ΣΥΡΙΑ Με τη θανατική
απειλή των τρομοκρατών της Αλ Νούσρα από τη μία και του Ασαντ από την
άλλη δεκάδες χιλιάδες απελπισμένοι Κούρδοι πέρασαν τον Τίγρη με τη
βοήθεια των πεσμεργκά για να σμίξουν με «τα αδέρφια τους» στο Κουρδιστάν
του Ιράκ. Το Ροζαβά όμως δεν πρέπει να αδειάσει…
Του Τζεμίλ Τουράν
Κι ενώ οι ΗΠΑ ήταν έτοιμες να «χειρουργήσουν», με τη Γαλλία σε ρόλο αποκλειστικής νοσοκόμας (ίσως ακόμη δεν έχει ξεπεράσει το γεγονός ότι το 1946 έχασε την κυριαρχία της στη Συρία) και τη Ρωσία να διαπραγματεύεται τα συριακά χημικά, ο συριακός λαός πεθαίνει ή παίρνει άρον άρον τον δρόμο της προσφυγιάς, που συνήθως είναι χωρίς επιστροφή. Φτηνές ζωές σε πλούσια εδάφη. Και δώσ’ του και μαζεύονται όλα τα «G», πότε 20, πότε 17, και μιλούν για συμφέροντα, για σχεδιασμούς και σκοπιμότητες, για τόξα θρησκευτικά και συνεργασίες την ίδια ώρα που οι μάνες σφίγγουν στον κόρφο τους όλο και περισσότερο τα παιδιά τους και οι άντρες νιώθουν το μίσος να θεριεύει για όλους και για όλα.
Περνούν τον Τίγρη
Ημουν στο Ερμπίλ, στο Κουρδιστάν Ιράκ, για το Κουρδικό Συνέδριο, που λόγω των γεγονότων με τη Συρία αναβλήθηκε, και μάθαμε ότι πάνω από 30 χιλιάδες Κούρδοι από το Ροζαβά (έτσι λέγεται το κομμάτι του Κουρδιστάν που βρίσκεται στη Συρία) έχουν μαζευτεί στα σύνορα Ιράκ – Συρίας με σκοπό να περάσουν από τον ποταμό Τίγρη στα ιρακινά εδάφη. Στη Συρία δεν είχε ζωή γι’ αυτούς. Αντιπολιτεύονταν χρόνια το καθεστώς Ασαντ, που στραγγάλιζε τον πολιτισμό τους, τη γλώσσα τους, τα δικαιώματά τους. Κι όταν ήρθε η στιγμή να «μιλήσουν» για την ανατροπή του Ασαντ, μπήκε στους κόλπους της αντιπολίτευσης η Αλ Νούσρα, το παρακλάδι της Αλ Κάιντα, που έστρεψε τα όπλα της εναντίον τους αλλά και εναντίον των χριστιανών και όλων των μειονοτήτων και εναντίον των καθεστωτικών. Μια πραγματική δολοφονική, τρομοκρατική δύναμη εκκαθάρισης. Η Αλ Νούσρα επιθυμεί τον έλεγχο μιας «καθαρής» Συρίας κι αυτό το μεθοδεύει με δύο τρόπους: με τις δολοφονίες και την εξώθηση ανθρώπων στη φυγή. Κι από την άλλη ο Ασαντ, με τη Χεζμπολάχ της Βηρυτού και πολεμιστές από Ιράν και Ιράκ στο πλευρό του, να σκοτώνει ακόμη και με χημικά. Πού να σταθούν οι Κούρδοι του Ροζαβά;
Στην απελπισία τους, στον τρόμο για τα χημικά, στον φόβο του επερχόμενου θανάτου, το Κουρδιστάν στο Ιράκ φάνταζε σαν το γαλατικό χωριό. Εκεί ήταν τα ελεύθερα αδέρφια τους – ίδια γλώσσα, ίδιος πολιτισμός.
