Παγκόσμιο Συνέδριο Αρχαιολογικής Ερευνας στην Περιφέρεια του
Ιράκ που κατοικούν οι Κούρδοι και στις όμορες περιοχές, με έντονο
ελληνικό ενδιαφέρον. Αναζητείται το ακριβές σημείο της μάχης στα
Γαυγάμηλα
Του Τζεμίλ Τουράν
Η αξία του εδάφους της Μεσοποταμίας δεν περιορίζεται μόνο στον ορυκτό πλούτο. Εγκειται και στα ανασκαφικά ευρήματα που μαρτυρούν το πέρασμα από αυτήν την ευλογημένη περιοχή σπουδαίων πολιτισμών. Αυτά τα ευρήματα απασχόλησαν το τριήμερο συνέδριο «Αρχαιολογική έρευνα στην Περιφέρεια Κουρδιστάν του Ιράκ και στις όμορες περιοχές», που έγινε στην Αθήνα 1-3 Νοεμβρίου, με συμμετοχή 102 συνέδρων από 15 χώρες (Αγγλία, Αυστρία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ιράκ, Ιράν, Ιταλία, Ολλανδία, Πολωνία, Πορτογαλία, Τουρκία, Τσεχία).
Οι διοργανωτές
Διοργανωτές ήταν το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), το Τμήμα Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Salahaddin του Ερμπίλ και το McDonald Institute for Archaeological Research του Πανεπιστημίου Cambridge. Είχε δε την υποστήριξη του υπουργείου Εξωτερικών, του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού Ελλάδας, της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων Περιφέρειας Κουρδιστάν του Ιράκ, της πρεσβείας του Ιράκ στην Ελλάδα, του Τμήματος Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Salahaddin του Ερμπίλ, καθώς και της Επιτροπής Αναβίωσης της Ακρόπολης του Ερμπίλ.
Οπως ανέφερε στην εισαγωγική του ομιλία ο πρέσβης του Ιράκ στην Αθήνα, Μπουρχάν Τζαφ, ο κυβερνήτης του Ερμπίλ, Nawzad Hadi Mawlood, προσκάλεσε μία ομάδα από το Πανεπιστήμιο Αθηνών από την οποία ζήτησε να προσπαθήσει, στηριζόμενη στις μέχρι τούδε θεωρίες, να εντοπίσει το ακριβές σημείο της ιστορικής μάχης στα Γαυγάμηλα.
Το Τμήμα Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου αποδέχθηκε την πρόσκληση και μια ομάδα υπό τον δρα Κωνσταντίνο Κοπανιά εργάστηκε με ζήλο στο Κουρδιστάν-Ιράκ.Η αρχή έγινε -στο πλαίσιο της τοπογραφικής μελέτης- με την καταγραφή του αριθμού των ελληνικών επιγραφών και νομισμάτων που βρίσκονται στα Μουσεία του Ερμπίλ και του Ντουχόκ.Στη συνέχεια τα ευρήματα ήταν εντυπωσιακά. Το 2011 και το 2012 οι ανασκαφές στο Tell Nader, στο Ερμπίλ, έφεραν στο φως τμήμα ενός οικισμού που χρονολογείται από την 7η έως και την 1η χιλιετία π.Χ. Πρόκειται για μία από τις αρχαιότερες γνωστές θέσεις στη ΒΑ Μεσοποταμία και τη μοναδική αυτής της περιόδου που ανασκάπτεται συστηματικά.
Στα περίχωρα του Ερμπίλ η αρχαιολογική σκαπάνη οδήγησε στην πόλη Idu (σημερινή Satu Qala), που έχει ζωή 3.000 ετών. Η πόλη αυτή ήταν υπό τον έλεγχο της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας και απέκτησε την ανεξαρτησία της όταν η αυτοκρατορία διαλύθηκε. «Ηταν τόσος ο ανασκαφικός πλούτος που ο δρ Κοπανιάς προσκάλεσε ειδικούς ακαδημαϊκούς από όλον τον δυτικό κόσμο προκειμένου να βοηθήσουν στις έρευνές του αναλύοντας τα ευρήματα.
