Ο Ελληνας πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, ο αντιπρόεδρος της
κυβέρνησης Ευάγγελος Βενιζέλος και ο υπουργός Εθνικής Αμυνας Δημήτρης
Αβραμόπουλος είχαν συναντήσεις κορυφής με τους επικεφαλής των ισχυρών
αμερικανοεβραϊκών οργανώσεων κατά τη διάρκεια των πρόσφατων επίσημων
περιοδειών τους στις ΗΠΑ. Κινήσεις ουσίας σε μια διεθνοπολιτική σκακιέρα
που εμφανίζει ολοένα και μεγαλύτερα στοιχεία συστημικής πολυπλοκότητας.
Σε αυτήν τη συστημικά προκλητική εποχή η Ελλάδα χρειάζεται α) δομική
εξωστρέφεια, β) ενίσχυση των υφιστάμενων συμμαχικών δεσμών, γ) τη
δημιουργική αξιοποίηση των πηγών προβολής της ήπιας ισχύος και, βέβαια,
δ) ενέργειες επούλωσης των πληγών που τα τελευταία χρόνια αποτυπώθηκαν
στο κύρος και το γόητρό της.
Και ενώ η ελληνική Πολιτεία αξιοποιεί δημιουργικά την επιβεβλημένη εξωστρέφεια, υφίσταται έλλειμμα πολιτικής ως προς την ενδυνάμωση των δεσμών του μητροπολιτικού κέντρου με την ομογένειά μας στις ΗΠΑ πρωτίστως αλλά και στον Καναδά, και στην Αυστραλία. Ισως αυτό να ηχεί υπερβολικό, αφού η κοινή αντίληψη στο εσωτερικό του ελλαδικού κράτους είναι ότι οι σχέσεις μας με την ελληνική διασπορά είναι αδιασάλευτες και σταθερές, αλλά τα πράγματα έχουν αλλάξει κατά πολύ τις τελευταίες δεκαετίες. Η ελληνική ομογένεια βρίσκεται σε συρρίκνωση σε διεθνές επίπεδο, καθώς πλέον ο πυρήνας της έχει εισέλθει στην τέταρτη γενιά, κατά μέσο όρο, ενώ οι δεσμοί με την ελληνική γλώσσα έχουν ασθενήσει με υπαιτιότητα της επίσημης ελληνικής Πολιτείας.
Το ελλαδικό κράτος έχει αρχίσει και χάνει ίσως το σημαντικότερο όπλο ήπιας ισχύος, το οποίο διέθετε στη διεθνή αρένα κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, τη διασπορά του. Και μπορεί ταινίες όπως το «My big fat Greek wedding» να απασχόλησαν το Hollywood πριν από μερικά χρόνια ως εισπρακτικές επιτυχίες, αλλά η αναπαραγωγή στερεότυπων για τον ομφαλοσκόπο πάτερ φαμίλια και την πληθωρική μητέρα που ξέρει μόνο να φτιάχνει μουσακά και να περιφρουρεί την αρετή της νύφης, όπως γινόταν στην ελληνική επαρχία στη δεκαετία του '50, σίγουρα δεν αποδίδει ορθά τη δυναμική της ελληνικής ομογένειας.
Τι μπορεί να γίνει; Το έχω υποστηρίξει εδώ και καιρό και το επαναλαμβάνω. Να ακολουθήσουμε το ανάλογο επιτυχημένο μοντέλο του Ισραήλ. Να δοθεί, δηλαδή, ιδιαίτερη βαρύτητα στην επανασύνδεση του ελληνικού κράτους με την ελληνική ομογένεια, να χτιστούν περισσότεροι παιδικοί σταθμοί και περισσότερα σχολεία εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας στις ΗΠΑ, να μπορέσει η ελληνορθόδοξη εκκλησία να συνδεθεί σε ακόμη μεγαλύτερο βάθος με την καθημερινότητα των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων και, ασφαλώς, να δημιουργηθούν έδρες νεοελληνικών σπουδών, λογοτεχνίας, ποίησης αλλά και πολιτικής, που θα χρηματοδοτούνται από την ελληνική εφοπλιστική κοινότητα με την επίσημη αναγνώριση από την ελληνική Πολιτεία και γενναίες φορολογικές απαλλαγές ως αναγνώριση της προσφοράς. Είναι δυνατόν να γίνουν τέτοιες κινήσεις αυτή την κρίσιμη στιγμή για τους οικονομικούς μας δείκτες; Ναι, γιατί τέτοιες πολιτικές αποτελούν εθνικές επενδύσεις και όχι απλώς έξοδα παραστάσεως. Με άλλα λόγια, αποτελούν πολιτικές με σημαντικό μεσοπρόθεσμο ανταποδοτικό όφελος για την Ελλάδα, που αξιοποιούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα λεφτά του Ελληνα φορολογούμενου.
Ποιος είναι ο πολιτικός στόχος μιας τέτοιας διαδικασίας; Να αυξήσουμε τη δυναμική επηρεασμού της Ελλάδας στον πυρήνα των διεθνών εξελίξεων. Ταυτοχρόνως, να γίνει η επανασύνδεση του μητροπολιτικού κέντρου με τη διασπορά. Δυστυχώς, η αυτοδιαπόμπευση, που μέρος του ελληνικού πολιτικού κόσμου εφάρμοσε με αιχμή του δόρατος το ανορθολογικό επιχείρημα «ο πιο διεφθαρμένος λαός», τραυμάτισε βαθύτατα τις ευαίσθητες χορδές της διασποράς μας. Οφείλουμε να εξηγήσουμε στη διασπορά μας πόσο υπερήφανοι είμαστε γι’ αυτούς, ότι χρειαζόμαστε τη στήριξή τους σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές και ότι στόχος μας είναι να τους κάνουμε ξανά υπερήφανους για τις ρίζες τους μέσω της επαναφοράς της Ελλάδας σε status διεθνούς κανονικότητας. Χρειαζόμαστε τη δύναμη της ομογένειάς μας και αυτή πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν είναι δανεική.
