Στη Σύνοδο Κορυφής της G-20 στην Αγία Πετρούπολη η διαχείριση της
Κρίσης στη Συρία θα επισκιάσει τη συζήτηση για την πορεία της Παγκόσμιας
Οικονομίας.Είκοσι τέσσερα χρόνια μετά το τέλος του Ψυχρού
Πολέμου η συνεχιζόμενη ψυχροπολεμική αντιπαράθεση Ουάσιγκτον-Μόσχας έχει
ως αποτέλεσμα μια διεθνή ρευστότητα και αβεβαιότητα χειρότερη από αυτήν
της εποχής της διπολικής αντιπαράθεσης, ενώ ο διεθνής συντονισμός για
την παρέμβαση σε κρίσεις και συγκρούσεις βρίσκεται σε πολύ κατώτερο
επίπεδο από ό,τι η αντίστοιχη συνεργασία των Μεγάλων Δυνάμεων της
Ευρώπης στην περίοδο από το τέλος των Ναπολεόντιων Πολέμων και το
Συνέδριο της Βιέννης το 1815, μέχρι και την έκρηξη του Α' Παγκοσμίου
Πολέμου το 1914.
Οπως κατέδειξαν οι κρίσεις στη Γιουγκοσλαβία το 1995 και το 1999, στο Ιράκ το 2003, στη Λιβύη το 2011 και στη Συρία σήμερα, η Ρωσία αρνείται να νομιμοποιήσει κάθε αμερικανική ή και πολυμερή επέμβαση σε συγκρούσεις αν δεν μετέχει ως ισότιμος συνδιαμορφωτής στη λήψη των σχετικών αποφάσεων.
Η ευθύνη είναι προφανώς διπλή: Ούτε οι ΗΠΑ δέχονται να αναγνωρίσουν το status της Μόσχας ως Μεγάλης Δύναμης με προβάδισμα έναντι όλων των άλλων, ούτε όμως και η Ρωσία έχει καταστήσει σαφείς τις προθέσεις της στην πρώην ΕΣΣΔ, αν θα αναγνωρίσει δηλαδή επί της ουσίας την ανεξαρτησία των χωρών της περιοχής ή αν θα προχωρήσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε αυτοκρατορική παλινόρθωση.
Ετσι μπλοκάρεται δραματικά ο ΟΗΕ ως ο νόμιμος και φυσικός διαχειριστής των κρίσεων, ο μόνος αρμόδιος φορέας που μπορεί να αποφασίσει για τη χρήση βίας και πριμοδοτείται η παράταση ζωής του μονομερούς αμερικανικού παρεμβατισμού.
Η στάση της Μόσχας μπορεί να είναι και ένα χρήσιμο άλλοθι για την Ουάσιγκτον, που δεν δείχνει και πολύ δυσαρεστημένη για την απουσία των ελέγχων και των περιορισμών του ΟΗΕ, και ταυτόχρονα σε κάθε επέμβαση αγνοεί και παρακάμπτει επιδεικτικά το διευρυμένο ΝΑΤΟ, το οποίο μετά την απόφαση της Συνόδου Κορυφής της Ουάσιγκτον έχει παγκόσμιες παρεμβατικές αρμοδιότητες.
Οι αντιπαραθέσεις τον Μεγάλων Δυνάμεων τον 10ο αιώνα ήταν εξίσου σημαντικές, χωρίς αυτό να εμποδίζει συμβιβασμούς και κοινές παρεμβάσεις: Χαρακτηριστικό παράδειγμα, παρά τον λυσσώδη ανταγωνισμό Βρετανίας και Ρωσίας για την τύχη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι δύο αυτές δυνάμεις μαζί με τη Γαλλία παρενέβησαν από κοινού στο Ναβαρίνο το 1827 και επέβαλαν την ίδρυση ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.
Σήμερα η αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ρωσίας παράγει αστάθεια, ενθαρρύνει τοπικούς αντιρρησίες και ταραξίες κάθε είδους. Δίχως υπερβολή σήμερα βρισκόμαστε πολύ πιο πίσω από το πλαίσιο και τους Κανόνες του Παιχνιδιού στη Διεθνή Σκηνή που είχαν καθιερωθεί πρώτα από το Συνέδριο της Βιέννης και στη συνέχεια από την Κοινωνία των Εθνών και τον ΟΗΕ.
Το αδιαμφισβήτητο τεχνολογικό προβάδισμα και η συντριπτική υπεροπλία των ΗΠΑ, τους δίνει τη δυνατότητα να μην έχουν επιχειρησιακά ανάγκη συνδρομής από κανέναν. Παρ' όλα αυτά, όλοι γνωρίζουν ότι η Ουάσιγκτον δεν έχει πλέον εσωτερικές πολιτικές αλλά και δημοσιονομικές αντοχές για επεμβάσεις τύπου Ιράκ και Αφγανιστάν, ενώ, όπως απέδειξε η ψηφοφορία στη Βουλή των Κοινοτήτων στο Λονδίνο, οι Συμμαχίες προθύμων εκτός ΟΗΕ, κάθε άλλο παρά ως δεδομένες μπορούν να θεωρούνται.
Τα επικείμενα πλήγματα των ΗΠΑ κατά της Συρίας θα έχουν διπλή ανάγνωση: Πρώτον, ότι οι ΗΠΑ δηλώνουν βούληση παρουσίας και δυνατότητα παρέμβασης και δεύτερον, την έμπρακτη δημόσια ομολογία των ορίων εξάσκησης μιας φθίνουσας ισχύος.