Και αποκαλύφθηκε σειρά βιοτεχνικών εγκαταστάσεων, κατασκευασμένων από πηλό, που χρησίμευαν στην παραγωγή κεραμικής, και πιθανώς στη χύτευση χαλκού.Τα έως τώρα ευρήματα είναι 44.384 όστρακα αγγείων συνολικού βάρους ενός τόνου, 42 λίθινα αντικείμενα από οψιανό (οι αναλύσεις στα εργαστήρια του Πανεπιστημίου McMaster στον Καναδά έδειξαν ότι προέρχονται από την ευρύτερη περιοχή της λίμνης του Βαν, κυρίως από το Bingöl και το Nemrut Dag στο Κουρδιστάν-Τουρκία), 4.122 λίθινα αντικείμενα από πυριτόλιθο, 25 πήλινα ειδώλια με παραστάσεις ζώων (κυρίως βοοειδών, κριαριών και ίσως και σκύλων), 25 πήλινοι ήλοι (τυπικά ευρήματα θέσεων Ubaid), 17 χάνδρες, 10 πήλινα και λίθινα υφαντικά βάρη, καθώς και ένα ιδιαίτερα σπάνιο πλαστικό αγγείο με παράσταση πτηνού.
Σκελετός γυναίκας
Ο σκελετός μιας γυναίκας που είχε βρεθεί θαμμένη κατά το 2011 εντός ενός κλιβάνου της ύστερης περιόδου Ubaid (ύστερη 5η χιλ. π.Χ.) μεταφέρθηκε στην Αθήνα και μελετήθηκε στο Wiener Laboratory από την Dr. Sherry Fox. Δείγμα του σκελετού εστάλη για ανάλυση C-14 στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνας.Στο αρχαιοβοτανικό υλικό βρέθηκαν κυρίως σπόροι κριθαριού και σιταριού στο Tell Nader (τοποθεσία με κατοίκηση από τη Χαλκολιθική έως και την Ισλαμική περίοδο, για την οποία το Πανεπιστήμιο Αθηνών έχει κατοχυρώσει δικαίωμα ανασκαφικής έρευνας).Ενα σπάνιο εύρημα είναι το όστρακο ενός αττικού μελαμβαφούς αγγείου του πρώτου μισού του 4ου αιώνα. Είναι το πρώτο ελληνικό εύρημα αυτής της περιόδου από την ευρύτερη περιοχή.
Θα μπορούσε ίσως να συνδεθεί με τους Μύριους του Ξενοφώντα, οι οποίοι βρέθηκαν 3-4 μόλις χιλιόμετρα δυτικά του Tell Baqrta στην πορεία τους προς τον Εύξεινο Πόντο (401 π.Χ.).Σε συνεργασία με τον Dr. J. MacGinnis του Πανεπιστημίου Cambridge, κατέληξαν στην πιθανότητα η πόλη Tell Baqrta να ταυτίζεται με την πόλη Baqaru της νεοασσυριακής περιόδου (περ. 10ος-7ος αι. π.Χ.) και με την έδρα του βασιλείου Qabra της παλαιοβαβυλωνιακής περιόδου (1ο μισό 2ης χιλιετίας π.Χ.). Εάν όντως ισχύει αυτό, τότε στη θέση αναμένεται να ανακαλυφθεί ανάκτορο και πιθανότατα και αρχείο πινακίδων. Μετά από αυτές τις ανακαλύψεις, ενδιαφέρον εκδήλωσαν για τις έρευνες Πανεπιστήμια της Ιταλίας και Γαλλίας.
Τον Σεπτέμβριο του 2012, η Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων Κουρδιστάν χρηματοδότησε την παραγωγή ενός ντοκιμαντέρ σχετικά με την ανασκαφή του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Tell Nader και την ανασκαφή του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στο Arab Qadim του Ερμπίλ.Εντυπωσιακό ήταν το φωτογραφικό υλικό που κατέθεσαν στο τριήμερο συνέδριο οι σύνεδροι αρχαιολόγοι, οι οποίοι απέδειξαν με τα ευρήματά τους ότι οι αρχαιολογικοί χώροι βρίσκονται μέσα στο μεγάλο Κουρδιστάν (σήμερα διαμελισμένο σε τέσσερα κράτη, Ιράκ, Ιράν, Συρία και Τουρκία) και είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι μεταξύ τους ως ενιαίος αρχαίος πολιτισμός με ιστορία χιλιάδων ετών.
Το βράδυ της δεύτερης ημέρας, ο Ιρακινός πρέσβης, Μπουρχάν Τζαφ, παρέθεσε δεξίωση προς τιμήν των συνέδρων και βράβευσε τον «ενθουσιώδη και ιδιαίτερα ικανό ερευνητή» δρα Κωνσταντίνο Κοπανιά για τη συνεχή επιστημονική συνεισφορά του στο πεδίο της αρχαιολογίας της Κουρδικής Περιφέρειας.
