Την
αντίδραση της Αθήνας προκάλεσε η προσπάθεια του εκπροσώπου του
τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών να συνδέσει τα δικαιώματα της ελληνικής
κοινότητας στην Τουρκία με τη μουσουλμανική μειονότητα στη Θράκη.
Μια απλή σύγκριση αρκεί για να κατανοήσει ο οποιοσδήποτε τα αυτονόητα,
είναι η πάγια θέση του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών, την οποία
επανέλαβε ο εκπρόσωπός του Κωνσταντίνος Κούτρας.
«Οι αριθμοί είναι εύγλωττοι και σημαίνουν πολλά για την κατάσταση της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη και της Ελληνικής Ορθόδοξης μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο. Ο καθένας μπορεί να κρίνει ποια μειονότητα ακμάζει και ποια έχει συρρικνωθεί» ανέφερε.
Ο ίδιος υπενθύμισε ότι «η Ελλάδα είναι ήδη από το 1981 κράτος- μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ η Τουρκία επιδιώκει -με τη στήριξη της Ελλάδος»- την ένταξή της στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Αυτό όμως προϋποθέτει το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και όλου του κοινοτικού κεκτημένου, κάτι που συνεπάγεται αλλαγή αντιλήψεων και πρακτικών».
Νωρίτερα, ο εκπρόσωπος του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών υποστήριξε ότι η πρόοδος που έχει σημειωθεί στην προστασία των δικαιωμάτων των μειονοτήτων στην Τουρκία είναι ευρύτερα γνωστή και αποδεκτή, προσθέτοντας ότι «θα βοηθούσε αν και η Αθήνα προχωρούσε προς την ίδια κατεύθυνση».
Σύμφωνα με τον Τούρκο εκπρόσωπο, η θέση των μελών της ελληνικής μειονότητας στη χώρα του, μετά από τις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις, «είναι πολύ πιο μπροστά από τη θέση των ομογενών μας στην Ελλάδα», και επανέφερε εκ νέου το θέμα της εκλογής μουφτήδων.
Έθεσε επίσης θέμα τουρκικής μειονότητας στη Δωδεκάνησο, υποστηρίζοντας πως «οι ομογενείς μας στα Δωδεκάνησα, παρεμποδίζονται εδώ και 40 χρόνια να εκπαιδευθούν στην τουρκική και να εκλέγουν και αυτοί τους θρησκευτικούς τους ηγέτες».
Μία ημέρα νωρίτερα, ο Τούρκος πρωθυπουργός, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, είχε δηλώσει ότι η Αγκυρα αναμένει μια αμοιβαία κίνηση από την Ελλάδα, όπως η εκλογή των μουφτήδων στη Θράκη, προκειμένου να αρθούν τα εμπόδια για την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
Όπως είπε, η τουρκική κυβέρνηση δεν διορίζει τον ελληνο-ορθόδοξο Οικουμενικό Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη. «Γιατί λοιπόν θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να αποφασίσει για το θρησκευτικό ηγέτη της τουρκικής κοινότητας στη δυτική Θράκη;» σχολίασε.
Τέλος, ζήτησε από την ελληνική πλευρά να ανοίξει ως λατρευτικούς χώρους δύο οθωμανικά τεμένη που βρίσκονται στην Αθήνα. «Είπαμε στην Ελλάδα, επιτρέψτε να φτιάξουμε τα τεμένη αυτά, δώστε άδεια για την επιδιόρθωση του τεμένους Φετχιγέ και εμείς μπορούμε να ανοίξουμε σε ένα λεπτό τη Θεολογική Σχολή» κατέληξε ο κ. Ερντογάν.
Γ.Μανδαλίδης
«Οι αριθμοί είναι εύγλωττοι και σημαίνουν πολλά για την κατάσταση της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη και της Ελληνικής Ορθόδοξης μειονότητας στην Κωνσταντινούπολη, την Ίμβρο και την Τένεδο. Ο καθένας μπορεί να κρίνει ποια μειονότητα ακμάζει και ποια έχει συρρικνωθεί» ανέφερε.
Ο ίδιος υπενθύμισε ότι «η Ελλάδα είναι ήδη από το 1981 κράτος- μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ η Τουρκία επιδιώκει -με τη στήριξη της Ελλάδος»- την ένταξή της στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Αυτό όμως προϋποθέτει το σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και όλου του κοινοτικού κεκτημένου, κάτι που συνεπάγεται αλλαγή αντιλήψεων και πρακτικών».
Νωρίτερα, ο εκπρόσωπος του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών υποστήριξε ότι η πρόοδος που έχει σημειωθεί στην προστασία των δικαιωμάτων των μειονοτήτων στην Τουρκία είναι ευρύτερα γνωστή και αποδεκτή, προσθέτοντας ότι «θα βοηθούσε αν και η Αθήνα προχωρούσε προς την ίδια κατεύθυνση».
Σύμφωνα με τον Τούρκο εκπρόσωπο, η θέση των μελών της ελληνικής μειονότητας στη χώρα του, μετά από τις πρόσφατες μεταρρυθμίσεις, «είναι πολύ πιο μπροστά από τη θέση των ομογενών μας στην Ελλάδα», και επανέφερε εκ νέου το θέμα της εκλογής μουφτήδων.
Έθεσε επίσης θέμα τουρκικής μειονότητας στη Δωδεκάνησο, υποστηρίζοντας πως «οι ομογενείς μας στα Δωδεκάνησα, παρεμποδίζονται εδώ και 40 χρόνια να εκπαιδευθούν στην τουρκική και να εκλέγουν και αυτοί τους θρησκευτικούς τους ηγέτες».
Μία ημέρα νωρίτερα, ο Τούρκος πρωθυπουργός, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, είχε δηλώσει ότι η Αγκυρα αναμένει μια αμοιβαία κίνηση από την Ελλάδα, όπως η εκλογή των μουφτήδων στη Θράκη, προκειμένου να αρθούν τα εμπόδια για την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης.
Όπως είπε, η τουρκική κυβέρνηση δεν διορίζει τον ελληνο-ορθόδοξο Οικουμενικό Πατριάρχη στην Κωνσταντινούπολη. «Γιατί λοιπόν θα πρέπει η ελληνική κυβέρνηση να αποφασίσει για το θρησκευτικό ηγέτη της τουρκικής κοινότητας στη δυτική Θράκη;» σχολίασε.
Τέλος, ζήτησε από την ελληνική πλευρά να ανοίξει ως λατρευτικούς χώρους δύο οθωμανικά τεμένη που βρίσκονται στην Αθήνα. «Είπαμε στην Ελλάδα, επιτρέψτε να φτιάξουμε τα τεμένη αυτά, δώστε άδεια για την επιδιόρθωση του τεμένους Φετχιγέ και εμείς μπορούμε να ανοίξουμε σε ένα λεπτό τη Θεολογική Σχολή» κατέληξε ο κ. Ερντογάν.
Γ.Μανδαλίδης
Newsroom ΔΟΛ