Οταν φτάσαμε στον Τίγρη, στα σύνορα με τη Συρία, για να διαπιστώσουμε αν είναι πραγματική η είδηση, η εικόνα ήταν συγκλονιστική. Χιλιάδες άνθρωποι στην απέναντι όχθη έτοιμοι να πέσουν στα νερά του ποταμού και οι “πεσμεργκά” από τα ιρακινά εδάφη να προσπαθούν να τους συγκρατήσουν με φωνές, να μην πέσουν στα ύπουλα νερά του Τίγρη, που φαίνονται ήρεμα, αλλά τα υπόγεια ρεύματά του έχουν οδηγήσει στον πνιγμό πολλούς. Τους φώναζαν, τους παρακαλούσαν να μείνουν εκεί και τους έλεγαν πως ο πρόεδρος Μπαρζανί θα φτιάξει γέφυρα για να περάσουν.
Θεώρησα ότι με αυτό το ψέμα προσπαθούσαν να ηρεμήσουν τον κόσμο και πως με τα τέσσερα μικρά στρατιωτικά βαρκάκια που ήταν ήδη μέσα στον ποταμό θα προσπαθούσαν με τη σειρά και με απόλυτη τάξη να περάσουν τους πρόσφυγες στα ιρακινά εδάφη. Το να στηθεί γέφυρα μου φαινόταν τόσο δύσκολο όσο το να εμφανιστεί ο Μωυσής και να ανοίξει στα δύο τα νερά του Τίγρη.
Ομως τα βαρκάκια δεν ξεκινούν, ο κόσμος απέναντι κάτω από τον καυτό ήλιο με θερμοκρασία 40 με 45 βαθμούς κλαίει, φωνάζει, εκλιπαρεί. Τα τριάντα μέτρα φάρδος του ποταμού φαντάζουν για τους περισσότερους παιχνίδι κι αν κάτι τους συγκρατεί εκτός από τις φωνές των “πεσμεργκά” είναι η αδυναμία των παιδιών τους. Πώς να εμπιστευτούν τα νερά;
Πέρασαν τουλάχιστον τρεις ώρες ώσπου ακούστηκαν τα λυτρωτικά μουγκανητά από τις τεράστιες νταλίκες που έφταναν στον ποταμό, κουβαλώντας τα εξαρτήματα για το στήσιμο της γέφυρας. Μέσα σε δέκα ώρες είχε ξεδιπλωθεί η γέφυρα των προσφύγων. «Σιγά σιγά, με ηρεμία, πρέπει να αντέξει η γέφυρα» φώναζαν οι πεσμεργκά που τα δάκρυά τους είχαν γίνει ένα με τον ιδρώτα. Στην αγωνία τους να περάσουν όλοι ξέχασαν και τον κίνδυνο που υπήρχε να χτυπηθεί στρατιωτικά από την πλευρά της Συρίας η γέφυρα, αφού κανονικά, και βάσει των διεθνών συνθηκών, αυτό που γινόταν ήταν παράνομο.
Στρατόπεδο υποδοχής
Οι στρατιωτικές βάρκες μόνο όταν στήθηκε η γέφυρα ανέλαβαν δράση. Αρχισαν να μεταφέρουν έγκυες, γέροντες και αδύναμους ανθρώπους. Συγκλονιστικές οι αντιδράσεις των Κούρδων Ροζαβά μόλις πατούσαν το πόδι τους στο Κουρδιστάν Ιράκ. Και χαμόγελα, πολλά χαμόγελα στη σκιά θλιμμένων ματιών.Οταν ολοκληρώθηκε το πέρασμα, οι πρόσφυγες επιβιβάστηκαν σε φορτηγά, ακόμη και στις νταλίκες που είχαν φέρει προηγουμένως τα «κομμάτια» της γέφυρας και οδηγήθηκαν σ’ ένα μεγάλο στρατόπεδο, το Κεβργκόσκ, 25 χλμ. έξω από το Ερμπίλ.Πριν από είκοσι μέρες που είχα περάσει από κει δεν υπήρχε τίποτα, παρά μόνο χωράφια, τα περισσότερα άγονα.