Του Τζεμίλ Τουράν
Η αξία του εδάφους της Μεσοποταμίας δεν περιορίζεται μόνο στον ορυκτό πλούτο. Εγκειται και στα ανασκαφικά ευρήματα που μαρτυρούν το πέρασμα από αυτήν την ευλογημένη περιοχή σπουδαίων πολιτισμών. Αυτά τα ευρήματα απασχόλησαν το τριήμερο συνέδριο «Αρχαιολογική έρευνα στην Περιφέρεια Κουρδιστάν του Ιράκ και στις όμορες περιοχές», που έγινε στην Αθήνα 1-3 Νοεμβρίου, με συμμετοχή 102 συνέδρων από 15 χώρες (Αγγλία, Αυστρία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, ΗΠΑ, Ιαπωνία, Ιράκ, Ιράν, Ιταλία, Ολλανδία, Πολωνία, Πορτογαλία, Τουρκία, Τσεχία).
Οι διοργανωτές
Διοργανωτές ήταν το Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), το Τμήμα Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Salahaddin του Ερμπίλ και το McDonald Institute for Archaeological Research του Πανεπιστημίου Cambridge. Είχε δε την υποστήριξη του υπουργείου Εξωτερικών, του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού Ελλάδας, της Γενικής Διεύθυνσης Αρχαιοτήτων Περιφέρειας Κουρδιστάν του Ιράκ, της πρεσβείας του Ιράκ στην Ελλάδα, του Τμήματος Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Salahaddin του Ερμπίλ, καθώς και της Επιτροπής Αναβίωσης της Ακρόπολης του Ερμπίλ.
Οπως ανέφερε στην εισαγωγική του ομιλία ο πρέσβης του Ιράκ στην Αθήνα, Μπουρχάν Τζαφ, ο κυβερνήτης του Ερμπίλ, Nawzad Hadi Mawlood, προσκάλεσε μία ομάδα από το Πανεπιστήμιο Αθηνών από την οποία ζήτησε να προσπαθήσει, στηριζόμενη στις μέχρι τούδε θεωρίες, να εντοπίσει το ακριβές σημείο της ιστορικής μάχης στα Γαυγάμηλα.
Το Τμήμα Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου αποδέχθηκε την πρόσκληση και μια ομάδα υπό τον δρα Κωνσταντίνο Κοπανιά εργάστηκε με ζήλο στο Κουρδιστάν-Ιράκ.Η αρχή έγινε -στο πλαίσιο της τοπογραφικής μελέτης- με την καταγραφή του αριθμού των ελληνικών επιγραφών και νομισμάτων που βρίσκονται στα Μουσεία του Ερμπίλ και του Ντουχόκ.Στη συνέχεια τα ευρήματα ήταν εντυπωσιακά. Το 2011 και το 2012 οι ανασκαφές στο Tell Nader, στο Ερμπίλ, έφεραν στο φως τμήμα ενός οικισμού που χρονολογείται από την 7η έως και την 1η χιλιετία π.Χ. Πρόκειται για μία από τις αρχαιότερες γνωστές θέσεις στη ΒΑ Μεσοποταμία και τη μοναδική αυτής της περιόδου που ανασκάπτεται συστηματικά.
Στα περίχωρα του Ερμπίλ η αρχαιολογική σκαπάνη οδήγησε στην πόλη Idu (σημερινή Satu Qala), που έχει ζωή 3.000 ετών. Η πόλη αυτή ήταν υπό τον έλεγχο της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας και απέκτησε την ανεξαρτησία της όταν η αυτοκρατορία διαλύθηκε. «Ηταν τόσος ο ανασκαφικός πλούτος που ο δρ Κοπανιάς προσκάλεσε ειδικούς ακαδημαϊκούς από όλον τον δυτικό κόσμο προκειμένου να βοηθήσουν στις έρευνές του αναλύοντας τα ευρήματα.