Πηγή αστάθειας
Σήμερα η αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ρωσίας παράγει αστάθεια, ενθαρρύνει τοπικούς αντιρρησίες και ταραξίες κάθε είδους. Δίχως υπερβολή σήμερα βρισκόμαστε πολύ πιο πίσω από το πλαίσιο και τους Κανόνες του Παιχνιδιού στη Διεθνή Σκηνή που είχαν καθιερωθεί πρώτα από το Συνέδριο της Βιέννης και στη συνέχεια από την Κοινωνία των Εθνών και τον ΟΗΕ.
Kapopoulos@pegasus.gr-Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ
Οπως κατέδειξαν οι κρίσεις στη Γιουγκοσλαβία το 1995 και το 1999, στο Ιράκ το 2003, στη Λιβύη το 2011 και στη Συρία σήμερα, η Ρωσία αρνείται να νομιμοποιήσει κάθε αμερικανική ή και πολυμερή επέμβαση σε συγκρούσεις αν δεν μετέχει ως ισότιμος συνδιαμορφωτής στη λήψη των σχετικών αποφάσεων.
Η ευθύνη είναι προφανώς διπλή: Ούτε οι ΗΠΑ δέχονται να αναγνωρίσουν το status της Μόσχας ως Μεγάλης Δύναμης με προβάδισμα έναντι όλων των άλλων, ούτε όμως και η Ρωσία έχει καταστήσει σαφείς τις προθέσεις της στην πρώην ΕΣΣΔ, αν θα αναγνωρίσει δηλαδή επί της ουσίας την ανεξαρτησία των χωρών της περιοχής ή αν θα προχωρήσει με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε αυτοκρατορική παλινόρθωση.
Ετσι μπλοκάρεται δραματικά ο ΟΗΕ ως ο νόμιμος και φυσικός διαχειριστής των κρίσεων, ο μόνος αρμόδιος φορέας που μπορεί να αποφασίσει για τη χρήση βίας και πριμοδοτείται η παράταση ζωής του μονομερούς αμερικανικού παρεμβατισμού.
Η στάση της Μόσχας μπορεί να είναι και ένα χρήσιμο άλλοθι για την Ουάσιγκτον, που δεν δείχνει και πολύ δυσαρεστημένη για την απουσία των ελέγχων και των περιορισμών του ΟΗΕ, και ταυτόχρονα σε κάθε επέμβαση αγνοεί και παρακάμπτει επιδεικτικά το διευρυμένο ΝΑΤΟ, το οποίο μετά την απόφαση της Συνόδου Κορυφής της Ουάσιγκτον έχει παγκόσμιες παρεμβατικές αρμοδιότητες.
Οι αντιπαραθέσεις τον Μεγάλων Δυνάμεων τον 10ο αιώνα ήταν εξίσου σημαντικές, χωρίς αυτό να εμποδίζει συμβιβασμούς και κοινές παρεμβάσεις: Χαρακτηριστικό παράδειγμα, παρά τον λυσσώδη ανταγωνισμό Βρετανίας και Ρωσίας για την τύχη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, οι δύο αυτές δυνάμεις μαζί με τη Γαλλία παρενέβησαν από κοινού στο Ναβαρίνο το 1827 και επέβαλαν την ίδρυση ανεξάρτητου ελληνικού κράτους.
Σήμερα η αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ρωσίας παράγει αστάθεια, ενθαρρύνει τοπικούς αντιρρησίες και ταραξίες κάθε είδους. Δίχως υπερβολή σήμερα βρισκόμαστε πολύ πιο πίσω από το πλαίσιο και τους Κανόνες του Παιχνιδιού στη Διεθνή Σκηνή που είχαν καθιερωθεί πρώτα από το Συνέδριο της Βιέννης και στη συνέχεια από την Κοινωνία των Εθνών και τον ΟΗΕ.
Το αδιαμφισβήτητο τεχνολογικό προβάδισμα και η συντριπτική υπεροπλία των ΗΠΑ, τους δίνει τη δυνατότητα να μην έχουν επιχειρησιακά ανάγκη συνδρομής από κανέναν. Παρ' όλα αυτά, όλοι γνωρίζουν ότι η Ουάσιγκτον δεν έχει πλέον εσωτερικές πολιτικές αλλά και δημοσιονομικές αντοχές για επεμβάσεις τύπου Ιράκ και Αφγανιστάν, ενώ, όπως απέδειξε η ψηφοφορία στη Βουλή των Κοινοτήτων στο Λονδίνο, οι Συμμαχίες προθύμων εκτός ΟΗΕ, κάθε άλλο παρά ως δεδομένες μπορούν να θεωρούνται.
Τα επικείμενα πλήγματα των ΗΠΑ κατά της Συρίας θα έχουν διπλή ανάγνωση: Πρώτον, ότι οι ΗΠΑ δηλώνουν βούληση παρουσίας και δυνατότητα παρέμβασης και δεύτερον, την έμπρακτη δημόσια ομολογία των ορίων εξάσκησης μιας φθίνουσας ισχύος.
Πηγή αστάθειας
Σήμερα η αντιπαράθεση ΗΠΑ-Ρωσίας παράγει αστάθεια, ενθαρρύνει τοπικούς αντιρρησίες και ταραξίες κάθε είδους. Δίχως υπερβολή σήμερα βρισκόμαστε πολύ πιο πίσω από το πλαίσιο και τους Κανόνες του Παιχνιδιού στη Διεθνή Σκηνή που είχαν καθιερωθεί πρώτα από το Συνέδριο της Βιέννης και στη συνέχεια από την Κοινωνία των Εθνών και τον ΟΗΕ.
Kapopoulos@pegasus.gr-Γ. ΚΑΠΟΠΟΥΛΟΣ