Μέσα σ’ αυτό το εικοσαήμερο στήθηκε το στρατόπεδο κι όμως ήταν απόλυτα οργανωμένο, με νοσοκομείο, παιδικό σταθμό, χώρους υγιεινής και κυρίως πολλούς εθελοντές ντόπιους αλλά και μέλη μη κυβερνητικών οργανώσεων. Η τάξη και η ηρεμία που οδηγούσαν στα καταλύματα τους πρόσφυγες υποδειγματική. Εκείνο που με συγκίνησε, ίσως γιατί ως πρόσφυγας δεν το έζησα εγώ, τουλάχιστον στην αρχή, ήταν η ευγένεια της υποδοχής.
Το ίδιο βράδυ, σε διάγγελμά του προς τον κουρδικό λαό, ο Μπαρζανί ζήτησε από όλους τους μισθωτούς να δώσουν το 20% του μισθού τους «για τα αδέρφια του Ροζαβά». Τα λεφτά πολύ λίγα για τον όγκο των προσφύγων, αφού μέσα σε τρεις τέσσερις μέρες οι πρώτες 30.000 έγιναν 250.000.
Η αντιπροσωπεία του Τμήματος Προσφύγων του ΟΗΕ που επισκέφθηκε για επιθεώρηση τις εγκαταστάσεις μαζί με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας του Κουρδιστάν και μέλη της κυβέρνησης δήλωσαν ότι θα βοηθήσουν υλικά.Αλλά όση κι αν είναι η βοήθεια, όσο άρτια οργανωμένο το στρατόπεδο, τα σπίτια αυτών των ανθρώπων και η ζωή τους έμειναν πίσω και καίγονται.Κι αν αυτή η φυγή συνεχιστεί, τότε θα πετύχει το σχέδιο του καθεστώτος Ασαντ και των φανατικών της Αλ Νούσρα, να αδειάσει το Κουρδιστάν της Συρίας, το Ροζαβά.
Του Τζεμίλ Τουράν
Κι ενώ οι ΗΠΑ ήταν έτοιμες να «χειρουργήσουν», με τη Γαλλία σε ρόλο αποκλειστικής νοσοκόμας (ίσως ακόμη δεν έχει ξεπεράσει το γεγονός ότι το 1946 έχασε την κυριαρχία της στη Συρία) και τη Ρωσία να διαπραγματεύεται τα συριακά χημικά, ο συριακός λαός πεθαίνει ή παίρνει άρον άρον τον δρόμο της προσφυγιάς, που συνήθως είναι χωρίς επιστροφή. Φτηνές ζωές σε πλούσια εδάφη. Και δώσ’ του και μαζεύονται όλα τα «G», πότε 20, πότε 17, και μιλούν για συμφέροντα, για σχεδιασμούς και σκοπιμότητες, για τόξα θρησκευτικά και συνεργασίες την ίδια ώρα που οι μάνες σφίγγουν στον κόρφο τους όλο και περισσότερο τα παιδιά τους και οι άντρες νιώθουν το μίσος να θεριεύει για όλους και για όλα.
