social media.
Κουκιά… σπέρνουν
Ο Αντριου Πάρκερ της ΜΙ5, ο σερ Τζον Σάουερ της ΜΙ6 και ο, επίσης σερ, Ιεν Λόμπαν της GCHQ κλήθηκαν να δώσουν απαντήσεις για τη συμμετοχή τους στην υπόθεση των αμερικανικών παρακολουθήσεων κι αντί γι” αυτό εξαπέλυσαν οργισμένη επίθεση στην τακτική των διαρροών και στον Σνόουντεν και κατά συνέπεια στις εφημερίδες που τον διευκόλυναν. «Τα έγγραφα Σνόουντεν έθεσαν τις επιχειρήσεις μας σε κίνδυνο» είπε ο Σάουερ, «είναι σαφές ότι οι εχθροί μας τρίβουν τα χέρια τους και η Αλ Κάιντα το γλεντάει».
Ο επικεφαλής τής ΜΙ6 αρνήθηκε ότι η υπηρεσία του κατασκόπευε τους «πάντες». Βρίσκουν τις βελόνες χωρίς να παραβιάζουν τους σωρούς με τα άχυρα -είπε-, δεν περνάνε την ώρα τους «ακούγοντας τα τηλεφωνήματα και διαβάζοντας τα emails της μεγάλης πλειονότητας» κι άλλωστε οι άνθρωποί της δεν έχουν τέτοιου είδους συνήθειες. «Εάν κάποιος τους ζητούσε να κρυφακούσουν, θα τα είχαν βροντήξει και θα είχαν φύγει» ισχυρίστηκε ο Λόμπαν, με τον συνάδελφό του Πάρκερ να υποστηρίζει ότι όλη τους η δουλειά «έχει οδηγό τον νόμο για τα ανθρώπινα δικαιώματα που υιοθετήθηκε το 2000, ένας νόμος που «αποτελεί το επίκεντρο και τα θεμέλια» της καθημερινότητάς τους».
Η «υπερασπιστική» γραμμή τους κινήθηκε δηλαδή στην κοινή βάση ότι η δράση τους περιορίζεται σε ορισμένες χώρες, όχι αδιακρίτως, αλλά εναντίον συγκεκριμένων υπόπτων, διαβεβαιώνοντας μάλιστα ότι δεν θα ζήταγαν ποτέ από ξένες μυστικές υπηρεσίες να ανακρίνουν κάποιον ύποπτο «εάν ήξεραν ότι η διαδικασία περιελάμβανε και βασανιστήρια».
Λόγω της καλής υπηρεσίας που προσφέρουν, είπαν, χάλασαν «σχέδια τρομοκρατών» και στη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου, ενώ συνολικά την τελευταία 6ετία, μετά τις πολύνεκρες βομβιστικές επιθέσεις της 7ης Ιουλίου 2005, απετράπησαν 34 τέτοιες ενέργειες των εχθρών της χώρας. Και οι τρεις αρχηγοί επέμεναν ότι η επίβλεψη από τα αρμόδια όργανα ήταν «αρκετά αυστηρή», ωστόσο εξετάζουν εάν θα πρέπει να μοιράζονται περισσότερες πληροφορίες με την κοινή γνώμη.
Αισθηματίας κατάσκοπος
Με εμφανή συναισθηματισμό ο Λόμπαν -της υπηρεσίας ηλεκτρονικής παρακολούθησης GCHQ- υποστήριξε ότι «ορισμένες μέθοδοι» σίγουρα πρέπει να παραμένουν απόρρητες, παραθέτοντας παραδείγματα όπου οι διαρροές Σνόουντεν έκαναν «τεράστια ζημιά». «Παρακολουθούμε τρομοκρατικές οργανώσεις στη Μέση Ανατολή, το Αφγανιστάν κι αλλού στη νότια Ασία να συζητούν τις αποκαλύψεις με… συγκεκριμένο τρόπο», είπε, «και είδαμε ηλεκτρονικούς διαλόγους από συγκεκριμένες τρομοκρατικές οργανώσεις, ακόμα πιο κοντά στη Βρετανία, για το πώς μπορούν να εκμεταλλευτούν τις αδυναμίες του συστήματος».
