Γράφει ο Σταύρος Λυγερός ΣΤΟΝ ΨΥΧΡΟ ΠΟΛΕΜΟ, η
Ουάσιγκτον αντιμετώπιζε την Αθήνα και την Aγκυρα σαν γεωπολιτικό δίδυμο
και γι’ αυτό κρατούσε τις ισορροπίες σ’ όλα τα επίπεδα. Εδώ και χρόνια,
όμως, η θεώρηση αυτή αποτελεί παρελθόν. Η διαφορά του ειδικού βάρους της
Ελλάδας και της Τουρκίας, άλλωστε, συνεχώς μεγαλώνει. Η Ελλάδα έχει
καταστεί «αποικία χρέους» της ευρωζώνης, ενώ η Τουρκία ενισχύει συνεχώς
τη διεθνή θέση της, με αποτέλεσμα να αποτελεί σήμερα μέλος της ομάδας
των 20 ισχυρότερων κρατών.
Το άνοιγμα της ψαλίδας στο δυναμικό των δύο χωρών αναπόφευκτα
αντανακλάται στον τρόπο που τις αντιμετωπίζει η Ουάσιγκτον. Εάν σ’ αυτό
προστεθεί και το γεγονός ότι η Τουρκία εμπλέκεται με τον έναν ή τον άλλο
τρόπο στα μεγάλα προβλήματα του μεσανατολικού χώρου, εξηγείται ο λόγος
που οι ΗΠΑ τη θεωρούν κράτος-κλειδί για τους γεωπολιτικούς σχεδιασμούς
τους στην ευρύτερη περιοχή.
Η επίσκεψη Ερντογάν στην Ουάσιγκτον αυτές τις ημέρες, όπως και οι
προηγούμενες επισκέψεις του, αντανακλά τη σημασία που αποδίδει ο Λευκός
Οίκος στον ρόλο της Αγκυρας. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι διμερείς σχέσεις
είναι ανέφελες. Σημαίνει, όμως, ότι οι Αμερικανοί αντιμετωπίζουν την
Τουρκία όχι σαν κράτος-πελάτη στο οποίο δίνουν εντολές, αλλά ως κράτος
με δικά του σεβαστά συμφέροντα, με το οποίο είναι υποχρεωμένοι να
διαπραγματεύονται.
Στο κέντρο των συνομιλιών Ομπάμα - Ερντογάν ήταν η κρίση στη Συρία, η
οποία συνδέεται με την κατάσταση στο Ιράκ, με τον ρόλο του Ιράν και
βεβαίως με τις σχέσεις Ισραήλ - Τουρκίας. Υπενθυμίζουμε ότι μέχρι να
εκδηλωθεί το κύμα της αραβικής εξέγερσης, η Αγκυρα είχε συνάψει
στρατηγική σχέση με τη Δαμασκό και την Τεχεράνη, έχοντας ως κύριο κοινό
παρονομαστή την καταστολή του κουρδικού αλυτρωτισμού.
Οταν η πυρκαγιά μεταφέρθηκε στη Συρία, αρχικά φάνηκε ότι η ανατροπή του
καθεστώτος Ασαντ ήταν ζήτημα χρόνου. Κλασικός καιροσκόπος, η Τουρκία
έκανε στροφή και έγινε ο κύριος υποστηρικτής των αντικαθεστωτικών. Τους
πρόσφερε βάσεις, οπλισμό και εφόδια. Ο Ερντογάν υποσχέθηκε, μάλιστα, στη
Δύση ότι εντός μερικών μηνών θα είχε επιτύχει την ανατροπή του
καθεστώτος Ασαντ. Στόχος του ήταν, μέσω των σουνιτών ανταρτών, να θέσει
υπό τουρκικό έλεγχο τη μετα-Ασαντ Συρία και ειδικότερα να καταλύσει το
κρατικό μόρφωμα που έχουν δημιουργήσει οι Κούρδοι (κατά τα δύο τρίτα
ελέγχονται πολιτικά από το ΡΚΚ) σε συριακές περιοχές που γειτνιάζουν με
την Τουρκία.
Οι εξελίξεις διέψευσαν τον Ερντογάν. Τώρα ζητάει από τον Ομπάμα ενεργή
παρέμβαση του ΝΑΤΟ με την επιβολή ζώνης απαγόρευσης πτήσεων, ώστε να
εξουδετερωθεί η συριακή αεροπορία, δημιουργία ζώνης ασφαλείας εντός του
συριακού εδάφους και προμήθεια των ανταρτών με βαρύ οπλισμό.
Η πολύνεκρη βομβιστική επίθεση στη συνοριακή πόλη Ρεϊχανλί δεν φαίνεται
να είναι άσχετη με τις αμερικανοτουρκικές διαπραγματεύσεις κορυφής. Οι
νεοοθωμανοί φορτώνουν την ευθύνη σε τουρκική ακροαριστερή οργάνωση, την
οποία διασυνδέουν με τη Δαμασκό. Το περιβάλλον θυμίζει κινούμενη άμμο
και ως εκ τούτου κάθε εκτίμηση είναι παρακινδυνευμένη. Είναι σαφές,
όμως, ότι το κλίμα που δημιούργησε η αιματηρή έκρηξη αντικειμενικά
διευκολύνει αυτούς που επιδιώκουν κλιμάκωση της επέμβασης στον συριακό
εμφύλιο πόλεμο.