Περνούν τον Τίγρη
Ημουν στο Ερμπίλ, στο Κουρδιστάν Ιράκ, για το Κουρδικό Συνέδριο, που λόγω των γεγονότων με τη Συρία αναβλήθηκε, και μάθαμε ότι πάνω από 30 χιλιάδες Κούρδοι από το Ροζαβά (έτσι λέγεται το κομμάτι του Κουρδιστάν που βρίσκεται στη Συρία) έχουν μαζευτεί στα σύνορα Ιράκ – Συρίας με σκοπό να περάσουν από τον ποταμό Τίγρη στα ιρακινά εδάφη. Στη Συρία δεν είχε ζωή γι’ αυτούς. Αντιπολιτεύονταν χρόνια το καθεστώς Ασαντ, που στραγγάλιζε τον πολιτισμό τους, τη γλώσσα τους, τα δικαιώματά τους. Κι όταν ήρθε η στιγμή να «μιλήσουν» για την ανατροπή του Ασαντ, μπήκε στους κόλπους της αντιπολίτευσης η Αλ Νούσρα, το παρακλάδι της Αλ Κάιντα, που έστρεψε τα όπλα της εναντίον τους αλλά και εναντίον των χριστιανών και όλων των μειονοτήτων και εναντίον των καθεστωτικών. Μια πραγματική δολοφονική, τρομοκρατική δύναμη εκκαθάρισης. Η Αλ Νούσρα επιθυμεί τον έλεγχο μιας «καθαρής» Συρίας κι αυτό το μεθοδεύει με δύο τρόπους: με τις δολοφονίες και την εξώθηση ανθρώπων στη φυγή. Κι από την άλλη ο Ασαντ, με τη Χεζμπολάχ της Βηρυτού και πολεμιστές από Ιράν και Ιράκ στο πλευρό του, να σκοτώνει ακόμη και με χημικά. Πού να σταθούν οι Κούρδοι του Ροζαβά;
Στην απελπισία τους, στον τρόμο για τα χημικά, στον φόβο του επερχόμενου θανάτου, το Κουρδιστάν στο Ιράκ φάνταζε σαν το γαλατικό χωριό. Εκεί ήταν τα ελεύθερα αδέρφια τους – ίδια γλώσσα, ίδιος πολιτισμός.
Οταν φτάσαμε στον Τίγρη, στα σύνορα με τη Συρία, για να διαπιστώσουμε αν είναι πραγματική η είδηση, η εικόνα ήταν συγκλονιστική. Χιλιάδες άνθρωποι στην απέναντι όχθη έτοιμοι να πέσουν στα νερά του ποταμού και οι “πεσμεργκά” από τα ιρακινά εδάφη να προσπαθούν να τους συγκρατήσουν με φωνές, να μην πέσουν στα ύπουλα νερά του Τίγρη, που φαίνονται ήρεμα, αλλά τα υπόγεια ρεύματά του έχουν οδηγήσει στον πνιγμό πολλούς. Τους φώναζαν, τους παρακαλούσαν να μείνουν εκεί και τους έλεγαν πως ο πρόεδρος Μπαρζανί θα φτιάξει γέφυρα για να περάσουν.
Θεώρησα ότι με αυτό το ψέμα προσπαθούσαν να ηρεμήσουν τον κόσμο και πως με τα τέσσερα μικρά στρατιωτικά βαρκάκια που ήταν ήδη μέσα στον ποταμό θα προσπαθούσαν με τη σειρά και με απόλυτη τάξη να περάσουν τους πρόσφυγες στα ιρακινά εδάφη. Το να στηθεί γέφυρα μου φαινόταν τόσο δύσκολο όσο το να εμφανιστεί ο Μωυσής και να ανοίξει στα δύο τα νερά του Τίγρη.