Σπύρος Ν. Λίτσας
Και ενώ η ελληνική Πολιτεία αξιοποιεί δημιουργικά την επιβεβλημένη εξωστρέφεια, υφίσταται έλλειμμα πολιτικής ως προς την ενδυνάμωση των δεσμών του μητροπολιτικού κέντρου με την ομογένειά μας στις ΗΠΑ πρωτίστως αλλά και στον Καναδά, και στην Αυστραλία. Ισως αυτό να ηχεί υπερβολικό, αφού η κοινή αντίληψη στο εσωτερικό του ελλαδικού κράτους είναι ότι οι σχέσεις μας με την ελληνική διασπορά είναι αδιασάλευτες και σταθερές, αλλά τα πράγματα έχουν αλλάξει κατά πολύ τις τελευταίες δεκαετίες. Η ελληνική ομογένεια βρίσκεται σε συρρίκνωση σε διεθνές επίπεδο, καθώς πλέον ο πυρήνας της έχει εισέλθει στην τέταρτη γενιά, κατά μέσο όρο, ενώ οι δεσμοί με την ελληνική γλώσσα έχουν ασθενήσει με υπαιτιότητα της επίσημης ελληνικής Πολιτείας.
Το ελλαδικό κράτος έχει αρχίσει και χάνει ίσως το σημαντικότερο όπλο ήπιας ισχύος, το οποίο διέθετε στη διεθνή αρένα κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα, τη διασπορά του. Και μπορεί ταινίες όπως το «My big fat Greek wedding» να απασχόλησαν το Hollywood πριν από μερικά χρόνια ως εισπρακτικές επιτυχίες, αλλά η αναπαραγωγή στερεότυπων για τον ομφαλοσκόπο πάτερ φαμίλια και την πληθωρική μητέρα που ξέρει μόνο να φτιάχνει μουσακά και να περιφρουρεί την αρετή της νύφης, όπως γινόταν στην ελληνική επαρχία στη δεκαετία του '50, σίγουρα δεν αποδίδει ορθά τη δυναμική της ελληνικής ομογένειας.
Τι μπορεί να γίνει; Το έχω υποστηρίξει εδώ και καιρό και το επαναλαμβάνω. Να ακολουθήσουμε το ανάλογο επιτυχημένο μοντέλο του Ισραήλ. Να δοθεί, δηλαδή, ιδιαίτερη βαρύτητα στην επανασύνδεση του ελληνικού κράτους με την ελληνική ομογένεια, να χτιστούν περισσότεροι παιδικοί σταθμοί και περισσότερα σχολεία εκμάθησης της ελληνικής γλώσσας στις ΗΠΑ, να μπορέσει η ελληνορθόδοξη εκκλησία να συνδεθεί σε ακόμη μεγαλύτερο βάθος με την καθημερινότητα των ελληνορθόδοξων κοινοτήτων και, ασφαλώς, να δημιουργηθούν έδρες νεοελληνικών σπουδών, λογοτεχνίας, ποίησης αλλά και πολιτικής, που θα χρηματοδοτούνται από την ελληνική εφοπλιστική κοινότητα με την επίσημη αναγνώριση από την ελληνική Πολιτεία και γενναίες φορολογικές απαλλαγές ως αναγνώριση της προσφοράς. Είναι δυνατόν να γίνουν τέτοιες κινήσεις αυτή την κρίσιμη στιγμή για τους οικονομικούς μας δείκτες; Ναι, γιατί τέτοιες πολιτικές αποτελούν εθνικές επενδύσεις και όχι απλώς έξοδα παραστάσεως. Με άλλα λόγια, αποτελούν πολιτικές με σημαντικό μεσοπρόθεσμο ανταποδοτικό όφελος για την Ελλάδα, που αξιοποιούν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τα λεφτά του Ελληνα φορολογούμενου.
Ποιος είναι ο πολιτικός στόχος μιας τέτοιας διαδικασίας; Να αυξήσουμε τη δυναμική επηρεασμού της Ελλάδας στον πυρήνα των διεθνών εξελίξεων. Ταυτοχρόνως, να γίνει η επανασύνδεση του μητροπολιτικού κέντρου με τη διασπορά. Δυστυχώς, η αυτοδιαπόμπευση, που μέρος του ελληνικού πολιτικού κόσμου εφάρμοσε με αιχμή του δόρατος το ανορθολογικό επιχείρημα «ο πιο διεφθαρμένος λαός», τραυμάτισε βαθύτατα τις ευαίσθητες χορδές της διασποράς μας. Οφείλουμε να εξηγήσουμε στη διασπορά μας πόσο υπερήφανοι είμαστε γι’ αυτούς, ότι χρειαζόμαστε τη στήριξή τους σε αυτές τις κρίσιμες στιγμές και ότι στόχος μας είναι να τους κάνουμε ξανά υπερήφανους για τις ρίζες τους μέσω της επαναφοράς της Ελλάδας σε status διεθνούς κανονικότητας. Χρειαζόμαστε τη δύναμη της ομογένειάς μας και αυτή πρέπει να σημειώσουμε ότι δεν είναι δανεική.
Σπύρος Ν. Λίτσας