Ο Ομπάμα, ωστόσο, δεν φαίνεται διατεθειμένος να εμπλέξει περαιτέρω τις
ΗΠΑ. Οπως και οι Ισραηλινοί, φοβάται μήπως μετά την ανατροπή του Ασαντ
επικρατήσουν φονταμενταλιστές ισλαμιστές, όπως είναι η οργάνωση Αλ
Νάσρα. Το έργο, άλλωστε, το έχουμε ξαναδεί. Γι’ αυτό και ο Ομπάμα
αναζητάει πολιτική λύση σε συνεργασία με τη Μόσχα, η οποία θα προβλέπει
την απομάκρυνση του Ασαντ από την εξουσία, στο πλαίσιο όμως μίας ομαλής
μετάβασης, ώστε να αποτραπεί η ανεπιθύμητη εξέλιξη.
Ολα αυτά αγγίζουν και τον Ελληνισμό. Για να εξισορροπήσουν την απόρριψη
τουρκικών απαιτήσεων στο συριακό μέτωπο, οι Αμερικανοί είναι πιθανόν να
δώσουν ανταλλάγματα, υποστηρίζοντας την Αγκυρα στο μέτωπο της Κύπρου. Η
Ουάσιγκτον δεν θέτει επισήμως την επίλυση του Κυπριακού ως προϋπόθεση
για την εκμετάλλευση των κυπριακών κοιτασμάτων, όπως επιθυμούν οι
Τούρκοι, αλλά τα διασυνδέει. Αντίστοιχες δηλώσεις είχαμε προσφάτως και
από τον επίτροπο Ολι Ρεν και από τον γ.γ. του ΝΑΤΟ.
Η Αγκυρα, οι Αμερικανοί αλλά και οι Ευρωπαίοι θεωρούν μοναδική ευκαιρία
το γεγονός ότι η Κυπριακή Δημοκρατία έχει μετατραπεί σε «αποικία χρέους»
και επιπροσθέτως στην Προεδρία βρίσκεται ο δεδηλωμένος υποστηρικτής του
σχεδίου Ανάν Αναστασιάδης. Επιχειρούν, λοιπόν, να εκμεταλλευθούν τη
διπλή αυτή ευκαιρία για να επιβάλλουν μία λύση τύπου Ανάν.
Η πρόσκληση για την Ουάσιγκτον που δεν έρχεται
Σ’ΑΥΤΗ τη δύσκολη συγκυρία, η Ελλάδα όχι μόνο είναι πιο
αδύναμη παρά ποτέ, αλλά και έχει ελάχιστες δυνατότητες να επηρεάσει την
αμερικανική στάση. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι έναν χρόνο μετά την
πρωθυπουργοποίησή του ο Σαμαράς δεν έχει ακόμα προσκληθεί στην
Ουάσιγκτον, παρά το γεγονός ότι είναι πάγια πρακτική των Αμερικανών να
καλούν επισήμως τους νέους ηγέτες των φίλιων χωρών.
Ο Λευκός Οίκος δεν αρνείται τη συνάντηση, αλλά πετάει την μπάλα στην
κερκίδα. Ο Ελληνας πρωθυπουργός ήλπιζε ότι κατά τη διάρκεια του ταξιδιού
του στην Ουάσιγκτον, στις αρχές Ιουνίου, για να μιλήσει σε συνέδριο
αμερικανοεβραϊκής οργάνωσης, θα είχε συνάντηση με τον Ομπάμα. Παρά τις
προσπάθειες του ελληνοαμερικανικού λόμπι, όμως, ο Λευκός Οίκος
ξαναπέταξε την μπάλα στην κερκίδα, με αποτέλεσμα ο Σαμαράς να ματαιώσει
το ταξίδι του. Κυβερνητικές πηγές αποδίδουν την εξόφθαλμη απροθυμία του
Λευκού Οίκου στο ότι η Αθήνα δεν αποκλείει να πουλήσει τη ΔΕΠΑ και τον
ΔΕΣΦΑ σε ρωσική εταιρεία, όπως την πιέζουν. Ο κύριος λόγος της
αμερικανικής δυσαρέσκειας, όμως, είναι το γεγονός ότι ο Σαμαράς έχει
βάλει όλα τα αβγά του στο γερμανικό καλάθι.
Προς το παρόν οι ΗΠΑ αποφεύγουν την άμεση εμπλοκή τους στις
ενδοευρωπαϊκές ισορροπίες. Οπως έδειξε, όμως, και η δημόσια διαφωνία του
Αμερικανού υπουργού Οικονομικών με τον Σόιμπλε, η Ουάσιγκτον δυσφορεί
με την πολιτική που το Βερολίνο επιβάλλει στην ευρωζώνη. Το
σημαντικότερο, όμως, είναι ότι το τελευταίο που θα ήθελαν οι Αμερικανοί
είναι μια γερμανική Ευρώπη.