Ομως τα βαρκάκια δεν ξεκινούν, ο κόσμος απέναντι κάτω από τον καυτό ήλιο με θερμοκρασία 40 με 45 βαθμούς κλαίει, φωνάζει, εκλιπαρεί. Τα τριάντα μέτρα φάρδος του ποταμού φαντάζουν για τους περισσότερους παιχνίδι κι αν κάτι τους συγκρατεί εκτός από τις φωνές των “πεσμεργκά” είναι η αδυναμία των παιδιών τους. Πώς να εμπιστευτούν τα νερά;
Πέρασαν τουλάχιστον τρεις ώρες ώσπου ακούστηκαν τα λυτρωτικά μουγκανητά από τις τεράστιες νταλίκες που έφταναν στον ποταμό, κουβαλώντας τα εξαρτήματα για το στήσιμο της γέφυρας. Μέσα σε δέκα ώρες είχε ξεδιπλωθεί η γέφυρα των προσφύγων. «Σιγά σιγά, με ηρεμία, πρέπει να αντέξει η γέφυρα» φώναζαν οι πεσμεργκά που τα δάκρυά τους είχαν γίνει ένα με τον ιδρώτα. Στην αγωνία τους να περάσουν όλοι ξέχασαν και τον κίνδυνο που υπήρχε να χτυπηθεί στρατιωτικά από την πλευρά της Συρίας η γέφυρα, αφού κανονικά, και βάσει των διεθνών συνθηκών, αυτό που γινόταν ήταν παράνομο.
Στρατόπεδο υποδοχής
Οι στρατιωτικές βάρκες μόνο όταν στήθηκε η γέφυρα ανέλαβαν δράση. Αρχισαν να μεταφέρουν έγκυες, γέροντες και αδύναμους ανθρώπους. Συγκλονιστικές οι αντιδράσεις των Κούρδων Ροζαβά μόλις πατούσαν το πόδι τους στο Κουρδιστάν Ιράκ. Και χαμόγελα, πολλά χαμόγελα στη σκιά θλιμμένων ματιών.Οταν ολοκληρώθηκε το πέρασμα, οι πρόσφυγες επιβιβάστηκαν σε φορτηγά, ακόμη και στις νταλίκες που είχαν φέρει προηγουμένως τα «κομμάτια» της γέφυρας και οδηγήθηκαν σ’ ένα μεγάλο στρατόπεδο, το Κεβργκόσκ, 25 χλμ. έξω από το Ερμπίλ.Πριν από είκοσι μέρες που είχα περάσει από κει δεν υπήρχε τίποτα, παρά μόνο χωράφια, τα περισσότερα άγονα.
Μέσα σ’ αυτό το εικοσαήμερο στήθηκε το στρατόπεδο κι όμως ήταν απόλυτα οργανωμένο, με νοσοκομείο, παιδικό σταθμό, χώρους υγιεινής και κυρίως πολλούς εθελοντές ντόπιους αλλά και μέλη μη κυβερνητικών οργανώσεων. Η τάξη και η ηρεμία που οδηγούσαν στα καταλύματα τους πρόσφυγες υποδειγματική. Εκείνο που με συγκίνησε, ίσως γιατί ως πρόσφυγας δεν το έζησα εγώ, τουλάχιστον στην αρχή, ήταν η ευγένεια της υποδοχής.
Το ίδιο βράδυ, σε διάγγελμά του προς τον κουρδικό λαό, ο Μπαρζανί ζήτησε από όλους τους μισθωτούς να δώσουν το 20% του μισθού τους «για τα αδέρφια του Ροζαβά». Τα λεφτά πολύ λίγα για τον όγκο των προσφύγων, αφού μέσα σε τρεις τέσσερις μέρες οι πρώτες 30.000 έγιναν 250.000.
Η αντιπροσωπεία του Τμήματος Προσφύγων του ΟΗΕ που επισκέφθηκε για επιθεώρηση τις εγκαταστάσεις μαζί με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας του Κουρδιστάν και μέλη της κυβέρνησης δήλωσαν ότι θα βοηθήσουν υλικά.Αλλά όση κι αν είναι η βοήθεια, όσο άρτια οργανωμένο το στρατόπεδο, τα σπίτια αυτών των ανθρώπων και η ζωή τους έμειναν πίσω και καίγονται.Κι αν αυτή η φυγή συνεχιστεί, τότε θα πετύχει το σχέδιο του καθεστώτος Ασαντ και των φανατικών της Αλ Νούσρα, να αδειάσει το Κουρδιστάν της Συρίας, το Ροζαβά.