Γενικά η κατάθεση, παρότι ιστορική, δεν ήταν και ιδιαίτερα διαφωτιστική: όλα καλά τα έκαναν στη διάρκεια της «αραβικής άνοιξης», γίνεται το καλύτερο δυνατόν τώρα στη Συρία, συνεργάζονται με τους Ρώσους για τους Ολυμπιακούς του Σότσι, ενώ και αυτοί και οι «αδελφές» υπηρεσίες στις ΗΠΑ λειτούργησαν και λειτουργούν στο πλαίσιο του νόμου. Βέβαια, όπως επισημαίνουν μη κυβερνητικές οργανώσεις, και οι βουλευτές της επιτροπής ήταν «επιλεκτικοί» στις ερωτήσεις τους. Για παράδειγμα, ποτέ δεν ρώτησαν για την εμπλοκή τής ΜΙ6 στην παράδοση οικογενειών των αντιπάλων του Καντάφι, για «εντατικά» βασανιστήρια, πίσω στις φυλακές του δικτάτορα το 2004, μια επιχείρηση που έμαθε η Βουλή τρία χρόνια αργότερα και ήταν υπό την «αιγίδα» τής CIA.
………………………………………………………………………………………………………………………………………
Οι τρεις αρχικατάσκοποι
Ιεν Λόμπαν (GCHQ)
Επικεφαλής της υπηρεσίας ηλεκτρονικής παρακολούθησης από το 2008, είναι 53 ετών. Εχει υπό τη διεύθυνσή του πάνω από 6.000 υπαλλήλους και διαχειρίζεται έναν προϋπολογισμό πάνω από 2 δισ. λίρες. Εχει μάθει γαλλικά και γερμανικά και τελείωσε τα μαθήματα ανώτατης στρατιωτικής διοίκησης. Από τους τρεις είναι ο λιγότερος γνωστός, αποφεύγοντας να συγχρωτίζεται με τους πολιτικούς.
Αντριου Πάρκερ (ΜΙ5)
Με προϋπηρεσία 30 ετών στην ΜΙ5 -και ειδικότητα στην τρομοκρατία της Μέσης Ανατολής, στην αντιτρομοκρατία στη Βόρεια Ιρλανδία και στο οργανωμένο έγκλημα- ανέλαβε τη διεύθυνση της υπηρεσίας από τον Απρίλιο και έχει 3.900 ανθρώπους στο δυναμικό του. Εχει σπουδάσει Φυσικές Επιστήμες στο Κέμπριτζ και αυτοχαρακτηρίζεται δεινός ορνιθολόγος και φωτογράφος άγριας φύσης. Στην παρθενική του ομιλία, όταν ανέλαβε, ήταν πολύ προκλητικός υποστηρίζοντας ότι η εφημερίδα που δημοσίευσε τα έγγραφα Σνόουντεν -υπονοώντας τον «Guardian», χωρίς να τον κατανομάσει- με τις αποκαλύψεις της «έκανε ένα δώρο στους τρομοκράτες».
Τζον Σάουερς (ΜΙ6)
Είναι 59 ετών και επικεφαλής της υπηρεσίας από το 2009. Υπογράφει την αλληλογραφία του με το γράμμα «C» με πράσινο μελάνι, ένα «έθιμο» που κρατάει από τον πρώτο διευθυντή τής ΜΙ6, ο οποίος υπέγραφε μόνο με το αρχικό του ονόματός του και το οποίο υιοθετήθηκε από τους διαδόχους του και εξελίχθηκε σε… κωδική υπογραφή για να διατηρείται η ανωνυμία. Συμβολικά στη χθεσινή ακρόαση φορούσε και πράσινη γραβάτα. Το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας του ήταν στο υπουργείο Εξωτερικών, ήταν συνεργάτης και του Τόνι Μπλερ και χρημάτισε μεταξύ άλλων και πρεσβευτής της χώρας στον ΟΗΕ. Η ΜΙ6 έχει 3.200 ανθρώπους σε όλο τον κόσμο και η μεγαλύτερη αποστολή της είναι στην Καμπούλ.