Και αποκαλύφθηκε σειρά βιοτεχνικών εγκαταστάσεων, κατασκευασμένων από πηλό, που χρησίμευαν στην παραγωγή κεραμικής, και πιθανώς στη χύτευση χαλκού.Τα έως τώρα ευρήματα είναι 44.384 όστρακα αγγείων συνολικού βάρους ενός τόνου, 42 λίθινα αντικείμενα από οψιανό (οι αναλύσεις στα εργαστήρια του Πανεπιστημίου McMaster στον Καναδά έδειξαν ότι προέρχονται από την ευρύτερη περιοχή της λίμνης του Βαν, κυρίως από το Bingöl και το Nemrut Dag στο Κουρδιστάν-Τουρκία), 4.122 λίθινα αντικείμενα από πυριτόλιθο, 25 πήλινα ειδώλια με παραστάσεις ζώων (κυρίως βοοειδών, κριαριών και ίσως και σκύλων), 25 πήλινοι ήλοι (τυπικά ευρήματα θέσεων Ubaid), 17 χάνδρες, 10 πήλινα και λίθινα υφαντικά βάρη, καθώς και ένα ιδιαίτερα σπάνιο πλαστικό αγγείο με παράσταση πτηνού.
Σκελετός γυναίκας
Ο σκελετός μιας γυναίκας που είχε βρεθεί θαμμένη κατά το 2011 εντός ενός κλιβάνου της ύστερης περιόδου Ubaid (ύστερη 5η χιλ. π.Χ.) μεταφέρθηκε στην Αθήνα και μελετήθηκε στο Wiener Laboratory από την Dr. Sherry Fox. Δείγμα του σκελετού εστάλη για ανάλυση C-14 στο Πανεπιστήμιο της Αριζόνας.Στο αρχαιοβοτανικό υλικό βρέθηκαν κυρίως σπόροι κριθαριού και σιταριού στο Tell Nader (τοποθεσία με κατοίκηση από τη Χαλκολιθική έως και την Ισλαμική περίοδο, για την οποία το Πανεπιστήμιο Αθηνών έχει κατοχυρώσει δικαίωμα ανασκαφικής έρευνας).Ενα σπάνιο εύρημα είναι το όστρακο ενός αττικού μελαμβαφούς αγγείου του πρώτου μισού του 4ου αιώνα. Είναι το πρώτο ελληνικό εύρημα αυτής της περιόδου από την ευρύτερη περιοχή.
Θα μπορούσε ίσως να συνδεθεί με τους Μύριους του Ξενοφώντα, οι οποίοι βρέθηκαν 3-4 μόλις χιλιόμετρα δυτικά του Tell Baqrta στην πορεία τους προς τον Εύξεινο Πόντο (401 π.Χ.).Σε συνεργασία με τον Dr. J. MacGinnis του Πανεπιστημίου Cambridge, κατέληξαν στην πιθανότητα η πόλη Tell Baqrta να ταυτίζεται με την πόλη Baqaru της νεοασσυριακής περιόδου (περ. 10ος-7ος αι. π.Χ.) και με την έδρα του βασιλείου Qabra της παλαιοβαβυλωνιακής περιόδου (1ο μισό 2ης χιλιετίας π.Χ.). Εάν όντως ισχύει αυτό, τότε στη θέση αναμένεται να ανακαλυφθεί ανάκτορο και πιθανότατα και αρχείο πινακίδων. Μετά από αυτές τις ανακαλύψεις, ενδιαφέρον εκδήλωσαν για τις έρευνες Πανεπιστήμια της Ιταλίας και Γαλλίας.
Τον Σεπτέμβριο του 2012, η Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων Κουρδιστάν χρηματοδότησε την παραγωγή ενός ντοκιμαντέρ σχετικά με την ανασκαφή του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Tell Nader και την ανασκαφή του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στο Arab Qadim του Ερμπίλ.Εντυπωσιακό ήταν το φωτογραφικό υλικό που κατέθεσαν στο τριήμερο συνέδριο οι σύνεδροι αρχαιολόγοι, οι οποίοι απέδειξαν με τα ευρήματά τους ότι οι αρχαιολογικοί χώροι βρίσκονται μέσα στο μεγάλο Κουρδιστάν (σήμερα διαμελισμένο σε τέσσερα κράτη, Ιράκ, Ιράν, Συρία και Τουρκία) και είναι άρρηκτα συνδεδεμένοι μεταξύ τους ως ενιαίος αρχαίος πολιτισμός με ιστορία χιλιάδων ετών.
Το βράδυ της δεύτερης ημέρας, ο Ιρακινός πρέσβης, Μπουρχάν Τζαφ, παρέθεσε δεξίωση προς τιμήν των συνέδρων και βράβευσε τον «ενθουσιώδη και ιδιαίτερα ικανό ερευνητή» δρα Κωνσταντίνο Κοπανιά για τη συνεχή επιστημονική συνεισφορά του στο πεδίο της αρχαιολογίας της Κουρδικής Περιφέρειας.